Πριν από κάποιο καιρό είχα ασχοληθεί πάλι με τον Γεωργάκη Ολύμπιο. Όχι με την πολεμική του αρετή, τα κατορθώματά του στα πεδία των μαχών και τις ικανότητες ενός εμβληματικού αρχηγού.
Προσπάθησα να εστιάσω σε πλευρές του χαρακτήρα του, του ανθρώπου. Να εστιάσω στο ψυχικό του σθένος και στη συνέπειά του σε όλες του τις πράξεις και τις δράσεις του. προσπάθησα να καταλάβω τις αρχές και τις αξίες του που του υπαγόρευαν κάθε πράξη και δράση του. εντυπωσιάστηκα από τη συνέπειά του, τη δύσκολη αυτή αρετή που λειτουργεί, όπως το πρίσμα. Συγκεντρώνει όλες τις ποικίλες ακτίνες του ήλιου και τις αποδίδει συγκεντρωμένες, οργανωμένες. Ο άνθρωπός μας αυτός μάτωσε για τη συνέπεια ως το ηρωικό τέλος της ζωής του. «Τοις έσω ρήμασι πειθόμενος». Σήμερα άλλο είναι το θέμα μου.
Έχουν γραφεί από ιστορικούς, Έλληνες και ξένους, και από άλλους ειδικούς πολλά και έχουν ειπωθεί άλλα τόσα για τον Γεωργάκη Νικολάου Ολύμπιο. Τον πρωτομάρτυρα της ελευθερίας μας, που γεννήθηκε, ανδρώθηκε και μορφώθηκε σε αυτόν εδώ τον τόπο. Γόνος της μεγάλης οικογένειας των Λαζαίων, των Κολοκοτρωναίων της Μακεδονίας, όπως ονομάστηκαν. Από τα 18 του χρόνια μπήκε στον αγώνα κατά του Τούρκου κατακτητή και αγωνίστηκε ανελλιπώς τιμώντας τη γενιά του και τον τόπο του επί 31 χρόνια. Κυνηγημένος από τους Τούρκους, όπως όλοι οι Λαζαίοι που πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος, βρέθηκε στη Μολδοβλαχία σε εχθρικό περιβάλλον. Φιλόδοξοι εκεί ντόπιοι καπεταναίοι αγωνίζονταν για τα δικά τους συμφέροντα, για τον δικό τους τόπο. Άλλα ήταν τα οράματα του Γεωργάκη, όπως και του Ρήγα Φεραίου. Να ενωθούν όλοι οι λαοί της Βαλκανικής εναντίον των Οθωμανών κατακτητών.
Πολέμησε εκεί κρατώντας και υπηρετώντας τις δικές του αξίες. «Ποτέ από το χρέος μη κινούντες». Του αποδόθηκαν μεγάλα αξιώματα, πέρασε στη Ρωσία. Τιμήθηκε από τον Τσάρο Αλέξανδρο με μεγάλες διακρίσεις. Πρωτοστάτησε και διακρίθηκε στους πολέμους. Εκτιμήθηκε η ευθυκρισία του, η σύνεση, η πολεμική αρετή του, η ανιδιοτέλειά του και η συνέπειά του. μετά τη συμφορά στο Δραγατσάνι, όπου με παρέμβασή του σώθηκαν μερικοί Ιερολοχίτες, τραυματισμένος και με κακή υγεία, έφτασε στον τόπο του μαρτυρίου του, στη Μονή του Σέκου. Ανατινάχτηκε και έγινε φως οδηγητικό στον αγώνα για την ελευθερία της πατρίδας. Το τέλος του Ολύμπιου δεν ήταν μια ηρωική έξαρση της στιγμής, ήταν μια υπεύθυνη πράξη ενός νηφάλιου και ολοκληρωμένου ανθρώπου. Τίμησε την Ελλάδα «και αποθανών πλέον ή ως ετίμα αυτήν ζων» (Φιλήμων). Η αυτοθυσία του έδωσε ζωή στη νιότη.
«Πώς πεθαίνει ένας άντρας;», θα αναρωτηθεί ο Σεφέρης. Πεθαίνει, όπως διάλεξε να ζήσει, όπως διάλεξε να αγωνίζεται και να αγωνιά για τους άλλους. Το πότε και πώς το αποφασίζει ο ίδιος. «Είμαι άντρας» αυτό θα πει.
Όλα όσα ανέφερα είναι γνωστά. Θα σταθώ μόνο σε μερικά αποσπάσματα κειμένων. Στον λόγο του στην Ακαδημία Ιασίου ο Γεωργάκης θα πει: «Είναι μεγάλο έγκλημα το να συγκεντρώνει κανείς στην κατοχή του περισσότερα από αυτά που χρειάζεται για να ζήσει, γιατί αφαιρεί τη ζωή από άλλους που στερούνται παντελώς αγαθών». Κατακεραυνώνει την πλεονεξία και τον πλουτισμό σε βάρος των άλλων. Αυτό σημαίνει ότι αρνείσαι την αξία του άλλου, του ανθρώπου. Κηρύσσει την κοινωνική δικαιοσύνη. Είναι αγωνιστής με στέρεα κοινωνική συνείδηση. Πιστεύει στην ατομική και κοινωνική ευθύνη. Εκείνος που «αφαιρεί από τη ζωή των άλλων» δεν μπορεί να ισχυρίζεται ότι πολεμάει για ιδανικά και ελευθερία. Εκθέτει τις αξίες που καμώνεται πως έχει. Εκθέτει τον αγώνα. Είναι μια άλλη διάσταση του αγωνιστή Γεωργάκη που στο ένα του χέρι κρατάει το όπλο και στο άλλο τη ρομφαία του δικαίου. Είναι ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος. «Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία», θα πει ο Κάλβος. Προτάσσεται η αρετή και ακολουθεί η τόλμη. Οι άνθρωποι εκείνοι «έκαναν οίστρο της ζωής τον φόβο του θανάτου».
Επιβεβαιώνοντας αυτές τις αρετές ο ιστορικός Φιλήμων (Δοκίμιο, κεφ. Θ’, 209-212) γράφει: «Τιμώσι τον Ολύμπιον…αι καθαρόταται αδικιών χείρες, η αληθής υψηλοφροσύνη υπέρ πάσαν επίδειξιν ματαίων, το βαθύτατον αίσθημα προς το καλόν και προς πάσαν προς την πατρίδα αγαθήν ιδέαν». Καθαρά χέρια και υψηλοφροσύνη, μακριά από κάθε επίδειξη ματαιότητας. Ο ίδιος πρόσφερε στον αγώνα και την προσωπική του περιουσία, μαζί με τη γυναίκα του Στάσα που πρόσφερε τη δική της. Έχουμε πολλά παραδείγματα αγωνιστών αυτής της ποιότητας; Μετά το τέλος του αγώνα «οι υιοί του Γεωργίου Ολυμπίου δεν δύνανται να εξέλθωσιν της οικίας των, επειδή οι αγκώνες των είναι τετρυπημένοι· η γυνή του Γεωργίου Ολυμπίου δεν έχει φόρεμα να εξέλθει και να παρακαλέσει τους Υπουργούς. Κύριε Κωλέτη και Μεταξά! Τοιαύτη εντροπή μην αφήνετε να επιπέσει εις το Έθνος! Κατά την ημέραν της 25ης Μαρτίου…», γράφει ανάμεσα σε πολλά άρθρα εφημερίδα της εποχής. Η πατρίς-οι άνθρωποί της-ευγνωμονούσα! Το 2014 κυκλοφόρησε το βιβλίο του αείμνηστου Γρηγορίου Βέλκου «το άδοξο τέλος της οικογενείας του Γεωργάκη Ολυμπίου».
Την ανθρωπιά και το ανεξίκακον του χαρακτήρα του Γεωργάκη που έμεινε πάντοτε βαθιά ανθρώπινος το διαπιστώνουμε κατά τον αποχωρισμό του με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στα σύνορα της Αυστρίας. Γράφει ο Φιλήμων: «Η σκηνή εγένετο συγκινητικοτάτη, επί πολλάς στιγμάς κατεχόμενοι υπό λυγμών δεν εδύναντο να συναρθρώσωσι το σύνηθες «καλήν αντάμωσιν». Μεγαλείο ψυχής, μνημείο ανθρωπιάς. Ο Υψηλάντης, αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας, του είχε αφαιρέσει τον αρχικό βαθμό του αρχιστράτηγου, υποβιβάζοντάς τον σε σωματάρχη. Τώρα κυνηγημένος, εγκαταλειμμένος από τους φίλους και συμπολεμιστές-επιβουλεύτηκαν ακόμη και τη ζωή του-φυγαδεύτηκε από τον Ολύμπιο διακινδυνεύοντας τη ζωή του. Ο Υψηλάντης είναι ένα τραγικό πρόσωπο της ιστορίας μας.
Ο Γούδας στον βίο του Γεωργάκη Ολυμπίου (τόμος Ε’, 399-434) γράφει ότι ο Τσάρος Αλέξανδρος με διαταγή του έστειλε στο συνέδριο της Βιέννης μαζί με τον Καποδίστρια, Αναπληρωτή Υπουργό των Εξωτερικών, τον Ολύμπιο, γιατί αναγνώριζε και τις διπλωματικές του ικανότητες, «γιγνώσκων και το εν τοιούτοις ειρηνικοίς συμβουλίοις χρήσιμον τον Γεωργάκην». Δεν ήταν μόνο στρατιωτικός νους και γενναίος. Όπλο του η καθαρότητα του νου και γνώση ιδιαίτερα των στρατιωτικών θεμάτων που είναι απαραίτητη και σε συμβούλια για την ειρήνη. Όποιος έζησε τους πολέμους και τα δεινά τους καταλαβαίνει βαθύτερα το αίτημα των ανθρώπων για ειρήνη. Η ταραγμένη από τους πολέμους Ευρώπη αναζητούσε την ειρήνη. Ο βίαιος άνεμος της ιστορίας φυσούσε συχνά και τότε. Ο Πουκεβίλ γράφει ανάμεσα σε άλλα: «Σε αυτόν επεφύλασσε η Θεία Πρόνοια, ίνα θεραπεύσει εις τα όματα της Χριστιανοσύνης τα λάθη των αρχηγών». Ο Γούδας λυπάται που ένας τέτοιος άντρας δεν έγινε ο πρώτος μοχλός της επανάστασης στη Μολδοβλαχία. Θα είχε άλλη εξέλιξη ο Αγώνας. Το ίδιο γράφει και ο Χάου, ο Γόρδων, ο Φίνλει και άλλοι.
Ποιο ήταν το εκπαιδευτικό και παιδαγωγικό περιβάλλον που διαμόρφωσε εκείνον τον χαρισματικό άνθρωπο; «Γιατί αμέσως δεν γεννάει μια γενιά τον ημίθεο ή το τέρας». Είχαν ο Γεωργάκης και οι άνθρωποι του Λιβαδίου αναμφίβολα τα προσωπικά τους χαρίσματα ήταν όμως απαραίτητες και οι προϋποθέσεις που τους παρείχε ο τόπος με το διαμορφωμένο δικό του ήθος, η ιστορία και η παράδοση του Λιβαδίου.
Ήταν η οικογένεια ο στέρεος δεσμός που κράτησε τους ανθρώπους της και στις πιο κρίσιμες στιγμές. Εκεί διαπλάθονταν πρώτα οι χαρακτήρες, η κοινωνική συμπεριφορά των παιδιών. Η τιμή της οικογένειας ήταν τιμή και για την κοινότητα. Ηχεί ακόμη στα αυτιά μας η σταθερή συμβουλή των γονιών. «Σι στάι μπούνου» (να στέκεσαι καλός) όχι να φαίνεσαι, να καμώνεσαι τον καλό, αλλά να έχεις μια σταθερή συμπεριφορά καλού ανθρώπου απέναντι στους άλλους. «Στώμεν καλώς». Από την οικογένειά τους μάθαιναν να μετρούν τον χρόνο με τις πράξεις τους στην καθημερινή ζωή. Στη δουλειά, στην οικογένεια, στην κοινότητα.
Το σχολείο και η έφεση των ορεινών κατοίκων για μόρφωση έπαιξαν ρόλο πρωταρχικό. Στα 1867 ο Ματθαίος Παρανίκας γράφει: «Εν Λιβαδίω, κωμωπόλει ανθούση, δια των κατοίκων το βιομήχανον, τα γράμματα εκαλλιεργούντο». Με την παιδεία δεν ανοίγει μόνο ο νους, ανοίγουν και οι δρόμοι επικοινωνίας. Σπάνε τα φράγματα και οι μεσότοιχοι. Το Λιβάδι ήδη από το 1710 έχει σχολείο «Κοινών Γραμμάτων» που ίδρυσε ο φωτισμένος ιερωμένος Άνθιμος Ολυμπιώτης, ο Λιβαδιώτης. Είχε φτάσει ως την Αυστροουγγαρία, τη Βιέννη και βοήθησε την πατρίδα του. Από το 1768 λειτούργησε το Ανώτερο Σχολείο με οικοτροφείο και με τον περιζήτητο τότε δάσκαλο, τον Πέζαρο και άλλους. Οι γνώσεις οι ιδέες έβγαιναν από το σχολείο, διαχέονταν στους ανθρώπους της κοινότητας, γίνονταν ζυμώσεις και οσμώσεις με παραδόσεις, με πατροπαράδοτες αρχές και προκαταλήψεις, δεν έλειπαν κάποτε έντονες αντιδράσεις. Μέσα στις πολλές συνάφειες μιας μικρής κοινωνίας υπήρξαν και οι αναπόφευκτες τριβές. Δεν ήταν άγιοι. Διαμορφώνονταν όμως μια κοινή συνισταμένη, προέκυπτε η κοινωνική συνεννόηση, η αλληλεγγύη και η συνοχή της κοινότητας. Η διγλωσσία των κατοίκων (ελληνικά και κουτσοβλάχικα), όπως υποστηρίζουν και οι σύγχρονες έρευνες, δεν ήταν μειονέκτημα, προσφέρει μια διπλή όραση στα γεγονότα και στα προβλήματα της ζωής.
Το κοινοτικό σχολείο ήταν δημιούργημα της κοινότητας όχι της απρόσωπης κεντρικής και συγκεντρωτικής εξουσίας. Γι’ αυτό οι σχέσεις και οι αλληλεπιδράσεις των ανθρώπων της κοινότητας ήταν αμεσότερες, ουσιαστικές και αμφίδρομες. Το κοινοτικό σχολείο ήταν ένα σημείο αναφοράς για όλους, ένα στήριγμα και μια περηφάνια για τον τόπο και τους ανθρώπους του. Όπλο ακαταμάχητο απέναντι στον Οθωμανό κατακτητή. Πολλοί άνθρωποι δεν μπορούσαν λόγω των συνθηκών να μάθουν γράμματα, είχαν όμως σπουδάσει στο σχολείο της φύσης, εκεί έμαθαν αριθμητική και γεωμετρία, εκεί έμαθαν το «μέτρο», κανόνα πολύτιμο και αξία της ζωής. Είχαν διαβάσει και το βιβλίο της ζωής και της κοινωνίας χωρίς διαμεσολαβητές. Δεν ήταν αμόρφωτοι. Το κοινοτικό σχολείο ωστόσο, το έβλεπαν με σεβασμό και προσδοκίες.
Η θρησκεία έστελνε τα μηνύματα της αγάπης και της συγκατάβασης. Η θρησκευτικότητα των ανθρώπων της κοινότητας ήταν και είναι μια ισχυρή παράδοση. Σε καιρούς περιπετειών και δοκιμασιών στάθηκε η κιβωτός και η σωτηρία της. Η σχέση των ανθρώπων με το θείο ήταν ανάγκη της ψυχής. Οι θρησκευτικές παραδόσεις και ο λαϊκός πολιτισμός-στην αυθεντική τους μορφή- είναι ένα άλλο παιδευτικό κεφάλαιο μεγάλης σημασίας. Είναι ένα κεφάλαιο βιωμένων αξιών. Ο λαϊκός πολιτισμός, όταν δεν υποτιμήθηκε και δεν παραμερίστηκε από το λαμπερό και το εφήμερο, έδωσε υπέροχα δείγματα σε πολλούς τομείς. Η αρχιτεκτονική των πετρόχτιστων σπιτιών, η λαϊκή τέχνη με την αποπετρωμένη μουσική στέλνουν τα δικά τους μηνύματα. Τα σφιχταγκαλιασμένα σπίτια ολημερίς παραδομένα στον ήλιο, με σχεδόν ενωμένες τις στέγες, αλληλοπροστατεύονται με ένα δικό τους εσωτερικό δεσμό.
Ο κοινοτικός θεσμός, ο κοινοτισμός, είχε θριαμβεύσει στα χρόνια της τουρκοκρατίας με την «βουληφόρο αγορά» και τη δημογεροντία, τον διάλογο ανάμεσα στους συντεχνίες και στα διάφορα συμφέροντα διαμόρφωναν το ήθος του πολίτη και του συμπολίτη. Ήταν μια παιδαγωγούσα κοινότητα. Οι δημογέροντες ήταν άνθρωποι κύρους. Έπειθαν με το λόγο και το παράδειγμά τους, αναλάμβαναν και πρωτοστατούσαν σε συλλογικές προσπάθειες και ρηξικέλευθες πρωτοβουλίες για την πρόοδο της κοινότητας. Πρωτοστάτησαν και στους αγώνες του τόπου τους και του έθνους. Διαμόρφωσαν το ήθος της κοινότητας. Και οι άνθρωποι αυτοί δεν γεννήθηκαν με παρθενογένεση. Ήταν δημιουργήματα ενός εκπαιδευτικού, μορφωτικού και παιδαγωγικού περιβάλλοντος, αρχών και αξιών που κατεβαίνουν από τους αιώνες. «Ήθος ανθρώπω δαίμων». Η κοινοτική ιδέα έσωσε τον Ελληνισμό και καλλιέργησε την πίστη για την Εθνική Ανεξαρτησία.
Όλα αυτά τα περιβάλλοντα που τόσο σύντομα ανέφερα λόγω χρόνου-ο καθένας τα εσωτερικεύει με τον τρόπο του-εκπέμπουν ένα ύφος και ένα ήθος. Στην κοινότητα Λιβαδίου όλα είναι μια αρμαθιά, το ατομικό γινόταν κοινωνικό και το κοινωνικό ατομικό. Η κοινότητα διαμορφώνει τους ανθρώπους της και από αυτούς διαμορφώνεται. Η πατρίδα είναι η πιο σταθερή αξία του ανθρώπου. Αν κάποιον τον βασανίζει ο τόπος του, δεν ησυχάζει. Είναι ανάγκη να τα βρει με τις ρίζες του. Ο τόπος μας είναι η μνήμη και η δύναμή μας. Πρέπει όμως συχνά να βάζουμε τον εαυτό μας στο κριτήριο. «Να λογαριάσουμε πώς προχωρούμε και κατά που προχωρούμε».
Ασφαλώς αυτές οι αρχές και αξίες, αυτά τα περιβάλλοντα δεν είναι γνώρισμα μόνο του Λιβαδίου. Διαμόρφωσαν το ήθος και άλλων κοινοτήτων του ελληνικού βλαχόφωνου κόσμου. Γεννήθηκαν και εκεί γνωστά πνευματικά αναστήματα, αναδείχτηκαν μεγάλοι ευεργέτες. Στόλισαν την Αθήνα με μνημεία αιώνια που καμαρώνουν οι Αθηναίοι. Ποιος όμως θυμάται εκείνους τους αληθινούς πατριώτες που πίστευαν ότι κατέχεις μόνο αυτό που προσφέρεις; Που δίνεις; Η ιστορία βάζει καλά ερωτήματα, διδάσκει όμως;
Το Λιβάδι, κρεμασμένο από τον Τίταρο, φάτσα στον ήλιο και στον Όλυμπο, έμοιαζε παλαιότερα πάντοτε αυτόνομο και μοναχικό. Είχε όμως καλλιεργήσει και αναπτύξει όλες εκείνες τις εσωτερικές του δυνάμεις που το στέριωσαν στον τόπο και το κράτησαν ανοιχτό σε όλα τα μηνύματα των καιρών και του κόσμου. Είχε πάντοτε φύσει και θέσει ανοιχτούς ορίζοντες.
Τι είναι εκείνο που στεριώνει τη σχέση του ανθρώπου με τον τόπο του; Η συνείδηση ή το συναίσθημα; Και τα δύο μαζί. Με αυτές τις δυνάμεις προσπάθησα να προσεγγίσω τον γενέθλιο τόπο μου. Οι γραμματιζούμενοι, μου είπε μια γερόντισσα, κράτησαν τον τόπο μας με τα γράμματα και εμείς με τα χιόνια.
Θα κλείσω παραφράζοντας στίχους του Ελύτη:
«Βοηθός και σκέπη μας Άη Όλυμπε!
Βοηθός και σκέπη μας Άη Γεωργάκη!
Βοηθός και σκέπη μας Άη Άνθιμε Ολυμπιώτη!
Βοηθός και σκέπη μας Άη Δάσκαλε!
Βοηθός και σκέπη μας σεβαστέ μας παππού!»
--------------------------------------------------------------------
O Γεωργάκης Ολύμπιος και το ήθος της κοινότητας Λιβαδίου (Εκπαιδευτικό και παιδαγωγικό περιβάλλον)
Κώστας Προκόβας
Φιλόλογος, πρώην Διευθυντής του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών του Α.Π.Θ. (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη)
19ο Πανελλήνιο Συμπόσιο Ιστορίας, Λαογραφίας, Βλάχικης Παραδοσιακής Μουσικής και Χορών,
«Τα θεμέλιά μου στα βουνά και τα βουνά σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους», Λιβάδι Ολύμπου, 22 & 23 Σεπτεμβρίου 2018