Η αργυροχοϊα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία παρουσίασε άνθηση κατά το 18ο αιώνα, εποχή ακμής για την ελληνική κοσμηματοποιία. Κέντρα αργυροχοϊας δημιουργήθηκαν στην Πίνδο, τη Μακεδονία και ιδιαίτερα στην Ήπειρο. Ονομαστά εργαστήρια συναντούμε στα βλαχοχώρια Καλαρρύτες και Συράκο, κέντρα διακίνησης και διανομής περίτεχνων κοσμημάτων σε όλα τα Βαλκάνια.
Στα βλαχοχώρια επικρατούσε ο κανόνας του απέριττου καλλωπισμού στις γυναίκες. Τα κοσμήματα ήταν καθορισμένα σε αριθμό και ύφος για πλούσιες και φτωχές, και σε πολλές περιπτώσεις απουσίαζαν παντελώς, θεωρώντας ότι οι γυναίκες δεν έπρεπε να προκαλούν με την επίδειξη πλούτου αλλά ούτε και να φέρνουν σε μειονεκτική θέση γυναίκες ασθενέστερης οικονομικής τάξης.
Στην Πίνδο, τα κοσμήματα που συνήθιζαν να φορούν ήταν τα μονά ή διπλά κιουστέκια διακοσμημένα με σαβάτι. Στο τελείωμα κρεμούσαν διακοσμητικό σουγιά, που παλαιότερα ίσως να χρησιμοποιούνταν για πρακτικούς λόγους. Στη μέση από όπου σκάλωναν το κιουστέκι, φορούσαν πόρπη ασημένια μαλαμοκαπνισμένη, διακοσμημένη με γυάλινες πέτρες διαφόρων χρωμάτων και φιλιγκράν. Στο στήθος φορούσαν ντούμπλες ή παράδες, ραμμένα σε ταινία υφάσματος, και αργότερα κρεμασμένα σε αλυσίδες. Οι αρβανιτόβλαχες συνήθιζαν να φορούν στην μέση διπλές πόρπες και στο στήθος το ανδρικό κατεξοχήν σταυρωτό κιουστέκι, κόσμημα που συνήθιζαν κυρίως οι κλεφταρματωλοί. Οι Βλάχες της Αν. Μακεδονίας και Θράκης, λόγω της γειτνίασης με τους ντόπιους πληθυσμούς, υιοθετούν τα χάντρινα ζωηρόχρωμα κοσμήματα οικοτεχνικής κατασκευής. Όλα αυτά σε συνδυασμό με διάφορους τύπους ασημένιων σκουλαρικιών από κοράλλια ή αχάτες, τσαπράκια στήθους και βραχιόλια, συνθέτουν τα βασικά κοσμήματα.
Τέλος οι άνδρες δεν συνήθιζαν να φορούν κοσμήματα εκτός από το ασημένιο ρολόι τσέπης με αλυσίδα. Μόνο οι κλέφτες συνήθιζαν να φορούν, να «αρματώνονται».
Δαδαλιάρης Ιωάννης
Ιστορικός Τέχνης
Ασημένιο τσαπράκι
απο την Πίνδο