Στα παλιά χρόνια οι αρραβώνες και οι γάμοι γινόταν με έναν ιδιαίτερο τρόπο στη Σαμαρίνα. Οι αρραβώνες γινόταν με προξενιό. Ο προξενητής μιλούσε τις δυο οικογένειες που αφορούσε το προξενιό και μαζεύονταν όλοι μαζί για να μιλήσουν.
Η προίκα της νέας ήταν διάφορα υφαντά π.χ. φλοκάτες, κιλίμια, βελέντζες...Τα νέα μαθαίνονταν γρήγορα στο χωριό.
Η επίσημη τελετή των αρραβώνων γινόταν άλλη μέρα. Ο γαμπρός με τα μπρατίμια και τους συγγενείς του πήγαιναν στο σπίτι της νύφης. Πρώτος άρχιζε την κουβέντα ο προξενητής και έλεγε «ήρθαμε και ζητούμε την κόρη σας για νύφη στον….» οι γονείς είχαν συμφωνήσει από πριν άλλα όλα αυτά γινόταν τυπικά. Με την συγκατάθεση των γονιών της νύφης άρχιζαν τα τραγούδια. Συνέχεια είχε η ανταλλαγή των δακτυλιδιών μέσα σε ένα πιάτο με άσπρη κορδέλα στο κάθε δαχτυλίδι. Ο προξενητής ασπαζόταν πρώτος τις βέρες και στη συνέχεια το πιάτο ασπαζόταν από όλους τους παρευρισκομένους. Η νύφη φιλούσε πρώτα το χέρι του πεθερού , της πεθεράς και στη συνέχεια όλους όσοι βρισκόταν στην τελετή. Στο διάστημα αυτό γινόταν κεράσματα γλυκού, κρασιού, μεζέδων κ.α., πάντοτε από φίλες της νύφης και ανύπαντρες.
Ήθη και έθιμα
Αδελφοποιΐα είναι η δημιουργία αδελφικού δεσμού μεταξύ δύο ή και περισσοτέρων ατόμων με κάποια μαγική πράξη ή θρησκευτική λειτουργία. Μετά την αδελφοποίησή τους τα άτομα αυτά έχουν ιερή υποχρέωση να αλληλοβοηθούνται σ’ όλη τους τη ζωή. Ο δεσμός τους δεν είχε όρια. Σε περίπτωση που ο ένας από τους δύο έπεφτε θύμα εγκληματικής πράξης ο άλλος είχε την υποχρέωση να ανταποδώσει το κακό, να πάρει πίσω το αίμα του αδελφοποιού του.
Η αδελφοποιΐα είναι έθιμο από τα πολύ παλιά χρόνια και γνωστό σε πάρα πολλούς λαούς. Από σχετικές πληροφορίες γνωρίζουμε πως ήταν έθιμα των Λυδών, των Σκυθών, των Θρακών, των Γερμανών και των Κελτών. Σήμερα είναι γνωστό το έθιμο σ’ όλες τις Ηπείρους. Για τους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους δεν υπάρχουν πειστικές πληροφορίες για την ύπαρξη του εθίμου. Οι φιλίες των Αχιλλέα-Πατρόκλου και Δάμωνα-Φεντία δε θεωρούνται αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη του εθίμου.
ΜΙΑ ΠΑΝΑΡΧΑΙΑ ΣΥΝΗΘΕΙΑ ΜΕ ΠΟΛΥΠΛΕΥΡΗ ΣΗΜΑΣΙΑ
Το τατουάζ αποτελεί μια συνήθεια πολύ διαδεδομένη σε αρκετούς λαούς τόσο κατά την αρχαιότητα όσο και σήμερα. Το σημάδεμα αυτό του προσώπου και του σώματος στην αρχαιότητα ονομαζόταν στίξη (χτύπημα) ή κατάστιξη και η πράξη στιγματισμός. Η αρχαία αυτή ελληνική λέξη κατάστιξη αντικαταστάθηκε από την ξενικής προέλευσης λέξη «τατουάζ». Αρχικά το τατουάζ σύμφωνα με την άποψη πολλών ερευνητών ήταν μόνο ζωγραφιστό αλλά στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε η διαδικασία του βελονισμού[1][3] για να αποχτήσει μονιμότερο χαρακτήρα και να γίνει ανεξίτηλο. Τα υλικά που χρησιμοποιούνταν από διάφορους λαούς για το τρύπημα του δέρματος ήταν η βελόνα του ραψίματος κυρίως στην Ευρώπη και σε άλλες πρωτόγονες κοινωνίες αγκάθια φυτών ή ψαριών αιχμηρά κόκαλα κ.ά.
Ο ΤΡΑΝΟΣ ΧΟΡΟΣ ΣΤΗΝ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑ
Μια από τις μεγαλύτερες εορτές του χριστιανικού κόσμου είναι αυτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, τον Δεκαπενταύγουστο. Είναι η εορτή της Μεγάλης Παναγίας (βλαχ. Στα-Μαρίι ατσιά μάρι), την οποία όλοι οι Βλάχοι τιμούν με ιδιαίτερη ευλάβεια. Κατά την εορτή αυτή της Θεομήτορος το πανηγύρι κρατά δυο μέρες σε όλα τα βλαχοχώρια.
Παλαιότερα οι κτηνοτρόφοι (βλαχ. τσέλνιτσι) πανηγύριζαν τη λήξη της γαλακτοκομικής περιόδου των γιδοπροβάτων1. Η πρώτη μέρα του πανηγυριού είναι αφιερωμένη σε όλους τους μη κτηνοτρόφους Κλεισουριώτες. Γλεντούν με δυο ή τρεις παρέες βιολιά στις δυο πλατείες του χωριού. Την ημέρα αυτή παρέες ανδρών επισκέπτονται με τα βιολιά τα σπίτια των κτηνοτρόφων, όπου τους περιμένουν στρωμένα τραπέζια με ψημένα αρνιά, βλάχικες πίτες, μανούρια και άφθονο κρασί.