Πιστεύω ακράδαντα πως ο λόγος ύπαρξης πολιτιστικών και μορφωτικών συλλόγων, είναι η διαρκής προσπάθεια για κάτι περισσότερο από ορισμένες εθιμοτυπικές, περιοδικές ή περιστασιακές συναθροίσεις με κύριο και βασικό στόχο την αναψυχή ή τις κοινωνικές συναναστροφές. Θα πρέπει αυτό το κάτι παραπάνω, να είναι κάτι που θα προάγει διαρκώς την πολιτιστική επιμόρφωση όλων μας, να συμβάλλει ενεργά και να συσφίγγει διαρκώς τις σχέσεις των μελών και φίλων και να αναπτύσσει την αλληλεγγύη μεταξύ τους. Αλλιώς οι Σύλλογοι και κατ’ επέκταση η ΠΟΠΣΒ, θα παραμένουν απλά ένας φορέας χαλαρών δεσμών μεταξύ ανθρώπων με κοινή απλά καταγωγή και οι λέσχες των Συλλόγων απλά ένας χώρος καθημερινής διασκέδασης ορισμένων μελών και στέγασης μερικών δραστηριοτήτων (χορευτικά παιδιών κλπ.) ή περιστασιακών συναθροίσεων. Στην περίπτωση αυτή, το όποιο Δ.Σ. θα έχει απλά και μόνο αρμοδιότητες διεκπεραίωσης των τυπικών και των εθίμων και θα περιμένει ανυπόμονα τη λήξη της 2ετούς θητείας του.
Το 8ο ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ & ΧΟΡΟΥ πέρα από μία υψηλού επιστημονικού και μορφωτικού επιπέδου προσφορά στους απανταχού Βλάχους και γενικότερα στους πολίτες της Ελλάδας, αποτελεί και ένα δείγμα γραφής για την ικανότητα των Συλλόγων και των φορέων εν γένει, να προβάλλουν την παράδοση των τόπων τους κάτω από μία άλλη οπτική. Να την προβάλλουν, όχι στο πνεύμα μίας στατικής και στερεότυπης διατήρησής της, που αρχίζει και τελειώνει με συνεχώς επαναλαμβανόμενες ακουστικοχορευτικές αναπαραστάσεις και μόνον, αλλά στο πνεύμα της ανάδειξης των αξιών που η ίδια η παράδοση εμπεριέχει και της λειτουργίας τους ως αντισωμάτων κατά της ισοπεδωτικής λογικής των εμπορευματικών προτύπων ζωής, τα οποία η παγκοσμιοποίηση προσπαθεί να επιβάλλει, εις βάρος της ξεχασμένης και αγραναπαυμένης μας Ρωμιοσύνης.
Η συστηματική και επί πολλά χρόνια αποσιώπηση ή έστω οι επιλεκτικές αναφορές στη μεγάλη προσφορά των Βλάχων από την επίσημη πολιτεία, η οποία διαφαίνεται ακόμη και σήμερα στην ‘Πελοποννησοκεντρική’ ή έστω ‘Νοτιοελλαδοκεντρική’ γραφή της ‘επίσημης’ ιστορίας, είχε ως αποτέλεσμα την έλλειψη ενημέρωσης της ευρύτερης κοινωνίας για τη συμβολή και τις θυσίες των Βλάχων στους εθνικούς αγώνες. Το οικονομικό δε μοντέλο ανάπτυξης που εφαρμόστηκε, μετά τη λήξη του 2ου παγκοσμίου καθώς και του εμφυλίου πολέμου, επέφερε την ανατροπή της ισόρροπης πληθυσμιακής κατανομής στη χώρα μεταξύ αστικών κέντρων και περιφέρειας, με τη βίαιη αστικοποίηση των πόλεων και την ερήμωση της υπαίθρου. Η με τον στρεβλό αυτό τρόπο δημιουργία μίας νεοαστικής τάξης στο σύγχρονο ελληνικό κράτος από τα μέσα του 20ου αιώνα, δημιούργησε παράλληλα -και καλλιεργεί ακόμη και σήμερα- μία ‘ξενο-μανιακή’ νοοτροπία στα νεόκοπα και ιστορικά απαίδευτα μικροαστικά και αστικά στρώματα, τα οποία απαξίωσαν με περισσή άγνοια, ανωριμότητα, μικρόνοια και ελαφρότητα, παραδόσεις, γλώσσες, ντοπιολαλιές, ιδιώματα και συμπεριφορές πληθυσμών της περιφέρειας. Μάλιστα, πολλά από αυτά τα κοινωνικά στρώματα, παρασυρόμενα από την γενικότερη ατμόσφαιρα της απαιδευσίας και της αποστεωμένης καταγραφής της ιστορίας του τόπου, κατάφεραν να εκριζώσουν βιαίως τις ίδιες τις μνήμες των προγόνων τους, φθάνοντας στο σημείο να ταυτίζουν ακόμη και την λέξη ‘βλάχος’ με την έννοια του άξεστου, ως μη ασπαζόμενου τα μιμητικά και κατεστημένα πλέον δυτικότροπα πρότυπα συμπεριφοράς.
Αναπόφευκτη συνέπεια αυτής της κατάστασης, ήταν να αυξηθεί η κοινωνική εσωστρέφεια των τοπικών βλάχικων κοινοτήτων, οι οποίες, με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις, μετανάστευσαν μαζικά στα αστικά κέντρα, όπου ρίζωσαν και μάλιστα γερά, αυξήθηκαν και πληθύνθηκαν, δημιούργησαν 2ης και 3ης γενιάς απογόνους, διατηρώντας ωστόσο δεσμούς, έστω και χαλαρούς, με τις μνήμες τους και τις πατρογονικές εστίες τους.
Αυτό το κέλυφος της εσωστρέφειας, που εμφανίζεται ως φαινομενική αδιαφορία, πρέπει η Ομοσπονδία να καταβάλλει προσπάθειες να το σπάσει. Να το σπάσει, μέσω της διάχυσης του πολιτισμού της παράδοσής μας σε όλη την επικράτεια, μέσω της επίμονης διάδοσης με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο των γόνιμων στοιχείων της ιστορίας μας, μέσω της ενεργοποίησης των πνευματικών δυνάμεων όλων των συμπατριωτών μας.
Η Ομοσπονδία θα πρέπει να συσπειρώσει με κάθε τρόπο τις μυριάδες του Βλάχικου ανθρώπινου δυναμικού, να δυναμώσει τις μνήμες των βλάχικων, αστικών πλέον, πληθυσμών, που βρίσκονται σε χειμέρια νάρκη, να ερεθίσει το πατριωτικό και πολιτιστικό τους φιλότιμο και να κινητοποιήσει ή έστω να θέσει σε εγρήγορση, ακόμη και τα εθνικά τους αντανακλαστικά αν χρειαστεί, βλέποντας τα μηνύματα των καιρών που ζούμε.
Αλλιώς, θα παραμένουμε όλοι μας σε ένα επίπεδο συμπαθούς αλλά επιδερμικής πατριδολατρείας-προγονολατρείας ή ακόμη χειρότερα σε ένα επίπεδο ανέξοδης και πομπώδους πατριδολαγνείας-προγονολαγνείας, ενώ το ζητούμενο είναι η πατριδοφιλία-προγονοφιλία, με το αρχαίο νόημα της λέξης φιλώ=αγαπώ, δηλαδή μιάς ενσυνείδητης και ζεστής διάθεσης προσφοράς, όπου ο καθένας μας καταθέτει στον κοινό κορβανά ως ρεφενέ τον οβολό της έγνοιας του, ανάλογα με τις μορφωτικές και οικονομικές του δυνατότητες, όπως επίσης ανάλογα με τα μεγέθη των γνώσεων και της τεχνογνωσίας ή της κατάρτισης και των δεξιοτήτων που κατέχει.
Γιώργος Συνεφάκης
Πρόεδρος του Συλλόγου Λιβαδιωτών Θεσσαλονίκης και της Οργανωτικής Επιτροπής
Εναρκτήρια Ομιλία στο
8ο Συμπόσιο Ιστορίας, Λαογραφίας, Βλάχικης Παραδοσιακής Μουσικής και Χορών,
Λιβάδι Ολύμπου, 26-27 Μαΐου 2006