Όταν τιμά κανείς ανθρώπους της συνέπειας και του χρέους, άξιους και υπεύθυνους πολίτες – ανθρώπους δηλαδή της πόλης – με κοινωνική προσφορά, τιμά πρώτα τον ίδιο τον εαυτό του. Στον τόπο μας πολύ δύσκολα λέγεται ο καλός λόγος, ο δίκαιος έπαινος, “φιλότιμοι γαρ και φιλοκατήγοροι οι Έλληνες”. Η αναγνώριση και η αποδοχή συμπολιτών μας που επάξια ξεχωρίζουν με το ήθος και την ανιδιοτελή προσφορά τους στα κοινά – ιδιαίτερα όσο αυτοί είναι ζωντανοί – σχεδόν σπανίζουν στον τόπο μας. Όταν αυτοί φύγουν από τη ζωή – φύγουν μέσα από τα πόδια μας – τότε όλοι ανταγωνίζονται στους επαίνους και τα εγκώμια. “Γιατί κανείς πριν πέσει κάτω νεκρός το μέτρο του να δώσει δεν μπορεί;”. Η οικογένεια Ζάννα ανήκει στην εξαίρεση. Η τιμή και ο δίκαιος έπαινος δεν άργησε να έλθει. Οι άνθρωποί της τιμήθηκαν και τιμούνται όσο ζουν. Η αναγνώριση των αγώνων και του έργου τους είναι καθολική και αναμφισβήτητη.
Η οικογένεια Ζάννα είναι μια οικογένεια ευπατριδών, σεμνών και ενάρετων ανθρώπων του χρέους, των αγώνων και της κοινωνικής προσφοράς. Ταπεινών και γενναιόφρονων στο έπακρο. Πρωτοστάτησαν και πρόσφεραν σε πολλούς τομείς της κοινωνικής ζωής αποβλέποντας πάντοτε στον άνθρωπο, ιδιαίτερα στον αδύνατο και στον αναξιοπαθούντα στους σκληρούς καιρούς των πολέμων και της Κατοχής.
Προσωπικότητες
Είναι η 2η φορά που οι τοπικές αρχές μου κάνουν την τιμή να με ορίσουν ομιλητή για τον στο ετήσιο μνημόσυνό του Ήρωα Γεωργάκη Ολυμπίου στο Λιβάδι μας. Και ελπίζω να είναι η τελευταία, όχι ειδικά για μένα, αλλά και για κάθε άλλον ομιλητή Λιβαδιώτη της διασποράς. Η άποψή μου είναι ότι το Λιβάδι μας, από το 1768 που δημιουργήθηκε το Αστικόν Σχολείον Λιβαδίου από τον Άνθιμο Ολυμπιώτη, είχε και έχει άξιους δασκάλους και καθηγητές, αλλά κυρίως και άξιους μαθητές, οι οποίοι μπορούν θαυμάσια να αυτοδιαχειρίζονται τέτοια θέματα. Θα πρέπει οριστικά και αμετάκλητα, τέτοιου είδους λόγοι σε ανάλογες εκδηλώσεις, να εκφωνούνται από ντόπιους. Επίσης ο Εξωραϊστικός Σύλλογος Λιβαδίου έχει αξιολογότατα μέλη που μπορούν να αναλάβουν και αυτά. Η παλιά μου πρόταση, τον πανηγυρικό να τον εκφωνεί ο μαθητής που θα γράφει την καλύτερη έκθεση κάθε χρόνο για τη ζωή και το έργο του Ήρωα και να βραβεύεται γι’ αυτήν, νομίζω ότι ήρθε η ώρα να επανεξεταστεί.
Δύο βλαχοχώρια στην ηπειρωτική πλευρά των Τζουμέρκων, το Συρράκο και οι Καλαρρύτες, στάθηκαν, σε χρόνους μεγάλης οπισθοδρόμησης, εκκολαπτήρια ανδρών με ξεχωριστή παρουσία στο πολιτικό και πολιτισμικό προσκήνιο της Ρωμιοσύνης.
Είναι τα δύο κεφαλοχώρια, που με την ποιότητα των παιδιών τους συνέβαλαν κατά πολύ και αυτά ώστε ν’ακούγεται δικαιολογημένα ο χαρακτηρισμός: εύανδρος Ήπειρος, η Ήπειρος που βγάζει διαλεχτούς άντρες. Ανάμεσά τους περιορίζομαι κάτω από την πίεση του χρόνου να αναφέρω μόνο τους: Ιωάννη Κωλέττη, τον μεγάλο αυτόν πανέλληνα και πρώτο συνταγματικό πρωθυπουργό της Ελλάδας τον Σπυρίδωνα Λάμπρο, καθηγητή στο πανεπιστήμιο της Αθήνας, από τους καλύτερους, και πρωθυπουργό της χώρας, ενώ η θυγατέρα του Λίνα Λάμπρου Τσαλδάρη υπήρξε η πρώτη Ελληνίδα υπουργός στην πολιτική ιστορία του τόπου ∙ τον Κώστα Κρυστάλλη, τον αυθεντικότερο ποιητή, που ύμνησε με τρόπο αξεπέραστο τη ζωή των ανθρώπων του βουνού και της στάνης ∙ τον Σωτήρη Βούλγαρη, που κουβαλώντας την κασέλα με την αργυροχρυσοχοϊκή παράδοση της πατρίδας του, τους Καλαρρύτες, έστησε κι ανέδειξε στην αιώνια πόλη, τη Ρώμη, τον γνωστό παγκοσμίως οίκο τέχνης Bulgari. Στον ίδιο χώρο της καλλιτεχνικής δόξας των Αρμάνων Βλάχων ανήκουν ο Γιώργος Διαμαντής Μπάφας και ο Θανάσης Τσιμούρης, που από τους ειδικούς τοποθετούνται στο ύψος των μεγάλων καλλιτεχνών της λαϊκής ασημουργίας. Με καταγωγή και αυτοί από τους Καλαρρύτες.
«Δεν τεκμηριώνεται η βλάχικη καταγωγή του Ρήγα αλλά και δε μπορεί να αποκλεισθεί. Ποιά η διαφορά δηλαδή αν ήταν βλαχικής η μη καταγωγής ο πρωτομάρτυρας του Νέου Ελληνισμού; Ούτε η σημασία του έργου του αλλάζει αλλά ούτε κι η θυσία του. Αμφότερα, αντί κοκορομαχιών, απαιτούν το σεβασμό μας»
Οι αναγνώσεις της προσωπικότητας του Ρήγα είναι πολλαπλές και σε διαφορετικά επίπεδα. Ξεκινούν από τον θεωρητικό προβληματισμό για τον ίδιο και το έργο του και φτάνουν στις αναπτυξιακές δυνατότητες του τόπου καταγωγής του.
Το τελευταίο διάστημα υπήρξε μια σειρά στερεότυπων και αντικρουόμενων μεταξύ τους δημοσιευμάτων στην εφημερίδα «Θεσσαλία» σχετικά με το πολυταλαιπωρημένο ψευδοερώτημα της «καταγωγής του Ρήγα».
Το χαρακτηρίζω έτσι διότι παρότι γνωρίζουμε ελάχιστα για τις απόψεις του ίδιου σχετικά με τον τόπο καταγωγής του, είναι το μόνο που ξέρουμε με σιγουριά. Ο ίδιος το έχει απαντήσει με την υπογραφή του: Ρήγας Βελεστινλής Θετταλός. Δηλαδή από το Βελεστίνο της Θεσσαλίας. Ακόμη κι αν η ιστορική έρευνα στο μέλλον τεκμηριώσει την υποτιθέμενη εξωθεσσαλική καταγωγή της οικογένειάς του, αυτό θα έχει για την ταυτότητα του Ρήγα ελάχιστη σημασία καθώς την είχε ο ίδιος προσδιορίσει.