ΕΚ ΣΕΡΒΙΩΝ
1 Νοεμβρίου 1892
(Ἰδιαιτέρα ἀνταπόκρισις τῆς Φωνῆς τῆς Ἠπείρου)
Ἐπιθέσεις Ρωμούνων καθ' ἱερέως - Παπαζήσης, Παπακώστας, Παπαγιάννης - Συμπλοκή - Ἡ γενειὰς τοῦ Ρωμούνου Παπαγιάννη - Ἐκβίασις ἐκκλησίας.
Τελευταίως, καθ' ἢν ἐποχὴν ἐτοιμάζοντο οἱ Σαμμαρινιῶται νὰ κατέλθωσι πρὸς παραχείμασιν εἰς Θεσσαλίαν, Μακεδονίαν καὶ Ἤπειρον, ἔτεραι ταραχαὶ ἔλαβον χώραν μεταξὺ αὐτῶν καὶ ὀπαδῶν τῆς Ρωμουνικῆς προπαγάνδας. Ἀρχηγοὶ τῆς προπαγάνδας ἐνταύθα θεωροῦνται κάποιοι Παπαγιάννης καὶ Παπακώστας. Ὁ Παπαγιάννης εἶναι ὄνομα καὶ πράγμα παπάς, ἄνθρωπος σκαιοῦ καὶ κακούργου χαρακτῆρος, ὅστις μετὰ τὴν ἀποσκίρτησίν του εἰς τὴν προπαγάνδαν, παρ' ἢς ἐμυήθη τὰ τοῦ καθολικισμοῦ, κατέστη τόσον αἱμοβόρος καὶ φοβερὸς ὥστε οἱ συμπατριῶται τοῦ τὸν ἐπωνόμασαν βλαχιστὶ Παπά-Λοῦπον, ὁ ἔστι μεθερμηνευόμενον Παπά-Λύκον. Ὁ δὲ Παπακώστας, ὀνόματι Ζήσης, εἶνε γόνος παπὰ ἀπὸ τὴν μαύρην βαφὴν τοῦ δέρματός του, ἀπὸ τὸ ὠστεῶδες καὶ ρικνὸν σῶμα του, καὶ ἀπὸ τὸ ἄγριον καὶ κακοηθὲς βλέμμα του, εὐθὺς ἅμα τὸν ἀντικρύση τὶς κατανοεῖ τὴν κακοῦργον ψυχήν, ἢν περικλείει ἐντός του.
Καὶ οὗτος ἐμυήθη τὰ τοῦ καθολικισμοῦ καὶ δεικνύει προθυμίαν μεγάλην νὰ γίνηται, ὅποτε τύχη περιστάσεως, καὶ πρὸς ἄλλους διδάσκαλος τῶν ἀρχῶν του. Ἀνέκαθες δὲ διατηρεῖ κατάστημα, ἐμπορικὸν ἂς τὸ εἰπωμεν, ἐν Γρεββενοίς.
Οἱ δυὸ οὗτοι παλληκαράδες ἐπὶ κεφαλῆς ἄλλων κατωτέρων τῶν ἤρπασαν τὴν ἐκκλησίας τῆς Κοιμήσεως ἐν Σαμμαρίνῃ, κατασχόντε καὶ ὅσα χρήματα οἱ ἐπίτροποι αὐτῆς εἶχον εἰς τὸ ταμεῖον της. Οἱ κάτοικοι τότε τῆς ἐνορίας, διὰ νὰ μὴ προκαλέσωσι ταραχᾶς, ἔδοσαν τόπον ὀργῆς καὶ ὑποχωρήσαντες ἀπεφάσισαν τοῦ λοιπὸν νὰ λειτουργῶνται μὲ τὸν ἐφημέριον τῶν Σύγγελον Παπαζήσην εἰς τὸ παρεκκλήσιον τῆς ἐνορίας τῶν. Ἐννοεῖται ὅτι ἀφ' ἢς ἡμέρας ἤρπασαν οἱ Ρωμοῦνοι τὴν ἐκκλησίας οὔτε ψυχῆ ἐπάτησεν ἐντὸς αὐτῆς. (Διότι ὅλοι σχεδὸν οἱ Σαμμαρινιῶται ἀπεχθάνονται καὶ ἀποκρούουσι τᾶς προκλήσεις τῶν Ρωμούνων, οἵτινες διὰ τὲ τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ τρόπου προσπαθούσι νὰ τοὺς προσηλυτίσωσι, Ρωμοῦνοι δὲ εἶναι πολὺ ὀλίγοι τους ὁποίους, ὅταν θελήσουν οἱ Σαμμαρινιῶται εἰμποροῦν εὐκολότατα νὰ τοὺς ἐξολοθρεύσουν, ἀλλὰ δὲν ὁ κάμνουν, διότι τοὺς περιφρονοῦν ἀφ' ἑνὸς καὶ ἀφ' ἑτέρου διότι φείδονται τῆς ἡσυχίας τοῦ τόπου. Διὰ τοῦτο ὀφείλει νὰ τοὺς εὐγνωμονῆ καὶ νὰ τοὺς ὑπερασπίζη ἡ ἀρχὴ καὶ ὄχι ὄπωως συνήθως συμβαίνει νὰ βοηθοῦν τοὺς Ρωμούνους τὰ ὄργανά της, ἐπειδὴ δωροδοκοῦνται παρ' αὐτῶν. Ἐδῶ κλείω τὴν παρένθεσιν.) Ἔκτοτε εἰς τὴν ἐκκλησίαν μόνον ὁ αὐτοχειροτόνητος ἐπίτροπος Ζήσης Παπακώστας ἐφαίνετο ὄρθιος παρὰ τὸ παγκάριον, καὶ ἡ φωνὴ τοῦ Παπαγιάννη (λύκου) ἀπὸ τὸν Ἅγιον Βῆμα ἐξερχομένη ἐτάραττε τὴν διὰ τῶν ρωμουνικῶν λέξεων τῆς ἄκραν ἐρημίαν τοῦ ναοῦ, ἐντὸς τοῦ ὁποίου ἐπλανάτο ἀόρατον τὸ φάντασμα τῆς ρωμουνικῆς προπαγάνδας.
Ταῦτα ὅμως δὲν τὰ ἐχώνεψαν οἱ δυὸ οὗτοι ἱεροφάνται τῆς προπαγάνδας, καὶ διὰ νὰ ξεθυμάνουν ἐπιχείρησαν νὰ προκαλέσουν ταραχᾶς, διὰ νὰ εὕρουν τοιουτοτρόπως ἀφορμὴν νὰ φυλακίσουν μερικοὺς κατοίκους καὶ ἄλλους νὰ ἐκφοβίσουν, πρὸς τὸ συμφέρον τῶν. Διὰ νὰ κτυπήσουν δὲ καὶ τοὺς κατοίκους, ἐν Σάββατον ἐπετέθησαν κατὰ τοῦ ἐφημερίου τῶν Παπαζήση ἐν τῷ μέσῳ τῆς ἀγορᾶς τῆς Σαμμαρίνης. Εἰς ὑπεράσπισιν ὅμως τοῦ ἱερέως τῶν ἔσπευσαν σύσσωμοι οἱ κάτοικοι καὶ συλλάβοντες αὐτοὺς τοὺς ἔδειραν ἀνηλεῶς, ἐκριζώσαντες καὶ μέρος τῆς γενειάδος τοῦ Παπαγιάννη (Λύκου) ἔλαβον δὲ παρ' αὐτῶν καὶ τὰ κλειδιὰ τῆς ἁρπαγείσης ἐκκλησίας. Τὴν ἐπαύριον ὅμως, Κυριακήν, ὁ Παπακώστας καὶ ὁ Παπαγιάννης μὲ λοστοὺς καὶ μὲ ἄλλα σιδηρᾶ ἐργαλεῖα ἐξεβίασαν τὴν πύλην τῆς ἐκκλησίας καὶ κατέλαβον αὐτὴν πάλιν. Ἀλλ' οἱ παρὰ τῶν ἐνοριτῶν ἐκλελεγμένοι ἐπίτροποι Ἰωάννης Χρυσικὸς καὶ Μίχος Παπαζήσης, υἱὸς τοῦ ἱερέως, μεταβάντες ἀμέσως εἰς Γρεββενά, κατήγγειλαν τὴν πράξιν εἰς τὸ ἱερὸν δικαστήριον, τὸ ὁποῖο προσεκάλεσε τοὺς δράστας δι' αὐτοκρατορικῶν κλήσεων ν' ἀπολογηθώσι περὶ τῶν πράξεων τῶν. Τώρα λοιπὸν κατῆλθον οὗτοι εἰς Γρεββενά, καὶ ἂς ἴδωμεν τὸ ἀποτέλεσμα τῆς δίκης, ἤτις θὰ γείνη τὴν 19 τρέχοντος μηνός.
Εἶνε τῷ ὄντι ἀληθές, ὅτι ὕστερα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ἡ ρωμουνικὴ προπαγάνδα ὀφείλει ν' ἀνταμείψη μεγάλως τοὺς δυὸ ἐν Σαμμαρίνῃ ἱεροφάντας τῆς Παπαγιάννην (λύκον) καὶ Παπακώσταν, τὸν μὲν ἀπέναντι τῆς κόμης καὶ τῆς γενειάδος του, τᾶς ὁποίας κάθε τόσο τοῦ μαδοῦν ἐκεῖνοι, καθ' ὧν ἐπιχειρεῖ νὰ ἐπιτίθηται, τὸν δὲ ἀπέναντι τῆς ἀξιολόγου τιμῆς καὶ ὑπολήψεως τὴν ὁποίαν ἔχαιρε πρότερον παρὰ τοὶς συμπολίταις τοῦ τὴν ἔχασε διὰ πάντοτε.
Φωνή της Ηπείρου, 13 Νοεμβρίου 1892, Έτος Α', Αριθμ. 9