«Λίγο δεξιά απ` το μονοπάτι που φέρνει στη Σγκαβαλιά και τη βρύση Μπατσογιάννη Περουλιού κατάστρατα, φαντάζει ένα οχτάδερφο ελάτι, σαν πολυέλαιος.
Στον έλατο αυτό φεύγοντας την άγρια μπόρα που ξέσπασε ένα δείλι, ο σαρακατσιάνος τσιοπάνης Μπούτλας με τα πενήντα πρόβατά του, χτυπήθηκε από αστροπελέκι. Την άλλη μέρα τον βρήκανε σκοτωμένο και μαύρο σαν κατράμι. Λένε ότι τις καλοκαιριάτικες νύχτες, ακούνε εκεί κοντά στον έλατο τους αχούς φλογέρας, ανάμιχτους με βελάσματα προβάτων. Ακούνε ακόμα κ` ένα ανάλαφρο κυματιστό σιγομίλημα. Καθώς λένε, είναι ο Μπούτλας που παίζει λυπητερά τη φλογέρα του, είναι τα πρόβατά του που βελάζουν παραπονιάρικα, είναι ο καταξεσχισμένος απ` την αστραπή έλατος που ψιθυρίζει μελαγχολικά»1.
Πρόκειται για μια ιστορία παρμένη από το βιβλίο του Αλ. Χατζηγάκη «Τα Ασπροποτάμου Πίνδου». Στόχος μου είναι να διερευνήσω τη φύση αυτών των ιστοριών, τις οποίες ο ίδιος ταξινομεί υπό τη ρουμπρίκα «Νεκροί και ψυχές», ακολουθώντας πιθανόν την ταξινόμηση του Λουκάτου που διακρίνει την κατηγορία Νεκροδαιμονικές (φαντάσματα., βρικόλακες, νεκροί και ψυχές, Χάρος και Κάτω κόσμος)2. Ωστόσο, ανήκουν στην κατηγορία των φαντασμάτων αν λάβουμε τον ορισμό του Κυριακίδη, σύμφωνα με τον οποίο «φαντάσματα είναι αι ψυχαί των τεθνεώτων και μάλιστα των φονευθέντων ή αι ψυχαί αι κολασμέναι, αι οποίαι συχνάζουν εις τους τόπους, εις τους οποίους έζησαν ή όπου έζησαν ή ετάφησαν»3.
Ο Κυριακίδης συγκεκριμενοποιεί την κατηγορία περί φαντασμάτων, υπογραμμίζοντας ότι εμφανίζονται «ως άνθρωποι, καβαλλάρηδες, μαυροφορεμένοι ή ασπροφορεμένοι, σκυθρωποί και αμίλητοι. Ουχ ήττον , καθώς και όλα τα εξωτικά, δύνανται να εμφανιστούν και υπό διαφόρους μορφάς ζώων και ιδίως ως ερίφια»4. Ωστόσο, προσθέτει ότι η παρουσία των γίνεται συχνά αντιληπτή «ως ήχος αλύσεων».
Δική μου άποψη είναι ότι μπορεί να γίνει ομογενοποίηση των υποκατηγοριών5, δεδομένου ότι παρουσιάζουν κοινά γνωρίσματα, το κυριότερο των οποίων είναι η εμφάνιση της ψυχής στο χώρο που έζησε ή έπαθε, χωρίς να αποβλέπει στην πρόκληση κακού στους ανθρώπους.
Στο παρόν άρθρο, θα εξεταστούν έντεκα ιστορίες οι οποίες διαδραματίζονται στο χώρο του Ασπροποτάμου.
Ένα πρώτο κοινό σημείο σχετίζεται με τη δομή των ιστοριών αυτών. Παρουσιάζουν μια τυπικότητα, η οποία οργανώνεται γύρω από τα εξής στοιχεία.
α. Χώρος6. Συνήθως, το τοπίο όπου διαδραματίζεται η ιστορία είναι αγροτική περιοχή. Στις ιστορίες αυτές δεν υπάρχει περιστατικό που συνέβη εντός του οικισμού. Είναι ένα «οχτάδερφο ελάτι, σαν πολυέλαιος», το χωράφι, τα καλοκαιριάτικα κτηνοτροφικά λειβάδια, το Βυτζιανίτικο βουνό, ένα γούπατο στο βουνό του Κόζιακα, τα Βατερνικιώτικα βουνά, το σπανό βουνό, το πευκοδάσος, μια μεγάλη οξιά.
Η ιστορία συχνά δίνει λεπτομέρειες του χώρου7. Φαίνεται έντονη η διάθεση του αφηγητή να δώσει ρεαλιστικότητα στο συμβάν και να επιβεβαιώσει την αυθεντικότητά της ιστορίας. Η λεπτομέρεια εμπλέκει το ακροατήριο στην αποδοχή της αλήθειας του γεγονότος, μέσω της αναφοράς σε αναγνωρίσιμη τοπιογραφία. «Πριν φτάσει κανείς στο παλιό Τουρκικό καρακόλι, πηγαίνοντας στο Χαλίκι ή τη Λεπενίτσα, πάνω σε μικρή ολοπράσινη επίπεδη λωρίδα σηκώνεται κομμάτι γης, σα λοφάκι, με μια μεγάλη οξιά στο μέσο»(οξιά δεσπότη, 155).
Το τοπία, τα τοπωνύμια που είναι οικεία στο ακροατήριο, δημιουργούν μια αίσθηση αποδοχής, αφού αποτελούν σημεία της δεδομένης τοπικότητας8. Οι τοπιογραφικές λεπτομέρειες συνθέτουν το σκηνικό της εισαγωγής του ακροατηρίου σε μια αφηγηματική διαδικασία, της οποίας το κυρίαρχο γνώρισμα είναι η οικειότητα με τα δρώμενα και επομένως η αίσθηση ότι τα ακολουθούντα γεγονότα είναι αληθή.
β. Οι ήρωες - θύματα. Αυτοί που πέφτουν θύματα είναι διαφόρων ειδών, κυρίως άνθρωποι που κινούνται στην ύπαιθρο. Έτσι, είναι ένας σαρακατσιάνος τσιοπάνης, ο γιδάρης του χωριού, ένας Λεσιανίτης θεριστής, ένας Γουδοβασδινός, ένας σκλάβος, ένας Μακεδόνας υλοτόμος, κάποιος πραματευτής οβριός, ο καπιτάν Νικολός Στορνάρης, καμπίσιος ληστής, ο Δεσπότης Σταγών.
Και οι παθόντες , συνήθως, παραπέμπουν σε γνωστά πρόσωπα9, όπως είναι ο καπετάνιος, ο δεσπότης ή ο Σαρακατσάνος Μπούτλας.. Στις άλλες περιπτώσεις , η αναφορά γίνεται σε επαγγελματική ή κοινωνική κατηγορία, που είναι εύκολα αναγνωρίσιμη από τους ακούοντες. Δεν πρόκειται για αφηρημένους ήρωες που συμπυκνώνουν μια κοινωνική θέση ή ένα επάγγελμα. Πρόκειται για κάποιον συγκεκριμένο που αναφέρεται ονομαστικά ή αποτελεί μέλος γνωστών επαγγελματικών ή κοινωνικών κατηγοριών της περιοχής(θεριστής, υλοτόμος, γιδάρης).
γ. Το γεγονός. Είναι το κρίσιμο σημείο που μας οδηγεί στο παραφυσικό φαινόμενο.
Συνήθως, επισυμβαίνει εξαιτίας.
- φυσικών φαινομένων και ατυχήματα (χτυπήθηκε από αστροπελέκι, χτυπήθηκε από ελάτι).
- αυτοκτονία (Κάποια στιγμή τούρθε κόλπο τρέλλας. Κι όπως γυρίζει την κουσιά και κόβει το λαιμό του).
- σκοτωμός (σε διακοινοτική, διασυνοριακή σύγκρουση, ληστές σκοτώσανε ένα καμπίσιο ληστή).
- ακρωτηριασμός και εκτέλεση (κλέφτες κόψανε τα αυτιά ενός σκλάβου και τα στείλανε στη γυναίκα του για να στείλει λύτρα. Η γυναίκα δεν είχε χρήματα και οι κλέφτες λιανίσανε τον σκλάβο).
- απροσεξία (ήπιε ιδρωμένος νερό και πέθανε, σαν κοιμήθηκε κάτω από την οξιά δεν ξαναξύπνησε πια).
- θάνατος σε μάχη με τον εχθρό.
Η αιτία του θανάτου ποικίλει. Μπορεί να είναι ένας ξαφνικός θάνατος, που παραμόνευε όσους εξέθεταν τους εαυτούς τους στις καιρικές συνθήκες. Ακόμη, οι θάνατοι οφείλονται σε ποικιλώνυμες συγκρούσεις ανάμεσα σε ομάδες που λυμαίνονται την ύπαιθρο ή στις τριβές που προκαλούσαν τα αμφισβητούμενα όρια. Επιπλέον , ο γιδάρης κατακρημνίζεται από τα αϊτόπουλα, επειδή τόλμησε να αμφισβητήσει τη φυσική τάξη.
Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο , το μοιραίο συμβάν αποτελεί την προϋπόθεση για τη μετάβαση στο κύριο γεγονός της ιστορίας που είναι η εμφάνιση φαντασμάτων στην περιοχή. Ως τραγικό γεγονός αφεαυτό δεν αυτονομείται. Αποκτά σημασία και λειτουργικότητα αφηγηματική, στο βαθμό που συναρτάται με το παραφυσικό γεγονός.
δ. Η παραφυσική εμφάνιση. Η εμφάνιση γίνεται στο χώρο όπου έλαβε χώρα ο θάνατος. Κατά κανόνα, «ακούνε εκεί κοντά στον έλατο τους αχούς φλογέρας με βελάσματα προβάτων. Ακούνε ακόμα κ` ένα ανάλαφρο κυματιστό σιγομίλημα» (Ο έλατος του Μπούτλα, 149). Ο παθών επιστρέφει τις καλοκαιρινές νύχτες, τότε που τα πρόβατα ξαναγυρίζουν στο βουνό. Το χειμώνα βρίσκονται στον κάμπο. Τότε, λοιπόν, εμφανίζεται με ηχητική μορφή το φάντασμα, η ψυχή του χτυπημένου από αστροπελέκι Σαρακατσάνου. Παίζει τη φλογέρα του και συνοδεύεται από τα βελάσματα των προβάτων, καθώς και από το κυματιστό σιγομίλημα του ελάτου.
Το παραφυσικό φαινόμενο δεν εμπεριέχει μόνο τη μορφή του τεθνεώτος. Αναπαρίσταται και εμφανίζεται με όλα τα συστατικά που συγκροτούσαν το σκηνοθετικό πλαίσιο τη στιγμή του κακού. Ξαναγυρίζουν οι ψυχές όχι μόνο των ανθρώπων αλλά και των ζώων, καθώς και του αψύχου, του ελάτου. Πρόκειται για ένα θίασο που επιβεβαιώνει τον άρρηκτο δεσμό του ανθρώπου με όσα, έμψυχα και άψυχα, συναποτελούν το περιβάλλον του.
Ο ήχος είναι το κυρίαρχο στοιχείο του παραφυσικού φαινομένου. Πρόκειται για ακαθόριστες φωνές, «κάτι παράξενες φωνές νάρχουνται από τη ράχη που είναι απέναντι της καλύβας» (Βουργαροκάλυβα, 152). Το θύμα εκφράζει με «παραπονιάρικες φωνές» τη θλίψη του για τον άδικο θάνατό του. Άλλοτε, «ακούγονται στο βουνό μακρόσυρτοι αναστεναγμοί του Τοσκεσίτη ληστή» (Τόσκεσι, 153). Είναι ήχοι που δηλοποιούν την άφατη πίστη για το συμβάν γεγονός. Τα θύματα δεν έχουν συμφιλιωθεί ακόμη με την ιδέα του θανάτου.
Σε μερικές ιστορίες οι ψυχές αποχτούν και μορφή, που είναι πιο κοντά στην έννοια του φαντάσματος. Στην ιστορία Οι δύο φωνές «οι σκοτωμένοι, ησκιωμένοι, βγαίνουν τις νύχτες και φωνάζοντας βρίζουν τους Μπουροβικιώτες. Η μια φωνή ακούγεται χοντρή κι` η άλλη ψιλή σουριστική. Οι φωνές κατά αραιά χρονικά διαστήματα εναλλάσονται» (Οι δυο φωνές, 151).
Στην περίπτωση αυτή, το παραφυσικό φαινόμενο είναι πιο σύνθετο. Εκτός από τις φωνές που δεν είναι ομογενοποιημένες αλλά διαφοροποιημένες στον τόνο, υπάρχει και ο ίσκιος που προσδίδει μορφικά γνωρίσματα. Άλλοτε, η ιστορία αναφέρεται σ` ένα σκελετό που τον είδανε οι τσοπάνηδες να ουρλιάζει σαν τσακάλι στην περιοχή.
Σε μια περίπτωση οι ψυχές των πεθαμένων παίρνουν τη μορφή κορακιών, που «κουρνιάζουν στο βουνό αυτό και σκούζουν απελπιστικά» (Μαυροπούλι, 153).
ε. Ζωή, θάνατος και παραφυσικό φαινόμενο. Τελικά, τι είναι οι ιστορίες αυτές; Είναι αλήθεια ότι δεν κατέχουν υψηλή προτίμηση στην αφηγηματική παράδοση. Εύκολα μπορεί κανείς να ακούσει παραμύθια ή ευτράπελες διηγήσεις. Οι ιστορίες ψυχών και φαντασμάτων συνδέονται με αντιλήψεις για τη ζωή και το θάνατο, που οι άνθρωποι αποφεύγουν να θίγουν.
Πάντως, οι ιστορίες αυτές είναι ένας ύμνος για τη ζωή. Μόνο σε μια ιστορία ο θανών εμφανίζεται συμφιλιωμένος με την τραγική του εξαφάνιση από τη ζωή. «Οι διαβάτες πολλές φορές, περνώντας το μέρος αυτό νύχτα, αντικρύζουν ένα γέρο να κινεί το χέρι. Λένε πως είναι ο πεθαμένος δεσπότης που τους ευλογεί» (Οξιά Δεσπότη, 155).
Προφανώς, στην ιστορία αυτή υπερισχύει η εν ζωή θρησκευτική ιδιότητα του θύματος. Θα ερχόταν σε σύγκρουση με την ορθόδοξη πίστη που υπηρετούσε ο δεσπότης πιθανή θλίψη και παράπονο για το θάνατό του. Έτσι, δικαιολογείται η εμφάνισή του σε στάση ευλογίας των περαστικών. Ο δεσπότης δεν ξεχνάει το ποιμαντορικό και θρησκευτικό του καθήκον. Σ` όλες τις άλλες ιστορίες η ψυχή του πεθαμένου επιστρέφει στον τόπο όπου απώλεσε τη γήινη υπόστασή του. Οι ήχοι, οι φωνές, οι μορφές υποδηλώνουν άρνηση του θανάτου και υπογραμμίζουν τη νοσταλγία του για την επίγεια ζωή10. Δεν πρόκειται για όντα εκδικητικά που μισούν και τρομοκρατούν τους ζωντανούς11. Είναι μια επιστροφή εκεί που συνετελέσθη η έξοδος από τον κόσμο των ζωντανών. Αν εξαιρέσουμε το δεσπότη, όλοι οι άλλοι δε δείχνουν ευχαριστημένοι από την επέκεινα ζωή. Πρόκειται για μια απόλυτη κατάφαση προς τη ζωή. Είναι ο πόνος, η πίκρα και η διαμαρτυρία για την προσωπική τους ατυχία που θέλουν να διατυπώσουν.
στ. Η πίστη στην ιστορία. Ένα βασικό θέμα που αφορά όλες τις παραδόσεις, συνδέεται με την έννοια της σχέσης της ιστορίας με το ακροατήριο12. Όλοι σχεδόν οι μελετητές θεωρούν συστατικό στοιχείο της λειτουργικής συμπεριφοράς της παράδοσης το γεγονός ότι οι ακροατές πιστεύουν στη ρεαλιστικότητά της. Πιστεύουν ότι το περιεχόμενο της παράδοσης έχει ιστορική αντιστοιχία. Πρόκειται για ένα γεγονός πραγματικό που έλαβε χώρα σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο. Θεωρούν ότι χωρίς την πίστη δεν υπάρχει παράδοση. Ωστόσο, ακούγονται και διαφορετικές φωνές. Για παράδειγμα η Linda Degh σημειώνει γράφοντας για την αλήθεια στις παραδόσεις. «Αλήθεια δε σημαίνει ότι κατ` ανάγκην οι άνθρωποι πιστεύουν τις παραδόσεις που λένε αλλά μάλλον ότι οι παραδόσεις είναι γι` αυτό που οι πραγματικοί άνθρωποι βιώνουν στην τοπιογραφικά περιορισμένη περιοχή τους στον πραγματικό κόσμο. Ο πραγματικός κόσμος είναι το σημείο αναφοράς της παράδοσης. Παρουσιάζεται πριν να αρχίσει το γεγονός της παράδοσης και μετά το τελειωμό»13.
Λαμβάνοντας υπόψη την άποψη αυτή, μπορούμε να διερευνήσουμε τη συμβαίνει με τις ιστορίες του Ασπροποτάμου. Παντού, σ` όλες τις ιστορίες υπάρχει διάχυτη η εντύπωση που σκιαγράφησε η Degh.
Πράγματι, ο πραγματικός κόσμος είναι πλαίσιο που διαγράφει τη ρεαλιστικότητα της ιστορίας, μέσω της παραπομπής σε γνωστή τοπιογραφία και γεγονότα. Η ρεαλιστικότητα αυτή και η πίστη στην ιστορία , ωστόσο, υπονομεύονται στο τέλος όταν δίδεται και η εξήγηση του παραφυσικού φαινομένου.
Η φράση που χρησιμοποιείται είναι το «λένε ότι».
Πιο αναλυτικά.
• Καθώς λένε, είναι ο Μπούτλας που παίζει λυπητερά τη φλογέρα του, είναι τα πρόβατά του που βελάζουν παιχνιδιάρικα, είναι ο κατεξισχισμένος απ` την αστραπή έλατος που ψιθυρίζει μελαγχολικά.
• Οι τσιοπάνηδες λένε πως ακούνε φωνές να έρχονται από το μέρος αυτό. Και ξηγάνε πως οι φωνές είναι η νίλα που τράβηξε απ` τους αϊτούς ο γιδάρης.
• Λένε πως τα λόγια αυτά προέρχονται από τον παλαβό τον Λεσιανίτη.
• Η παράδοση αναφέρει πως οι σκοτωμένοι, ησκιωμένοι, βγαίνουν τις νύχτες και φωνάζοντας βρίζουν τους Μπουροβικιώτες.
• Οι τσιοπάνηδες λένε ότι είδανε ένα σκέλο να μπουσουλάει και να ουρλιάζει σαν τσακάλι.
• Λένε πως ένας υλοτόμος που χτυπήθηκε από ελάτι και πέθανε μες τη νύχτα, βρέθηκε το πρωί δίχως κεφάλι και στοίχειωσε. Τις νύχτες ακούγονται κάτι παράξενες φωνές.
• Έχτοτες οι τσομπάνηδες ακούνε παραπονιάρικες φωνές.
• Λένε πως τα κοράκια είναι οι ψυχές των σκοτωμένων αγάδων και αρβανιτάδων.
• Λένε πως από καιρό σε καιρό ακούγονται στο βουνό μακρόσυρτοι αναστεναγμοί του Τοσκεσίτη ληστή.
• Λένε πως είναι ο πεθαμένος δεσπότης που τους ευλογεί.
Η τελευταία επεξηγηματική φάση αναιρεί και την απόλυτη βεβαιότητα του αφηγητή όσον αφορά το αφηγηματικό γεγονός που μεταβιβάζει. Η παράδοση αναφέρει και ο ίδιος λειτουργεί ως φορέας της. Ωστόσο, αδυνατεί να ταυτιστεί με το γεγονός. Τα σημαίνοντα πιθανόν υπάρχουν. Οι ήχοι στην ύπαιθρο και τα βουνά του Ασπροποτάμου είναι συνήθεις. Ωστόσο, ο αφηγητής δεν μπορεί να ταυτιστεί με τη σύνδεση ήχων και παραφυσικού φαινομένου. Η ιστορία πλησιάζει στο τέλος και η επιστροφή στην πραγματικότητα είναι κοντά. Γι ` αυτό , αφήνει την ιστορία να αιωρείται , καθώς μετατρέπει την πίστη στην ιστορία σε προσωπική στάση14 τόσο με αυτό καθεαυτό το γεγονός όσο και με την πολιτισμική παράδοση.
Με τον τρόπο αυτό, η απόλυτη βεβαιότητα για την αλήθεια των ιστοριών για φαντάσματα τίθεται εν αμφιβόλω,. Η ίδια η ιστορία αποτελεί στοιχείο της πολιτισμικής κληρονομιάς. Η εξιστόρησή της, καθώς και η συμμετοχή στο ακροατήριο δε συνεπάγεται την αυτόματη αποδοχή της αλήθειας της.
ζ. Συμπεράσματα. Οι ιστορίες για φαντάσματα και ψυχές έχουν τυπική δομή . Ο χώρος, το γεγονός, το παραφυσικό γεγονός αποτελούν συστατικά στοιχεία αυτής της δομής, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση ρεαλιστικής σχέσης της ιστορίας με τον περιβάλλοντα κόσμο. Ακόμη, οι ιστορίες αυτές, παρά τη ρεαλιστική τους σχέση, υπονομεύονται στο τέλος από τον αφηγητή, δημιουργώντας την εντύπωση ότι η πίστη σ` αυτές είναι μια προσωπική υπόθεση.
Ιστορίες φαντασμάτων από την περιοχή Ασπροποτάμου Τρικάλων
Ευάγγελος Γρ. Αυδίκος
Ομότιμος καθηγητής λαογραφίας στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Πρακτικά 5ου Συμποσίου Τρικαλινών Σπουδών (Τρίκαλα, 5-7 Νοεμβρίου 1999)
περιοδικό «ΤΡΙΚΑΛΙΝΑ», τόμος 20, 2000
Ετήσιο Φιλολογικό Ιστορικό Λαογραφικό Λογοτεχνικό Περιοδικό Σύγγραμμα
το οποίο εκδίδεται ανελλιπώς από τον Φιλολογικός Ιστορικός Λογοτεχνικός Σύνδεσμος (Φ.Ι.ΛΟ.Σ.) Τρικάλων
1 . ΑΛ. ΧΑΤΖΗΓΑΚΗ, Τα Ασπροπόταμου Πίνδου, σ. 149.
2 . ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Σ. ΛΟΥΚΑΤΟΣ, Εισαγωγή στην Ελληνική Λαογραφία, Αθήνα : Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1978, σ. 154. Ο ΝΙΚ. Γ. ΠΟΛΙΤΗΣ, Παραδόσεις, τ. Β ́, Αθήνα : Ιστορική Έρευνα, σ. 543, τοποθετεί τα φαντάσματα σε ξεχωριστή κατηγορία. Εξάλλου, ο LEANDER PETZOLDT, Deutsche Volkssagen , hrsg. Und erlautert von - , Munchen 1970, στον τόμο του για τις παραδόσεις ομαδοποιεί τα φαντάσματα μεν τους στοιχειωμένους τόπους. Βλ. ακόμη, Μ. IOANNIDOU - BARBARIGOU, Classification des Legendes Populaires Grecques, Λαογραφία, ΚΑ ́(1965), σσ. 179 - 184. ΣΤΕΦ. Δ. ΗΜΕΛΛΟΣ, Λαογραφικά, τόμος Α ́. Δημώδεις Παραδόσεις, Αθήνα 1988. ΜΙΧΑΛΗΣ Γ. ΜΕΡΑΚΛΗΣ, Ελληνική Λαογραφία, τόμος Γ ́. Λαϊκή τέχνη, Αθήνα : Oδυσσέας, 1992, σσ. 45 - 54. Πβ. Charles Stewart, «Ηγεμονισμός ή ορθολογισμός : Η θέση του υπερφυσικού στη σύγχρονη Ελλάδα», στο βιβλίο : Ε. Παπαταξιάρχης - Θ. Παραδέλλης(επ.), Ανθρωπολογία και παρελθόν. Συμβολές στην Κοινωνική Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας, Αθήνα Αλεξάνδρεια, 1993, σσ. 157 - 191.
3 . ΣΤΙΛΠΩΝ Π. ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ, Ελληνική Λαογραφία, μέρος Α ́. Μνημεία του Λόγου, εν Αθήναις 1923, σ. 195.
4 .Ό. π., σ. 196.
5 . Όλοι όσοι ασχολούνται με τις παραδόσεις ομολογούν τη δυσκολία της ταξινόμησής τους. Βλ. LINDA DEGH, «Processes of Legend Formation», στο βιβλίο της : Narratives in Society : A Performorer - Centered Study of Narration, Helsinki : Academia Scienr\tiarum Fennica, 1995, 226. EDGAR M. SLOTKIN, «Legend as a Function od Audience», στον τόμο: GILLIAN BENNET and PAUL SMITH( ), Monsters with Iron Teeth, Exeter : Sheffield Academic Press , 1988(Perspectives on Contemporary Legend, volume III), ΣΣ. 89 - 111.
6 . W. BASCOM, «The Forms of Folklore : Prose Narratives», A. DUNDES( εισ. - επιμ.), Sacred Narratives. Readings in the Theory of Myth, Berkeley - Los Angeles - London : University of California Press, 1984, σ. 11. Πβ. ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΥΔΙΚΟΣ, Το λαϊκό παραμύθι. Θεωρητικές προσεγγίσεις, Αθήνα : Οδυσσέας, 1997, σ. 134.
7 . «Η δήλωση του τόπου στην παράδοση και η στενή πολλές φορές σύνδεσή της με αυτόν έχει θεωρηθή ως κύριο χαρακτηριστικό της». ΣΤΕΦ. Δ. ΗΜΕΛΛΟΣ, ό. π., σ. 15.
8 . Πβ. Βασίλη Νιτσιάκο, «Τόπος, τοπικότητα και εθνική ταυτότητα Η περίπτωση της ελληνικής μειονότητας της Αλβανίας», Εθνολογία, 4(1995), σ. 94.
9 . ΣΤΕΦ. Δ. ΗΜΕΛΛΟΣ, ό. π., σ. 16.
10 . «Ο άνθρωπος της παραδόσεως έχει ανάγκη απολυτρώσεως». ΣΤΕΦ. Δ. ΗΜΕΛΛΟΣ, ό.π., σ. 18.
11 . ΣΤΙΛΠΩΝ Π. ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ, ό. π., σ. 196. Φωτίζεται πιο πολύ η άποψη συγκρινόμενη με ό, τι συμβαίνει με τους βρυκόλακες. ΑΡΙΑΔΝΗ ΓΕΡΟΥΚΗ, «Η μάγισσα, ο Εβραίος, ο Βρικόλακας», Εθνολογία, 5(1996 - 1997), σσ.110 - 1.
12 . EDGAR M. SLOTKIN, ό. π.
13 . LINDA DEGH, «What is A Belief Legend ?», Folklore, 107(1996), σ. 41.
14 . GILLIAN BENNETT, «Legend : Performance and Truth», Contemporary Legend, 3(1988), σ. 137