1996 - Μοσχόπολις - Πολιτισμικό κέντρο της Βαλκανικής, κιβωτός της Ρωμιοσύνης

Μοσχόπολη

Η Μοσχόπολη το 1742 από χαλκογραφία της εποχής

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Εισαγωγή - Έμποροι Μοσχοπολίτες - Τα γράμματα και οι τέχνες στη Μοσχόπολη - Η Διασπορά των Μοσχοπολιτών στη Βαλκανική - Μοσχοπολίτες Εθνικοί Ευεργέτες και Αγωνιστές 
Η Αναβίωση της πόλης και οι νέες καταστροφές του 1916-1920 - Η Μοσχόπολη του Σήμερα - Αντί Επιλόγου - Σύνταξη-Βιβλιογραφία

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ-ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ/ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ/ΜΑΪΟΣ-ΙΟΥΝΙΟΣ/ΙΟΥΛΙΟΣ-ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ/ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ-ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ/ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ

Εισαγωγή   uparrow
Η Μοσχόπολη στα τέλη Αυγούστου του 1888 όπως την είδε ο G. Weigand (G. Weigand, Clobus, 1897, Νο LXI)"... Ήταν 7 το πρωί 11 Σεπτεμβρίου 1796 όταν ξεκίνησα από την Κορυτσά για το Βεράτι... Έφθασα στις 8:45 στη Μοσχόπολη το όνομα της οποίας δίδεται σήμερα σε δύο μικρά ταλαίπωρα χωριουδάκια που χωρίζονται μεταξύ τους από ένα ρυάκι και κείμενα στις πλαγιές του Τομάρου... Είναι τα θλιβερά απομεινάρια, λείψανα μιας παλιάς και ωραίας άλλοτε εδώ βλαχόφωνης πολιτείας η οποία από αιώνες, όπως φαίνεται, ευδαιμονούσα κατείχε, πριν ακόμη την τουρκική κατάκτηση, την περικείμενη περιοχή... . Αναμφισβήτητα, κατοικήθηκε αιώνες πριν, από Βλαχόφωνους, όπως δείχνει και η τοποθεσία, δενδρώδης, προσήλια, υδατόρρυτη, ιδανικό περιβάλλον για κατασκήνωση νομαδικών ποιμνιοστασίων...
Έξωθεν όμως παρεμβάσεις, και εκβιασμοί των πέριξ αλαξοπιστούντων οδήγησαν τους τέως εκεί ευδαίμονες να πράξουν ότι και στα άλλα χωριά. Εγκατέλειψαν τα πάντα και αλλόφρονες διευθυνόμενοι προς το άγνωστο, μετακινήθηκαν εκεί όπου δεν υπήρχε επέμβασις και εκβιασμός προς αλλαξοπιστίαν..." (W. Leake, Travels in Northon Greece London 1835). Αυτά σημείωνε στο ημερολόγιο του πριν 200 ακριβώς χρόνια ο μεγάλος Άγγλος περιηγητής της νεώτερης Ελλάδας W. Leake, για την πόλη που αποτέλεσε το πολιτισμικό προπύργιο του ελληνισμού με γενικότερη ακτινοβολία σ όλη την υπόδουλη βαλκανική της Τουρκοκρατίας. Αυτή ήταν η πόλη που ονομάσθηκε από τους ιστορικούς "Αθήνα της Τουρκοκρατίας" λόγω του πλούτου, της παιδείας, του εμπορίου, των γραμμάτων και των τεχνών.
Η Σίπισχα γειτονική προς τη Μοσχόπολη Βλαχόφωνη πόλη με 30. 000 κατοίκους τo 1760 (από χαλκογραφία της εποχής)Η Μοσχόπολις (1330-1767) ήταν χτισμένη σε ένα καταπράσινο οροπέδιο σε υψόμετρο 1200 μέτρων στις ανατολικές πλαγιές του Οπάρεως όρους. Περιτριγυρισμένη από τον ορεινό όγκο του Τομάρου και της Οστροβιτσας αποτελεί κλασσική επιλογή χώρου για εγκατάσταση βλάχων. Υψόμετρο πάνω από 1200 μέτρα, ανατολική πρόσοψη για αποφυγή των βοριάδων, πολλά νερά και λιβάδια για τα κοπάδια. Ίδια ακριβώς αρχιτεκτονική όπως συναντάμε σε όλα τα μεγάλα βλαχόφωνα κέντρα της βαλκανικής όπως οι μεγάλοι ξένοι περιηγητές περιγράφουν. Γράμμοστα, Νικολίτσα, Λινοτόπι, Ντένισκο, Αβδελα, Περιβόλι, Σαμαρίνα, Σμίξη, Κρανιά, Φούρκα, Καλαρύτες, Συρράκο, Πισοδέρι, Νέβεσκα, Κλεισούρα, Σέλι, Λιβάδια, Μέτσοβο, Βλαχολείβαδο, Κοκινοπλός, Κρούσεβο, Μεγάροβο, Μιλόβιστα, Γκόπεσι κι σε όλα τα βλαχοχώρια της Ανατολικής Μακεδονίας.
Η πόλη ήταν διαιρεμένη σε 6 μεγάλες συνοικιες.
Στη συνοικία Σάρτζα εκεί όπου ήταν κι η Μητρόπολη, η Κοίμηση της Θεοτόκου, και ο ναός της Αγίας Παρασκευής. Στη συνοικία Ρούε εκεί που βρισκόταν και η εκκλησία του Αγίου Νικολάου.
Στη συνοικία Σκαμνελίκι όπου έμεναν βλάχοι από το Σκαμνέλι, της Ηπείρου. Στην ίδια συνοικία βρισκόταν και ο ναός του Αγίου Αθανασίου.
Η συνοικία του Μετσοβίκι κατοικείτο από Μετσοβίτες Βλάχους, και η οποία ήταν επέκταση της Σάρτζας. Στη συνοικία αυτή υπήρχαν οι εκκλησίες των Αγίων Μεγαλομαρτύρων Δημητρίου και Γεωργίου.
Επέκταση της συνοικίας του Σκαμνελικίου θεωρείτο και η συνοικία του Προφήτη Ηλία στην οποία είχε προσαρτηθεί και η νεοπαγής συνοικία της Ποστενανίκας, η οποία ποτέ δεν πρόφθασε να οργανωθεί.
Η συνοικία του Ήλιου ήταν εκεί όπου βρισκόταν και η εκκλησία των Ταξιαρχών.

Η πόλις βρίσκεται 24 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Κορυτσάς. Σύμφωνα με μαρτυρία του κώδικα της Μονής του Τιμίου Προδρόμου η Μοσχόπολη χτίστηκε γύρω στα 1330. Ονομαζόταν και Βοσκόπολη επειδή οι πρώτοι κάτοικοι της ήταν κτηνοτρόφοι.

Στα χρόνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας η Μοσχόπολη υπάγεται διοικητικά στο Βιλαέτι των Βιτολίων (Μοναστηρίου). Στα τέλη του 17ου και τις αρχές του 18ου αιώνα η Μοσχόπολη κατέστη το σημαντικότερο βιοτεχνικό, εμπορικό και πνευματικό κέντρο των κεντροδυτικών επαρχιών της Βαλκανικής. Το 1760 όταν η πόλη βρισκόταν στο απόγειο της δόξας και του μεγαλείου της, είχε δώδεκα συνοικίες, η κάθε μία με το δικό της όνομα, δώδεκα χιλιάδες σπίτια και 65. 000 κατοίκους. Τεράστια πλούτη συσσωρεύτηκαν στην πόλη και η ευμάρεια του πληθυσμού της έγινε γνωστή σε ολόκληρη τη Βαλκανική και Ευρώπη. Οι λόγοι ανάπτυξης της οφειλόταν κυρίως στον υψηλό βαθμό αυτοδιοίκησης, στις φορολογικές απαλλαγές, και στα ειδικά προνόμια, όπως απαγόρευση εισόδου τούρκων στην πόλη, που κατά καιρούς απέσπασαν οι κάτοικοι της από την Οθωμανική Πύλη. Η πόλη ανέπτυξε ένα από τα πιο δημοκρατικά και φιλελεύθερα κοινοτικά συστήματα. Η διαχείριση των κοινών γινόταν από τη Δημογεροντεία. Δώδεκα κοινοτικοί άρχοντες εκλεγόταν από όλο το λαό για ένα χρόνο, με βάση ειδικό κανονισμό που εγκρίθηκε από το κοινό της πόλης στα 1713 και αποτελείτο από 22 άρθρα. Ταυτόχρονα, σημαντικό ρόλο διεδραμάτιζαν οι συντεχνίες των εμπόρων και των βιοτεχνών, που με την πολιτική και κοινωνική τους δραστηριότητα διατηρούσαν τις απαραίτητες ισορροπίες ανάμεσα στους προύχοντες και το λαό.

Έμποροι Μοσχοπολίτες   uparrow
Φημισμένοι ήταν οι Μοσχοπολίτες έμποροι σε Δύση και Ανατολή. Σήμερα στο Δημόσιο Αρχείο της Πόλης της Βενετίας βρίσκουμε επιστολές Μοσχοπολιτών, γραμμένες όλες στα ελληνικά, διότι ελληνική ήταν η γλώσσα του εμπορίου των γραμμάτων και της εκκλησίας στα μέρη της Μοσχόπολης. Απ' αυτές τις επιστολές και τις εκθέσεις των Ενετών Προξένων του Δυρραχίου, Δυρράχιο το οποίο στα 1896 ο γάλλος περιηγητής Victor Berand αποκαλεί "λιμάνι των Βλάχων", μαθαίνουμε ονόματα εμπόρων Μοσχοπολιτών, οι οποίοι όλοι τους αδιακρίτως φέρονται υπό το όνομα, merchands grecs de Moschopolis όπως τους συναντάμε και στο αρχείο του Υπουργείου των Εξωτερικών της Γαλλίας. Εκεί μέσα αντικατοπτρίζεται το εμπόριο και οι αποδημίες των Μοσχοπολιτών. Σε επιστολή του που βρίσκεται στο Παρίσι, στο αρχείο του Υπουργείου των Εξωτερικών με ημερομηνία 8 Φεβρουαρίου 1699, ο Γάλλος Πρόξενος στο Δυρράχιο Comte προς τον υπουργό των Ναυτικών της Γαλλίας De Pontchartrain αναφέρει ότι:

"σε εκατό περίπου ανέρχονται οι έμποροι turcs et grecs οι εγκατεστημένοι σε κοινότητες κυρίως βλαχόφωνες. Τη Σκόδρα, το Ελβασάν, τη Μοσχόπολη, τη Σιάτιστα, τα Ιωάννινα και τη Θεσσαλονίκη συναλλασσόμενοι τακτικά με τη Βενετία και ίδιους έχοντες εκεί ανταποκριτές, toute de nation grecque, τους Κοττόνη, -Γεώργιο Κούμανο, Σταματέλλο, Καραγιάννη, Ιωάννη Βαλαή, Μιχαήλ Περούλη" κλπ.

Οι ανωτέρω έμποροι εκφορτώνουν στη Βενετία ετησίως 2.000 κυντάλια κερί, 1500 κυντάλια μαλλί πρώτης τάξεως, μετάξι, δέρματα, και φορτώνουν για το Δυρράχιο 1500 τόπια, τσόχα Βενετικής, επί τούτου εξαιρετικά κατασκευασμένης στη Βενετία κατά παραγγελία αυτών, για ιδιαίτερη επιτόπια χρήση και κατασκευή τοπικών ενδυμασιών. Αναφέρει επίσης ότι τα σκάφη που χρησιμοποιούνται είναι συνήθως γαλλικά, αγγλικά, ολλανδικά και από τη Ραγκούσα. Ονόματα από αυτούς τους εμπόρους απαντώνται στις πηγές του ενετικού αρχείου όπως αυτού του Πάνου Βαράκου βλαχοφώνου Ηπειρώτη, κάτοικο Ιωαννίνων, τον οποίο τον γιο του, ο έμπορος Μιχαήλ Γλυκύς στέλνει προς τον εν Βενετία πατέρα του Νικόλαο Γλυκύ με το παρακάτω μήνυμα:

"Ιωάννινα 10 Μαρτίου 1681... είχα γράψει την αφεντία σου, πως στέλνω ένα πεδί, το οποίο είνε βλαχόπουλο, ανεψιός του κυρ Πάνου Μπαράκου και είναι πολλί καλλό δουλευτάρικο, ως εδώ το επροβάρισα και ενεμπιστεμένο, ηξεύρη και γράμματα, το οποίο λογιάζω να είναι απροπόζιτο δια την στάμπα.... "

Συναντάμε επιστολές που υπογράφουν Μοσχοπολίτες, οι Νικόλαος Θεοδώρου, Δημήτριος Κωνσταντίνου αδελφός του Βένδου, Αδάμ Δημητρίου. Από το 1697 αναφέρονται άλλες επιστολές που υπογράφουν οι Ιωάννης Γεωργίου, Νικόλαος Σταύρου, Δήμος και Δημήτριος Μοσχοπολίτης, Νικόλαος Δέδου από την Αχρίδα, που διατηρεί σχέση με την οικογένεια Θεόδωρου Μπέντου από τη Μοσχόπολη. Οι επιστολές, ελληνικά πάντοτε γραμμένες, απευθύνονται προς κάποιον Τζώρτζι Κούμανο ο οποίος κατοικεί στη Βενετία, ανταποκριτής και πράκτορας των Μοσχοπολιτών εμπόρων.
Οι Μοσχοπολίτες έμποροι της Βενετίας διαμένουν στην Calle degli Albanesi μαζί με άλλους Βλαχόφωνους Έλληνες από την Σκόδρα, το Δυρράχιο, την Αυλώνα, το Μπεράτι, το Ελβασάν, την Κρόγια, την Καβάγια, την Αχρίδα τη Μακεδονία. Όλοι αυτοί μένουν στη συνοικία του San Provolo, κοντά στην ορθόδοξη εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, San Giorgio dei Greci και κοντά στο Φλαγγινιανό Φροντιστήριο, όπου εκεί πολλοί Μοσχοπολίτες μαθήτευσαν και μεταλαμπάδευσαν τα φώτα τους στη Μοσχόπολη. Στα 1700 συναντάμε στο Δυρράχιο τον Ενετό Πρόξενο Pietro Roza, ο οποίος διατηρεί στενές σχέσεις με εμπόρους Μοσχοπολίτες (mercanti moscopolitani) όπως τον Γεώργιο Γήρα (Giorgio Gira), Δημήτριο και Σίμο Γεωργίου (Dimitri et Simo Giorgio), Ιωάννη και Δημήτριο Παππά (Gianni Giorgio Ραρρα), Δημήτριο και Κώστα Μπιζούκα (Dimitrί et Costa Bisuca). Άλλοι έμποροι με τους οποίους έρχεται σε επαφή είναι ο Γεώργιος Βρέτος (Giorgio Vreto mercante da Voscopolί), Μιχαήλ Σίμο Γεωργίου (Micali Simo Giorgio da Voscopoli) όπως και Ιωάννη Σιγούνα (Ioanni Siguna da Moscopoli). Ταυτόχρονα με τους Μοσχοπολίτες στα εν λόγω έγγραφα εμφανίζονται και άλλοι βλαχόφωνοι έμποροι από την Αχρίδα και Μολόβιστα, όπως η οικογένεια Ντέντου, Γεωργίου Παππά Πάνου, Ναούμ Μιχαήλ, Ηλίας Κώτσου, Κώνστας Δήμου. Οι έμποροι Μοσχοπολίτες φθάνουν σ όλα τα Βαλκάνια.
Χαρακτηριστική είναι η επιστολή του Αλεξίου Γεωργίου από τη Μοσχόπολη την 27η Ιουνίου 1697 προς τον εν Βενετία Τζώρτζη Κούμανον
"...Ο πατέρας μου σκέπτεται να μεταβή κατά το τρέχον έτος στη Βλαχία όπως προμηθευθεί κερί, και ο αδελφός σκέπτεται να ταξιδεύσει στη Βοσνία και ελπίζουμε θεού βοηθούντος Θα εύρουν και Θα αγοράσουν εμπόρευμα εν αφθονία...."
Αργά και σταθερά ο πλούτος συσσωρεύεται στη Μοσχόπολη. Η άνθηση των γραμμάτων και των τεχνών δεν θα αργήσει.

Τα γράμματα και οι τέχνες στη Μοσχόπολη   uparrow
Από τα μέσα περίπου του 17ου αιώνα λειτουργούν στη Μοσχόπολη σχολεία στοιχειώδους εκπαίδευσης. Με βεβαιότητα γνωρίζουμε ότι γύρω στα 1700 ιδρύεται στη Μοσχόπολη με δαπάνη των αποδήμων Μοσχοπολιτών, Σχολή με την επωνυμία "Ελληνικόν Φροντιστήριον". Πρώτος δάσκαλος και σχολάρχης υπήρξε ο Χρύσανθος ο Ηπειρώτης, τον οποίο διαδέχθηκε στα 1724 ο καταγόμενος από τα Γιάννενα Νικόλαος Σύγνης. Στα 1730 διδάσκει στην ίδια σχολή ο Μοσχοπολίτης λόγιος Ιωάννης Χαλκεύς που είχε χρηματίσει κατά καιρούς καθηγητής και διευθυντής της Φλαγγινείου Σχολής της Βενετίας. Στην εποχή αυτή άρχισε να διδάσκεται η Φιλοσοφία, σύμφωνα με την νεο-αριστοτελική μέθοδο. Το 1738, τη διεύθυνση της σχολής αναλαμβάνει ο Σεβαστός Λεοντιάδης, ο οποίος εκτός της Φιλοσοφίας αρχίζει και διδάσκει αρχαία ελληνική φιλολογία. Στα 1744 στην ως τότε σχολή των εγκυκλίων μαθημάτων προστίθεται και ένας ανώτερος κύκλος σπουδών. Από τη χρονιά αυτή και μετά, το ελληνικό σχολείο της Μοσχόπολης παίρνει την ονομασία Νέα Ακαδημία, η οποία έμελλε να εξελιχθεί σε ένα από τα περιφημότερα και καλύτερα οργανωμένα σχολεία που λειτουργούσαν τότε στους κόλπους του υπόδουλου ελληνισμού. Τον επόμενο χρόνο με πρωτοβουλία του Μητροπολίτη Αχριδών Ιωάσαφ, άρχισε η συγκέντρωση χρημάτων για την ανέγερση νέου διδακτηρίου που θα κάλυπτε τις ολοένα και μεγαλύτερες ανάγκες της σχολής. Το 1750 εγκαινιάζεται το νέο κτίριο. Για το μέγεθος και την λαμπρότητά του χαρακτηρίζεται σαν ο "άκρος στολισμός της πολιτείας". Το μεγαλόπρεπο κτίριο ήταν λιθόχτιστο κατά την τοπική αρχιτεκτονική, στη μέση της πόλης, με σαράντα αίθουσες διδασκαλίας και ευρύχωρες αυλές. Περιλάμβανε επίσης διαμερίσματα για τους δασκάλους, θαλάμους για οικοτρόφους μαθητές, βιβλιοθήκη στην οποία συγκεντρώθηκαν με δωρεές και αγορές χιλιάδες τόμοι βιβλίων.
Η νέα περίοδος που άρχισε με την ανέγερση του διδακτηρίου στα 1750, υπήρξε αναμφίβολα περίοδος ακμής και παμβαλκανικής ακτινοβολίας. Τη διεύθυνση της σχολής από το 1748 έχει αναλάβει ο λαμπρός λόγιος Θεόδωρος Καβαλιώτης. Ο νέος σχολάρχης, μαθητής του Ευγένιου Βούλγαρη, φροντίζει από την αρχή της Θητείας του να εμπλουτίσει το πρόγραμμα σπουδών με νέα μαθήματα σύμφωνα με τις αντιλήψεις και τις νέες ιδέες που κυκλοφορούν στην Ευρώπη. Την περίοδο αυτή μαθαίνουμε ότι στον ανώτερο κύκλο σπουδών διδάσκονται, αρχαία ελληνική γλώσσα και φιλολογία, φιλοσοφία (λογική ηθική μεταφυσική), θεολογία, μαθηματικά, φυσική, λατινικά, ποίηση και ρητορική. Το διδακτικό έργο του Θεόδωρου Καβαλιώτη συνεπικουρούν τρεις υποδιδάσκαλοι ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζει ο ιερομόναχος Γρηγόριος Κωνσταντινίδης ιδρυτής του περίφημου Τυπογραφείου της Μοσχόπολης στα 1720.
Αξιοσημείωτη παραμένει κατά την ίδια περίοδο κι η εκδοτική δραστηριότητα του Τυπογραφείου της Μοσχόπολης. Το τυπογραφείο αυτό είναι το δεύτερο ελληνικό τυπογραφείο της Βαλκανικής, το πρώτο είχε ιδρυθεί στην Κωνσταντινούπολη από τον Πατριάρχη Κύριλλο Λούκαρη το 1627, και το μοναδικό που λειτουργεί στις αρχές του 18ου αιώνα (1730) μέσα στις τουρκοκρατούμενες ελληνικές χώρες. Από τα πιεστήρια του τυπογραφείου αυτού εκδόθηκαν συνολικά, τουλάχιστον από όσα γνωρίζουμε μέχρι σήμερα, 22 βιβλία, από τα οποία τα 20 είναι θεολογικού περιεχομένου και τα υπόλοιπα δύο "γραμματικά". Θα πρέπει να θεωρηθεί ότι το τυπογραφείο ιδρύθηκε για να εξυπηρετήσει όχι μόνο τις ανάγκες των ελληνικών σχολείων της Μοσχόπολης αλλά στόχευε επίσης στην εμπέδωση της ορθόδοξης Χριστιανικής Πίστης, στην αντίσταση κατά των μαζικών εξισλαμισμών της περιόδου εκείνης που στόχευαν το Αλβανικό στοιχείο της περιοχής όπως επίσης και την αντίσταση κατά της Παππικής εξάπλωσης.
Αξιολογότατη ήταν και η περίφημη Βιβλιοθήκη της Μοσχοπόλεως. Περιείχε σπάνια χειρόγραφα εκκλησιαστικών κειμένων, εκδόσεις ελλήνων συγγραφέων, πολύτιμους κώδικες και έγγραφα όπου διαφαίνονται οι στενοί δεσμοί της Μοσχόπολης με την Τεργέστη, τη Βενετία, τη Βιέννη, τη Βούδα, την Πέστη. Κατά την πρώτη καταστροφή της Μοσχόπολης, το 1769, όσα βιβλία ή χειρόγραφα διασώθηκαν συγκεντρώθηκαν σε κελιά του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στη συνοικία της Σάρτζας. ʼλλα βρέθηκαν αργότερα στη βιβλιοθήκη του Ελληνικού Γυμνασίου της Κορυτσάς. Τα τελευταία λείψανα της βιβλιοθήκης που υπολογίζονταν σε 1. 700 τόμους καταστράφηκαν οριστικά στη δεύτερη καταστροφή του 1916 στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου. Μεγάλος χορηγός της βιβλιοθήκης της Μοσχόπολης ήταν ο Τραπεζίτης της Βιέννης και μεγάλος ευεργέτης του ελληνικού έθνους, βλάχος Μοσχοπολίτης ο Γεώργιος Σίνας. Επίσης σημαντικές ήταν και οι χορηγίες προς αυτήν, του επίσης Μοσχοπολίτη Μητροπολίτη Δυρραχείου Γρηγορίου Κωνσταντινίδη.
Κατά την περίοδο της μεγάλης πνευματικής ανάπτυξης της Ακαδημίας της Μοσχόπολης, άξιο ιδιαίτερης μνείας είναι το γεγονός ότι γίνονται αξιόλογες προσπάθειες από τους καθηγητές της και ιδιαίτερα από τον Θεόδωρο Καβαλιώτη για την πρώτη καταγραφή και μελέτη, πέραν του τοπικού μητρικού γλωσσικού ιδιώματος των βλαχοφώνων κατοίκων της Μοσχόπολης, και των γλωσσών των γύρω περιοχών, όπως των Αλβανών και Σλάβων. Για λόγους καθαρά διδακτικούς και μορφωτικούς συντάσσει την περίφημη "Πρωτοπειρία" του που εκδίδεται στη Βενετία το 1770 ένα μόλις χρόνο μετά την καταστροφή της Μοσχόπολης. Στο έργο του αυτό ο Καβαλιώτης συντάσσει ένα μικρό τρίγλωσσο λεξικό ελληνικό, βλαχικό, αλβανικό, το οποίο έργο του θα συνεχίσει τριάντα χρόνια αργότερα ο επίσης καθηγητής της σχολής, Δανιήλ Μοσχοπολίτης ο οποίος θα εκδόσει στη Βιέννη αντίστοιχο λεξικό που θα περιλαμβάνει επιπλέον και την Βουλγαρική γλώσσα.
Οι προσπάθειες αυτές των καθηγητών της Νέας Ακαδημίας της Μοσχόπολης να καταγράφουν και να μελετήσουν, παράλληλα με την ελληνική, και τη μητρική γλώσσα των παιδιών που σπούδαζαν στο περίφημο σχολείο της πόλης, αποδεικνύουν όχι μόνο την ευρύτητα των αντιλήψεων του διδακτικού προσωπικού της, αλλά και το πνευματικό έργο που επιτελούσε η σχολή αυτή σε μια ευαίσθητη περιοχή της κεντροδυτκής Βαλκανικής όπου συνυπήρχαν αδιακρίτως Έλληνες, Αλβανοί και Σλάβοι.

Η Διασπορά των Μοσχοπολιτών στη Βαλκανική   uparrow
"... Αισθάνθηκα πλημμυρισμένα με βαθύτατη συγκίνηση τα μάτια μου, ατενίζων πέριξ μου μία άμορφο μάζα ερειπίων οικίων, επάνω στους επτά λόφους του διακυμαινόμενου εκείνου οροπεδίου... Είναι σκορπισμένα τα λείψανα του παρελθόντος μεγαλείου της Μοσχοπόλεως, διαλαλούντα ακόμη, με την πένθιμο σιγήν των, την θαυμαστή ονειρώδη ακτινοβολία, ενός απροσδόκητου πολιτισμού, που έσβησε σαν λαμπρό μετέωρο κατά το 1769... "
Έτσι περιέγραφε ο αρχιμ. Δημήτριος Καλλίμαχος το 1913 στα απομνημονεύματα του τη Μοσχόπολη. Η Μοσχόπολη καταστράφηκε το 1769 από ομάδες ατάκτων. Βρισκόμενη στη δίνη γεωπολιτικών γεγονότων ανάμεσα στις διάφορες φατρίες του Οθωμανικού καθεστώτος η πόλη εγκαταλήφθηκε και καταστράφηκε ολοσχερώς.
Μαζί με τη Μoσχόπολη εγκαταλείπονται σημαντικές βλαχόφωνες πολιτείες όπως η Γράμμοστα, το Λινοτόπι, και η Νικολίτσα. Κύμματα προσφύγων κατακλύζουν τη Μακεδονία αλλά και διάφορες άλλες περιοχές της Βαλκανικής. Στην Άνω Μακεδονία, οι Βλαχόφωνοι εγκαθίστανται στο Μοναστήρι και στις γύρω περιοχές. Εκεί ιδρύουν περίφημες πολιτείες όπως το Κρούσεβο, το Μεγάροβο, τα βλαχόφωνα χωριά του όρους Περιστέρι. Στη Δυτική Μακεδονία Μοσχοπολίτες φθάνουν στη Σιάτιστα, αλλά ιδρύουν και νέες πολιτείες όπως τη Νέβεσκα και τη Κλεισούρα. Στη Κεντρική Μακεδονία εγκαθίστανται στο Πάϊκο και ιδρύουν τα Μεγάλα Λιβάδια. Στην Ανατολική Μακεδονία θα συναντήσουμε Μοσχοπολίτες στις Σέρρες, σημαντικό εμπορικό κέντρο της εποχής εκείνης, στην Καβάλα μέχρι και την Αδριανούπολη. Κύμματα Μοσχοπολιτών και Γραμμοστιάνων προσφύγων θα φθάσουν στην περιοχή Άνω Νευροκοπίου και θα ιδρύσουν το Παπά-Τσαϊρ. Όλα αυτά τα Βλαχόφωνα κέντρα της Μακεδονίας με την μεγάλη ανάπτυξή τους στην κτηνοτροφία, το εμπόριο, την αργυροχρυσοχοϊα, τα ελληνικά γράμματα και τις τέχνες θα αποτελέσουν σημαντικά προπύργια του ελληνισμού στις μετέπειτα επερχόμενες γεωπολιτικές εξελίξεις σ αυτόν τον ευαίσθητο χώρο της Βαλκανικής. Όταν το ελληνικό εθνικό κέντρο βρισκόταν πολύ μακριά από τις τεκταινόμενες εξελίξεις απορροφημένο στα αιώνια προβλήματα του, οι βλαχόφωνες αυτές πολιτείες κρατούσαν, συνάμα με τους υπόλοιπους ντόπιους ελληνικούς πληθυσμούς, ψηλά τη σημαία της Ρωμιοσύνης άξιοι και περήφανοι συνεχιστές της βυζαντινής παράδοσης.
Μοσχοπολίτες κατακλύζουν και όλα τα μεγάλα εμπορικά κέντρα της Βαλκανικής όπως το Βουκουρέστι, την Πέστη, τη Βούδα, ακόμη και τη Βιέννη. Ενισχύονται τα ελληνικά παροιμιακά κέντρα της Βαλκανικής και είναι σημαντικότατο γεγονός, ότι οι Μοσχοπολίτες κατέχουν περίοπτη θέσή ανάμεσα στους υπόλοιπους έλληνες. Ειδικότερα η Πέστη, στις όχθες του Δούναβη. προσελκύει μεγάλο αριθμό Μοσχοπολιτών. Σαν πόλη ελευθέρου εμπορίου (Freystadt) απολαμβάνει μεγάλων προνομίων και τραβά την προσοχή των Μοσχοπολιτών και πριν ακόμη την καταστροφή του 1769. Με βάση την Πέστη οι Μοσχοπολίτες καταστρώνουν δίκτυα συναλλαγών προς την Βιέννη, την Τεργέστη και προς ολόκληρη την Ευρώπη. Στερεώνουν επιπλέον την θέση τους, όταν πολιτογραφούνται σαν υπήκοοι του Αυστριακού κράτους και εξελίσσονται σε ανθηρή κοινότητα η οποία στα-επίσημα έγγραφα φέρεται σαν Ελληνοβλαχική (Griechischvalachiche Gemeide) ή Μακεδονική (Macedonier Gemeide in Pest).
Πριν την έλευση των Μοσχοπολιτών στην Πέστη οι Έλληνες πάροικοι εκκλησιάζονται από κοινού με τους Σέρβους στη Σερβική εκκλησία του Αγίου Γεωργίου της Πέστης, στη σερβική γλώσσα. Το 1774, οι 300 περίπου οικογένειες των ελλήνων προκρίτων της Πέστης, τα 2/3 εκ των οποίων Βλάχοι από τη Μακεδονία, υποβάλουν αναφορά στον Αυτοκράτορα της Αυστροουγγαρίας Φραγκίσκο τον Α΄ και ζητούν άδεια ιδρύσεως ναού ελληνικού. Το έγγραφο αίτημα τους, το οποίο ακόμη και σήμερα σώζεται στο αρχείο της ελληνικής εκκλησίας της Βουδαπέστης, γίνεται αποδεκτό. Από τις 32.454 αυστριακά φλωρίνια που μαζεύτηκαν σαν πρώτη συνεισφορά, οι 26.000 ήταν των Μοσχοπολιτών, 177 οικογένειες από τις 300. Στα αρχεία βλέπουμε ονόματα οικογενειών όπως: Αλέξανδρος Λέπωρας, Σοφία Λύκα, Γεώργιος Χριστοδούλου, Γεώργιος Μπογιατζής, Αδάμ Γκύνας, Μαούμ Μέσκας, Μιχαήλ Βέρος, Ανδρέας Γούλεν, Δημήτριος Παπάς, Γεώργιος Σαβέλσκη, Θεόδωρος Στάνκοβιτς, Ναούμ Φαρακάτος. Το 1790 επερατώθη ωραίος και μεγαλοπρεπέστατος ναός, η Κοίμηση της Θεοτόκου, δίπλα στον Δούναβη που ακόμη και σήμερα διατηρεί τη μεγαλοπρέπειά του. Στις 15 Αυγούστου του ίδιου έτους με μεγάλη επισημότητα γίνονται τα εγκαίνια του από τον επίσκοπο Βούδας Διονύσιο. Η πολυτέλεια του ναού είναι μυθώδης. Ογδόντα εικόνες των αγιογράφων αδελφών Ιωάννου και Νικολάου από τη Νάξο, κοσμούν το τέμπλο του ναού. Πολλά τα αναθήματα και τα αφιερώματα που ακόμη και σήμερα ο επισκέπτης μπορεί να διαβάσει, όπως αυτό στη βάση του πολυελαίου:
Κλυτοι ομαιμονες ενθάδε θέντο
Θεώ, τοδε εδνον τωνδε Βρέτας
Γεώργιος όνόμα Παπαναούμη
εκ της εν Μακεδονία Μοσχοπόλεως, κατά το αωδ έτος.
Το 1872 ο Γεώργιος Σίνας ανεγείρη τριώροφο μέγαρο το οποίο αποφέρει υπέρ της Κοινότητας 150. 000 φράγκα εισόδημα ετησίως. Από όλα τα παραπάνω καταφαίνεται η εξαιρετική θέση που κατέχουν στην κοινότητα της Πέστης οι Μοσχοπολίτες. Τούτο αποδεικνύεται και από την ονομασία της Κοινότητας σαν Ελληνοβλαχική. Ως και ο τόπος των συνεδριάσεων φέρει την επιγραφή Αίθουσα συνεδριάσεων της Κοινότητας των Ελλήνων και Μακεδονοβλάχων μέσα στην οποία βρίσκονται αναρτημένες οι εικόνες των εφημερίων του πρώτου Μοσχοπολίτη Ιωάννη Βρέτα (1790-1794) μέχρι και του τελευταίου Γρηγορίου Γώγου.
Όπως αναφέρεται και στα αρχεία του Δήμου της Βουδαπέστης, τόσο ήταν τα πλούτη των εν Ουγγαρία Ελληνοβλάχων και υπολοίπων Ελλήνων συμπατριωτών των, ώστε οι Ούγγροι ανέκαθεν τους μνημόνευαν με τον όρο οι "πλούσιοι Έλληνες" (Gorogog Gazdagok). Κάθε δε έμπορο άλλης εθνότητας, όταν ήθελαν να αναφέρουν ότι είναι πλούσιος, τον έλεγαν Gorog, δηλαδή Έλληνα. Είχε ταυτισθεί λοιπόν, ο όρος πλούσιος με τον όρο Έλληνας.

Μοσχοπολίτες Εθνικοί Ευεργέτες και Αγωνιστές   uparrow
Ονομαστότερη των Μοσχοπολιτών εμπόρων και εθνικών ευεργετών, όχι μόνο της ιδιαιτέρας των πατρίδας, αλλά και του μετέπειτα νεοσύστατου ελληνικού κράτους, υπήρξε η οικογένεια Σίνα με κυριαρχούσες προσωπικότητες αυτές των Γεωργίου και Σίμωνα Σίνα.
Αρχηγός της οικογένειας Σίνα υπήρξε ο Σίμων Σίνας που γεννήθηκε στη Μοσχόπολη το 1753. Νέος φεύγει από την πόλη με τη γυναίκα του Ειρήνη Τυρκα στη Νύσσα (Ναϊσό) της Σερβίας. Εκεί γεννιέται ο γιος τους Γεώργιος το 1783. Όταν πεθαίνει η σύζυγος του, ο Σίμων στέλνει τον μικρό Γεώργιο στην αδελφή της γυναίκας του στις Σέρρες. Ο ίδιος αναχωρεί για τη Βιέννη όπου ασχολείται με το εμπόριο. Είναι τόσο σημαντική η οικονομική και επιχειρηματική παρουσία του στη Βιέννη που το 1818 παίρνει τον τίτλο του Βαρώνου. Πεθαίνει το 1822. Την εμπορική δραστηριότητα του πατέρα του ακολουθεί αντάξιος ο γιος του Γεώργιος (1783-1856), ο οποίος αναδεικνύεται σε μεγάλος τραπεζίτης στη Βιέννη. Αναγορεύεται βαρώνος της Αυστρίας σ όλη του όμως τη ζωή παραμένει γνήσιος Μοσχοπολίτης. Συχνά εξομολογείται "... Μόνο τον τίτλο και τα παράσημα, τα οποία δεν εκπροσωπούν πάντοτε την αξία μου, μου έδωσε ο τόπος αυτός. Τον πλούτο μου απόχτησα με τον ιδρώτα του προσώπου μου ως Μοσχοπολίτης. Στην καταγωγή μου αυτή οφείλω την αξία μου και με αυτήν έχω θησαυρίσει τον πλούτο μου...". Η Αυστροουγγαρία κατά τους πολέμους του Ναπολέοντα εξαντλείται οικονομικά.
Ο Γεώργιος Σίνας δανείζει την Αυστριακή κυβέρνηση και έτσι αποφεύγεται η οικονομική κατάρρευση της Αυστροουγγαρίας. Επίσης δωρίζει μεγάλη ποσότητα χρυσού στη νεοϊδρυθείσα Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Δωρίζει ποσά στην νέα πρωτεύουσα της Ελλάδος την Αθήνα και χτίζεται στο Λόφο των Νυμφών το Αστεροσκοπείο. Ο ίδιος ενισχύει την ιδιαίτερα του πατρίδα τη Μοσχόπολη, ακόμη και την Κοινότητα των Αμπελακίων που τα οικονομικά της κατατεθειμένα στην Τράπεζα της Βιέννης είχαν εκμηδενισθεί. Αγοράζει μεγάλες εκτάσεις στην Ουγγαρία. Σε εκτάσεις δικές του είναι χτισμένο σήμερα το ελληνικό χωριό Μπελογιάννης κοντά στα σύνορα με την Αυστρία. Ακόμη χρηματοδοτεί και εκμεταλλεύεται για μακρό χρονικό διάστημα την γέφυρα πάνω από τον Δούναβη που ενώνει τη Βούδα με την Πέστη και που σήμερα ακόμη δεσπόζει επιβλητικά στη σύγχρονη Βουδαπέστη.
Τον Γεώργιο Σίνα διαδέχεται ο γιος του Σίμων Σίνας (1810-1876) άξιος διάδοχος του τιμημένου πατέρα του. Το ίδιο πετυχημένος επιχειρηματίας της εποχής εκείνης, συνεχίζει το ευεργετικό του έργο με μεγάλες δωρεές προς την Ελληνική Κοινότητα της Πέστης, την Ελληνική κοινότητα της Βιέννης, έργο του οποίου είναι ο Ναός της Αγ. Τριάδας, αλλά και προς την ιδιαιτέρα του πατρίδα την Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστική η επιστολή του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδος Ιωάννη Καποδίστρια που τον Μάιο του 1830 εκφράζει την ευγνωμοσύνη της Ελληνικής Πολιτείας προς τον Σίμωνα Σίνα και τους Γρακόβλαχους της Βιέννης για τις μεγάλες δωρεές προς το έθνος.
Η επιστολή ακολουθεί ως εξής:
Ελληνική Πολιτεία. Ο Κυβερνήτης της Ελλάδος.
Αριθ. 766
Προς τον Κύριο Σίμωνα Τ. Σίναν.
Εδέχθημεν μετά πολλής ευγνωμοσύνης την ποσότητα των 2. 007/100 διαστήλων, τα οποία μετα των εν Βιέννη συμπολιτών σας Γραικο-Βλάχων, προσφέρετε δωρεάν εις τα δημόσια της Ελλάδος καταστήματα. Νομίζοντες δε και συμφερώτερον και προ πάντων ευάρεστων εις τους δωρητάς ν αφιερωθώσιν εις όφελος του Ορφανοτροφείου οι ετήσιοι τόκοι των κεφαλαίων τούτων, ασφαλισθέντων εις την Εθνική Τράπεζαν, διετάξάμεν την επί ταύτης Επιτροπήν να συνεννοηθή με τον εν Κερκύρα Κύριον Αναστάσιον Ι. Κόνιαρην άμα δε λάβη παρ αυτού την διαληφθείσαν ποσότητα, θέλει σας ειδοποιήσει. Εις το Ορφανοτροφείον παιδεύονται ήδη 500 ορφανά, και οι εξελθόντες μέχρι τούδε από το κατάστημα τούτο κατά την ιδιαιτέραν κλίσιν και ικανότητα έκαστος ενασχολούνται εις την ναυτικήν υπηρεσίαν και τας τέχνας και εργόχειρα, ή διδάσκονται εις τα εν Αιγίνη δύο Τυπικά σχολεία της αλληλοδιδακτικής και των ανωτέρων μαθημάτων. Εάν και άλλοι ομογενείς συνδράμωσι με την αυτήν προθυμίαν εις βοήθειαν των Ελληνοπαίδων, των οποίων γέμουσιν οι Ελληνικοί τόποι, και μάλιστα αι επαρχίαι, όπου υπήρχόν ποτέ πόλεις, τότε και τα διδακτικά καταστήματα θέλουν στερεωθεί και η επομένη γενεά θέλει λάβει αγωγήν αξίαν της μελλούσης τύχης, εις την οποίαν προσεκλήθη παρά της θείας προνοίας. Είθε το ιδικόν σας παράδειγμα και των εν αλλοδαπή Ελλήνων, όσοι συνεισφέρον φιλοτίμως υπέρ της εκπαιδεύσεως της Ελληνικής νεολαίας, να εγείρη και τους άλλους ομογενείς, οι οποίοι έχοντες τα αυτά προς την Πατρίδα αισθήματα δεν έδειξαν εισέτι δια των έργων τους οποίους τρέφουσιν υπέρ αυτής αγαθούς σκοπούς.
Εκφράζουμε προς σε, Κύριε, και δια σου προς του συμπολίτας σου Γραικο-Βλάχους, πολλήν ευγνωμοσύνην εκ μέρους των ορφανών, και παρ ημών την εξαίρετον υπόληψιν και τιμήν.
Εν Ναυπλίω την 16 Mαϊου 1830
Ο Κυβερνήτης Ι. Α. Καποδίστριας
Αποκορύφωμα των δωρεών του Σίμωνα Σίνα αποτελεί η ανέγερση του νεοκλασικού μεγάρου της Σιναίας Ακαδημίας που μέχρι σήμερα κοσμεί την πρωτεύουσα του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Είναι χαρακτηριστικές οι περιγραφές των ξένων περιηγητών που επισκέπτονται την Αθήνα σχετικά με το κτίσμα. Χαρακτηριστικά είναι τα απομνημονεύματα του Γερμανού Ed. Engel στο βιβλίο του (Griechische Fruhlingstage) Δρέσδη 1887 όπου μεταξύ των άλλων αναφέρει ότι "...Με τη Σιναία Ακαδημία, η νεότερη Αθήνα προκαλεί τη ζηλοτυπία όλων των πόλεων του κόσμου και ότι για ένα τέτοιο αρχιτεκτονικό καλλιτέχνημα θα χαίρονταν και οι Αθηναίοι του 5ου π. χ. αιώνα...".
Εκτός της οικογενείας των Σίνα σημαντικές είναι και άλλες προσωπικότητες Μοσχοπολιτών που παίζουν σημαντικό ρόλο στα γράμματα, το εμπόριο, τη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Χαρακτηριστικά αναφέρονται, πέραν των όσων έχουν μνημονευθεί, οι παρακάτω:
Αδάμης Ιωάννης: Ιατροφιλόσοφος στα μέσα του 15ου αιώνα μαθήτευσε στην πατρίδα του και κατόπιν στην Χάλλη της Σαξωνίας σπούδασε Ιατρική. Συνέγραψε και μετέφρασε έργα ξένων συγγραφέων. Βαϊνάκης Αθανάσιος: Διετέλεσε ιδιαίτερος γραμματέας ενός εκ των αδελφών Ορλώφ κατά την Επανάσταση του 1770. Βόγας Αναστάσιος και Μάρκος: Φεύγουν από τη Μοσχόπολη στα 1790 με σύσταση του πατριώτη τους Σίμωνα Σίνα. Εγκαθίστανται στα Βελεσσά της Μακεδονίας όπου εμπορεύονται με την Βιέννη και την Ιταλία. Από τους πρώτους φιλικούς ιδρύουν στα Βελεσσά Ναό, Μητροπολιτικό Μέγαρο και σχολεία για την εκπαίδευση των ελληνοπαίδων. Ζουπάν Κωνσταντίνος: Ανακηρύσσεται διδάκτορας της Ιατρικής Σχολής της Χάλλης Σαξωνίας το 1760. Προέρχετο από τη συνοικία των Σκαμνελιτών (Σκαμνελίτη) της Μοσχόπολης. Σώζεται πραγματεία του περί Σφυγμών. Ζουπάν Ναούμ και Γεώργιος: Αδέλφια του Κωνσταντίνου έμποροι εγκατεστημένοι στην Αδριανούπολη. Το 1800 δωρίζουν μεγάλη κτηματική περιουσία στην ιδιαίτερη πατρίδα τους για εκπαιδευτικούς σκοπούς. Καζαντζής Αναστάσιος: Συνέστησε με τον Γεώργιο Σίνα και τον Κιοπέκα Μιχαήλ αξιόλογη βιβλιοθήκη στη σχολή της Μοσχόπολης. Πέθανε στην Τεργέστη αφήνοντας την περιουσία του για σχολεία.Κωνσταντίνος Μοσχοπολίτης: Λόγιος, ιερομόναχος και δεινός ελληνιστής. Μαθητής του Ευγένιου Βούλγαρη διδάσκεται φιλοσοφία το 1753 στην Αθηνιάδα Σχολή. Διευθυντής της Νέας Ακαδημίας και του τυπογραφείου της Μονής του Αγίου Ναούμ. Μαντούκας Διονύσιος: Μητροπολίτης Καστοριάς το 1670. Μελέτησε φιλοσοφία και θεολογία. Γόνος αρχόντων Μοσχοπολιτών από όπου απ' αυτούς παίρνει το όνομα και το βουνό που συνδέει την Οστροβίτσα με το όρος Οπαρι, Κοάστα αλ Μαντούκα (πλαγιά όρους). Μαρτινιανός Ιωακείμ: Μητροπολίτης Ξάνθης στα 1930. Έγραψε το περίφημο μνημειώδες δίτομο έργο για την ιδιαίτερη πατρίδα του. ' Ουκούτας Κωνσταντίνος: Ιερέας στο Πόζναν της Πρωσίας (σημερινή Πολωνία). Εξέδωσε το 1797 στη Βιέννη ελληνοβλαχικό αλφαβητάρι. Παμπέρης Δημήτριος: Λόγιος του 18ου αιώνα. Φοίτησε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και έγινε γραμματέας του ηγεμόνα της Δακίας Μαυροκορδάτου. Συνέγραψε την Απαρίθμησιν λογίων γραικών την οποία εξέδωσε στο Αμβούργο με λατινική μετάφραση. Έγραψε επίσης τα Έτη εις την ασπίδα του Ηρακλέους, του Ησιόδου καθώς και πλήθος μελετών. Τέρπος Νεκτάριος: Ιερομόναχος του 18ου αιώνα. Συνέγραψε το Πίστις το οποίο εκδοθέν το 1750 στη Βενετία παροτρύνει τους χριστιανούς να μείνουν πιστοί και να μην αλλαξοπιστήσουν. Το 1779 εκδίδει στη Βενετία τα Θεολογικά Ζητήματα. Θεωρείται ο πρόδρομος του Παπά Κοσμά του Αιτωλού. Ντούμας Αντώνιος: Γόνος της οικογενείας Ντούμα της Βιέννης. Χρημάτισε αντιστράτηγος του Αυστριακού στρατού και το 1887 συγγράφει το βιβλίο Ελλάς - Μακεδονία - Νότιος Αλβανία. Σημαντική οικογένεια Μοσχοπολιτών είναι και αυτή των Σμολένσκη. Ο Σίμων Σμολένσκη εγκαθίσταται στα τέλη του 18ου αιώνα στην Ουγγαρία όπου το 1794 τιμάται από τον Φραγκίσκο το Β με τον τίτλο του βαρώνου. Ο γιος του Ιωάννης αναλαμβάνει και μεγαλώνει τις εμπορικέ δραστηριότητες του πατέρα του. Ο δευτερότοκος γιος του Σίμωνα ο Νικόλαος διευθύνει με τον αδελφό του τον οίκο στην Βιέννη. Ο γιος του Νικολάου, Σμολένσκη Λεωνίδας (18θ6-1882) έρχεται και κατατάσσεται το 1830 στον ελληνικό στρατό. Διετέλεσε υπουργός των στρατιωτικών και πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου. Ο γιος του Λεωνίδα, Νικόλαος (1839-1921) φοιτά στη σχολή Ευελπίδων και δημιουργεί λαμπρή καριέρα στο Στρατό και την πολιτική. Διετέλεσε βουλευτής και αρχηγός του Στρατού Ηπείρου το 1897. Ο Σμολένσκη Κωνσταντίνος (1843-1915) γιος κι αυτός του Λεωνίδα εφοίτησε και αυτός στη σχολή Ευελπίδων από την οποίων είχε αποβληθεί λόγου του ζωηρού του χαρακτήρα. Στη συνέχεια φοίτησε στη στρατιωτική σχολή του Βελγίου. Στον ατυχή πόλεμο του 1897 διακρίνεται στα Φάρσαλα και το Βελεστίνο και προάγεται σε στρατηγό. Χρημάτισε και καθηγητής της Σχολής Ευελπίδων. Ο Μοσχοπολίτης Θεόφραστος Γεωργιάδης στο έργο του Μοσχόπολις Αθήνα, 1975 μας πληροφορεί ότι "... όταν το 1911 τον είχα επισκεφθεί, με πατριωτικό ενδιαφέρον μου ζητούσε να μάθει λεπτομέρειες για την Μοσχόπολη, από την οποία είχαν αποδημήσει ο προπάππους του στην Ουγγαρία..."

Η Αναβίωση της πόλης και οι νέες καταστροφές τον 1916-1920   uparrow

Η Μοσχόπολη του 1767 (από παλαιά γκραβούρα της εποχής)Λίγους μήνες μετά την καταστροφή του 1769 επιστρέφουν στη Μοσχόπολη γύρω στις 5.000 κάτοικοί της που είχαν καταφύγει στα γύρω βουνά. Το ελληνικό σχολείο επαναλειτουργεί χωρίς όμως να αποκτήσει ποτέ τη φήμη και ακτινοβολία της παλιάς Ακαδημίας. Οι Μοσχοπολίτες όμως της διασποράς δεν ξεχνούν τη γενέτειρα τους. Στα 1840 με οικονομική ενίσχυσή τους, κυρίως εκ μέρους του Γεωργίου Σίνα ανεγείρουν το νέο κτίριο του ελληνικού σχολείου στο οποίο στεγάστηκαν το Νηπιαγωγείο, το Παρθεναγωγείο, και το Ημιγυμνάσιο της πόλης. Το νέο σχολείο λειτούργησε χωρίς κλυδωνισμούς ως το 1916 όταν η πολύπαθη Μοσχόπολη καταστρέφεται από τα άτακτα σώματα του Αλβανού Σαλή Μπούτκα στα πλαίσια επιχειρήσεων του Α Παγκοσμίου πολέμου. Χαρακτηριστικές είναι οι επιστολές που ανταλλάσσονται ανάμεσα στον Σαλή Μπούτκα και τους Μοσχοπολίτες προκρίτους.
Λιάβδαρι 15 Οκτωβρίου 1916 

Προς τους Αζάδες χωρίου Μοσχοπόλεως
...Σας πληροφορώ ότι αύριο έρχομαι στη Μοσχοπολι. Ειδοποιήστε το λαό της ότι δεν έρχομαι για καταστροφή ούτε για λεηλασία αλλά έρχομαι να καταλάβω αυτήν και να υψώσω την Αλβανική σημαία εν ονόματι της Αλβανίας. Μάθετε καλώς ότι τα μέρη τυγχάνουν αλβανικά και όχι όπως φαντάζεσθε εσείς. Απόδειξη ότι η Ελλάς δύο φορές τα κατέλαβε τα μέρη αυτά και δύο φορές τα εγκατέλειψε. Μη γελασθεί κανείς από σας να ρίξει καμιά τουφεκιά εναντίον μας, διότι θα γίνει αίτιος να καεί το χωριό σας...
Σαλή Μπούτκα.
Στην Μοσχόπολη ήδη υπάρχουν εκπρόσωποι της Εθνικής Άμυνας του πρωθυπουργού Βενιζέλου. Συντετριμμένοι οι Μοσχοπολίτες πρόκριτοι συνυπογράφουν την απάντηση:
Αξιότιμε Σαλή Μπέη
Σας ειδοποιούμε ότι η επιστολή σας ελήφθη. Μάθετε ότι η Μοσχόπολις κατελήφθει επ ονόματι της Εθνικής Αμύνης και αν επιχειρήσεις να καταλάβει αυτήν θα αντισταθούμε. Υπογραφές: Αργύριος Βούζας Κ. Μαυρομμάτης, Παν. Ζησιάδης, Χρυσός Δούκας.
Οι Μοσχοπολίτες σιωπηλοί γνωρίζουν ότι ήρθε να πληρωθεί η εκ παραδόσεως περισωθείσα προφητεία του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, ο οποίος επισκεπτόμενος την πόλη στη μεγάλη δόξα της το 1760 προφήτευσε "... ελεύσεται ημέρα και η πόλις λεηλατηθήσεται και άχρι θεμελίων αυτής καταστραφήσεται". Διότι γνωρίζουν ότι η μοίρα της πόλης τους με αυτήν της Κορυτσάς, είχε χαραχθεί αλλού. Και ότι ο παρόντες αμυνίτες αρχηγοί δεν επρόκειτο να αντιμετωπίσουν τον εχθρό. Όπως και έγινε. Την επομένη, Κυριακή 16 Οκτωβρίου 1916, με την εμφάνιση των πρώτων ανδρών του Μπούτκα οι αμυνίτες σκόρπισαν και πήραν τον δρόμο για την Κορυτσά. Και έμειναν οι Μοσχοπολίτες πίσω για άλλη μια φορά να υπομείνουν μόνοι τους περήφανοι τη νέα καταστροφή της ένδοξης πόλης. Η καταστροφή ολοκληρώνεται τον Μάιο του 1920, από τον Γαλλικό στρατό. Ο Μοσχοπολίτης Θεόφραστος Γεωργιάδης αναφέρει : "...την τελευταία λεηλασία των εκκλησιών επίφεραν κατόπιν οι ευγενείς και πεπολιτισμένοι Γάλλοι οι οποίοι απεγύμνωσαν αυτές τελείως ποδοπατώντας κάθε Θείο και ιερόν αφού αξιωματικοί των απεγύμνωσαν τους ναούς από τα καλλιτεχνικά των τέμπλα, τα εικονοστάσια, τους άμβωνες και τις εικόνες, αποστείλαντες ταύτα εις τας πατρίδας των όπου ήδη κοσμούν τα Μουσεία αυτών..." Η πολύπαθη Μοσχόπολη, η επονομαζόμενη Αθήνα της Τουρκοκρατίας είχε δεχθεί το τελειωτικό της κτύπημα.
Παρακάτω ακολουθεί κατάσταση των φονευθέντων Μοσχοπολιτών κατά τη δεύτερη μεγάλη καταστροφή της Μοσχόπολης.
Κων/νος Θεοχάρης, Αγγελής Θ. Πίνας, Παναγιώτης Κ Πiνας, Κων/νος Σταύρου Τζιάνας, Πέτρος Γιαννάκης (πατήρ), Ιωάννης Πέτρου Γιαννάκης (υιός), Κώστας Γινώσης, Κοσμάς Δέσπας-Αριστεiδης Δέσπας (αδέρφια), Σπύρος Ντόκας, Τέφας Μπάνης, Απόστολος Σiπισχας (πατήρ), Μήνας Απ. Σiπισχα (υιός), Μiχος Ντούκας και τα δύο παιδιά του, Μηνάς Ν. Φούντου, Χρήστος Γιάγκου, Νικόλαος Στiγκας, Βασίλειος Σiπισχας, Περικλής Μάρας, Ναούμ Πατιγιάγκας, Στυτήριος Πατιγιάκας, Σωτήριος Αiας, Μπάνας Λιάρας, Νικόλαος Τσέρης, Δημήτριος Φiλης, Χρήστος Φiλης, Αδάμος Οσόγιας, Δημήτριος Κικικάση, Νικόλαος Μιντιλής, Δανιήλ Τζιούλης, Ιωάννης Ντούμας, Νικόλαος Ντούμας, Σώτας Σιόλας, Πέτρος Ντέρης, Μιχαήλ Νοβάκος, Αλέξιος Τζέκας, Αλέξιος Γκινiκαση, Αθανάσιος Νταλάκος, Ευάγγελος Κότζιας, Τέζια Μάρκου, Μπάνας Σάντας, Στέργιος Σκοντράνης, Γρηγόριος Πλάχας, Μάρκος Σκιούρτης, Γρηγόριος Πλάχας, Μάρκος Σκούρτης, Ναούμ Πiνας, Παρασκευή ΓκΣτα, Χρήστος Τερζής, Αναστάσιος Βερίκας, Αντώνιος Σκοτράνης.

Η Μοσχόπολη του Σήμερα   uparrow
Για κάποιον που έχει μελετήσει την ένδοξη ιστορίας της και επισκεφθεί σήμερα τη Μοσχόπολη αυτή αποτελεί σκιά του παλιού της μεγαλείου.
Η Μοσχόπολη της Νέας Ακαδημίας και του Ελληνικού Φροντιστηρίου, της Βιβλιοθήκης, του Τυπογραφείου της και του οικονομικού της πλούτου ξανάγινε σήμερα μία Βοσκόπολη. Έτσι όπως ονομάζονταν πριν 500 χρόνια όταν πρωτοϊδρύονταν από τους πρώτους βλαχόφωνους κτηνοτρόφους. Σήμερα είναι ένα χωριό 1.000 περίπου κατοίκων στο οποίο ζούνε αρμονικά οι επτακόσιοι βλαχόφωνοι και 300 αλβανοί κάτοικοί της. Απομεινάρια της ένδοξης ιστορίας της αποτελεί ακόμη και σήμερα ο θεσμός της Δημογεροντίας (Αούσλιι α Χοάριλι) με πρόεδρο αυτής τον Γιαννάκη Χαντζάρα. Λειτουργεί οκτατάξιο αλβανικό σχολείο ενώ το ελληνικό φροντιστήριο είναι μια μακρινή ανάμνηση που συναντάει κανείς στους γεροντότερους κατοίκους της. Οι εναπομείναντες ιεροί ναοί της μιλάνε ακόμη και σήμερα για το ένδοξο παρελθόν της πόλης. Βαριά η κληρονομιά για τον ντόπιο ιερέα παπά Θωμά Σαμαρά ο οποίος χειροτονημένος από τον Αρχιεπίσκοπο Τιρράνων και πάσης Αλβανίας, Αναστάσιο Γιαννουλάτο, καρτερικά προσπαθεί να ξαναζωντανέψει την ένδοξη παράδοση λειτουργώντας στους εναπομείναντες ναους. Θα άξιζε να αναφερθούμε στους ναούς αυτούς που αποτελούν ταυτόχρονα έως και σήμερα τους φορείς του ένδοξου πολιτισμού της ιστορικής βλαχοπολιτείας.
Ο ναός του Αγίου Νικολάου, λαμπρός και επιβλητικός, δεσπόζει στο κέντρο της Μοσχόπολης. Στο άνω μέρος της εσωτερικής πύλης του ναού διαβάζουμε. Ανιστορήθη ο ναός ούτος τω 175θ / επί του λογιωτάτου Μητροπολίτου Κοριτζάς κ. Νικηφόρου δια χειρός Κωνσταντίνου και Αθανασίου εκ Κοριτζάς. Βασιλικού ρυθμού, αγιογραφημένος από τον Δαυίδ Σελενίτσα (1726). Το τέμπλο του σώζεται ολόκληρο λείπουν όμως οι εικόνες του. Στα αριστερά της εσωτερικής πύλης εικονίζεται ο άρχοντας Μοσχοπολίτης Ευθύμιος Γκίτας ο οποίος είχε πρωτοστατήσει στην ανέγερση του ναού.
Ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, η παλαιά Μητρόπολη της πόλης, βρίσκεται στη συνοικία Σάρτζα. Στο ημικυκλικό άνω μέρος της εξωτερικής πύλης διαβάζουμε. "Ει μεν φίλος πέφυκας, εισελθε χαιρων, ει δε εχθρός και βάσκανος και γέμων δόλου πόρρω πέφευγε της πύλης ταύτης 1715".
Ο ναός του Αγίου Αθανασίου διατηρείται σε αρκετά καλή κατάσταση. Υπάρχουν αγιογραφίες και μία εικόνα του Αγίου επάνω από την κεντρική πύλη με χρονολογία 1721. Και εδώ στην εσωτερική πλευρά της πύλης του ναού διαβάζουμε. "Ανιστορήθη αυτή η στέγη εις 1745 / επιτροπεύοντος του Κυρ. Βρούστου Σωφρόνη / δια χειρός αυταδέλφων Κωνσταντίνου και Αθανασίου εν μηνί Ιουνίου 28".
Ο ναός των Ταξιαρχών διατηρεί ακόμη και σήμερα τη μεγαλοπρέπεια του. Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή του χτίσθηκε το 1720. Ο ναός έχει αρκετές αγιογραφίες αλλά λείπει εντελώς το τέμπλο του. Πιθανόν να κλάπηκε στις καταστροφές του 1916-1920.
Ο ναός του Αγίου Χαραλάμπους χτίστηκε το 1760. Κατά την παράδοση των Μοσχοπολιτών η εικόνα του ήταν θαυματουργή. Ο ναός του Προφήτη Ηλία δεσπόζει στη κορυφή ενός κατάφυτου λοφίσκου. Η ύπαρξη κατεστραμμένων κελιών γύρω από τον ναό δείχνει ότι στα χρόνια της ακμής της πόλης, ο ναός ήταν καθολικό Μονής. Συνεχόμενο μετά την εκκλησία. ήταν παλαιότερα και το παρεκκλήσι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρα. Υπο μορφή ερειπίων συναντάμε τους ναούς της Αγίας Παρασκευής και του Αγίου Δημητρίου..
Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου το 1767 (χαλκογραφία εποχής) Η Μονή του Τιμίου Προδρόμου είναι στενά συνδεδεμένη με την ιστορία της Μοσχόπολης. Σ αυτήν βρήκαν καταφύγιο τα γυναικόπαιδα κατά την καταστροφή του 1769. Η μονή αποτελεί και το αρχαιότερο μνημείο της πόλης. Πάνω από την κεντρική πύλη του κυρίως ναού στο εσωτερικό μέρος διαβάζουμε:
Ανεκαινίσθι ο θείος, και πάνσεπτος ναός ούτος
δια συνδρομάς και εξόδων του τιμιοτάτου και ευγενεστάτου
άρχοντος Κυρ. Κυρ. Γεωργίου Γκούτζο επί έτους ΖΡΜ 1692.
Ανεστορήθη και ενδόξου, προφήτου και βαπτιστού Ιωάννη
δια συνδρομίς κόπου και μόχθου του πανοσιατάτου και καθυγουμένου
κυρίου Αντωνίου ιερομονάχου και δια εξόδων του τιμιοτάτου και ευγενεστάτου
άρχοντος Κυρ. Μιχάλη ιός μακαρίτου Κώστα Μοναχού Καλινίκου
ένεκεν τις ψυχής αυτού άμα συμβίας και τέκνων αυτού Αρχιερατεύοντος του μακαριωτάτου αρχιεπισκόπου
της αγιοτάτης πρώτης Ιουστινιανής Αχριδών Κυρ. Κυρ. Εγνατίου
Επή αίτους 1659.

Από τις μαρτυρίες του κώδικα της Μονής φαίνεται ότι πρώτοι κτήτορές της ήσαν οι Γεώργιος Γκούτζιας, Μιχάλης Μελιγγέρης και ο ιερομόναχος Αντώνιος Σιπισχιώτης οι οποίοι έθεσαν τα θεμέλια της Μονής το 1634.
Ο Λογιότατος Μητροπολίτης Κορυτσάς, βλαχόφωνος, Ευλόγιος Κουρίλας αναφέρει ότι η Μονή γινόταν πολλές φορές τόπος συνόδων των Μητροπολιτών της περιοχής. Παρα τις καταστροφές και την εγκατάλειψη των τελευταίων σκληρών χρόνων του καθεστώτος Εμβερ Χότζα η Μονή διατηρεί τη μεγαλοπρέπεια της μαρτυρεί το μεγαλείο της ιστορικής Μοσχόπολης.

Αντί Επιλόγου   uparrow
Η Επτάλοφη και Φωτεινή Μοσχόπολη σήμερα δεν υπάρχει. Βρέθηκε κάποτε στα όρια του ελληνισμού της Άνω Μακεδονίας. Όταν στην Νότια Ελλάδα στήνονταν τα γνωστά μας κρυφά σχολειά οι Βλαχόφωνοι κάτοικοι της μεγαλουργούσαν με την Νέα Ακαδημία. Στηρίζαν την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό, και γινόταν πολιτισμικός φάρος όλων των υποδούλων ομόδοξων Βαλκανικών λαών, σαν γνήσιοι συνεχιστές της Βυζαντινής παράδοσης. Το μεγαλείο της Μοσχόπολης σήμερα μπορεί να μην υπάρχει εκεί που γεννήθηκε. Υπάρχουν όπως τα ένδοξα έργα των παιδιών της, που στολίζουν τη σύγχρονη πρωτεύουσα του ελληνισμού. Η Αθήνα της Τουρκοκρατίας μέσα από τα έργα αυτών προσπαθεί να περάσει στη Σύγχρονη Αθήνα παλαιά μηνύματα που σήμερα ξαναγίνονται επίκαιρα γι' αυτήν και για τα πολύπαθα Βαλκάνια.
Σαν πρώτος φόρος τιμής και ευγνωμοσύνης θα ήταν η αναστήλωση των εκκλησιών της και η με έργα στήριξη των σημερινών κατοίκων της, ομοεθνών και μη. Για να λάβει πραγματικά σάρκα και οστά το μήνυμα της Μοσχόπολης και της οικουμενικότητας της Ρωμιοσύνης.

Σύνταξη - Βιβλιογραφία   uparrow
Την επιμέλεια των κειμένων και φωτογραφιών είχε ο Φώτης Κιλιπίρης Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Πολιτιστικών Συλλόγων Βλάχων. Το φωτογραφικό υλικό ήταν ευγενική προσφορά του Μετσοβίτη καθηγητή κ. Μιχάλη Τρίτου (Διδάκτορα Θεολογίας του Α.Π.Θ.) και της Μοσχοπολίτισας την καταγωγή κας Αλεξάνδρας- Μαρίας Βαλαούρη από την Κορυτσά, κατοίκου Θεσσαλονίκης. Ευχαριστούμε την εταιρεία Ιωάννης Μπουτάρης & Υιός - Οινοποιητική Α.Ε. για την οικονομική συμβολή στην έκδοση του παρόντος

Βιβλιογραφία: (αλφαβητικά)

  • Γεωργιάδη Θ. "Μοσχόπολις Αθήναι" 1975.
  • Κεκρίδη Ε. Ν. "Θεόδωρος Αναστασίου Καβαλιώτης (1718-1789) ο Διδάσκαλος του Γένους" Διδακτορική Διατριβή Καβάλα 1989
  • Κουρίλα Ευλογίου " Η Μοσχόπολη και η Νέα Ακαδημία αυτής Η καταγωγή των Κουτσοβλάχων και η εγγραμάτισης της γλώσσης αυτών" Αθήναι 1934 4. Κοκκίνη Σπύρου: Διακόσια χρόνια από την καταστροφή του σημαντικού Κέντρου του ελληνισμού" Εφημερίδα "Το Βήμα" 3. 8. 1969.
  • Μαρτινιανού Ιωακείμ-Μητροπολίτη Ξάνθης 193θ. "Η Μοσχόπολις 1390-1930 "Επιμέλεια Στίλπωνος Κυριακίδου. Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών. Θεσ/νίκη 1957.
  • Μιχαλοπούλου Φ. "Μοσχόπολη: Αι Αθήναι της Τουρκοκρατίας 1500-1679" Αθήναι 1941. 7. Παπαθανασίου Γιάννη "Η ιστορία των Βλάχων" Θεσσαλονίκη 1991.
  • Παπαζήση Τρ. Δημητρίου "Βλάχοι" Αθήναι 1976.
  • Papahagi Valeriou "Arοmani Moscopoleni si Comertul Vanetian in secole al XVII - lea si at ΧΙΙΙ-lea" Bucuresti 1935. 10. Σκενδέρη Κ. "Ιστορία της Αρχαίας και συγχρόνου Μοσχοπόλεως" Αθήναι 1928.
  • Τρίτου Γ Μιχάλη " Η Μοσχόπολη του Χθες και του Σήμερα". Μέτσοβο - υπό έκδοσιν.
  • Χατζοπούλου Κων/νου "Ελληνικά Σχολεία στην περίοδο της Οθωμανικής Κυριαρχίας 1453-1821". Θεσσαλονίκη 1991.
  • Παναγιώτη Χριστοπούλου, Διευθυντή Βιβλιοθήκης της Ελληνικής Βουλής. " Η προσφορά της Μοσχόπολης" Εφημερίδα "Καθημερινή" 1995.

ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ-ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ   uparrow
Ημερολόγιο 2006 Μοσχόπολη Ιανουάριος-Φεβρουάριος Χειρόγραφο κώδικα Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου 1719  Κανονισμός Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Μοσχοπόλεως "Ο Σίνας"

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ
Ημερολόγιο 2006 Μοσχόπολη Μάρτιος-Απρίλιος  Ο Σίμων Γεωργίου Σίνας 

ΜΑΪΟΣ-ΙΟΥΝΙΟΣ

Ημερολόγιο 2006 Μοσχόπολη Μάιος-Ιούνιος Η Ακαδημία των Αθηνών

Το Οφθαλμιατρείο Αθηνών  Το Αστεροσκοποίο των Αθηνών

ΙΟΥΛΙΟΣ-ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ
Ημερολόγιο 2006 Μοσχόπολη Ιούλιος-Αύγουστος  Ο Συνταγματάρχης Πυροβολικού Κωνσταντίνος Σμολένσκη

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ-ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ
Ημερολόγιο 2006 Μοσχόπολη Σεπτέμβριος-Οκτώμβριος  Ναούμ Κωνσταντίνου Μπαλαούρας (1804-1897). ʼρχοντας & επίτροπος Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου (Αύγουστος 1877 - Σεπτέμβριος1877)  Νικόλαος Βαλαούρης  Ευλόγιος Κουρίλας  Ο Παπά Ναούμ Τζάνας

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ

Ημερολόγιο 2006 Μοσχόπολη Νοέμβριος-Δεκέμβριος  Οι Αγίες Κυριακή, Βαρβάρα, Αικατερίνη, Μαρίνα  Ο Άγιος Ιάκωβος ο Πέρσης  Ο Άγιος Μερκούριος

Αναζήτηση