Ετοιμαστείτε για... ανελέητο κλωθογύρισμα. Ο δρόμος κουλουριάζεται σαν φίδι μέσα σε φαράγγια, πυκνόφυτα δάση και απόκρημνες πλαγιές. Με αφετηρία την Καλαμπάκα, η περιπέτεια ξεκινά από τα χωριά του Ασπροπόταμου και κορυφώνεται στον αυχένα του Μπάρου, σ' ένα από τα λιγοστά προσβάσιμα ορεινά «περάσματα» από τη Θεσσαλία στην Hπειρο, από τα βλαχοχώρια των Τρικάλων στα χωριά των Τζουμέρκων.
Mέσα στην καρδιά της Πίνδου, σε σημείο όπου η πολύκορφη Κακαρδίτσα σμίγει με το βουνό Περιστέρι, βρίσκεται ένα από τα πλέον δύσβατα περάσματα της Πίνδου γνωστό για τις τρομερές χιονοθύελλες που ξεσπούν απροειδοποίητα ακόμη και την άνοιξη.
Η ορεινή διάβαση του Μπάρου ήταν γνωστή εδώ και αιώνες στα καραβάνια των κυρατζήδων (αγωγιατών) που μετέφεραν ανθρώπους και εμπορεύματα στα δυσπρόσιτα χωριά, αλλά και στους τσελιγκάδες της Πίνδου που κάθε άνοιξη ανέβαζαν τα κοπάδια τους από τα χειμαδιά της Θεσσαλίας, ψηλά στα αλπικά λιβάδια για να βοσκήσουν ελευθέρα όλο το καλοκαίρι. Τότε ήταν μια εποχή που τα κορφοβούνια της Κεντρικής Πίνδου και οι κοινότητες που ρίζωναν στις πλαγιές της, έσφυζαν από ζωή.
Με την πάροδο του χρόνου, αλλά κυρίως μετά τον Εμφύλιο πόλεμο ο τόπος άδειασε... Αργότερα ανοίχθηκαν δρόμοι που συνέδεσαν τα Τζουμερκοχώρια με την Αρτα και τα Γιάννενα, τα χωριά του Ασπρου με τα Τρίκαλα και την Καλαμπάκα.
Μέσα στις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν το ορεινό πέρασμα του Μπάρου πέρασε σε αχρηστία και λησμονήθηκε.
Το καλοκαίρι κάποιοι κάτοχοι τετρακίνητων οχημάτων αποφάσιζαν να αναζητήσουν την περιπέτεια διασχίζοντας τον τρισάθλιο χωματόδρομο που τολμούσε να σκαρφαλώσει σε μεγάλα υψόμετρα συνδέοντας την Ανθούσα και το Χαλίκι (Θεσσαλία) με τους Καλαρρύτες και το Ματσούκι (Ηπειρος). Μέσα σε αυτούς και ο γράφων που πολλές φορές αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω ηττημένος από τις λάσπες, τις κατολισθήσεις ή τις ξεχασμένες χιονούρες που ακόμη και τον Ιούνη επέμεναν να καταλαμβάνουν το οριακά στενό οδόστρωμα, εκεί ψηλά στη ράχη του Καταρραχιά σε υψόμετρο 1.800 και βάλε;
Σήμερα ο δρόμος αυτός έχει ασφαλτοστρωθεί (μόλις τον περασμένο Νοέμβρη ολοκληρώθηκε η κατασκευή και του τελευταίου χωμάτινου τμήματος). Ετσι αν ο καιρός είναι ήπιος και έχει περάσει το εκχιονιστικό μηχάνημα της Νομαρχίας μπορείς την άνοιξη ακόμη και με συμβατικό αυτοκίνητο να πιεις τον καφέ σου στην όμορφη πλατεία της Ανθούσας και το μεσημεράκι να φας στις γραφικές ταβέρνες των Καλαρρυτών απολαμβάνοντας τη διαδρομή και τα σπάνιας ομορφιάς τοπία!
Ας βάλουμε όμως τα πράγματα σε μια ταξιδιωτική σειρά ώστε να προσανατολιστούμε γεωγραφικά, να συμφιλιωθούμε με το πολύπλοκο ορεινό ανάγλυφο της Κεντρικής Πίνδου και τις αποστάσεις. Το χωριό Ανθούσα των Τρικάλων απέχει 70 χιλιόμετρα από την Καλαμπάκα και βρίσκεται στην άνω λεκάνη απορροής του Αχελώου, γνωστού εδώ στα ορεινά και σαν Ασπροπόταμου η Ασπρου.
Ο δρόμος αποκαλύπτει τις ορεινές του διαθέσεις από τα πρώτα χιλιόμετρα. Οι στροφές κάνουν την εμφάνισή τους αμέσως μετά την Καλαμπάκα και συνεχίζονται βασανιστικά αμείωτες σε όλη τη διάρκεια της προτεινόμενης διαδρομής. Προσπερνάμε τα χωριά Καστανιά, Αμάραντος, τη δασική τοποθεσία Κουκουφλί με τα πηγαία νερά όπου λειτουργεί από το 1973 ο πεστροφογεννητικός σταθμός Ασπροποτάμου και κατηφορίζουμε για τη θέση Τρία Ποτάμια.
Εδώ συναντιούνται ο κύριος κορμός του Αχελώου που έρχεται από τον Βορρά και τα δυο ορεινά ρέματα Σκληνιασώτικο και Χαλικιώτικο. Στα Τρία Ποτάμια ο δρόμος διακλαδίζεται. Το αριστερό παρακλάδι οδηγεί στα κοντινά και γι' αυτό εύκολα επισκέψιμα χωριά Πολυθέα, Αγία Παρασκευή, Μηλιά, αλλά και στο Περτούλι.
Δεξιά, ο επίσης ασφάλτινος δρόμος κατευθύνεται προς Βορρά σε πορεία στο σύνολό της παράλληλη με την κοίτη του Αχελώου. Το τέλος αυτής της διαδρομής θα μας φέρει στο χωριό Ανθούσα αλλά και στο χωριό Χαλίκι που είναι το τελευταίο και πιο βόρειο από τα βλάχικα χωριά του Ασπροπόταμου.
Ανθούσα
Πνιγμένη στις οξιές και στο χρυσάφι
Η Ανθούσα είναι χαρακτηρισμένη παραδοσιακός οικισμός και από την πρώτη στιγμή καταλαβαίνεις ότι δεν πρόκειται για ένα οποιοδήποτε χωριό.
Η Βλαχολεπενίτσα ή Λεπενίτσα (το παλιό όνομα της Ανθούσας) δεν είναι απλά ένας ακόμα ορεινός οικισμός. Να φανταστεί κανείς πως εδώ ψηλά στην Πίνδο, πριν ακόμη έρθουν οι δρόμοι, είχε φτάσει το ηλεκτρικό ρεύμα! Ηδη από το 1952, οι εφευρετικοί κάτοικοι εκμεταλλεύτηκαν τα άφθονα νερά των χειμάρρων της περιοχής, δίνοντας ενέργεια σε μικρές υδρογεννήτριες. Παλαιότερα το χωριό ήταν γνωστό για τους επιδέξιους χρυσοχόους του, μα και για τους σκληροτράχηλους τσελιγκάδες του.
Τώρα πια για τουλάχιστον 8 μήνες τον χρόνο, η ορεινή αυτή κοινότητα ερημώνει και οι κάτοικοι μετακινούνται με τα κοπάδια τους στα χειμαδιά της Θεσσαλίας (κυρίως γύρω από τα Φάρσαλα). Στην είσοδο της Ανθούσας μας υποδέχεται το μικρό μα χαριτωμένο πέτρινο γεφύρι και μετά μια υπέροχη πλακόστρωτη πλατεία με τους παλιούς καφενέδες που το καλοκαίρι εκτελούν χρέη ψησταριάς. Στο κέντρο της πλατείας εντύπωση προκαλεί η ιδιαίτερης αισθητικής λιθόκτιστη βρύση. Δίπλα βρίσκεται η εκκλησία των Αγ. Πάντων με το περίτεχνο σκαλιστό τέμπλο του 1786, ενώ άξια προσοχής είναι η εκκλησία της Αγ. Παρασκευής (1730).
Στην απέναντι από την πλατεία γειτονιά ξεχωρίζει η μεγάλη λιθόδμητη οικία του Παπαστεργίου (κτίσμα του 1877), που έχει ανακηρυχθεί μνημείο της νεότερης ιστορίας.
Εξαιρετικής φυσικής ομορφιάς και σπάνιας οικολογικής αξίας είναι το πυκνόφυτο δάσος οξιάς που αγκαλιάζει από παντού τα χωριά.
Από την Ανθούσα υπάρχουν πολλές δασικές διαδρομές που θα ενθουσιάσουν τους πεζοπόρους αλλά και τους κατόχους τετρακίνητων οχημάτων. Ενδεικτικά αναφέρουμε την πιο βατή αλλά και δημοφιλή που συνδέει την Ανθούσα με το χωριό Στεφάνι. Το σύνολο της πορείας πραγματοποιείται μέσα στο δάσος οξιάς. Σε αρκετά σημεία υπάρχουν χώροι αναψυχής και πηγές με τρεχούμενο νερό.
Μόλις 5,5 χιλιόμετρα πιο μακριά από την Ανθούσα συναντάμε το βλαχοχώρι Χαλίκι που είναι το βορειότερο από τα χωριά του Ασπροπόταμου. Ο οικισμός βρίσκεται αμφιθεατρικά σκαρφαλωμένος σε γυμνή από βλάστηση πλαγιά του βουνού Περιστέρι, σε ύψος 1.150 μ. σε σημείο στο οποίο εντοπίζεται από αρκετούς η αρχαία Χαλκίδα.
Στον δρόμο από Ανθούσα για το Χαλίκι θα προτείνουμε να πραγματοποιήσετε τουλάχιστον δύο στάσεις. Η πρώτη είναι στη διασταύρωση της Ανθούσας όπου και συναντάμε την παλιά εκκλησία της Παναγιάς της Γαλακτοτροφούσας (1799), σημείο συνάντησης των κτηνοτρόφων, εξ ου και τ' όνομά της, ενώ κάτω στο ποτάμι στέκει ακόμη όρθιο το δίτοξο γεφύρι του Μίχου (1799). Φτάνοντας στο Χαλίκι θα δούμε το έρημο σήμερα μοναστήρι του Προφ. Ηλία που κατά την παράδοση έκτισαν οι Χαλικιώτες μοναχοί, αδελφοί Μαυρογιώργη το 1835.
Στο κέντρο του χωριού ξεχωρίζει η μεγαλόπρεπη εκκλησία της Αγ. Παρασκευής, ενώ από τα πιο εντυπωσιακά κτίσματα είναι τα πέτρινα σπίτια του Δρόσου, του Δημάκη και του Ζιώζια. Λίγο ψηλότερα και δυτικά, στη θέση Βερλίγκα, αναβλύζουν οι κυριότερες πηγές του Αχελώου. Από το Χαλίκι ακολουθώντας πλέον ασφάλτινο οδόστρωμα μπορείτε να περάσετε προς την πλευρά του Μετσόβου και το χωριό Ανήλιο (25 χλμ.). Πριν όμως ξεκινήσετε ενημερωθείτε από τον ξενώνα αν η διαδρομή ολοκληρώνεται καθώς ο δρόμος ανεβαίνει σε μεγάλο υψόμετρο (1.650) ψηλά στον αυχένα της Ρόνας και υποφέρει από κατολισθήσεις.
Η φύση σε κίνδυνο
Στα αρχέγονα δάση της Κακαρδίτσας, του Λάκμου (Περιστέρι), της Ρόνας ζουν όλα τα μεγάλα θηλαστικά των βουνών της Βαλκανικής Χερσονήσου όπως η καφετιά αρκούδα (Ursus arctos), ο λύκος (Canis lupus), το ελάφι (Cervus elaphus), τα ζαρκάδι (Capreolus capreolus), το αγριογούρουνο (Sus scrofa), η βίδρα (Lutra lutra) που πλέον έχουν εξαφανιστεί εδώ και χρόνια από τους ορεινούς βιοτόπους της Ευρώπης.
Η περιοχή αυτή της Κεντρικής Πίνδου που θεωρείται από τις ομορφότερες της χώρας δυστυχώς απειλείται από τις όλο και αυξανόμενες ανθρώπινες παρεμβάσεις που κατατεμαχίζουν και αλλοιώνουν τα αλπικά υψίπεδα.
Ανέκαθεν οι ορεσίβιοι κάτοικοι της Κεντρικής Πίνδου ήταν κτηνοτρόφοι και υλοτόμοι.
Τρανταχτό παράδειγμα η απαράδεκτη διάνοιξη δασικού δρόμου από το Χαλίκι προς την Βερλίγκα όπου βρίσκονται οι πηγές του Αχελώου. Εντονο παραμένει το πρόβλημα της ρύπανσης από παράνομες χωματερές, η ανεξέλεγκτη αμοληψία από τις όχθες των ποταμών και φυσικά το εντατικό κυνήγι. Παράλληλα η λαθραλιεία με δίχτυα, χημικά ή ακόμη και ηλεκτρικό ρεύμα (!) σχεδόν έχει εξαφανίσει την πέστροφα Ασπροπόταμου (Salmo farioides) που ήδη καταγράφεται στο Κόκκινο Βιβλίο των απειλουμένων ειδών. Αν βρεθείτε σε ταβέρνες της περιοχής όπου ο καταστηματάρχης ισχυρίζεται ότι σερβίρει άγρια πέστροφα Ασπροπόταμου θα συμβάλετε στην προστασία του μοναδικού αυτού ψαριού αν τον επιπλήξετε για την επιλογή του, καθώς το ψάρεμα της άγριας πέστροφας επιτρέπεται μόνο με ερασιτεχνικά εργαλεία και ποτέ για εμπορικούς σκοπούς.
Η ανάβαση προς τους Καλαρρύτες
Στη διασταύρωση της Ανθούσας προς Χαλίκι στο ύψος του μοναστηριού της Παναγίας Γαλακτοτροφούσας θα συναντήσουμε τον νέο ασφαλτοστρωμένο δρόμο που τραβά με κατεύθυνση δυτική προς Ηπειρο (υπάρχει ταμπέλα για Καλαρρύτες). Η πορεία στην αρχή ξεδιπλώνεται μέσα σε όμορφο δάσος από θεόρατα έλατα. Στο βάθος της χαράδρας κυλά τα αφρισμένα νερά του το ρέμα του Νέγκρη (παραπόταμος του Αχελώου).
Η ανάβαση έντονη και διαρκής μας φέρνει σε όλο και μεγαλύτερα υψόμετρα, ενώ σιγά σιγά μας αποκαλύπτεται το πολύπλοκο ορεινό σύμπλεγμα της Κεντρικής Πίνδου σε όλο του το μεγαλείο.
Μετά τη βρύση Βάικα, στην τοποθεσία Γούπι, το τοπίο σιγά σιγά ξεγυμνώνεται. Το υψόμετρο όλο και μεγαλώνει. Βράχια, γκρεμοί και δεκάδες ανεμοδαρμένες κορφές που ξεπερνούν τα 2.000 μέτρα ύψος εμφανίζονται μπροστά μας μετά κάθε στροφή. Δώδεκα χιλιόμετρα επίπονης ανάβασης και φτάνουμε στη θέση Μπάρος (μέγιστο υψόμετρο 1.900). Εδώ βρίσκονταν μέχρι το 1912 τα ελληνοτουρκικά σύνορα.
Η ορεινή διάβαση του Μπάρου ήταν ένα από τα τρία ορεινά περάσματα της Κεντρικής Πίνδου που χρησιμοποιούσαν το καλοκαίρι για να μεταφέρουν τα καραβάνια τους οι αγωγιάτες. Τα άλλα δύο είναι η γνωστή διάβαση της Κατάρας κοντά στο Μέτσοβο και νοτιότερα η διάβαση που συνέδεε την Ελάτη Τρικάλων με τη Μεσοχώρα και το Βουλγαρέλι Αρτας.
Στον αυχένα του Μπάρου αφήνουμε πλέον πίσω τη Θεσσαλία και αρχίζουμε να κατηφορίζουμε προς την πλευρά της Ηπείρου.
Στα 13 χιλιόμετρα από τη διασταύρωση της Ανθούσας ο δρόμος διχάζεται. Το ένα παρακλάδι με πορεία νότια διατρέχει τον γυμνό διάσελο Τζούμα Πλαστάρι και κατεβαίνει προς την πλευρά των Τζουμέρκων για να καταλήξει μετά 10 χιλιόμετρα στο χωριό Ματσούκι Ιωαννίνων. Από Ματσούκι αν θέλετε συνεχίζετε εύκολα πια για Πράμαντα και Αραχθο. Πίσω στον αυχένα του Μπάρου ο ασφάλτινος δρόμος τραβά δυτικά τη γεμάτη στροφές κατηφορική του πορεία, περνά από τη θέση Βρύση Νικούλτσα και καταλήγει στην είσοδο των Καλαρρυτών (11 χλμ.).
Το χωριό θεωρείται δίκαια ένα από τα ομορφότερα της Κεντρικής Πίνδου (και της Ελλάδας εδώ που τα λέμε) και διαθέτει υποδομή για φαγητό και διαμονή. Από εδώ θα επισκεφθείτε τη χαράδρα του Καλαρρύτικου ποταμού από όπου περνά το μονοπάτι που οδηγεί στο Συρράκο (2 χλμ.) και φυσικά συνεχίζοντας τον ασφάλτινο δρόμο προς Πράμαντα θα πραγματοποιήσετε μια στάση στη μονή Κηπίνας.
Για να είστε σίγουροι ότι η προτεινομένη διαδρομή από Ανθούσα για Καλαρρύτες είναι ανοιχτή θα πρέπει να επικοινωνήσετε πιο πριν είτε με στους Καλαρρύτες και το καφενείο του κυρίου Ναπολέοντα (26590 61518), είτε με το Χαλίκι και την ταβέρνα του Χρήστου «La Verliga» (24320 87274).
Fast info
Ματσούκι, Μονή Βύλιζα
Λίγο έξω από το χωριό Ματσούκι σ' ένα σχετικά ομαλό αντέρεισμα της χαράδρας του Ματσουκιώτικου ρέματος βρίσκεται η Μονή Βύλιζας (κτίσμα του 11ου αι. που ανακαινίσθηκε το 1783), αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Η επωνυμία Βύλιζα προέρχεται από τη βλάχικη ντοπιολαλιά και έχει ρίζες στη λατινική λέξη vigilo (=φυλάττω, εποπτεύω) καθώς πράγματι, η θέση στην οποία βρίσκεται το μοναστήρι μοιάζει να «φυλάει», να «εποπτεύει» τις διαβάσεις των Τζουμέρκων και της Κακαρδίτσας. Στη δυτική άκρη του Ματσουκιού ξεκινά το αναπαλαιωμένο καλντερίμι που οδηγεί στο μοναστήρι (1.500 μ.)
Οι καταρράκτες του Ματσουκιού
Από Ματσούκι ακολουθώντας τον δρόμο για Πράμαντα, δεξιά σας θα έχετε τη χαράδρα του Σταφιλά ή Ματσουκιώτικου ρέματος όπου γκρεμίζουν από αρκετό ύψος τα νερά τους πολλοί καταρράκτες.
Κλοπές σε παμπάλαια μοναστήρια
Τελευταία οι εκκλησίες στην περιοχή του Ασπροπόταμου έχουν δεχθεί την «επίσκεψη» ληστών που αφαίρεσαν σπάνιες εικόνες και βυζαντινά κειμήλια. Από τη δράση τους δεν ξέφυγε ούτε η καμπάνα της Μονής Γαλακτοτροφούσας που χρονολογείται από το 1799.
Διαμονή
Τριπόταμα
«Πύργος Μαντάνια» (24320 87351, www.mantania.gr). Διαθέτει πεντάκλινες μεζονέτες, τρίκλινα δωμάτια και σουίτες.
Καλλιρρόη
«Αχελωίδες» (24320 87763, www.acheloideshotel.gr). Εξαιρετική ξενοδοχειακή μονάδα σε υψόμετρο 1040 στην άκρη του χωριού, δίπλα στο δάσος.
Χαλίκι
«Ξενώνας Χαλικίου» (24320 87410) στην είσοδο του χωριού. Διαθέτει 8 απλά δωμάτια, κεντρική θέρμανση.
Καλαρρύτες
«Ξενώνας Ναπολέων Ζάγκλης» (26590 61518,www.xenonasnapoleon.com) στην κεντρική πλατεία. Δύο ανακαινισμένα παραδοσιακά κτίρια στεγάζουν τον ξενώνα.
«Αρχοντικό Βογιάρου» (26590 62361, www.vogiarou.gr). Παραδοσιακός ξενώνας που διαθέτει lux δωμάτια και σουίτες.
«Πετράδι 1873» (26590 61561, www.petradi1873.gr). Στεγάζεται σε παραδοσιακό κτίριο.
Φαγητό
Στο Χαλίκι θα βρείτε την ταβέρνα - μεζεδοπωλείο «La Verliga» (24320 87274) ανοικτό παντός καιρού και εποχής με λίγα αλλά ποιοτικά πιάτα (κρεατικά, πίτες) και γεύσεις από βλάχικη κουζίνα. Εστιατόριο διαθέτει και ο «Ξενώνας Χαλικιού». Το καλοκαίρι στο χωριό λειτουργούν 2-3 ακόμη ψησταριές- ταβέρνες. Επίσης επιλογές στο φαγητό θα έχετε και στο χωριό Ανθούσα. Καλά εστιατόρια διαθέτουν οι ξενοδοχειακές μονάδες «Πύργος Μαντάνια» και «Αχελωίδες».
Στο χωριό Καλαρρύτες στην πλατεία, θα βρείτε ακόμη και τις καθημερινές ανοικτό το καφενείο-ψησταριά του Ναπολέοντα Ζαγκλή (26590 61518 ) όπου εκτός από φαγητά της ώρας σερβίρονται και ένα-δύο πιάτα με μαγειρευτά.
Σε όλα τα υπόλοιπα χωριά λειτουργούν καφενεία-ψησταριές κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες.
Κείμενο: Θοδωρής Αθανασιάδης
www.viewsofgreece.gr
Πηγή: ethnos.gr
21/3/2013