Όταν πριν από δέκα περίπου χρόνια πρωτοσυνάντησα το όνομα του Γεωργίου Σαγιαξή σε ένα έγγραφο του Υπουργείου των Εξωτερικών που δημοσίευσα στο πλαίσιο μιας άλλης εργασίας, δεν υποπτευόμουν ότι κάποτε θα επανερχόμουν στη ζωή αυτής της ενδιαφέρουσας μορφής των μακεδονικών γραμμάτων.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Χρειάστηκε η γνωριμία μου με τη φίλη Δρ. Αιμιλία Χριστοδούλου και η αλληλογραφία του Σαγιαξή με τον μεγάλο έλληνα λαογράφο Νικόλαο Πολίτη που η ίδια είχε εντοπίσει στα Ιστορικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη, ακολουθώντας πληροφορία του Ντίνου Χριστιανόπουλου, για να με οδηγήσουν και πάλι στα χνάρια του. Η ανακάλυψη από μένα μερικούς μήνες αργότερα ενός ακόμη αρχείου της αλληλογραφίας του Σαγιαξή, αυτήν τη φορά με τον Στέφανο Δραγούμη στο αρχείο του, που φυλάσσεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών, συγκρότησε ένα σώμα επιστολών οι οποίες έβαλαν την Αιμιλία και εμένα μπροστά στον πειρασμό της δημοσίευσης. Αν αυτό ήταν αυτονόητο για εκείνη, αφού μόλις είχε τελειώσει τη διατριβή της σχετικά με την πρόσληψη της Αρχαιότητας και του Βυζαντίου στο έργο των μακεδόνων ποιητών του τέλους του 19ου αι. και των αρχών του 20ού, για μένα ήταν ένα εγχείρημα που με ξεστράτιζε και πάλι από τα αυστηρά επιστημονικά ενδιαφέροντά μου. Η μόνη δικαιολογία που με έκανε να συμμετάσχω σε αυτό –αν τελικά χρειάζεται δικαιολογία η δημοσίευση μιας αλληλογραφίας – ήταν το θέμα της: όχι ο καλά γνωστός ποιητής Σαγιαξής, αλλά ο σχεδόν τελείως άγνωστος επιστήμονας που αυτοσυστηνόταν ως βαλκανολόγος. Οι άγνωστες και εν πολλοίς δραματικές πτυχές της ζωής ενός στρατευμένου στην υπόθεση του μακεδονικού αλυτρωτισμού επιστήμονα βλάχικης καταγωγής και αστικής κοινωνικής προέλευσης, οι ιδέες του για το πώς έπρεπε να διαμορφωθούν οι σχέσεις του νεοσύστατου ελληνικού κράτους με τους βαλκάνιους γείτονές του και τα πελατειακά δίκτυα του μακεδονικού λόμπυ των Αθηνών, όλα αυτά μαζί με το πρόβλημα της ιδεολογικής χρήσης της λαογραφίας και φιλολογίας από την πολιτική των εθνικών διεκδικήσεων στη βαλκανική χερσόνησο ήταν μερικά μόνον από τα θέματα που με έπεισαν ότι η αλληλογραφία αυτή έπρεπε να δοθεί στη δημοσιότητα.
Η δημοσίευση διαλαμβάνει τρία μέρη. Το πρώτο είναι αφιερωμένο στη ζωή και στις ιδέες του Γεωργίου Σαγιαξή. Προέρχεται κυρίως από τη γραφίδα της Αιμιλίας λόγω της μακράς ενασχόλησής της όχι μόνο με τον ποιητή και το έργο του αλλά πρωτίστως με το ζήτημα της πρόσληψης. Χάρη στην αλληλογραφία παρακολουθούμε τώρα με εμπεριστατωμένο τρόπο τις επιστημονικές προϋποθέσεις αυτής της πρόσληψης. Για την ευχερέστερη παρακολούθηση της δημοσιευόμενης στο δεύτερο μέρος αλληλογραφίας αποφασίσαμε να την υποστηρίξουμε με τον απαραίτητο υπομνηματισμό που αφορά κυρίως σε πρόσωπα και πράγματα μιας εποχής, η οποία απομακρύνεται όλο και περισσότερο και για αυτόν τον λόγο γίνεται όλο και πιο άγνωστη και δυσνόητη. Τέλος, στο τρίτο μέρος προσθέσαμε οκτώ παραρτήματα εγγράφων και κειμένων της εποχής που διαλευκαίνουν πτυχές της αλληλογραφίας, καθώς επιτρέπουν τον έλεγχο των ισχυρισμών και πληροφοριών που υπάρχουν στις επιστολές. Η εργασία του δεύτερου και τρίτου τμήματος είναι και αυτή ετεροβαρής με το δικό μου μερίδιο αυτήν τη φορά να είναι το μεγαλύτερο. Όμως το έργο θα πρέπει να θεωρηθεί προϊόν κοινής προσπάθειας, καθώς αμφότεροι είμαστε υπεύθυνοι για το σύνολό του. Κατά τη μεταγραφή των επιστολών, των εγγράφων και των ποιημάτων διατηρήθηκε η ορθογραφία του πρωτοτύπου.
Εκδίδοντας την παρούσα αλληλογραφία εκφράζω και εξ ονόματος της Αιμιλίας τις ευχαριστίες μας προς τη διεύθυνση και το προσωπικό των Ιστορικών Αρχείων του Μουσείου Μπενάκη, της Γενναδείου Βιβλιοθήκης και του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα για τις άδειες δημοσίευσης και τις ιδανικές συνθήκες εργασίας που μας προσέφεραν. Την υποψήφια διδάκτορα Άννυ Τζελεπίδου που φρόντισε τα κείμενα πέρα από τα όρια της συμβατικής φιλολογικής επιμέλειας με αγάπη, γνώση και υπευθυνότητα και παράλληλα συνέταξε τα ευρετήρια του βιβλίου ευχαριστούμε και από τη θέση αυτή. Τα λάθη που απέμειναν εννοείται ότι βαρύνουν τους δύο μας.
Παντελής Νίγδελης
Πάσχα 2015
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Οι πληροφορίες που είχαμε ως σήμερα για τη ζωή και το έργο του Γεωργίου Σαγιαξή (Μοναστήρι 1874-Θεσσαλονίκη 29.9.1941), λιγοστές και έμμεσες, συγκεντρώθηκαν και αξιοποιήθηκαν από την προηγούμενη έρευνα, κυρίως από τον Ντ. Χριστιανόπουλο και πρόσφατα από τον Κ. Ν. Πλαστήρα1. Σύμφωνα με αυτές ο Σαγιαξής γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μοναστήρι, από το Γυμνάσιο του οποίου και αποφοίτησε. Για το οικογενειακό περιβάλλον του ήταν γνωστό μόνον ότι ο μουσικός Δημήτριος Λάλλας υπήρξε θείος του2. Σε ό,τι αφορά τις πανεπιστημιακές σπουδές του ο Πλαστήρας δέχεται ότι ο Σαγιαξής σπούδασε φιλολογία στη Βιέννη κατά τα έτη 1893-96 και ότι αργότερα συνέχισε τις σπουδές του στη Λειψία, όπου εξειδικεύτηκε στη βαλκανολογία με καθηγητή τον Gustav Weigand κατά το χρονικό διάστημα των ετών 1905-19103. Ο Χριστιανόπουλος επίσης αναφέρει ότι παρακολούθησε τα μαθήματα του G. Weigand, χωρίς όμως να προσδιορίζει χρονικά το διάστημα των σπουδών του και ορθώς επισημαίνει ότι δεν πήρε ποτέ το δίπλωμά του4.
Οι παλαιότεροι ερευνητές έχουν ασχοληθεί κυρίως με τα ποιήματά του, των οποίων η μελέτη τούς οδήγησε στο να τον κατατάξουν μεταξύ των σημαντικότερων ποιητών της Μακεδονίας των τριών τελευταίων δεκαετιών του 19ου και των δύο πρώτων του 20ού αιώνα. Έτσι λ.χ. ο Πλαστήρας θεωρεί ότι ο Σαγιαξής πρέπει να αναγνωριστεί ως ο πρώτος «νεωτερικός ποιητής», καθώς είναι ο εκφραστής των ιδεολογικών προσανατολισμών της Γενιάς του 1880 στη Μακεδονία5. Από το ποιητικό έργο του είναι γνωστός ικανός αριθμός ποιημάτων δημοσιευμένων σε περιοδικά και έντυπα της Θεσσαλονίκης, αλλά και σε σημαντικά λογοτεχνικά περιοδικά των Αθηνών, τα οποία ωστόσο δεν έχουν συγκεντρωθεί ποτέ σε ένα σώμα6. Σύμφωνα με την Τσιώμου το γεγονός ότι το έργο του έχαιρε πανελλήνιας αναγνώρισης καταδεικνύουν τόσο η άποψη του Παλαμά, ο οποίος τον χαρακτήρισε ως τον Χάυδεν της Ελλάδας κατά την παρουσίασή του στον Σουρή, όσο και οι «ενθουσιώδεις κρίσεις και τα εμπνευσμένα άρθρα» που δημοσίευσαν για το έργο του γνωστοί λογοτέχνες, όπως ο Δροσίνης, ο Μαρτζώκης και ο Χρηστοβασίλης.7
Πέραν του ποιητικού έργου του, ο Σαγιαξής παρήγαγε και περιορισμένο επιστημονικό έργο, που όμως ελάχιστα απασχόλησε την έρευνα. Τούτο μας είναι γνωστό αφενός από έναν κατάλογο που παραθέτει ο ίδιος στην έκδοση των Διθυράμβων του το 1913, στον οποίο αναφέρει το χαμένο σήμερα Υπόμνημά του προς το Υπουργείο των Εξωτερικών (εφεξής ΥΠΕΞ) του 1907 και δύο μελέτες για τους Ελληνοβλάχους που δημοσίευσε σε περιοδικά του Βερολίνου και της Λειψίας το 1894 και το 1896 αντίστοιχα,8 και αφετέρου από την εργογραφία που δημοσίευσε ο εκδότης του Μακεδονικού Ημερολογίου Ν. Σφενδόνης στον τόμο του 1933 (σ. 177), όπου ευρετηριάζονται δέκα επιστημονικές εργασίες του δημοσιευμένες στα γαλλικά, γερμανικά και ελληνικά. Μάλιστα, κατά τον Ν. Σφεδόνη γίνονταν συχνές παραπομπές σε αυτές από ξένα περιοδικά και συγγράμματα.9 Ο σταθερός προσανατολισμός των μελετών του στη λαογραφία καθίσταται ευκρινής μέσω των τριών εργασιών του (όλες δημοσιευμένες στο Μακεδονικό Ημερολόγιο) με θέμα τον Μέγα Αλέξανδρο, ήτοι α) «Ο Μέγας Αλέξανδρος εἰς τὰς παραδόσεις καὶ τοὺς θρύλους τῶν αἰώνων. (Ἱστορικὴ καὶ λαογραφική μελέτη)», β) «Ο Μέγας Αλέξανδρος εἰς τὴν ἱσπανικὴν παράδοσιν καὶ λογοτεχνίαν κατὰ τὸν Ἱσπανὸν καθηγητὴν Gimenez Caballero» και γ) «Ἡ Ἀλεξανδριάς εἰς τὴν ρουμανικὴν λογοτεχνίαν». (Κατὰ τὸν Ρουμάνον καθ. N. Cartojan).10
Από το υπόλοιπο έργο του ιδιαίτερης προσοχής έτυχε το οιονεί εκπαιδευτικό που συνδέεται άμεσα με το επιστημονικό. Η ενασχόλησή του περί τα εκπαιδευτικά χρονολογείται ήδη από το 1904, οπότε και του ανετέθη από τον Πρόξενο Λάμπρο Κορομηλά η σύνταξη αναγνωσματάριου για τη νεολαία της Μακεδονίας με υλικό εν πολλοίς λαογραφικής φύσης και γλώσσα σύνταξης τη δημώδη ή, όπου ήταν απαραίτητο, το σλαβικό ιδίωμα. Αυτή η «περιουσία» καθόρισε τον κομβικής σημασίας ρόλο που διαδραμάτισε ο Σαγιαξής είκοσι χρόνια αργότερα στη διαβόητη υπόθεση του Abecedar.11 Συγκεκριμένα το 1925, ύστερα από ανάθεση του Υπουργείου Παιδείας, συμμετείχε στη συγγραφή ενός αναγνωστικού στο σλαβικό ιδίωμα για τους μη ελληνόφωνους μαθητές της Δυτικής Μακεδονίας, το οποίο όμως δεν τέθηκε ποτέ σε κυκλοφορία εξαιτίας της αντίδρασης που προέβαλαν οι τοπικές κοινωνίες.12
Η τελευταία δραστηριότητά του που επισημαίνεται από την παλαιότερη έρευνα υπήρξε η θέση του διευθυντή στη νεοϊδρυθείσα Δημοτική Βιβλιοθήκη της Θεσσαλονίκης.13
Μεταξύ πολιτικής, επιστήμης και ποίησης στην Οθωμανική Μακεδονία: Ο Γεώργιος Θ. Σαγιαξής και η αλληλογραφία του με τους Νικόλαο Πολίτη και Στέφανο Δραγούμη (1900-1909)
Παντελής Νίγδελης - Αιμιλία Χριστοδούλου
ISBN: 978-960-9551-20-5
Μαλλιάρης
1. Βλ. Χριστιανόπουλος, Ανθολογία 128-33 και Πλαστήρας, Λογοτεχνία στη Θεσσαλονίκη 173-188 αντίστοιχα. Η ημερομηνία γέννησης του Σαγιαξή δεν είναι βέβαιη. Σύμφωνα με τον Χριστιανόπουλο, Ανθολογία 128 γεννήθηκε το 1874. Στα μητρώα των φοιτητών του πανεπιστημίου της Λειψίας (βλ. Εικόνες) εμφανίζεται ωστόσο με δύο διαφορετικές ημερομηνίες: ήτοι 3 Μαρτίου 1873 και 15 Μαρτίου του 1875 (αλλά με ερωτηματικό). Τα φωτοαντίγραφα των σχετικών με τις δύο εγγραφές του Σαγιαξή καρτελών μητρώου του πανεπιστημίου της Λειψίας μας εξασφάλισε ο Δρ. Χαρ. Τσόχος και τον ευχαριστούμε θερμά για τη βοήθειά του.
2. Επιστολή του Γ. Σαγιαξή προς τον Στ. Δραγούμη, Λειψία, 3 Οκτ. 1908.
3. Βλ. Πλαστήρας, Λογοτεχνία στη Θεσσαλονίκη 173.
4. Βλ. Χριστιανόπουλος, Ανθολογία 128. Πρβλ. Βαφόπουλος, Ἡ Δημοτική Βιβλιοθήκη θεσ σαλονίκης 17.
5. Βλ. Πλαστήρας, Λογοτεχνία στη Θεσσαλονίκη 188.
6. Για το ποιητικό έργο του βλ. Πλαστήρας, Λογοτεχνία στη Θεσσαλονίκη 172-188.
7. Μ. Π. Τσιώμου (Βασιλικού), «Γεωργίου Θ. Σαγιαξῆ. Ἀπὸ τὴν Λυρικὴν Συλλογήν. Παράπονα καὶ θρῆνοι», Ἡμερολόγιον Θεσσαλονίκης τοῦ ἔτους 1930, 147-148.
8. Το μεν υπόμνημα έφερε τον τίτλο Ανασκευὴ τῆς περί Κουτσοβλάχων καὶ Ἑλληνορου μανικῆς διαφορᾶς διατριβῆς τοῦ καθ. Weigand, οι δε εργασίες είναι οι: "Graeco-Walachische Sitten und Gebräuch", Zeitschrift des Vereins für Volkskunde, IV 1894 Berlin και "Graeco-Walachische (Aromunische) texte Zehn Anekdoten", III. Jahresbericht des Instituts für Rumänische Sprache zu Leipzig, 1896.
9. Ν. Σφενδόνης, Μακεδονικόν Ημερολόγιον 1933 (έτος 90) 177-182.
10. 1ο Η πρώτη μελέτη δημοσιεύεται στον τόμο του 1933 (σσ. 177-182), η δεύτερη στον τόμο του 1937 (σσ. 108-112) και η τρίτη στον τόμο του 1938 (σσ. 264-268). Για τις μελέτες του βλ. Χριστιανόπουλος, Ανθολογία 130.
11. Η Για την υπόθεση του Abecedar βλ. Iakovos D. Michailidis, "Minority Rights and Educational Problems in Greek Interwar Macedonia: The case of the Primer 'Abecedar"", Journal of Modern Greek Studies 14.2 (1996) 329-343.
12. Βλ. Νίγδελης, Αλληλογραφία 310 σημ. 31 όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία.
13. Κατά τον Χριστιανόπουλο, Ανθολογία 129 ο Σαγιαξής διορίσθηκε υπάλληλος του Δήμου Θεσσαλονίκης το 1932 και υπήρξε τυπικά ο πρώτος διευθυντής της (ανύπαρκτης ως το 1938) Δημοτικής Βιβλιοθήκης. Πρβλ. Πλαστήρας, Λογοτεχνία στη Θεσσαλονίκη 173 και Βαφόπουλος, Ἡ Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης 17. Από την περίοδο αυτήν προέρχε ται η αναφορά του που δημοσιεύουμε στο Παράρτημα Ζ.