Οι Βλάχοι της Ελλάδας, αποτελούν ένα από τα εκλεκτότερα και δυναμικότερα τμήματα του ελληνισμού, όπως αποδεικνύεται από τη συμμετοχή τους στους απελευθερωτικούς αγώνες, από τη συμβολή τους στην οικονομική ανάπτυξη του νέου Ελληνισμού και από τον κοινωνικό και πολιτιστικό ρόλο στη ζωή της σύγχρονης Ελλάδας.
Βλάχοι και ελληνισμός
Η παρουσία δίγλωσσων πληθυσμών στα Βαλκάνια με ενεργό συμμετοχή στην Ελληνική πνευματική, κοινωνική και εθνική ζωή προηγείται της ιδρύσεως του νεοελληνικού κράτους. Περιπτώσεις αλλόγλωσσων πληθυσμών με ελληνική συνείδηση καταγράφονται και πέρα των ορίων του ελλαδικού κράτους, και δη σε κράτη όπου επίσημη πολιτική γραμμή τον τελευταίο αιώνα είναι αυτή της εθνοτικής ετεροποιήσεως των συγκεκριμένων ομάδων από την Ελλάδα. Βλ. γιά παράδειγμα την διακήρυξη των Κορυτσαίων μεταναστών στην Αμερική του 1913
Ο χαρακτηρισμός των Βλάχων ως "εθνοτική ομάδα" ξεχωριστή απο αυτή των υπολοίπων Ελλήνων ανάγεται στο ερώτημα προσδιορισμού και προσλήψεως της ταυτότητας [ή των ταυτοτήτων] μίας πληθυσμιακής ομάδας.
Θέματα που αφορούν εθνότητες, μειονότητες και γλωσσικά ιδιώματα θεωρούνται «ταμπού» στην Ελλάδα. Εκτός από την άγνοια που τα καλύπτει συνοδεύονται και από μεγάλες παρεξηγήσεις. Μια τέτοια παρεξήγηση συνοδεύει και τη λέξη «Βλάχος» που έχει καταντήσει να σημαίνει το χωριάτη, τον αγράμματο και τον άξεστο. Ελάχιστοι από μας γνωρίζουν ότι υπάρχει ένας ολόκληρος πολιτισμός πίσω από τη λέξη Βλάχος και ότι ακόμα πολλές από τις συνήθειές μας, τα έθιμα μας, αλλά και λέξεις που χρησιμοποιούμε καθημερινά έχουν να κάνουν με τους Βλάχους.
Η ιστορία μας, είναι γεμάτη από πολέμους, κατορθώματα, κατακτήσεις και επιτεύγματα πολιτισμού που μας κάνουν να νιώθουμε περήφανοι, αλλά ταυτόχρονα συστηματικά άδεια από θέματα που συνδέονται με όλους αυτούς τους λαούς και ερωτήματα όπως:
Οι βλαχόφωνοι Έλληνες του ελλαδικού χώρου ή όπως αλλιώς είναι γνωστοί και ως Κουτσόβλαχοι, Ελληνόβλαχοι, Αρωμούνοι (όπως αυτοαποκαλούνται) ή γενικά ως Βλάχοι είναι αυτόχθονες δίγλωσσοι Έλληνες, οι οποίοι διαφοροποιήθηκαν γλωσσικά με τον εκλατινισμό τους σε όλο το μήκος της οροσειράς της Πίνδου και στα βορειότερα τμήματα της Μακεδονίας. Ιστορικά μπορούμε να καθορίσουμε αυτόν το γλωσσικό εκλατινισμό, αφού εντοπίζεται στη συνύπαρξη των Ρωμαίων στρατιωτών με τους ντόπιους Έλληνες των παραπάνω περιοχών στις φρουρές - οροφυλακές, όπου συνυπηρετούσαν. Αυτές οι οροφυλακές (τα auxilia - επικουρικά στρατεύματα) είχαν οργανωθεί στις κυριότερες οδικές ορεινές διαβάσεις και είχαν καθιερωθεί για την ασφάλεια του νεοαποικιακού ρωμαϊκού κράτους.