Η Επανάσταση του 1878 στο Λυκούρσιο της Ανω Ηπείρου

Η Επανάσταση του 1878 στο Λυκούρσιο της Ανω Ηπείρου, Τηλέμαχος ΛαχανάςΑν και δεν είμαι ιστορικός έπρεπε να γράψω το χρονικό για να αποδοθεί κάποτε φόρος τιμής στους ντόπιους και σε αυτούς που ήρθαν από μακρινά μέρη θυσιάζοντας εαυτούς για να λυτρωθεί αυτό το πανάρχαιο αλλά καταδικασμένο κομμάτι της ηπειρωτικής γης.

Να αποδοθεί φόρος τιμής στον ευγενή Ιταλό Λουδοβίκο Δε Κοντούρβια, στον Ιωάννη Βαρουξάκη από την Κρήτη, στον Νέστορα Κωνσταντίνο από τη Χιμάρα, στους βλαχοποιμένες αδελφούς Πίνα, στην ανώνυμη Λυκουρσιώτισσα που ρίχτηκε στον Καλεσιώτη με τα δύο τέκνα της (όπως οι Σουλιώτισσες), σε όλους τους ανώνυμους πεσόντες και φονευθέντες.
Έπρεπε να το γράψω και ως υποχρέωση προς αυτούς που λίγο γνωρίζουν ότι στις φλέβες τους κυλάει αίμα ηρώων. Σαράντα περίπου χρόνια, από το 1960, «όργωσα» σταυρωτά και ανακατωτά όλη την περιοχή των Αγίων Σαράντα και του Δελβίνου. Πολυβασανισμένη περιοχή. Κάθε σπιθαμή ποτισμένη με το αίμα αυτών που τα βάζαν με πανίσχυρες αυτοκρατορίες, μαζί και τους ντόπιους βασιβουζούκους.

Η Επανάσταση του 1878 στο Λυκούρσιο της Ανω Ηπείρου του Τηλέμαχου Λαχανά

Ήταν και είναι αυτόχθων πληθυσμός που ποτέ δεν έζησε σαν ραγιάς. Και όταν παμπέσικα τον σφάγιαζαν, και όταν του έκαιγαν τα πάντα για να τον αναγκάσουν να φύγει από την γη του, αυτός αντιστέκονταν, σήκωνε πρόχειρες τις καλύβες του και ξανάστηνε σπίτια λιθόκτιστα. Επιβίωσε και θα επιβιώσει, όσο και αν προσπαθούν να τον διώξουν ή να του αλλοιώσουν ταυτότητα, με συνεργούς τώρα και «δικούς μας» βασιβουζούκους.

Έπρεπε να το γράψω να παροτρύνω και όλους αυτούς τους διδάσκαλους που δίδασκαν ιστορία. Κάποτε έγραψαν τα ιστορικά των χωριών τους μέσα στο πλαίσιο που καθόριζε η δικτατορία. Σήμερα έχουν τη δυνατότητα να ψάξουν σε αρχεία και σε βιβλιοθήκες. Ας βιαστούν να συλλέξουν πληροφορίες από εκείνους που το φως στη καντήλα τους σιγοσβήνει, ας βιαστούν να διδαχτούν και να μας διδάξουν. Κομμάτι-κομμάτι να συρραφτούν όλα στοιχειοθετώντας την ιστορία που αλλιώς μας τη δίδαξαν. Διαφορετικά πώς να αντισταθούμε, και πώς να αντισταθούν οι γενιές που αφήνουμε πίσω, στους Αλβανούς, που όσο και αν θρέφουμε γι’ αυτούς αισθήματα αδερφοσύνης, θέλουν σώνει και καλά να μας πείσουν πως είμαστε «ερχόμενοι» στη γη των πατέρων μας ως κολίγοι και όχι αυτόχθων πληθυσμός; Όταν αυτοί ήρθαν σε δύσκολες εποχές για το έθνος τους, ακόμα και ως κατακτητές και ως άρπαγες, ενώ τον καιρό της Τουρκοκρατίας άλλαξαν και την πίστη τους για να γίνουν αγάδες και διώχτες μας, αγάδες σ’ αυτούς που τους φιλοξένησαν, τους θεώρησαν συγγενείς τους, όπως τους θεωρούμε ακόμα και σήμερα.

Για τον αναγνώστη ανοίγω δυο παράθυρα, παρελθόν και παρόν. Μέλλον για την κοινότητά δε βλέπω. Αποκομμένοι από το παρελθόν, αφού δε διδαχτήκαμε τίποτε, αποκομμένοι από το παρόν αφού δε διεκδικήσαμε τίποτε. Διαιρεμένοι όσο ποτέ, μας εκπροσωπούν άτομα με αλλοιωμένη συνείδηση, μας έσπειραν μίσος και μόνο μίσος.

Μέλλον για τον καθένα μας, εξαρτάται. Όσοι έμειναν στην ιδιαίτερη πατρίδα όπως μπορούν, όσοι έφυγαν όπου μπορέσουν. Αν και σιγά-σιγά μας απορροφάει το χωνευτήρι της παγκοσμιοποίησης.

Κάποιοι από τους Αλβανούς θα αντιδράσουν. Αυτοί που πιστεύουν ότι γεννηθήκαμε για υποτελείς τους και αυτοί που πιστεύουν ότι θίγεται η υπόληψή τους.
Στους μεν λέγω ότι πρέπει να αλλάξουν. Είναι κακό ν’ αναγκάζεις τον καλό γείτονα, απροστάτευτος από το κράτος που ζει και από αυτό που ανήκει, να υποχωρεί χωρίς ν’ αντιδράει ή να τρέπεται σε φυγή για να μη πάθει χειρότερα. Και περισσότερο όταν τον έζησαν 50 ολόκληρα χρόνια καθώς έδινε τα πάντα για την πατρίδα, καθώς πίστευε ότι θα γίνει παράδεισος, ότι όπως «όρισαν’ οι μεγάλοι της γης να είναι και δικιά του πατρίδα.

Στους δε λέγω βιάζονται. Αυτοί έπρεπε πρώτοι απ’ όλους να πάρουν το μέρος μας. Πως θα ένοιωθαν άραγε αν θα βρίσκονταν στη θέση μας; Περισσότερο τώρα που γνώρισαν και του Έλληνα την ψυχή, τον οποίο μισούσαν θανάσιμα. Τους άνοιξε την αγκάλη του, τους άνοιξε όλες τις πόρτες, άλλοι ευημερούν στην Ελλάδα κι’ άλλοι αναβαθμίζονται στην πατρίδα τους με τα χρήματα της Ελλάδας. Πως θ’ αντιδρούσαν αν κάποιοι «ερχόμενοι» θα καρπώνονταν τη γη των περιοχών τους σαν αποτέλεσμα πολλοί απ’ αυτούς να μη είχαν αυτό το δικαίωμα; Ας βάλουν τον εαυτό τους στη θέση μας. Ίσως να υποδείξουν στο Αλβανικό κράτος ότι μας διώχνει από τη γη των πατέρων μας, ότι μας αδικεί.

Είναι το πρώτο ιστορικό βιβλίο μου μέσα απ’ το οποίο ο αναγνώστης θα κομίσει πληροφορίες που αποδεικνύουν υπό ποιο «καθεστώς» βαρβαρότητας και τρομοκρατίας επιβίωνε την συγκεκριμένη περίοδο ο ελληνισμός των περιοχών μας. Γίνεται λόγος για μια επανάσταση που ως επίκεντρο είχε το Λυκούρσιο των Αγίων Σαράντα, επανάσταση που για λόγους που αναφέρονται στο βιβλίο απέτυχε καταλήγοντας σε σφαγή του άμαχου πληθυσμού και σε πυρπόληση του Λυκουρσίου και όλων των χωριών του Βούρκου και των Ριζών.

Η αλβανική ιστοριογραφία (αν και τότε δεν υπήρχε αλβανικό κράτος) την πυρπόληση του Λυκουρσίου, όπως συνήθως για όλα, την χρεώνει στους Έλληνες. Μάλιστα κάθε χρόνο έχει καθιερώσει και την μνημόνευση της επετείου, όταν τα αδιαμφισβήτητα στοιχεία που παρουσιάζονται αποδεικνύουν το αντίθετο. Μάλιστα οι «Τουρκαλβανοί», όπως τους αποκαλούσαν οι συγγραφείς και οι δημοσιογράφοι της περιόδου, αν και είχαν υποσχεθεί να βρεθούν στο πλευρό των επαναστατών, τέθηκαν υπό την σημαία των Τούρκων, προκαλώντας απάνθρωπα εγκλήματα στους αδελφούς τους Χριστιανούς.

Για να εγείρω το ενδιαφέρον του ευρύτερου κοινού και όχι μόνο των περιχώρων, με περιγραφές και φωτογραφίες, θεώρησα εύλογο να επισημάνω πως γνώρισα το Λυκούρσιο και ποια η τοποθεσία του στην γεωγραφία της ευρύτερης περιοχής. Επίσης την ιστορία της περιοχής από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και τον αρχαιολογικό χάρτη των περιχώρων που το περιβάλουν. Γίνεται ιδιαίτερη αναφορά για το «καθεστώς» που επιβίωσε η κοινότητά μας, κυρίως μετά το 1990, συμπεριλαμβάνοντας τα ιδιοκτησιακά και τα δημογραφικά προβλήματα. Επίσης για το πώς βλέπω το μέλλον της κοινότητάς μας ως μια αναμφισβήτητη πραγματικότητα, αν και μπορεί να υπάρχουν και αντιδράσεις.

Παρουσιάζονται συγκεκριμένα στοιχεία για την βάρβαρη συμπεριφορά των «Τουρκαλβανών» έναντι του χριστιανικού πληθυσμού των επαρχιών Δελβίνου, Αργυροκάστρου και των παράκτιων χωριών, τον 18ο αιώνα, την περίοδο 6 μήνες πριν την επανάσταση αλλά και μετά την επανάσταση. Στο τρίτο μέρος γίνεται αναφορά για την πολιτική του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους και την αρνητική στάση των τότε κυβερνήσεων έναντι των επαναστατημένων περιοχών, γεγονός που γνωρίζουμε ότι είχε και επακόλουθα.

Στο τέταρτο μέρος γίνεται αναφορά για όλο το χρονικό της επανάστασης, για το άδοξο τέλος της και τα εγκλήματα που διεπράχθησαν, καθώς και το χρονικό της αποχώρησης. Επίσης για τα συμπεράσματα της αποτυχίας και την απάνθρωπη συμπεριφορά των «Τουρκαλβανών» στην μετά επαναστατική περίοδο.

Το ιστορικό ολοκληρώνεται με το «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ» στο οποίο μέσα από τα αρχεία του ΥΠ. ΕΞ. Ελλάδος παρουσιάζονται εκθέσεις που στέλνονται προς τον τότε υπουργό εξωτερικών από το προξενείο της Ελλάδας στα Ιωάννινα και τα υποπροξενεία Αγίων Σαράντα και Αργυροκάστρου, καθώς και από τον νομάρχη Κέρκυρας. Επίσης η λίστα με 131 ονόματα των αιχμαλώτων που υπό συνθήκες βαρβαρότητας και ταπείνωσης οδηγήθηκαν στις φυλακές Ιωαννίνων.

Το βιβλίο κλείνει με 182 σελίδες και μια επισήμανση στο πίσω εξώφυλλο για όποιους σημερινούς Αλβανούς το διαβάσουν. Επειδή και μετά το 1990 επιβιώσαμε απαράδεχτες συμπεριφορές τρομοκρατίας, όπως γίνεται αναφορά και στο βιβλίο, ας λάβουν υπόψη τους ότι σεβόμαστε την «κοινή πατρίδα» στην οποία να ζούμε σαν «αδέρφια», χωρίς να σημαίνει ότι εμείς «ραγιάδες» και αυτοί «αγάδες».

Σχετικά με την Επανάσταση του 1878 στο Λυκούρσιο της Άνω Ηπείρου ο αλβανός συγγραφέας Bardho Hysenaj στο «Historia e Laberise» που εκδόθηκε το 2011 παρουσιάζει την δική του εκδοχή σύμφωνα με την οποία, απ ότι συμπεραίνω, η επανάσταση έγινε για να προσαρτηθεί η Ήπειρος στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον συγγραφέα οι ελληνικές δυνάμεις που αποβιβάστηκαν στο Λυκούρσιο αποτελούνταν από 800 στρατιώτες και 500 αντάρτες. Αφορμή να ξεσηκωθεί όλη η Λιαπουριά με επικεφαλής τους Idriz Alidhima, Rakip Gjocia και Rrapo Ciarciani από την Φουσιεμπάρδα, Islam Ferra από το Δέλβινο, Iljaz Tatzati, Myslim Gjoleka από το Κούτσι. Επίσης 3 ομάδες από το Ζιουλιάτι, 82 παιδιά από το Προγονάτι και όλοι οι τσοπάνοι που βρίσκονταν στο Δέλβινο και τους Αγίους Σαράντα, περισσότεροι από 1500 εθελοντές.

Ταυτόχρονα ο Mustafa Pasha Vliora είχε συγκεντρώσει στο Dukati από τα χωριά της Αυλώνας περίπου 8.000 αρματωμένους εθελοντές έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τυχών αποβίβαση Ελλήνων στην Χιμάρα. Το ίδιο αναφέρει για συγκέντρωση εθελοντών στα Εξαμίλια από την Καλιάσα, Τατζάτι, Βεργό, Κοπάτσεζα και Παλιοαυλή, υπό την ηγεσία του Myslim Gjoleka και Idriz Alidhima.

Αναφέρει επίσης ότι οι 1500 εθελοντές της Λιαπουριάς που πολέμησαν εναντίων των Ελλήνων στο Λυκούρσιο καθοδηγούνταν από τον Myslim Gjoleka με καπεταναίους τους Idriz Alidhima, Odhise Kasneci, Zerbin Ciakali, Polo Gjika, Hasim Zhupa κ.α. και ότι ουδέποτε ο Myslim Gjoleka πήρε 2000 λίρες.

Ο συγγραφέας αναφέρει πολλά και δικαίωμα του αν βασίζεται σε κάποιες πηγές που πρέπει να τις αναφέρει. Το μόνο που δεν αναφέρει όμως είναι ότι οι 1500 εθελοντές από την Λιαπουριά που συμμετείχαν στα γεγονότα του Λυκουρσίου, που σύμφωνα με το περιοδικό Leka ήταν περίπου 5.000, πολεμούσαν στο πλευρό των 6-7.000 τούρκων στρατιωτών, εκτός του πολεμικού πλοίου που βομβάρδιζε από την θάλασσα. Όπως αποφεύγει να αναφερθεί και την πυρπόληση σχεδόν όλων των χωριών του Βούρκου. Όσο για τους 800 έλληνες στρατιώτες ή δεν έχει υπόψη του ή αποφεύγει το γεγονός ότι η τότε ελληνική κυβέρνηση, που τα σύνορα της περιορίζονταν μόνο στην Πελοπόννησο, όχι μόνο που δεν ενεθάρρυνε την επανάσταση αλλά είχε δημιουργήσει στα όρια του κράτους της και αποσπάσματα να συλλαμβάνουν τυχών λιποτάχτες που θα προσπαθούσαν να περάσουν προς την Ήπειρο. Καμιά πηγή δεν αναφέρει για συμμετοχή 800 ελλήνων στρατιωτών. Απεναντίας ο αριθμός των επαναστατών δεν ξεπερνούσε τους 600, ή τους χίλιους σύμφωνα με το προαναφερόμενο περιοδικό. Σχετικά ο αναγνώστης ας συμπεράνει μέσα από τα στοιχεία που παρουσιάζονται στο βιβλίο μου.

Αναρωτιέμαι όμως για το πώς είναι δυνατόν οι διανοούμενοι παλιοί και νεώτεροι, πρωτίστως των Αγίων Σαράντα, να μην δείχνουν ενδιαφέρον για το βιβλίο ως οι απόγονοι και μαζί αποδέκτες εκείνων των γεγονότων με μοναδικό στόχο να διώξουν τους Τούρκους και να προστατεύσουν την γη τους από τους άρπαγες αγάδες στην υπηρεσία των Τούρκων. Όταν οι συμπατριώτες Αλβανοί, φυσικό εφόσον έτσι διδάχτηκαν και συνεχίζουν την ιστορία, κάθε χρόνο μνημονεύουν την επέτειο, μάλιστα όπως ακούω θέλουν να υψώσουν στο Λυκούρσιο και κάποιο μνημείο, ασχέτως αν προσβάλλεται η μνήμη εκείνων που σφαγιάστηκαν ή εκτοπίστηκαν από το Λυκούρσιο, ακόμα και των συντοπιτών τους μειονοτικών οι οποίοι το μόνο που επιθυμούν είναι να ζουν εν ειρήνη σαν αδέρφια και όχι ξανά οι μεν αγάδες και οι δε ραγιάδες.

Το βιβλίο μπορεί να το προμηθευτεί κανείς με 10€, συν τα έξοδα ταχυδρόμησης, ερχόμενος σε επικοινωνία με τον συγγραφέα, Τηλέμαχο Λαχανά, στο τηλέφωνο 6975544877

Τηλέμαχος Λαχανάς
Περισσότερα βιβλία του συγγραφέα:
Ανώνυμος και παρόν επιμένοντας
Το Βοδίνο της άνω Δρόπολης
Αιματοβαμένες Μονές
Πεσόντες υπέρ Πατρίδος στη λήθη απο Απάτριδες

Αναζήτηση