Σε αυτή την κατηγορία θα προβάλλονται ηλεκτρονικά βιβλία σχετικά με τους βλάχους

Θεόδωρος Αναστασίου Καβαλλιώτης (1718;-1789). Ο διδάσκαλος του γένους. Κερκίδης Ευστάθιος

Θεόδωρος Αναστασίου Καβαλλιώτης (1718;-1789). Ο διδάσκαλος του γένους. Κερκίδης ΕυστάθιοςΜε την παρούσα μελέτη προωθείται η έρευνα για την καταγωγή, τις σπουδές, την πολυμερή δραστηριότητα και το συγγραφικό έργο του "σοφολογιώτατου και αιδεσιμώτατου διδασκάλου, ιεροκήρυκος και πρωτόπαπα κυρίου Θεοδώρου Αναστασίου Καβαλλιώτου του Μοσχοπολίτου". Παρά τα ανακύπτοντα, λόγω της σιωπής των πηγών, προβλήματα, η έρευνα οδηγήθηκε για πρώτη φορά στη συστηματική βιογραφική αποκατάσταση του Καβαλλιώτη, με καθορισμό της περιόδου της ζωής του από το 1718 μέχρι το 1789 και τόπο γεννήσεως του τη Μοσχόπολη. Η Καβάλα πιθανόν υπήρξε η γενέτειρα του πατέρα του. Σπούδασε σε σημαντικά εκπαιδευτικά κέντρα της εποχής (Μοσχόπολη, Ιωάννινα) έχοντας ως δασκάλους κορυφαίους διανοητές (Χαλκέα, Λεοντιάδη, Βούλγαρη). Οπλισμένος με εξαιρετική μόρφωση επέστρεψε στην πατρίδα του περί το 1746 και δίδαξε στη Νέα Ακαδημία.

Βλάχοι και Κουτσόβλαχοι: ήτοι πραγματεία περί της καταγωγής και της προελεύσεως αυτών. Μιχαήλ Χρυσοχόου

Βλάχοι και Κουτσόβλαχοι : ήτοι πραγματεία περί της καταγωγής και της προελεύσεως αυτών μετά δύο γεωγραφικών πινάκων υπό Μιχαήλ Χρυσοχόου.Ο γεωγράφος-χαρτογράφος και ιστοριοδίφης Μιχαήλ Χρυσοχόου ή Χρυσικός (1834-1921), από τη Ζίτσα της Ηπείρου, ο οποίος δημοσίευσε πλήθος χαρτών και συνέταξε πλείστες γεωγραφικές μονογραφίες και τοπογραφικούς πίνακες, συνεισφέρει στην επιστήμη της ρωμανολογίας (βλαχολογίας) μία νέα οπτική θεώρηση των πραγμάτων, τη σκοπιά της ιστορικής γεωγραφίας.

Η πολιτισμική ταυτότητα των Ελλήνων στην Πελαγονία (1912 - 1930), Νικόλαος Βασιλειάδης

Η πολιτισμική ταυτότητα των Ελλήνων στην Πελαγονία (1912 - 1930), Νικόλαος ΒασιλειάδηςΟι Ρουμανίζοντες
Παρά την περιορισμένη εμπλοκή της Ρουμανίας στους Βαλκανικούς πολέμους, τηρουμένων πάντοτε των αναλογιών με τις άλλες βαλκανικές εθνότητες, αυτή κατόρθωσε, σε επίπεδο διπλωματικό-νομικό με κύρια έκφραση τη συνθήκη του Βουκουρεστίου, να κομίσει σημαντικά οφέλη, καθώς πέτυχε την παραχώρηση εκκλησιαστικής και εκπαιδευτικής αυτονομίας στους Κουτσοβλάχους, τους ευρισκόμενους στην επικράτεια των τριών άλλων κρατών (Ελλάδος, Σερβίας, Βουλγαρίας). Ουσιαστικά κατάφερε ώστε οι πληθυσμοί εκείνοι να ‘’πιστωθούν’’ σε αυτήν ως έχοντες ρουμανική καταγωγή, πραγματώνοντας, σε θεωρητικό πάντοτε επίπεδο, τον στόχο που επί αιώνες είχε θέσει και για την επίτευξη του οποίου είχε δαπανήσει τεράστια ποσά.134 Η παταγώδης αποτυχία της βέβαια στο πρακτικό πεδίο τελούσε σε πλήρη συνάρτηση με το γεγονός της ακμαίας ελληνικής εθνικής συνείδησης της συντριπτικής πλειονότητας των Κουτσοβλάχων, η ταυτότητα και το φρόνημα των οποίων δεν απαλλοτριωνόταν από κανένα χαρτί συνθήκης που υπογράφτηκε για εκείνους χωρίς τη δική τους συμμετοχή. Παράλληλα, προβλεπόταν και η σύσταση ιδιαίτερης ρουμανικής Αρχιεπισκοπής, ενώ τα εκπαιδευτικά ιδρύματα θα επιχορηγούνταν από την ρουμανική κυβέρνηση και θα τελούσαν υπό την επίβλεψη εκάστης των τριών κυβερνήσεων.135

Έλληνες στη Βιέννη 1780-1850, Βάσω Σειρηνίδου

Έλληνες στη Βιέννη, 1780-1850, Βάσω Σειρηνίδου «...Η ανάπτυξη εμπορικών μετακινήσεων από τα νοτιοδυτικά Βαλκάνια στην Κεντρική Ευρώπη υπήρξε μια διαδικασία που συγκροτήθηκε μέσα στην οθωμανική μακρά διάρκεια, έλαβε, όμως, ώθηση από την παγκόσμια οικονομική και πολιτική συγκυρία του δεύτερου μισού του 18ου αιώνα. Οι μετακινήσεις αυτές ξεκίνησαν από τους ελληνόφωνους και βλαχόφωνους ορθόδοξους οικισμούς του ορεινού και ημιορεινού χώρου της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας και έφεραν στις απαρχές τους το στοιχείο ενός ελλείμματος και μιας κρίσης στους τόπους προέλευσης. Ο προσανατολισμός στο εμπόριο αποτέλεσε σε μεγάλο βαθμό διέξοδο για το «περίσσευμα» του πληθυσμού που προέκυψε από τη διατάραξη της ισορροπίας μεταξύ αριθμού ψυχών και παραγωγικών αποθεμάτων, η οποία έγινε ιδιαίτερα αισθητή στις τοπικές οικονομίες στα τέλη του 16ου αιώνα και επιδεινώθηκε με τη γενικότερη οικονομική κρίση του 17ου αιώνα...»
«...Οι κύριοι φορείς της αποδημίας στη Βιέννη ήταν Έλληνες και Βλάχοι της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας, που ανήκαν στα ευπορότερα στρώματα των τοπικών τους κοινωνιών. Αυτοί λειτούργησαν ως μοχλός, που προκάλεσε τη συμμετοχή ευρύτερου πληθυσμού: υπηρετικού προσωπικού, νεαρών ανδρών, μαθητευόμενων και υπαλλήλων σε εμπορικούς οίκους, λιγότερο εύπορων εμπόρων.

Αναζήτηση