Featured

Βλάχοι - Βλάχισσαι

Βλάχοι - Βλάχισσαι, περιοδικό Πανδώρα, τόμος Γ, φυλλάδιο Ξ, Σεπτέμβριος 1852Όταν λέγωμεν σήμερον εις τας Αθήνας Βλάχα ή Βλάχισσα, έννοούμεν ως επί το πλείστον τα μετέωρα εκείνα, τα οποία εκ διαλειμμάτων επιτέλλουσιν εις τον οριζοντα της Ελλάδος από βορρά και επιρρίπτουσιν εις την λιπράν αυτής γην τον χρυσούν υετόν των παριστρίων πεδιάδων.

Λησμονούμεν δε, ότι πλησιέστατα εις ημάς, εν τη Αττική αυτή και εις πολλάς άλλας Ελληνικάς χώρας, υπάρχουσι και άλλαι πολλαί Βλάχαι των οποίων το γένος όχι μόνον άποτελεί αξιολογον μέρος των κατοίκων των χωρών τούτων, αλλά και διά πολλά άλλα είναι άξιον πασατηρήσεως. Η Πανδώρα απεφάσισε σήμερον να αποδώση δικαιοσύνην εις το γένος των ημεδαπών αυτών Βλάχων, αι οποίαι, αν και δε χορεύωσιν πόλκαν, ουδέ φορώσιν ιμάτια Παρισινά, είναι ουδέν ήττον συγγενείς των ομωνύμων αυτών πεπολιτισμένων κυριών. Διά να μη τύχη δε και και δυσαρεστηθώσιν αι τελευταίαι, σπεύδομεν να προσθέσωμεν ότι η καταγωγή αμφοτέρων είναι ένδοξος. Είναι αληθές, ότι κρύπτεται ολίγον εις τα νέφη της αγνώστου ιστορίας, αλλά όστις δεν ηξεύρει ότι αι επιφανέστεραι γενεαλογίαι έχουσιν αρχάς αδήλους, ασαφείς, και τούτου μάλιστα ένεκα σεβαστοτέρας;
Τοόντι οι πολλαχού της Ευρωπαικής Τουρκίας και της ελευθέρας Ελλάδος εσπαρμένοι Βλάχοι είναι ούδέν άλλο, η άποικοι των κατοίκων της κυρίως παρά τον Ίστρον Βλαχίας. Τούτο δεν εξάγεται μόνον από του κοινού ονόματος, έτι δε από του ονόματος των Μεγαλο-Βλαχιτών, το οποίον φέρουσιν οι περί την Πίνδον εικούντες Βλάχοι, και το οποίον ανακαλεί την παρά τον Ίστρον μεγάλην Βλαχίαν· ότι τα δύο φύλα είναι εν και το αυτό έθνος, καθίσταται μάλιστα πρόδηλον, άμα παραβάλη τις την μορφήν, το ανάστημα και τον χαρακτήρα αυτών. Τούτο τουλάχιστον βεβαιούσιν οι αξιοπιστότεροι παρατηρηταί.
Αμφοτέρων δε των εθνών η καταγωγή ανατρέχει μέχρι των αρχαίων Δάκων ή Δακών, οίτινες ήσαν Θρακικής φυλής, (την οποίαν οι εθνολόγοι είπον συγγενή της Ελληνικής) και κατώκουν εκπάλαι εις την αριστεράν του Ίστρου όχθην· από αυτών ωνόμασαν οι Ρωμαίοι Δακίαν την πολύ εκτενεστέραν της σημερινής Βλαχίας και Μολδαυίας χώραν, ήτις περιελάμβανεν εκτός αυτών και την νοτιοανατολικήν Ουγγαρίαν και την Τρανσιλβανίαν. Οι Δάκοι αυτοί, καιτοι ηρωικώς αγωνισθέντες υπέρ της ανεξαρτησίας αυτών υπό τον βασιλέα Δεκέβαλον, ηναγκάσθησαν να υποταχθώσιν εις τους Ρωμαίους αυτοκράτορας. Αλλ' ήδη τω 270(μ.Χ) ο αυτοκράτωρ Αυρηλιανός υπεχρεώθη να παραιτήση την κυριαρχίαν της Δακίας και να ανακαλέση τους λεγεώνας του εις την μεσηβρινήν του Ίστρου όχθην. Πολλαί όμως Ρωμαίων αποικίαι έμειναν εν τη Δακία· και μετ' ου πολύ αύτη κατεκλύσθη υπό ποικίλων και πολυαρίθμων βαρβάρων εθνών, Ούννων, Γεπίδων, Γότθων, Μαγιάρων και προ πάντων Σλαύων, από δε της κράσεως των διαφόρων τούτων φυλών, των Δάκων, των Ρωμαίων και των άλλων επηλύδων, εμορφώθη το νεώτερον έθνος των Βλάχων, το οποίον φαίνεται σώζον λείψανα τινά των αρχαίων Θρακών, και, εν τη γλώσση του, έχνη τινά των αρχαίων Θρακικών γλωσσών.
Βραδύτερον, καθώς πολλαί Σλαύων αποικίαι επέρασαν τον Ίστρόν ποταμόν και κατεστάθησαν προς μεσημβρίαν αυτού, κατά μικρόν εξαπλωθείσαι μέχρι της Πελοποννήσου, ούτω έπραξαν και πολλαί Βλάχων αποικίαι. Ήδη κατά την 13η εκατονταετηρίδα το ορεινότερον της Θεσσαλίας μέρος ώνομάζετο μεγάλη Βλαχία· «τα Θετταλίας μετέωρα, α νυν μεγάλη Βλαχία κικλήσκεται» ο λέγει ο Νικήτας (Χωνιάτης)· και όταν ο έσχατος των Κωνσταντίνων, δεσπότης ων έτι της Πελοποννήσου, επεχείρησε να ανοικοδομήση μέγα εν τη μεσημβρινή Ελλάδι κράτος, και εξώρμησεν επί τούτω από της χερσονήσου, εύρεν άπασαν Πίνδον χώραν υπό Βλάχων κατεχομένην. Δεν περίσθησαν δε αι Βλαχικαί αύται αποικίαι εις την απλήν κατάληψιν της χώρας· αλλ' αν και ουδέποτε ανυψώθησαν μέχρι της πολιτικής αυτονομίας, φαίνεται όμως ότι στενώς συνέδεσαν την τύχην αυτών μετά των Βουλγάρων, των οποίων το μέχρι τη Πολοποννήσου εκταθέν βασίλειον, κατεβλήθη εν τη 10η και εν τη 11η εκατονταετηρίδι υπό δύο μεγάλων ηρώων του Βυζαντινού κράτους, του Τσιμισκή Βασιλείου Β΄ διότι· διότι, όταν βραδύτερον, περί τα τέλη της 12ης εκατονταετηρίδος, οι Βούλγαροι ανέκτησαν αύθις την αυτονομίαν, δύο Βλάχοι· ο Ασάν και ο Πέτρος, υπήρξαν οι ηγεμόνες και αυτουργοί του νέου εκείνου φοβερού κράτους.
Οι εν Ελλάδι, εν Θεσσαλία, εν Ηπείρω και εν Μακεδονία οικούντες σήμερον Βλάχοι συμποσούνται, ως λέγεται, εις 600,000 ψυχών· είναι δε άνδρες εις εύρος πεφυκότες και ρωμαλέοι, έχοντες κόμην μέλαιναν η καστανήν, φυσιογνωμίαν ευφυή, αν και ενίοτε υπουλον και όχι πολλά αξιέραστον. Κομίζουσι δε μεθ' εαυτών το μαρτύριον της ποικίλης αυτών καταγωγής, ως και οι πέραν του Ίστρου Βλάχοι, διότι ενώ βλέπεις μεταξύ των ευειδή και αληθώς Ρωμαικά ή Ελληνικά πρόσωπα, και αναστήματα κομψά, ευρίσκεις συγχρόνως και πολλά σώματα ευτελή, φέροντα τον αλλότριον Σλαυικόν τόπον· και εκ τούτου ίσως απεδόθη εις τίνας εξ αυτών το εμπαικτικόν επώνυμον των Κουτσο-Βλάχων. Είναι δε εν γένει σώφρονες, συνειθισμένοι εις τον κόπον, οικονόμοι, αφελείς, φιλόξενοι και πολλάκις έχουσι την πεισματώδη των Σλαύων επιμονήν. Πολλοί μετέρχονται το των ποιμένων επάγγελμα, άλλοι ασχολούνται εις το εμπόριον και όχι όλίγοι, αποδημούντες εις Ρωσίαν, εις Αυστρίαν, εις 'Αλεξάνδρειαν και αλλαχού, κατεσκεύασαν περιουσίας, ενώπιον των οποίων οι πολύκροτοι θησαυροί της κλασσικής Βλαχίας είναι ως αι ευτελείς της Ερμαιακής οδού οικιαι ενώπιον των Βασιλικών ανακτόρων.
Αι γυναίκες, αι Βλάχισσαι, των οποίων η παρούσα εικών παρίστησι την ενδυμασίαν, έχουσι τύπους όγκώδεις μάλλον η κομψούς, αλλ' είναι πολλάκις καλώς εσχηματισμέναι, και πάσαι διακρίνονται διά την ανθηράν αυτών ευρωστίαν. Οι χαρακτήρες του προσώπου των δεν έχουσι την λεπτότητα των Ελληνικών προσώπων, αλλ' οι οι οφθαλμοί των δεν στερούνται πυρός και είναι ενίοτε, ως και η κόμη, κυανοί. Είναι δε εργατικώταται και μάλιστα διαπρέπουσιν επί τη χρηστότητι αυτών, μετά καρτερίας ανεχόμεναι τας μακράς πολλάκις αποδημίας των συζύγων αυτών.
Η Βλαχική γλώσσα την οποίαν τα εντεύθεν του Ίστρου εποικήσαντα ταύτα φύλα έφερον μεθ' εαυτών ηλλοιώθη και εφθάρη τόσω μάλλον όσω οι Βλάχοι ούτοι, ζώντες εν εν μέσω ποικίλων άλλων εθνών, αναγκάζονται εκ γεννετής να μανθάνωσί την 'Αλβανικήν, την Σλαυικήν, την Τουρκικήν και προ πάντων την Ελληνικήν γλώσσαν. Δεν υπάρχει δε περί της εφθαρμένης ταύτης διαλέκτου ειμή το εκ 1070 λέξεων επί συγκείμενον λεξικόν του Θ. Α. Καβαλλιώτου, πρωτοπαπά Μοσχοπόλεως, δημοσιευθέν εις Βενετίαν τω 1770 (εις 8ον., εξ 104 σελίδων), και μετατυπωθέν υπό του Γερμανού Τhunmann εις τας περί της ιστορίας των εθνών της ανατολικής Ευρώπης ερεύνας του. Αλλά η διάλεκτος αύτη θέλει βεβαίως εκλείψει· η ακαταγώνιστος του Ελληνισμού δύναμις υπήγαγεν ήδη προ καιρού υφ' εαυτήν και ταύτην την φυλήν, ήτις, αφού προσέλαβε τας πλείστας των αρετών του 'Ελληνικού χαρακτήρος, την φιλοπονίαν, την εγκράτειαν, και μάλιστα την θαυμαστήν εκείνην εμπορικήν και βιομηχανικήν δεξιότητα, ων στερείται η μητρόπολις αυτών, αφού προ αιώνων συνείθισε να θεωρή τους Έλληνας ως αδελφούς και ανέμιξεν εις την γλώσσάν της την Ελληνικήν, μετ' ου πολύ θέλει βεβαίως εξαλείψει από του στόματός της και τα έσχατα λείψανα αλλοτρίας καταγωγής και θέλει ομιλήσει την καθαράν εκείνην Ελληνικήν γλώσσαν, ήτις μόνη έχει το το απαράγραπτον δικαίωμα ν' ακούεται υπό τοιούτον ουρανόν, και εν μέσω τοιούτων αναμνήσεων.

Βλάχοι - Βλάχισσαι, Ανωνύμου
περιοδικό Πανδώρα, τόμος Γ, φυλλάδιο Ξ, Σεπτέμβριος 1852
Η Πανδώρα ήταν λογοτεχνικό-οικογενειακό περιοδικό του 19ου αι. Ιδρύθηκε τον Δεκέμβριο του 1849 από τον
Νικόλαο Δραγούμη, τον Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο, τον Αλέξανδρο Ρίζο-Ραγκαβή, τον Χρ. Α. Δούκα και τον Γ. Σκούφο.

Βλάχοι - Βλάχισσαι, περιοδικό Πανδώρα, τόμος Γ, φυλλάδιο Ξ, Σεπτέμβριος 1852

Βλάχοι - Βλάχισσαι, περιοδικό Πανδώρα, τόμος Γ, φυλλάδιο Ξ, Σεπτέμβριος 1852

Βλάχοι - Βλάχισσαι, περιοδικό Πανδώρα, τόμος Γ, φυλλάδιο Ξ, Σεπτέμβριος 1852

Αναζήτηση