Τον Φεβρουάριο του 1184 εκδόθηκε από τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Α΄ Κομνηνό (1183-1185) «πρόσταξις»2, στην οποία περιέχονται σαφείς μαρτυρίες για την παρουσία βλάχικου στοιχείου στο θέμα Μογλενών.
Αφορμή για την έκδοσή της έδωσαν οι Κομάνοι - προνοιάριοι του θέματος Μογλενών με τη συστηματική αθέτηση των φορολογικών τους υποχρεώσεων απέναντι στην Αθωνίτικη μονή του Αγίου Αθανασίου και με τις πέρα από τις αρμοδιότητές τους παρεμβάσεις στις οικονομικές σχέσεις ανάμεσα στην ίδια μονή και σε παροίκους του θέματος3. Αναφορικά με το βλάχικο στοιχείο, διακρίνονται στο αυτοκρατορικό αυτό έγγραφο της Μεγίστης Λαύρας δύο ομάδες Βλάχων: Βλάχοι «διαφέροντες4 τη ειρημένη μονή (του Αγίου Αθανασίου)»5 και Βλάχοι «αλλότριοι»6 (φυσικά, για τη μονή Αγίου Αθανασίου, εφόσον αντιπαραβάλλονται σε αυτούς οι «διαφέροντες»)7. Μαζί με τους «αλλοτρίους» αυτούς «βλάχους» αναφέρονται και «βούλγαροι»8, ενώ δεν συμβαίνει να μνημονεύονται και Βούλγαροι «διαφέροντες» ή «οικείοι» της μονής9. Ανάμεσα στις κτήσεις που είχε η μονή του Αγίου Αθανασίου στο θέμα Μογλενών, αναφέρεται και το «χωρίον Χώστιανες»10, όχι γιατί οι κάτοικοί του έχουν ανάμιξη στα ζητήματα που προκάλεσαν την έκδοση του εγγράφου, αλλά εντελώς συμπτωματικά: γιατί «εντός των δικαίων» του χωριού αυτού υπάρχει ένα μοναστήρι, όπου έχει δημιουργηθεί κάποιο πρόβλημα από «προσκαθημένους» σε αυτό «δουλευτάς τινας»11. Γι' αυτό δεν γίνεται κανένας λόγος για τους κατοίκους του χωριού «Χώστιανες»· εξυπακούεται μόνο ότι ήσαν «διαφέροντες» στη μονή της Μεγίστης Λαύρας, εφόσον το χωριό υπαγόταν «υπ' αυτήν»12.
Η «πρόσταξις» του Ανδρόνικου Α΄ Κομνηνού δεν είναι το μοναδικό έγγραφο που περιέχει την μαρτυρία του χωριού «Χώστιανες». Εκατό περίπου χρόνια παλαιότερα – συγκεκριμένα στα 1086 – από τον «Χρυσόβουλλον Λόγον» του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού (1081-1118), αρ. 3 D13, παραδίδεται υπό τον τύπο «Χοστιάνη»14 το όνομα ενός χωριού που υπαγόταν στο θέμα Μογλενών15, και που ο αυτοκράτορας παραχωρούσε ως «δωρεάν» στον «πρόεδρον και κατεπάνω Αβύδου» Λέοντα Κεφαλάν, «εις ανταμοιβήν» της νίκης του κατά του Βαϊμούνδου στην Λάρισα. Μια τρίτη μαρτυρία, που περιέχεται σε έγγραφο του ίδιου αυτοκράτορα και που αναφέρεται σε συνέχεια της ίδιας υπόθεσης για το ίδιο χωριό, μας δίνει τον τύπο «Χοστιάνους»16, συνδέοντας έτσι, με τρόπο που δεν αφήνει περιθώρια για αμφισβήτηση, τους τύπους «Χοστιάνη» και «Χώστιανες» (που τους χωρίζουν εκατό σχεδόν χρόνια) σαν παραλλαγές ενός και του ίδιου ονόματος, ενός και του ίδιου χωριού.
Αλλά ποια είναι η προέλευση του τοπωνυμίου αυτού; Η παρουσία του χ σε όλους τους παραδιδόμενους τύπους αποδεικνύει ότι πρόκειται για προβλαχικό όνομα, γιατί η διάλεκτος των Βλάχων που εγκαταστάθηκαν στο θέμα Μογλενών δεν διατηρεί το χ στην αρχή της λέξης»17. Ωστόσο, το τοπωνύμιο αυτό φαίνεται ότι έχει λατινική προέλευση. Ρίζα του είναι πιθανώς το ουσιαστικό hostia (σφάγειο, θύμα). Από τις καταλήξεις, η -άνους που εμφανίζεται άκλιτη18 και που παραφθορά της φαίνεται να είναι η κατάληξη -ανες, που έχει ήδη απολέσει τον τόνο και που εμφανίζεται επίσης άκλιτη19, δεν μπορεί να είναι άλλη από την λατινική -anus, που ακριβώς επειδή είναι ξένη, εκφέρεται ομοιότροπα σε όλες τις πτώσεις. Επειδή όμως η κατάληξη αυτή είναι γνωστή σαν παραγωγική επιθέτων που κατάγονται από κύρια ονόματα και που πήραν τη σημασία εκείνου που ανήκει στο δηλούμενο από το κύριο όνομα (π.χ. Sulla - Sullanus) ή από προσηγορικά (π.χ. Montanus, Urbanus) και άλλα, που εν συνεχεία αποδεσμεύτηκαν και έγιναν τα ίδια κύρια (π.χ. Tertulianus κλπ.)20. θα μπορούσε ίσως το τοπωνύμιο «Χοστιάνους» να έρμηνευθή σαν «τόπος του θύματος» ή «τόπος κάποιας λατρείας με κύριο χαρακτηριστικό την προσφορά θύματος». Μια τέτοια ετυμολογία μας μεταφέρει σε χρόνια ρωμαιοκρατίας, κάπου στο τρίτο τμήμα της Μακεδονίας (Macedonia Tertia)21, εφόσον η περιοχή του μετέπειτα θέματος Μογλενών, η παλιά Αλμωπία, αναμφισβήτητα υπαγόταν ολόκληρη στον τομέα της Πέλλας. Αλλά σε ποιο σημείο του τμήματος αυτού της Μακεδονίας βρισκόταν το χωριό, μόνο το σύγχρονο τοπωνυμικό της ίδιας περιοχής μπορεί να μας πληροφορήσει. Πραγματικά, το τοπωνύμιο U̯ošan' (και U̯ošin')22, που ανήκει στο βλαχόφωνο χωριό που σήμερα έχει την επίσημη ονομασία Αρχάγγελος και που βρίσκεται στη ΒΔ πλευρά του Πάικου23, φαίνεται ότι βρίσκεται σε άμεση σχέση με το λατινογενές Hostianus24.
Σύμφωνα με τους φωνητικούς νόμους που διέπουν την διάλεκτο των Βλάχων των Μογλενών, από τον παραδιδόμενο μεσαιωνικό τύπο «Χοστιάνη», που φαίνεται ότι αντικατέστησε τον παλαιότερο «Χοστιάνους» εξ αιτίας της κατάληξης -άνους, που ήταν απροσάρμοστη στη γλώσσα του ιθαγενούς ελληνικού στοιχείου, μπορεί να προέρχεται ο βλαχικός τύπος U̯ošan' ως εξής : 1) Το αρχικό χ αποβάλλεται (π.χ. ṷom<homo)25. 2) Το μετά την πτώση του χ αρχικό ο διασπάται σε ṷo (π.χ. ṷou<ovum, ṷom<homo)26. 3) Το τελικό i επηρεάζει το προηγούμενο n, πράγμα που συμβαίνει συνήθως με την κατάληξη -i του πληθυντικού (π.χ. an (<anus), πληθ. an'). 4) Το s γίνεται š από επίδραση του επομένου i (π.χ. serpens>siarpi>šarpi), ύστερα από πτώση του t (π.χ. uša<ustia). 5) Ο αναβιβασμός του τόνου από την κατάληξη στη ρίζα μαρτυρείται ήδη με τον τύπο «Χώστιανες», πράγμα που σημαίνει ότι είχε συντελεσθεί πριν από την πτώση του χ. Πιθανότατα σημειώθηκε η εξής εξέλιξη: Από τον τύπο «Χοστιάνη» προέκυψε ο τύπος «Χόστιανη», πιθανως κατ' αναλογία προς τα σλαβόθετα σε ΄ανη27. Από αυτόν προήλθε έπειτα ο τελικός U̯ošan' με τον τρόπο που δείξαμε παραπάνω. Όσο για τον άλλο τύπο, U̯ošin', που ακούεται παράλληλα, φαίνεται ότι προέκυψε με αφομοίωση του προηγούμενου α προς το ημίφωνο ι̯ , που ακολουθεί.
Η εξέλιξη Χοστιάνη>U̯ošan' δεν είναι το μοναδικό στοιχείο που οδηγεί στην ταύτιση του μεσαιωνικού χωριού του θέματος Μογλενών με το βλαχόφωνο χωριό του Πάικου. Υπάρχουν και άλλα, που, όπως θα δούμε, συνηγορούν για την ταύτιση αυτή.
Στον «Χρυσόβουλλον λόγον» του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού, που επικυρώνει την «δωρεάν» του χωριού «Χοστιάνη» προς τον Λέοντα Κεφαλάν, αναφέρονται και τα επόμενα : «(εξκουσσευθ(ήσε)τ(αι) δε το ειρημένον χωρίον)... (από) παροχ(ης) σιδήρου η καρφοπετ(α)λ(ων) και μαζίου»28. Η προσφερόμενη από τον αυτοκράτορα «εξκουσσεία» προϋποθέτει την παρουσία εντός «των δικαίων» του χωριού μαντεμιών και καμίνων παραγωγής «μαζίου» και εργαστηρίων κατασκευής καρφοπετάλων. Με την πληροφορία αυτή διασταυρώνεται μια παράδοση των Βλάχων της Όσανης – έτσι αποδίδεται το τοπωνύμιο στην ελληνική γλώσσα, σύμφωνα με την οποία το χωριό «πιάστηκε» με μαντέμια29. Εκείνοι που το έχτισαν, σταμάτησαν πρώτα στη Νώτια (Nonti)30, αλλά δεν τους άρεσε η ζωή στον κάμπο και ανέβηκαν στο Πάικο για να δουλέψουν σαν σιδεράδες στη Ρασαδίστεα, στην Μπάλτα, στην Κουπάτσα· πως τα φτυάρια τους, όταν ήρθαν, ήσαν ακόμη ξύλινα και επειδή δεν είχαν σιδερένιο υνί, έδεναν πολλά μαζί πέταλα αλόγων στο άροτρο. Η παράδοση αυτή επαληθεύεται και από την «παλαιάν εκβολάδα και σκωρίαν» – για να χρησιμοποιήσουμε έκφραση του Στράβωνα (ΙΧ 23, 399) – που βρίσκεται κατεσπαρμένη σε τοποθεσίες κοντά στην Όσανη.
Στην «πρόσταξιν» του Ανδρόνικου Α΄ Κομνηνού αναφέρεται ότι «εντός των δικαίων του υπ' αυτήν (μονήν του αγίου Αθανασίου) χωρίου Χώστιανες / είη μοναστήριον ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος»31· ότι «προσκάθηνται δουλευταί / τινες έξωθεν του τοιούτου μοναστηρίου»32 και ότι υπάρχει «μύλων» «εις το χωρίον της μάνδρας»33. Και αυτά τα στοιχεία μας μεταφέρουν στην σημερινή Όσανη για τον παρακάτω λόγο : Στην περιοχή του χωριού αυτού υπήρχε έως το 1918 ένα μοναστήρι που τιμώταν στη μνήμη του Θαύματος του Αρχαγγέλου Μιχαήλ (6 Σεπτεμβρίου)34. Από το μοναστήρι αυτό, στο οποίο οφείλεται και η σημερινή ονομασία του χωριού, υπάρχει σήμερα μόνο η εκκλησία που τιμάται και αυτή στο όνομα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ35, καθώς και ελάχιστα κτηριακά κατάλοιπα, ένα πλακόστρωτο, πιθανώς αυλής, και υπολείμματα περιφερειακού, πιθανώς, τοίχου, που δείχνει την έκταση που θα είχε το μοναστήρι σαν κτιριακό συγκρότημα36. Οι κάτοικοι του χωριού λένε για το μοναστήρι ότι είχε πολλά κοπάδια και κτήματα37 και πολλούς δουλευτάδες, που πήγαιναν στα χωράφια, οδηγούσαν τα ζώα στη βοσκή, παρασκεύαζαν γαλακτοκομικά προϊόντα ή δούλευαν στα κουκούλια.
Είχε ακόμη και ένα μύλο. Σήμερα δεν υπάρχει ο μύλος αυτός, αλλά μαρτυρείται η παρουσία του από το όνομα της τοποθεσίας, όπου βρισκόταν, «Moara lu Sfiti Rangel», καθώς και από ένα τραγούδι της Όσανης, που έχει καταγράψει ο Capidan, όπου γίνεται λόγος για ένα «στεφάνωμα στο μύλο, σ' αυτόν που ανήκει στο μοναστήρι»38. Το γεγονός ότι τόσο το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην περιφέρεια του χωριού «Χώστιανες», όσο και το μοναστήρι του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στην περιφέρεια του χωριού Όσανη έχουν πολλά κτήματα, πολύ προσωπικό και από ένα μύλο, μας επιτρέπει να μη αποκλείσουμε το ενδεχόμενο να πρόκειται για το ίδιο μοναστήρι, που έχει μετονομασθεί. Στους κατοίκους του χωριού έχει επιζήσει η παράδοση ότι το μοναστήρι του Αρχαγγέλου έχει χτισθεί στη θέση άλλου, παλαιοτέρου. Σύμφωνα με μαρτυρία του Capidan, το παλαιότερο αυτό μοναστήρι κάηκε από τους μωαμεθανούς Βλάχους της Νώτιας γύρω στα 179039. Δεν αποκλείεται λοιπόν να έχουμε εδώ περίπτωση μετονομασίας κατά την ανοικοδόμηση, είτε γιατί η παλιά αφιέρωση είχε λησμονηθεί, είτε γιατί η μέρα όπου τιμάται η μνήμη του Θαύματος του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στάθηκε κρίσιμη στους αγώνες των χριστιανών Βλάχων της Όσανης κατά των νεόφυτων της θρησκείας του Μωάμεθ της Νώτιας40, χωρίς, φυσικά, να αποκλείεται να είναι η μετονομασία πολύ παλαιότερη41.
Στην ίδια «πρόσταξιν», του Ανδρόνικου Α΄ Κομνηνού περιέχεται, όπως είδαμε, η πληροφορία ότι το χωριό «Χώστιανες» υπαγόταν στη μονή της Μεγίστης Λαύρας του Αθωνίτη Αγίου Αθανασίου. Νομίζω ότι μια αμυδρή ανάμνηση του γεγονότος αυτού είναι δυνατό να ανιχνεύσουμε στις παραδόσεις της Όσανης. Σύμφωνα με αυτές, εκείνοι που έχτισαν την Όσανη, ήσαν πολλοί λίγοι: εφτά άνθρωποι42 ή λίγο περισσότεροι : εφτά οικογένειες και έχτισαν εφτά μικρά χωριά, που βρίσκονταν εκεί τριγύρω : στα «Αμπέλια», στους «Θάμνους» κ.λ.π.43. Μια φορά το χρόνο, μαζεύονταν όλοι στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου (Sfiti Tanas), που ήταν έξω από το χωριό, στους πρόποδες του Deal44, αντίκρυ στον «Κάτω Μαχαλά (Dijoasă Mală)»45. Μια φορά, καθώς τους είχε συνάξει το πανηγύρι στην εκκλησία, σκέφθηκαν πως θα ήταν καλά να ζούνε μαζί και έτσι έμειναν στην Όσανη, κοντά στην εκκλησία46. Η εκκλησία αυτή βούλιαξε και στη θέση της έστησαν ένα ξύλινο σταυρό. Σήμερα, κάθε φορά που περνούν από εκεί, κάνουν τον σταυρό τους47.
Αν πάρουμε σαν ιστορικό δεδομένο την παράδοση της καταχωσμένης εκκλησίας, μπορούμε με πολλή πιθανότητα να θεωρήσουμε την Dijoasă Mală του χωριού, που βρίσκεται απέναντι από τη θέση του ξύλινου σταυρού48 σαν τον προβλαχικό πυρήνα της Όσανης για τους εξής λόγους : Είναι γεγονός ότι η Όσανη υπέφερε πολύ από νερό. Ο Capidan αναφέρει ότι το νερό που είχε στις μέρες του, το είχαν φέρει από το Sopatu-Popal'ǎ, μια πηγή που βρίσκεται στα μέσα του δρόμου που φέρνει από την Όσανη στην Leascova (σημ. Τρία Έλατα)49. Αντίθετα, η Dijoasă Mală έχει νερό, γιατί η πτυχή του βουνού όπου βρίσκεται, διαρρέεται από το Izvor, το ποταμάκι που χύνεται στο Rou-Mari (Μεγάλο Ρέμα), που περνάει από τον κάμπο της Νώτιας και ενώνεται με τον Μογλενίτσα. Πάνω από την Dijoasă Mală και μέσα στον χώρο του σημερινού χωριού βρίσκεται η τοποθεσία Murmintur, που ήταν παλιό νεκροταφείο50. Επειδή όμως δεν είναι νοητή η παρουσία νεκροταφείου μέσα σε χωριό, πρέπει αρχικά η θέση Murmintur να βρισκόταν έξω από την περίμετρό του και επομένως το χωριό ή, αν λάβουμε υπόψη τις παραδόσεις, το ένα από τα εφτά χωριά και φυσικά αυτό που είχε το προβλαχικό όνομα, δεν θα εκτεινόταν και στην περιοχή που κατέχεται σήμερα από την Όσανη, αλλά θα περιοριζόταν στη πτυχή του βουνού που εκτείνεται ανάμεσα στο Deal και στην θέση Murmintur.
Θα ήταν εξαιρετικά θαυμάσιο αν ο ξύλινος σταυρός, που ευλαβικά χέρια στήριζαν άλλοτε στα κράσπεδα του Deal, είχε σταθεί ασάλευτος μπροστά στη ροή των αιώνων, έτσι που να δείχνει με ακρίβεια τη θέση μιας καταχωσμένης εκκλησίας. Εν πάση περιπτώσει, δεν θα ήταν ορθό, επειδή δεν συμβαίνει αυτό, να αρνηθούμε στην παράδοση αυτή κάθε πραγματικό έρεισμα, για τον εξής λόγο : Είναι γνωστό ότι η μνήμη του Αγίου Αθανασίου, που τιμάται στις 18 Ιανουαρίου, γιορταζόταν στα παλιά χρόνια ιδιαίτερα στα χωριά των Βλάχων των Μογλενών. Έσφαζαν ένα-δυο βόδια έξω από την εκκλησία, τα έβραζαν και όλες οι οικογένειες έπαιρναν από το κρέας, προσφέροντας τον οβολό τους στην εκκλησία51. Όμως η παράδοση της βουλιαγμένης εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου δεν συνδέεται με την ημερομηνία αυτή, αλλά με άλλη, της 1 Φεβρουαρίου, κατά την οποία τιμάται η μνήμη του Αγίου Τρύφωνος. Παραθέτω την παράδοση, όπως την άκουσα : Sfaca an vinea un tserp la un pri Setšca; la jungl'au ši la dărau curban. Ši un timp zăbăvi si vină. Dintru ca zăbăvi mult, uamini cătsara si dună gaile, ca nu vini tserbu. Pri la mirindi, vini umarot ši nu la lăsara si rapoasă ši la jungl'ara. Ši tuntsea l'a blastimo tserbu ši lant timp nu privini. Ši băsęrica tsea cazu an loc ši rămasi sup pimint. Ši aṷ pusara ṷamini ună crutsi disupru. Ši mo ancă fac crutsi ṷamini, con tręc pri cola52.
Ο Άγιος Τρύφων δεν αναφέρεται καθόλου στην παράδοση, λατρεύεται όμως ιδιαίτερα από τους Βλάχους των Μογλενών53. Γι' αυτό, μπορεί να υποτεθεί ότι έχει γίνει σύγχυση στις ημερομηνίες δύο παλιών τοπικών λατρειών. Ωστόσο, η παραδιδόμενη επωνυμία της καταχωσμένης εκκλησίας ή του τόπου, όπου βούλιαξε η εκκλησία «Sfiti Tanas», δεν μας δεσμεύει για να σκεφθούμε ότι η χειμερινή ημερομηνία της 18 Ιανουαρίου είναι οπωσδήποτε η λανθάνουσα ημερομηνία της άλλης τοπικής λατρείας, που εξυπακούεται αναγκαστικά, για τον εξής λόγο: Ξέρουμε ότι οι κάτοικοι του χωριού «Χώστιανες» ήσαν «διαφέροντες» στη μονή της Μεγίστης Λαύρας. Γι' αυτό μπορούμε να υποθέσουμε ότι δεν είναι απίθανο να έχτισαν μια εκκλησία στο όνομα του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη, του νέου και ξακουστού Αγίου, που σαν άλλος Μωυσής ράβδισε τον τραχύ Άθω και εκείνος υποτάχθηκε και έδωσε αγίασμα54, για να τιμήσουν τον κτήτορα της μονής που κατείχε το χωριό τους55. Ο συλλογισμός αυτός που μας μεταφέρει στις 5 Ιουλίου, ημέρα κατά την οποία τιμάται η μνήμη του Αθωνίτη Αγίου, ενισχύεται από κάποιο στοιχείο που περιέχεται στην παράδοση που παραθέσαμε παραπάνω : Σχετίζεται σε αυτή η κατάχωσις της εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου με τη βίαιη θυσία του ελαφιού, που έρχεται μια φορά το χρόνο και προσφέρεται εκούσιο θύμα. Τον μύθο του ελαφιού ο αείμνηστος Στίλπων Κυριακίδης θεωρεί σαν «εγκατάλειμμα λατρείας προχριστιανικής» που «εσχετίσθη κατά τόπους προς χριστιανικάς πανηγύρεις ή μάλλον εχρησίμευσεν ως πυρήν σχηματισμού τοιούτων»56. Η παραλλαγή της Όσανης έχει όλα τα κοινά σημεία που επισήμανε ο Κυριακίδης στις παραδόσεις που συγκέντρωσε : Την προσέλευση του ελαφιού σε ορισμένο πανηγύρι· την εκούσια προσφορά του να θυσιασθεί· τη σπουδή των ανθρώπων να το θυσιάσουν, χωρίς να του δώσουν τον καιρό να αναπαυθεί, πράξη που τιμωρήθηκε με την μη επανάληψη της προσέλευσης του θύματος. Λείπει μόνο το στοιχείο της διανομής του κρέατος, το οποίο όμως ανευρίσκουμε στην μέχρι προ ολίγων ετών ζωντανή παράδοση της σφαγής βοδιών και διανομής του κρέατος, συνήθειας που έχει κληρονομηθή από το μακρυνό παρελθόν57. Ωστόσο, στην παράδοση της Όσανης περιέχεται ένα στοιχείο που την ξεχωρίζει από τις άλλες – τουλάχιστον αυτές που συγκέντρωσε ο Κυριακίδης –, η ημερομηνία. Ενώ δηλαδή σε εκείνες η προέλευση του ελαφιού σχετίζεται με θερινές γιορτές58, στην παραλλαγή της Όσανης συνάπτεται με χειμερινή, τη γιορτή του Αγίου Τρύφωνος. Δεν ονομάζεται βέβαια η ίδια η γιορτή, δίδεται όμως η ημερομηνία της, η 1 Φεβρουαρίου. Αλλά η ημερομηνία αυτή δεν ταιριάζει με το περιεχόμενο της παράδοσης. Γιατί δεν είναι δυνατόν εκκλησία που τιμάται στο όνομα του Αγίου Αθανασίου να πανηγυρίζει την 1η Φεβρουαρίου. Αντίθετα η άλλη, της 5 Ιουλίου, του Αθωνίτη Αγίου Αθανασίου θα ήταν σύμφωνη με το περιεχόμενο της παράδοσης και θα έφερνε συγχρόνως την παραλλαγή της Όσανης στον κύκλο των άλλων παραλλαγών, που σχετίζουν την προσέλευση του ελαφιού με θερινή ημερομηνία. Επομένως, αυτή έχει πιθανότητες να ήταν η αρχική ημερομηνία της παράδοσης. Ο Κυριακίδης συσχέτισε τον μύθο του ελαφιού με την λατρεία της αγροτικής θεάς Αρτέμιδος, που ασκούσε την δύναμή της «επωφελώς η και βλαπτικώς όταν ήτο ωργισμένη επί την βλάστησιν και προκοπήν των σπαρτων, έχει δε ως ζώον ίδιον την έλαφον»59. Η συσχέτιση αυτή μας επιτρέπει να σκεφθούμε ότι είναι ενδεχόμενον η λατρεία του Αθωνίτη Αγίου να αντικατάστησε κάποια άλλη χριστιανική λατρεία, που αποτελούσε και αυτή συνέχεια προχριστιανικής λατρείας, της Αγροτέρας Αρτέμιδος. Και ίσως δεν είναι τυχαίο που η παράδοση του ελαφιού σε κανένα άλλο από τα χωριά των Βλάχων των Μογλενών δεν είναι γνωστή, παρά μόνο στην Όσανη. Ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος έχει θερινή γιορτή και δεν αποκλείεται το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου του χωριού «Χώστιανες» να πανηγύριζε στις 24 Ιουνίου, ημέρα κατά την οποία τιμάται το Γενέσιον του Ιωάννου του Προδρόμου. Δεν αποκλείεται λοιπόν να υπήρχε πραγματικά εκεί ένα τέμενος της Αγροτέρας Αρτέμιδος, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι η Θεά της βλάστησης ως σήμερα συχνά αφήνει την οργή της να ξεσπάει στον κάμπο που απλώνεται ακριβώς κάτω από την Όσανη, ανάμεσα από Τζένα και Πάικο, ξεσηκώνοντας ένα δαιμονισμένο αγέρα, που αρπάζει στέγες, ξεριζώνει δένδρα και σαρώνει τα σπαρτά. Οι Βλάχοι του κάμπου αυτού ονομάζουν τον καταστρεπτικόν αυτόν αγέρα uscată grindină (στεγνό χαλάζι). Στα παλιά χρόνια σκέπαζαν τα σπίτια τους με πλάκες αντί κεραμίδια, γιατί μόνο έτσι μπορούσαν να έχουν το κεφάλι τους sub uscat (κάτω από στεγνό, κάτω από στέγη).
Δεν θα είναι ίσως εξαιρετικά τολμηρό να υποστηριχθεί ότι η σύγχυση που διαπιστώνουμε στην παράδοση του ελαφιού και της καταχωσμένης εκκλησίας στις ημερομηνίες δεν είναι τυχαία, αλλά προδίδει σκόπιμη μετάθεση μιας και της ίδιας από άποψη χαρακτήρα λατρείας. Όπως είναι γνωστό, ο Άγιος Τρύφων γιορτάζεται σαν προστάτης των γεωργών και η ιδιότητά του αυτή τον φέρνει σε αντιστοιχία με την Αγροτέραν Άρτεμιν. Αν πρόκειται γι' αυτό, τότε τα πράγματα θα συνέβησαν ως εξής: Οι Βλάχοι των Μογλενών, από παράδοση γεωργοί, έφεραν μαζί τους τη λατρεία του Αγίου Τρύφωνος. Εκείνοι που ανέβηκαν στο Πάικο και έγιναν κάτοικοι του χωριού «Χώστιανες», γνωρίστηκαν με μια τοπική λατρεία, που ήταν και αυτή αγροτική, αλλά διέφερε από τη δική τους από άποψη εποχιακή. Αρχικά προσαρμόστηκαν στην θερινή ημερομηνία της 5 Ιουλίου (του Αθωνίτη Αγίου Αθανασίου) που πιθανώς παραμέρισε την παλαιότερη, της 24 Ιουνίου (του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου). Επειδή όμως η παράδοση έχει δύναμη ακαταμάχητη, επανήλθαν αργότερα στη δική τους, τη χειμερινή, της 1ης Φεβρουαρίου. Έτσι, ενώ η εκκλησία τους εξακολούθησε να τιμάται στο όνομα του Αγίου Αθανασίου, το ελάφι μετάθεσε την ημερομηνία της προσέλευσής του σε αυτή στην 1η Φεβρουαρίου.
Η εκκλησία του «Αγίου Αθανασίου, του Αθωνίτη», όπως πιστεύουμε, το «μοναστήρι του Αρχαγγέλου Μιχαήλ» με τον «Μύλο του Αρχαγγέλου Μιχαήλ» και η ανάμνηση των κατοίκων της Όσανης ότι το χωριό τους «πιάσθηκε» από μαντέμια, αποτελούν στοιχεία που συμβάλλουν στην εδραίωση της άποψης ότι «Χώστιανες» και U̯ošan' είναι ένα και το ίδιο χωριό. Στα στοιχεία αυτά έρχεται να προστεθεί ένα ακόμη : Το ελάφι που επέζησε στις παραδόσεις των Βλάχων της Όσανης. Γιατί δεν μπορεί κανείς να μη σκεφθεί ότι αυτό είναι η hostia που έδωσε αφορμή στη γένεση του τοπωνυμίου Hostianus.
Μετά την ανεύρεση του χωριού «Χώστιανες» μέσα στο θέμα Μογλενών, έχουμε να προσθέσουμε τα εξής: Όλα τα δεδομένα πείθουν ότι το χωριό «Χώστιανες» είναι προβλαχική εγκατάσταση. Επομένως οι κάτοικοί του αρχικά ήσαν Έλληνες και αργότερα «έλληνες και βλάχοι διαφέροντες τη μονή του αγίου Αθανασίου του εν Άθω». Η παρουσία σε αυτό του ελληνικού στοιχείου, που θα εκβλαχίσθηκε, ίσως είναι το μοναδικό γεγονός που μπορεί να δώσει εξήγηση στην επιβίωση του τύπου Hosiani που παραδίδει ο Struck60 για την Όσανη και που μένει εντελώς ανεξήγητη με τη φωνητική των Βλάχων.
Όλα τα δεδομένα πείθουν ότι «το χωρίον της μάνδρας» που βρίσκεται «εντός των δικαίων του χωρίου Χώστιανες» υπήρξε χώρος λατρείας χωρίς διακοπή, τουλάχιστο από τους ρωμαϊκούς χρόνους και εδώ, χωρίς, φυσικά, να αποκλείεται και παλαιότερη εκεί παρουσία της. Γι' αυτό πρέπει να αναζητηθούν στον χώρο του μοναστηριού κτιριακά λείψανα τεμένους προχριστιανικής λατρείας, πιθανώς της Αγροτέρας Αρτέμιδος61. Η hostia που προβάλλει στην εξωτερική ΒΔ γωνία της εκκλησίας του Αρχαγγέλου Μιχαήλ62 καλεί και ενθαρρύνει σε μια τέτοια αναζήτηση.
Το χωριό «Χώστιανες» του θέματος Μογλενών1
Μαρία Παπαγεωργίου
περιοδικό: Μακεδονικά | Τεύχος 9
Άλλες εργασίες της συγγραφέως Μαρίας Παπαγεωργίου:
Η ημέρα του Διός εις το τυπικόν του «παλαιού γάμου» των Μογλενιτών Βλάχων - Παπαγεωργίου Μαρία
Κριτική παρουσίασις του έργου του Romulus Vulcănescu - Παπαγεωργίου Μαρία
Νάμα - Παπαγεωργίου Μαρία
Παλαιαί συνήθειαι της 6ης Μαΐου εις το βλαχόφωνον χωρίον Σκρα (Λιούμνιτσα) - Παπαγεωργίου Μαρία
Παλαιαί συνήθειαι του Φθινοπώρου εις το βλαχόφωνον χωρίον Σκρα (Λιούμνιτσα) - Παπαγεωργίου Μαρία
1. Για τη σύνταξη του παρόντος άρθρου πολύτιμη μου στάθηκε η συμπαράσταση των σεβαστών μου Καθηγητών κ. Νικολάου Π. Ανδριώτη, Καθηγητού της Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, και κ. Αποστόλου Ε. Βακαλοπούλου, Καθηγητού της Ιστορίας της Νεωτέρας Ελλάδος στο ίδιο Πανεπιστήμιο, προς τους οποίους εκφράζω τις άπειρες ευχαριστίες μου. Επίσης ευχαριστώ θερμά τον κ. Στέφανον Ι. Παπαδόπουλον, Καθηγητην της Ιστορίας της Νεωτέρας Ελλάδος στο Πανεπιστήμιο των Ιωαννίνων, και τον κ. Ιωάννην Κ. Χασιώτην, Διδάκτορα, βοηθόν της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που είχαν την καλοσύνη να διαβάσουν το χειρόγραφό μου και να μου κάνουν πολλές χρήσιμες υποδείξεις και διορθώσεις.
2. Για την χρονολόγηση της έκδοσης του εγγράφου αυτού βλ. D. Anastasijevic et G. Ostrogorsky, Les Koumanes pronoïaires. Melanges H. Gregoire. «Annuaire de l'Institut de Philologie et d'Histoire Orientales et Slaves», XI (1951), 23.
3. Βλ. το κείμενο του εγγράφου στους RC 47 (= Rouillard et Collomp, Actes de Lavra, Πρόσταξις d' Alexis I Comnene, 47).
4. Ήσαν δηλ. φόρου υποτελείς στην μονή του Αγ. Αθανασίου.
5. RC 47, στ. 22· πρβλ. και στ. 30-31 : «βλάχοι της μονής του αγίου Αθανασίου»· στ. 48 : «(βλάχοι) υπ' αυτήν (μονήν αγίου Αθανασίου) όντες».
6. Ε. α., στ. 12.
7. Ε. α., στ. 22 : «Αλλά και οι διαφέροντες...».
8. Ε. α., στ. 13-14 : «αλλοτρίους βλάχους ή βουλγάρους».
9. Ο όρος «οικείου» περιέχεται στο έγγραφο σε αντιπαραβολή με τον όρο «αλλότριου», στ. 12-13.
10. Ε. α., στ. 51.
11. Ε. α., στ. 51-63.
12. Ε. α., στ. 51.
13. 3 D (=Fr. Dölger, Aus den Schatzkammern des Heiligen Berges. 115 Urkunden und 50 Urkundensiegel aus 10. Jahrhunderten. Im Auftrage und mit Unterstützung der Bayerischen Akademie der Wissenschaften. München. Nr. 3, Chrysobullos Logos des Kaisers Alexis I Komnenos (1081-1118).
14. D. 3, στ. 6, 14. Πρβλ. RC 41 : «Χοσπιάνη».
15. D. 3, στ. 14 : «το διαληφθέν εν τω θέματι των Μογλενών χωρίον την Χοστιάνην».
16. RC 42, στ. 34: «του χωρίου Χοστιάνους του εν τω θέματι των Μογλενών διακειμένου». Πρβλ. και στ. 39, 61, 74.
17. Bλ. G. Weigand, Vlacho-Meglen. Eine ethnographisch-philologische Untersuchung. Leipzig 1892, σ. 20, και πρβλ. Th. Capidan. Meglenoromânii. I. Istoria şi graiullor. Bucureşti 1925, σ. 67, 138-139. Είναι αλήθεια ότι η παραβολή αυτή γεννάει ερωτηματικά, γιατί, ενώ ο Weigand γράφει για «εξαφάνιση ή καλύτερα για τροπή» του χ των ελληνικών και σλαβικών λέξεων σε u, όπως στη λέξη ṷor (χορός > κουτσοβλαχ. horu) ή στη λέξη surumau (<ciromah) ιστρο/ρουμ. siromah), πάνω στο ίδιο θέμα ο Capidan σημειώνει την πτώση του χι στην αρχή της λέξης (ranes < hranesc), παραθέτει μόνο παράδειγμα φωνηεντοποίησης στο μέσο της λέξης (streaua<streha) και σημειώνει επίσης την πτώση του στο τέλος της λέξης (vla<vlah), χωρίς να αναφέρει και περίπτωση φωνηεντοποίησης. Οι αντιφάσεις αυτές οφείλονται στο γεγονός ότι ο Weigand εργάσθηκε περισσότερο στη L'umnitsa (ε.α. XVII κ. επ.), ενώ ο Capidan στη Θεσσαλονίκη με τους μαθητές του, από τους οποίους οι περισσότεροι κατάγονταν από την Όσανη, και έτσι ο καθένας τους άκουσε διαφορετικό ιδίωμα. Με το χ στη διάλεκτο των Βλάχων των Μογλενών συμβαίνουν τα εξής: η πτώση του (όχι φωνηεντοποίηση) στην αρχή της λέξης είναι γενική· η φωνηεντοποίησή του στο μέσο της λέξης είναι επίσης γενική· η φωνηεντοποίησή του στο τέλος της λέξης παρατηρείται μόνο στη L'uminitsa, ενώ στα άλλα χωριά αποβάλλεται. Επίσης η παρατήρηση του Weigand, αυτόθι, σημ. 22, ότι διατηρείται το χ στο κύριο όνομα Hristo δεν είναι ορθή. Το όνομα αυτό στην βλαχική είναι Itsa και όχι Hristo.
18. RC 42, στ. 34: «του χωρίου Χοστιάνους», στ. 39: «χωρίου της Χοστιάνους»· στ. 61: «του χωρίου Χοστιάνους»· στ. 74: «τω χωρίω Χοστιάνους».
19. RC 47, στ. 51 : «του ...χωρίου Χώστιανες».
20. Γιάννη Σταμνόπουλου, Βόλτες Ονοματολογικές. Σειρά πρώτη, Αθήνα 1929, σ. 205 κ.ε.
21. Livius, XLV 29.
22. Επειδή στην εργασία αυτή περιέχονται λέξεις και κείμενα βλάχικα με ιδιάζουσα φωνητική, παραθέτω ένα πίνακα των φθόγγων που συναντούνται σε αυτά και που δεν αποδίδονται με το λατινικό αλφάβητο :
ă ημίφωνο ουρανικό, όπως στη λέξη but (bΛt)
ạ ημίφωνο ουρανικό που βρίσκεται πλησιέστερα προς το a και ακολουθείται από ένρινο
ē, ī μακρά φωνήεντα ε, ι
ǫ o+a με δύναμη φθόγγου
ę βρίσκεται μεταξύ του ea της Όσανης και του ę της Λούγκουντσας (Βλ. σ. 58 κ.ε. και σημ. 3)
ṷo, ṷa, ṷă, ι̯a, ǫi ανιούσες δίφθογγοι με ημίφωνο το πρώτο συστατικό στοιχείο
oι̯ κατιούσα δίφθογγος
l' , l ουρανίσκειο, όπως στη λέξη λιακό
š συριστικό δασύ, όπως στη λέξη chapeau, αλλά με μειωμένη δασύτητα
tš συγκλειστικό συριστικό, όπως στη λέξη chap.
23. Χρησιμοποιώ το ορώνυμο με την ευρύτερη έννοιά του. Βλ. σχετικά Cvijic, Grundlinien der Geographie und Geologie von Mazedonien und Altserbien. Nebst Beobachtungen in Thrazien, Thessalien, Epirus und Nordalbanien. Petermanns Mitteilungen. Ergänz.-Heft Nr. 162, Gotha 1908, σ. 294.
24. Δεν γνωρίζω σε ποια τεκμήρια στηρίζεται ο I. Dujčev και ταυτίζει την Hostiana με τη Φούστανη· βλ. σχετικά G. Cankova-Petkova, La population agraire dans les terres sous la domination byzantine aux Xle-XIIe siècles «Byzantinobulgarica», Σόφια 1962, 300 και υποσημ. 6, αυτόθι.
25. Ανεξήγητη μένει από βλάχικη πλευρά η διατήρηση του χ στον παραδιδόμενο από τον A. Struck τύπο Hosiani, Makedonische Fahrten. II Die Makedonischen Niederlande, Sarajevo 1908, σ. 77. Πρβλ. και χάρτη.
26. Είναι περίεργο ότι ο Weigand που πρώτος κατέγραψε την διάλεκτο των Βλάχων των Μογλενών, παραδίδει τον τύπο Ošin, Ε.α., σ. ΧVΙ. Αλλά και ο μαθητής του Capidan που ασχολήθηκε με αυτή διεξοδικά γράφει Ošani, ε.α. passim.
27. Βλ. για την κατάληξη αυτή, G. Stadtmüller, Τα προβλήματα της ιστορικής διερευνήσεως της Ηπείρου. «Ηπειρωτικά Χρονικά» 9(1934), 160.
28. D 3, στ. (26) 36.
29. «Si zăcătso̩ cu madeamurι̯».
30. No̩nti ή Nanti ή Nonti, το γνωστό τοπωνύμιο και χωριό που ο Jirecek ταυτίζει με το «φρούριον Ενώτια κεκλημένον, γειτονούν τοις Μογλένοις» (Κεδρ. Βονν. ΙΙ 462) στην βιβλιοκρισία του πάνω στη μελέτη του Weigand, Vlacho - Meglen. «Archiv für slavische Philologie» 15 (1893), 97.
31. RC 47, στ. 51-52· πρβλ. στ. 57, 58, 62.
32. Ε. α., στ. 52-53.
33. Ε. α., στ. 60.
34. O Th. Capidan που επισκέφθηκε την Όσανη στα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας, δημοσιεύει στην μελέτη του, κ.α., φωτογραφία του μοναστηριού.
35. Βλ. εικ. 1-3. Μια επιγραφή στο εσωτερικό της εκκλησίας και κάτω από τη δυτική είσοδο λέγει ότι «Η Αγία Αυτή Εκκλησία Αρχαγγέλου Μιχαήλ ιστορίθη ιερατέβόντος του / Πανιεροτάτου Μητροπολίτου Μογλενών Κ. Κ. Καλλινίκου, Μοναχού Αθανασίου / Μιχαήλ. Ιερέως. | Δια χειρός αδελφών Ευαγγέλου Νικολάου Αναστασίου Ζωγράφων εκ Κρουσόβου / εν ετει 1888», δηλαδή 30 χρόνια μετά την κτίση που έγινε στο «1858 ΕΤΟΣ», όπως αναγράφεται στην εξωτερική πλευρά της ίδιας εισόδου.
36. Βλ. εικ. 4.
37. O Capidan, κ.α., σ. 23, αναφέρει ονομαστικά τις γαίες και τα δάση που ανήκαν άλλοτε στο μοναστήρι και που περιήλθαν στην κατοχή της Όσανης: Puntea-Popal'a, Valea-di-N'ari κλπ.
38. Th. Capidan, Meglenoromânii. II. Literatura populară la Meglenoromâni. București 1928, σ. 16: Lu Pepa (αφηγητής Stoι̯u Duma, 12 χρόνων, από την Όσανη), στροφή 4η, στίχος 4ος: «La moara si 'ncurună, la tsea di mănăstir».
39. Capidan I, σ. 23.
40. Για τους αγώνες αυτούς βλ. Capidan I, σ. 21 κ.ε.
41. Ο Ν. Γ. Πούλιος, Περί της τοπογραφικής σημασίας των Εκκλησιών εν Ελλάδι προς αναγνώρισιν αρχαίων ιερών. «Λαογραφία» 4, 19, γράφει ότι «ουδέποτε δυνάμεθα να είμεθα βέβαιοι ότι η ονομασία χριστιανικής τινος εκκλησίας παρέμεινεν η αυτή ανέκαθεν. Διά πολλάς αιτίας η αφιέρωσις της εκκλησίας μεταβάλλεται, μάλιστα δε αν ερειπωθείσα ή εγκαταλειφθείσα ή βεβηλωθείσα αποδίδεται εις την λατρείαν, εγκαινιζομένη μετά παρέλευσιν χρόνου τινός, ότε πλέον η προηγουμένη αφιέρωσις έχει λησμονηθή».
42. Παραθέτω εδώ μια παραλλαγή της παράδοσης αυτής, καθώς και μετάφραση: «An vecl'u văcǫt ra an šapti lǫcur căti un ṷom. Ši zisiră: Aι̯, s-na dunom s-na fatsim Uošan'. Si ša si zăcătsǫ cătunu di šapti ṷamini». Στα παλιά χρόνια ήταν σε εφτά μέρη από ένας άνθρωπος. Και είπαν: Άιντε να μαζευτούμε να κάνουμε την Όσανη. Και έτσι πιάστηκε το χωριό από εφτά ανθρώπους» (αφηγητής Τρύφων Όσης, του Δημητρίου και της Μαρίας, το γένος Γ. Κετράκη. Γεννήθηκε στην Όσανη το 1896. Κάτοικος Όσανης, γεωργός).
43. Άλλη παραλλαγή της ίδιας παράδοσης: «Uamini vinira di diparti ši si mpartsora. Cătiva toι̯fur sadęu an cupatsă, cătiva an llęsnitsă, an Vin'ur, an Musal'a, an Casa lu Petca'a, lu Risaf, lu Vaša. La un pănăgir la Sfiti Tanas si dunara tṷots an Uošan'ši napcum vizura ca ra bun si ι̯a pri una, Ši rămasara an U̯ošan'» Οι άνθρωποι ήρθαν από μακριά και χωρίστηκαν. Μερικές οικογένειες έμεναν στην Κουπάτσα, μερικές στην Ιλέσνιτσα, στα Αμπέλια, στου Μούσα, στο Σπίτι του Πέτκα, στου Ρισάφ, στου Βάσα. Σε ένα πανηγύρι του Αγίου Αθανασίου μαζεύτηκαν όλοι στην Όσανη και έπειτα είδαν ότι ήταν καλά να είναι μαζί. Και έμειναν στην Όσανη (αφηγητής Βασίλειος Πάγιας του Ευαγγέλου και της Μαρίας, το γένος Παπαγεωργίου. Γεννήθηκε στη L'umnitsa το 1908. Εργάσθηκε σαν ράφτης στην Όσανη, όπου και νυμφεύθηκε. Πέθανε προ δύο ετών. Για την φωνητική του αφηγητή αυτου βλ. σημ. σελίδας 59).
44. Βουναλάκι που υψώνεται ανατολικά του χωριού.
45. Βλ. εικ. 5.
46. Το όνομα του χωριού τους U̯ošin' οι χωρικοί σχετίζουν με το σλαβικό αριθμητικό osem, γιατί λένε ότι από εφτά χωριά έγινε ένα όγδοο, ή με την τουρκική λέξη hos που σημαίνει «καλά», γιατί βρήκαν ότι η συνένωση των 7 χωριών σε ένα ήταν μια καλή λύση για την αντιμετώπιση δυσκολιών στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Την δεύτερη αυτή εκδοχή άκουσε και ο Capidan, ο οποίος μάλιστα παραδίδει και τα ονόματα των εφτά αυτών χωριών.
47. Πρβλ. παράδοση Β. Πάγια, σε 56 σημ. 4.
48. Σήμερα στο σημείο αυτό έχει χαραχθεί δρόμος. Βλ. εικ. 5.
49. Capidan II, σ. 22.
50. Πριν από τρία χρόνια μπορούσε να διακρίνει κανείς καθαρά το περίγραμμα των τάφων. Αλλά με τα έργα που εκτελούνται τώρα εκεί καταστράφηκαν και τα τελευταία υπολείμματα του νεκροταφείου.
51. J. B. Wace, M. A. - M. S. Thompson, M. A., The Nomads of the Balkans. An account of Life and Customs among the Vlachs of Nothern Pindus, London (α' έκδ. 1914), σ. 141.
52. Παραθέτω τη μετάφραση: Κάθε χρόνο ερχόταν ένα ελάφι την 1η Φεβρουαρίου. Το έσφαζαν και το έκαμναν κουρμπάνι. Και μια φορά άργησε να έρθει. Επειδή άργησε πολύ, οι άνθρωποι άρχισαν να στεναχωριούνται που δεν ήρθε το ελάφι. Το μεσημέρι, ήρθε κουρασμένο και δεν το άφησαν να ξεκουραστεί και το έσφαξαν. Και τότε τους βλαστήμησε το ελάφι και άλλη φορά δεν ήρθε. Και η εκκλησία αυτή έπεσε επί τόπου και έμεινε κάτω από τη γη. Και έβαλαν οι άνθρωποι ένα σταυρό από πάνω. Και τώρα ακόμα κάνουν το σταυρό (τους) οι άνθρωποι, όταν περνούν από κει.
Ο αφηγητής Β. Πάγιας, επειδή κατάγεται από την L'umnitsa και έζησε στην Όσανη, έχει ανάμικτη φωνητική. Διατηρεί π.χ. το ο στη θέση του ǫ ή το ę στη θέση του ea, λέγει όμως mo αντί για (a)cmṷă, cola αντί cṷăla. Σημειώνω εδώ παρατήρησή μου σχετικά με το ę της Λούμνιτσας: βρίσκεται ανάμεσα στο ea της Όσανης και στο ę της Λούγκουντσας και ακούεται μόνο εφόσον ακολουθεί συλλαβή ή και μόνο σύμφωνο, π.χ. tręc, αλλά videa.
53. Για την λατρεία αυτή θα γίνη λόγος σε προσεχή μου εργασία.
54. Gelzer, Vom Heiligen Berge und aus Makedonien. Reisebilder aus den Athos - Klostern und dem Insurrektions - Gebiet, Leipzig 1904, σ. 85
55. Όπως είναι γνωστό, η μονή της Μεγίστης Λαύρας ιδρύθηκε από τον Άγιο Αθανάσιο, τον επονομαζόμενο Αθωνίτη, στις αρχές του 962. Βλ. σχετικά G. Theocharides, Kurze geschichtliche Übersicht des Heiligen Berges Athos. «Balkan Studies» 1 (1960), 100.
56. Στ. Π. Κυριακίδου, Θυσία Ελάφου εν νεοελληνική παραδόσει και συναξαρίοις. «Λαογραφία» 6, 189-215.
57. Bλ. Wace-Thompson, ξά,
58. Κυριακίδου, κ.α. σ. 198: 20 Ιουλίου, Προφήτη Ηλία (Αιβλάση)· 26 Ιουλίου, Αγία Παρασκευή (Πέτρα)· 20 Ιουνίου (Γριντάδες)· 15 Αυγούστου (Δεμάτι)· 29 Ιουλίου, Αγίου Ιωάννου (Αρτοτίνα)· 16 Ιουλίου, Αγ. Αθηνογένους (συναξάρι)· εξαίρεση αποτελεί μια, την δεύτερη μέρα του Πάσχα (Μέγα Μοναστήρι), που πέφτει άλλοτε τον Μάρτιο και άλλοτε τον Απρίλιο, είναι δηλαδή εαρινή.
59. Κυριακίδου, ε.α. 201.
60. Βλ. σ. 51 σημ. 3.
61. Για τη λατρεία της Αγροτέρας Αρτέμιδος στην Μακεδονία βλ. Δ. Κανατσούλη. Η Μακεδονική Πόλις. «Μακεδονικά» 5(1961-1963), 85.
62. Βλ. είκ. 6.
πρόσταξις Ανδρόνικου Α΄ Κομνηνού του έτους 1184
