Αρμάνων Ενδυμασίες
Αρμάνων Ενδυμασίες
Οι
ενδυμασίες των Βλάχων παρουσιάζουν τεράστιο ενδυματολογικό ενδιαφέρον
αλλά δεν έχουν μελετηθεί διεξοδικά. Για να κατανοήσουμε την
ενδυματολογική εξέλιξή τους πρέπει αρχικά να χωρίσουμε τις Βλάχικες
φορεσιές σε δύο βασικούς τύπους, τον αστικό και τον χωρικό.
Ο αστικός τύπος δημιουργείται με την σταδιακή υποχώρηση της
κτηνοτροφίας στις μεγάλες, παραδοσιακά κτηνοτροφικές, κοινωνίες, όταν η
ενασχόλησή τους με το εμπόριο αλλά και η μετοίκησή τους σε μεγάλα
αστικά κέντρα δημιουργεί την ανάγκη απόκλισης, από την παραδοσιακή
φορεσιά, όχι όμως και την πλήρη αλλαγή της. Η Βλάχικη αστική τάξη που
δημιουργήθηκε στην Ευρώπη συνετέλεσε στην υιοθέτηση και εξάπλωση του
αστικού τύπου ενδυμασίας στις τότε γρήγορα αναπτυσσόμενες παρ’ ότι
γεωγραφικά απομονωμένες κοινωνίες των Βλάχων στην Οθωμανική Ελλάδα.
Μέχρι τότε οι φόρμες ήταν λιτές, δωρικές, σε συντηρητικές γραμμές και
καθορισμένα μοτίβα των τερζήδων-ραφτάδων της εποχής εκείνης. Τα
αγγλο-γαλλικού τύπου φορέματα ουσιαστικά αντικαθιστούν τα πουκάμισα ενώ
τα κεντήματα δίνουν την θέση τους σε διακοσμητικές τρέσες και
πασμαντερή που γίνονται τώρα μόδα και σταδιακά υιοθετούνται. Όμως οι
κλειστές αυτές κοινωνίες που τώρα αλώνιζαν σε όλη σχεδόν την Ευρώπη
κρατούν πιστά κάποια ενδυματολογικά στοιχεία και τα ενσωματώνουν στα
νέα δεδομένα.
Αστικά
χωριά όπως ή Κλεισούρα, το Νυμφαίο και το Λιβάδι Ολύμπου ενώ υιοθετούν
τον τύπο του αστικού φορέματος, κρατούν πιστά τα κεφαλομάντηλα και τα
χρυσοκέντητα γιλέκα, αποβάλουν δε οριστικά τις βαριές σάρικες και τα
τσιπούνια .Αντίθετα στα ημικτηνοτροφικά χωριά της Πίνδου ενώ έχουν
δεχθεί το αστικού τύπου φόρεμα, όχι μόνο διατηρούν τα σιγκούνια αλλά
και τα ενσωματώνουν, δημιουργώντας έτσι την τελευταία μορφή της
φορεσιάς, που διατηρήθηκε με πολλές και πάλι απλοποιήσεις μέχρι και τον
δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Αυτός ο τελευταίος τύπος προήλθε σταδιακά
όταν προστέθηκαν, αφαιρέθηκαν ή τροποποιήθηκαν τμήματα της φορεσιάς και
εξαρτήματά της, ανάλογα με τις νέες συνθήκες του βίου, ενσωματομένα
όμως με σεβασμό, διατηρώντας με ευλάβεια το ρόλο τους στο γυναικείο
σώμα. Έτσι τα γνωρίσαμε εμείς σήμερα από καταγραφές και συνεντεύξεις
ηλικιωμένων. Αξιοσημείωτο είναι ότι σε ορισμένα χωριά έχουν διατηρήσει
ένα παλαιότερο τύπο ενδυμασίας για καθημερινό, για τις επίσημες ημέρες
χρησιμοποιούν ένα συνδυασμό παλαιότερου με αρκετά νέα στοιχεία ενώ
βλέπουμε να συνυπάρχει και ένας εντελώς νέος τύπος φορεσιάς. Οι
σκηνίτες Αρβανιτόβλαχοι αυστηρά κλειστές κτηνοτροφικές κοινωνίες
διατηρούν με απόλυτο σεβασμό και αυστηρότητα την παλαιά ενδυμασία τους,
δηλαδή μάλλινες βαριές σιγκούνες, τσιπούνια και υφαντά κεντημένα
πουκάμισα με παλαιότερους τύπους κεφαλόδεσμου.
Έτσι ο ενδυματολογικός χάρτης
των Βλάχων συνεχώς εξελίσσεται και διαμορφώνεται, μέχρι να καταλήξει
στην τελική σημερινή μορφή. Οι φορεσιές τους προσαρμόστηκαν σταδιακά
στις νέες συνθήκες διαβίωσης μέχρι την δεκαετία του 1950 όταν και οι
τελευταίοι σκηνίτες βλάχοι με την παρότρυνση του Ελληνικού κράτους
απέκτησαν μόνιμες εγκαταστάσεις.
Η Οθωμανική
αυτοκρατορία ως πλαίσιο στην εξελικτική διαδικασία της βλάχικης
ενδυμασίας στάθηκε αρωγός. Με την άνθηση του εμπορίου μέσα στα ευρέα
σύνορά της και την διακίνηση εμπορευμάτων σε μεγάλα αστικά κέντρα, όπως
τα Γιάννενα, η Κορυτσά, οι μεγάλες μακεδονικές πόλεις και οι πλούσιες
αγορές του Μοναστηρίου , διακινούνται ελεύθερα τα εγχώρια προϊόντα. Με
τη βιομηχανική επανάσταση και τη δημιουργία βιομηχανικών αργαλειών,
υφάνθηκαν υφάσματα με πρώτες ύλες οικείες αλλά τρόπο ύφανσης
εντυπωσιακό, πολλές φορές «φίνο», όπως έχει χαρακτηριστεί . Έτσι το
δίμιτο δίνει την θέση του σε «μάλλινα αγοραστά», το σιγκούνι σε παλτό
από λούτρ ενώ οι κατιφέδες έχουν την τιμητική τους.
Στις ανδρικές ενδυμασίες τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα, τα παραδοσιακά
τσιπούνια διατηρούνται αλλά δέχονται επιδράσεις κυρίως στους
εξωτερικούς επενδύτες. Υιοθετείται το δυτικής κοπής παλτό που φοριέται
μόνο με τα μεταγενέστερα σκούρα τσιπούνια, ενώ συνδυάζεται απόλυτα με
μια σειρά ρούχων όπως οι μπουραζάνες, οι κιλότες ιππασίας, κατάλοιπο
των βαλκανικών πολέμων ή τα διμιτένια λουλακίσια κουστούμια. Τo
παλαιότερου τύπου λευκό τσιπούνι διατηρείται κυρίως σαν γαμπριάτικο και
στην συνέχεια σαν επίσημο ένδυμα ενώ θα δώσει σταδιακά τα σκήπτρα στο
κουστούμι, θα πάρει όμως τον τίτλο της εθνικής ενδυμασίας και θα
φοριέται μόνο από τους νέους σε επετείους, ανταμώματα και σε τρανούς
χορούς.
Δαδαλιάρης Ιωάννης
Ιστορικός Τέχνης