K. κ. Σας ευχαριστώ θερμά για τη φιλοξενία στο Πανελλήνιο συμπόσιο σας και για το βήμα που μου δίνετε, ώστε να μοιραστώ τις απόψεις μου μαζί σας.
Στους σύγχρονους Έλληνες, μηδέ εμού εξαιρουμένου, πρέπει να καταλογίσουμε ένα μεγάλο σφάλμα το οποίο είναι αποτέλεσμα μιας παράληψης και αδιαφορίας μέγιστης σημασίας. Αφήνουμε την διάδοση της παράδοσής μας σε ότι αφορά το Δημοτικό μας τραγούδι, στο έλεος του ταλέντου κάποιων ανθρώπων, που ο θεός και η μάνα φύση προίκισε με την ακουστική ικανότητα της αποτύπωσης της μελωδίας του στίχου και του ρυθμού, που χαρακτηρίζουν αυτή τη τραγουδιστική μας κληρονομιά.
Έτσι επαναπαυμένοι από τη μια στις εκτελεστικές τους ικανότητες και έχοντας δώσει ενδόμυχα ήδη την απάντηση στο ερώτημα: αφού βρέθηκαν κάποτε αυτοί οι προικισμένοι, ότι σίγουρα θα βρεθούν στο μέλλον και άλλοι παρόμοιοι, αισθανόμαστε περήφανοι για την Ελληνική λεβεντιά του τσάμικου του συρτού του μπάλλου του ζωναράδικου κ.α.
Θα έρθει σίγουρα η 25η Μαρτίου, η Κυριακή της Ανάστασης ακόμη και οι ημέρες του πανηγυριού που θα φέρουμε τους καθ’ όλα εξαίρετους μουζικάντηδες, οι οποίοι θα μας θυμίσουν με τον δικό τους τρόπο αγαπημένα τραγούδια των προγόνων μας, τα οποία, όσοι μπορούμε και ξέρουμε, θα τα χορέψουμε λεβέντικα και όσοι από μας ξέρουμε τα λόγια, με τον δικό μας τρόπο πάλι θα τα σιγοτραγουδήσουμε. Εδώ, πρέπει να ευχαριστήσουμε από βάθους καρδιάς όλους αυτούς τους καλλιτέχνες του δρόμου και της πανήγυρης που κατόρθωσαν και διέσωσαν με το αυτί, αυτό που εμείς οι σύγχρονοι ονομάζουμε «Παράδοση».
Τραγούδια - Χοροί
Τo ζήτημα της «ταυτότητας» αποτελεί ένα από τα πλέον επίκαιρα αντικείμενα έρευνας στον τομέα της κοινωνικής ανθρωπολογίας και των κοινωνικών επιστημών1 αλλά και άλλων επιστημών που σχετίζονται με αυτή, όπως η εθνολογία η εθνογραφία και η εθνομουσικολογία.2 Ένα πολύ σημαντικό θέμα στο οποίο έχει δοθεί έμφαση είναι το ζήτημα του «αυτοπροσδιορισμού» μιας ομάδας. Έχει θεωρηθεί γενικότερα ότι ο συνειδητός αυτοπροσδιορισμός είναι στοιχείο που προκύπτει, όταν προκύψει ο «άλλος» ‒βάσει της ορολογίας των κοινωνικών επιστημών‒, δηλ. άλλες ομάδες προς τις οποίες μία συγκεκριμένη ομάδα προσπαθεί να παρουσιαστεί είτε ως όμοια είτε ως διαφορετική. Ωστόσο, αυτό δεν είναι η πραγματικότητα πάντοτε, διότι ακόμη και στις πλέον απομονωμένες κοινωνίες υπήρχε η αίσθηση της ομάδας. Βέβαια, ο άνθρωπος βιώνει την κοινωνικότητά του και μέσα από την προσπάθεια να δημιουργήσει καλύτερες συνθήκες ασφάλειας, αλλά αυτό δεν έχει σχέση πάντοτε με το αν υπάρχει «άλλος» ‒οπότε πρέπει κάπως να φανεί η ομοιότητα ή η διαφορά‒, αλλά με το αν είναι αναγνωρίσιμος ως φιλικός προς την κοινωνία αυτή ή ως εχθρικός. Παρ’ όλα αυτά, η συνειδητή γνώση ενός πολιτισμού από τους φορείς του, που έχει εκφραστεί στη σύγχρονη κοινωνία μέσα από την ίδια την επιστήμη της εθνολογίας, φαίνεται να εκκινεί από μία τέτοια «κρίση» ταυτότητας.3
Οι Αρωμουνοι Βλάχοι χαρακτηρίζονται από δύο πολυφωνικά συστήματα: ένα ετεροφωνικό που χαρακτηρίζει τους Βλάχους της Πίνδου και που ονομάστηκε από τον George Marcu «αυθόρμητη πολυφωνία» (spontaneous polyphony), και ένα δεύτερο τρίφωνο πολυφωνικό που παρουσιάζεται στους Φαρσεριώτες Βλάχους της Βόρειας Ηπείρου στη σημερινή Νότιο Αλβανία με ξεκάθαρους ρόλους ανάμεσα στις φωνές. Οι παλαιότερες μουσικολογικές απόψεις επανεξετάζονται με βάση επιπλέον στοιχεία που προέρχονται από επιτόπια έρευνα στην περιοχή τής Βόρειας Πίνδου και της Θεσσαλίας. Επιπλέον επιχειρείται μέσα από τη μουσικολογική έρευνα να δοθεί ερμηνεία σχετικά με τους πιθανούς λόγους εξέλιξης της πολυφωνίας στις δύο αυτές μεγάλες ομάδες των Βλάχων.
Ο όρος «πολυφωνία» στην παραδοσιακή μουσική δεν αφορά τη στενή και πλέον συγκεκριμένη έννοια με την οποία χρησιμοποιείται στην ευρωπαϊκή μουσική. Σύμφωνα με την άποψη του Bruno Nettl, είναι περισσότερο δόκιμο να κάνουμε χρήση του όρου αυτού για οποιαδήποτε συνήχηση διαφορετικών τονικών υψών (Nettl 1977: 77).
Σκοποί του Μεγαλολιβαδιώτικου γάμου της δεκαετίας του ‘60
Οι σκοποί ενός Μεγαλολιβαδιώτικου γάμου της δεκαετίας του ’60 αποτελεί το περιεχόμενο του νέου μουσικού CD του Λαογραφικού Συλλόγου Μεγαλολιβαδιωτών Πάικου Θεσσαλονίκης αφιερωμένου στα πενηντάχρονα του Συλλόγου.
«…Η δεκαετία του ‘60 είναι αυτή που βρίσκει την πλειοψηφία των Μεγαλολιβαδιωτών στον κάμπο, διάσπαρτους και μόνιμα πλέον εγκατεστημένους στα αστικά κέντρα γύρω από το Πάϊκο, και κυρίως στη Θεσσαλονίκη. Ο γάμος (νούμτα), είναι το μεγάλο κοινωνικό γεγονός που δίνει την ευκαιρία ανταμώματος συγγενών και φίλων. Γίνεται με όλη τη σειρά που απαιτεί το γεγονός στους Βλάχους από τα Μεγάλα Λιβάδια του Πάϊκου Κιλκίς. Το βλάχικο γαμήλιο γλέντι (νούμτα αρμανεάσκα) γίνεται την παραμονή, χωριστά, στην αυλή του πατρικού σπιτιού του γαμπρού και της νύφης, συμμετέχουν δε σ’ αυτό τόσο οι συγγενείς (νουμτάρι) όσο και όλη η γειτονιά (βιτσίνα). Οι χάλκινες μουσικές μπάντες (όργανι) όπως του μπάρμπα Τάκη απ’ την Κλεισούρα, αλλά και άλλων από την υπόλοιπη Μακεδονία, εμπλουτίζουν και παντρεύουν τα διάφορα μουσικά ακούσματα του μεγάλου γεγονότος.