Το βιβλίο αυτό παρουσιάζει μία διεπιστημονική προσέγγιση του μουσικού πολιτισμού της Δυτικής Ελλάδας αρχίζοντας από την κεντρική της ζώνη, την οροσειρά της Πίνδου και συνεχίζοντας στις δύο πλαγιές της: την Ήπειρο και την Δυτική Μακεδονία. Συνδυάζει διαφορετικά πεδία έρευνας: Ιστορία και Μουσική Αρχαιολογία με Εθνομουσικολογία, αλλά ακόμη συνδυάζει γνώση και αναζητά επιστημονική συμβουλή από πολλά άλλα διαφορετικά πεδία έρευνας όπως την γλωσσολογία, την λαογραφική έρευνα, την Βυζαντινή μουσικολογία και την κοινωνική ανθρωπολογία με τρόπο τέτοιο ώστε να παρουσιάσει μία σφαιρική εικόνα αυτού του πολιτισμού και να δοκιμάσει την ορθότητα των συμπερασμάτων που αποκτήθηκαν μέσα σε αυτά τα δύο κύρια πεδία έρευνας: την Εθνομουσικολογία και την Ιστορική έρευνα.
Ξεδιπλώνοντας ένα εκτεταμένο μουσικό σύστημα με την μουσική του διαλεκτολογία σε μία εκτεταμένη περιοχή των Νοτιο-Δυτικών Βαλκανίων η έρευνα αυτή κατέληξε στο να αποκαλύψει άγνωστες μουσικές φόρμες και νομοτέλειες που παρουσίασαν ένα ενδιαφέρον ιδιαίτερο ως ερμηνευτικά εργαλεία σε σχέση με το μουσικό παρελθόν της περιοχής αυτής. Τα μουσικά πολιτισμικά επίπεδα που εντοπίστηκαν στις διαφορετικές αλλά βαθιά συσχετιζόμενες εθνοτικές ομάδες φέρνουν στην επιφάνεια ερωτηματικά σχετικά με τις «κανονικές» και γενικά αποδεκτές απόψεις σχετικά με την διγλωσσία, την εθνοτική (ethnic) ή εθνική με την έννοια του ευρωπαϊκού national, ή με άλλους τρόπους προσδιοριζόμενη ταυτότητα, το ζήτημα της οριακότητας (marginality), το ζήτημα του μειονοτισμού (minoritism) και της εθνικής ομοιογένειας - ομογενοποίησης, την διαεθνική έρευνα όπως επίσης την διασυνοριακή ανάλυση. Ακόμη αναδύει ερωτήματα και παρουσιάζει ως πλέον απαραίτητη την εκτεταμένη Ιστορική έρευνα μαζί με την εκτεταμένη συστηματική επιτόπια έρευνα για την επανεξέταση των αποτελεσμάτων και των μεθόδων της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας. Ταυτόχρονα το ξεδίπλωμα των άγνωστων μουσικών νομοτελειών που αποκαλύφθηκαν στο πεδίο της επιτόπιας έρευνας επέτρεψε νέες ερμηνείες του μουσικού παρελθόντος της Αρχαίας Ελλάδας και της Βαλκανικής αρχαιότητας, αποκαλύπτοντας ότι το μακρινό παρελθόν δεν είναι ένας ξεχωριστός χώρος απομονωμένος στις Ιστορικές πηγές αλλά ένας τρόπος να ανακυκλώνει και να επανεφευρίσκει κανείς την ζωή και τον πολιτισμό στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον των ανθρώπινων κοινωνιών. (περιγραφή του βιβλίου)
Αθηνά Ν. Κατσανεβάκη
Βλαχόφωνα και Ελληνόφωνα τραγούδια της περιοχής Βορείου Πίνδου
Ιστορική-Εθνομουσικολογική προσέγγιση: Ο Αρχαϊσμός τους και η σχέση τους με το ιστορικό υπόβαθρο
Εκδότης: Ινστιτούτο Έρευνας Μουσικής & Ακουστικής - Κέντρο Μουσικής Τεκμηρίωσης
ISBN: 978-960-7313-19-5
Αθήνα, 2014
Η έκδοση συνοδεύεται από DVD με τα ηχητικά αρχεία των μουσικών παραδειγμάτων από τις επιτόπιες έρευνες, τα κείμενα σε ελληνικά και αγγλικά, βίντεο με επιτόπιες καταγραφές και ηλεκτρονικούς χάρτες που συνοψίζουν τα στοιχεία και τα συμπεράσματα της επιτόπιας έρευνας σε περισσότερους από διακόσιους οικισμούς στον Βορειοδυτικό ελληνικό χώρο στην Βόρειο Ήπειρο στην σημερινή Αλβανία και στα Σκόπια (Κράτος της Βόρειας Μακεδονίας πρώην FYROM)
Για την παραγγελία της ελληνικής ή αγγλικής έκδοσης (εκτύπωση κατά παραγγελία) επικοινωνήστε με το
Ινστιτούτο Έρευνας Μουσικής & Ακουστικής (ΙΕΜΑ).
Αδριανού 105 105 58 Αθήνα Τηλ: 210-3310129 Fax: 210-33.10.497 E-mail:
Για την αγγλική έκδοση για Kindle (εφαρμογή Kindle για android)
Part A - Αγορά μέσω Amazon
Part B - Αγορά μέσω Amazon
«Ένιοι δε και σύμπασαν την μέχρι Κορκύρας Μακεδονίαν προσαγορεύουσιν, αιτιολογούντες άμα ότι και κουρά και διαλέκτω και χλαμύδι και άλλοις τούτοις χρώνται παραπλησίως. Ένιοι δε και δίγλωττοι εισί. Καταλυθείσης δε της Μακεδόνων αρχής υπό Ρωμαίους έπεσε. Δια δε τούτων εστί των εθνών η Εγνατία οδός εξ Επιδάμνου και Απολλωνίας.»
(Στράβων Γεωγραφικών Ζ΄ C326-327)
Σχετικά με την διγλωσσία
Στο περιβόλι του παππού μου του Σήφη στην Κρήτη υπήρχαν πολλά δέντρα…λεμονιές, πορτοκαλιές, μανταρινιές.. μια μέρα ο παππούς μου αποφάσισε ότι θα μπορούσε να έχει διαφορετικά φρούτα από ένα και μοναδικό δέντρο και έτσι μπόλιασε πορτοκαλιά και μανταρινιά σε ένα δέντρο λεμονιάς. Τότε μεγάλωσε ένα δέντρο που είχε τρία κλαδιά και έδινε τρείς διαφορετικούς καρπούς: λεμόνια,πορτοκάλια, και μανταρίνια. Όποιος και να το έβλεπε δεν μπορούσε ποτέ να πιστέψει πώς ένα και μοναδικό δέντρο με μία μόνο ρίζα μπορούσε να βγάζει τρεις διαφορετικούς καρπούς ούτε μπορούσε να καταλάβει τί ήταν η ρίζα του.. Μόνο ο παππούς μου και εκείνοι που έμαθαν από αυτόν αλλά και κάποιοι άλλοι που έδειξαν το βαθύ τους ενδιαφέρον για αυτό το δέντρο μπορούσαν να το κάνουν αυτό. Πολλοί όμως δεν κατάλαβαν τη σημασία του: Αν και τα μανταρίνια και τα πορτοκάλια του ταίριαζαν περισσότερο σε μια μανταρινιά και σε μια πορτοκαλιά κάθε απομάκρυνση από την ρίζα της λεμονιάς θα ήταν μοιραία…
Αντί προλόγου (μέρος)
Όταν διάλεξα σαν κέντρο των εθνομουσικολογικών μου ενδιαφερόντων την Δυτ. Μακεδονία δεν θα μπορούσα να φανταστώ πόσο μακριά θα μπορούσε να με οδηγήσει αυτή η επιλογή. Τότε το ενδιαφέρον μου είχε επικεντρωθεί σε ένα χωριό της περιοχής Βοΐου Κοζάνης: τον Μεσόλογγο. Εκεί σε μια μεριά του χριστιανικού μαχαλά (που ήταν διαχωρισμένος από τον μουσουλμανικό μαχαλά που κατοικούνταν από εξισλαμισμένους Βαλαάδες), υπήρχε η γειτονιά των Μπιρδαίων από όπου καταγόταν η γενιά των παππούδων μου.
Επειδή στον Μεσόλογγο δεν μπόρεσα να βρω αρκετό υλικό, κατευθύνθηκα σε ένα άλλο χωριό που ενώ βρίσκεται στα σύνορα της περιοχής Βοΐου Θεωρείται και είναι κουπατσαροχώρι της περιοχής Γρεβενών ενώ η θέση του βρίσκεται στις παρυφές της Πίνδου: πρόκειται για την Καλλονή Γρεβενών ή όπως παλιότερα ονομαζόταν «Λούντζι».
Το αποτέλεσμα της έρευνας στην Καλλονή ήταν η διπλωματική μου εργασία που παρουσιάστηκε τον Σεπτέμβριο του 1991, «Δημοτικά τραγούδια Καλλονής Γρεβενών».
Πρέπει να ομολογήσω ότι η προσέγγιση του μουσικού ιδιώματος της Καλλονής δεν στάθηκε καθόλου εύκολη. Γεννημένη και μεγαλωμένη στο αστικό περιβάλλον της Θεσσαλονίκης, η μοναδική επαφή που είχα με το ιδίωμα αυτό που γενικά είναι γνωστό σαν μουσική της Ηπείρου, ήταν κάποιοι δίσκοι του Μπέλου με ηπειρώτικα τραγούδια τα πιο γνωστά «του συρμού» όπως θα λέγαμε. Αλλά η μουσική της Καλλονής ήταν ένας κόσμος άγνωστος, με κανόνες απλούς και αρχαϊκούς και για αυτό ακατανόητους.
Η Καλλονή στάθηκε για μένα σχολείο. Με εισήγαγε σε ένα ιδίωμα που στην συνέχεια φάνηκε ότι κάλυπτε μία πολύ ευρύτερη περιοχή: έτσι άνοιξε για μένα το κεφάλαιο «Πίνδος».
Στην πραγματικότητα το μουσικό ιδίωμα της Καλλονής έμοιαζε καταπληκτικά με αυτό του Μεσολόγγου και της γύρω περιοχής. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις υπήρχε ταύτιση τραγουδιών. Χαράχτηκε επομένως η πρώτη συνδετική γραμμή.
Σε λίγο μεγαλύτερο υψόμετρο από την Καλλονή, και πιο βαθιά στην οροσειρά της Πίνδου Βρίσκεται ένα άλλο κουπατσαροχώρι: το Δοτσικό ή «Ντουτσκό». Εκεί κατά την διάρκεια της έρευνας άκουσα από κάποια ηλικιωμένη γυναίκα για πρώτη φορά την λέξη «Ρουμανόβλαχος». Τώρα πια μετά από πολύχρονη μελέτη και έρευνα επάνω στο Θέμα (σε διάφορους τομείς) και αρκετό προβληματισμό, γνωρίζω ότι ο όρος αυτός είναι πλαστός, δεν έχει δηλ. εθνολογική ή φυλετική σημασία, αλλά πολιτική. Πολιτικοί ήταν άλλωστε και οι λόγοι δημιουργίας του. Ωστόσο ο όρος αυτός και η φυσική περιέργεια με έσπρωξαν σε μία αναζήτηση που είχε πολλαπλό αποτέλεσμα: να ανακαλύψω μετά από την επαφή που είχα με Βλάχους, (ένα μέρος αυτής της γνώσης το χρωστάω στον Χρήστο τον Μπρούφα, επίμονο συλλέκτη Βλαχοφώνων τραγουδιών) την καταπληκτική ομοιότητα που υπάρχει ανάμεσα στην μουσική των ελληνοφώνων του Βοΐου και των Γρεβενών και των Βλαχοφώνων της Πίνδου μία διαπίστωση που αρχικά είχε σχέση με την εξ ακοής επαφή. Αργότερα ανακάλυψα ότι η γενιά των παππούδων μου με αρχική κοιτίδα την Πίνδο και τα Βλαχοχώρια της περιοχής Κονίτσης (Δίστρατο και Φούρκα), είχε ακολουθήσει ένα ευρύτερο μεταναστευτικό κύμα από την Ήπειρο προς την Δυτ. Μακεδονία, που το αίτιο του ήταν η καταδυνάστευση των Χριστιανών Ρωμιών από τον αφέντη της Ηπείρου, τον Αλή Πασά. Άνοιξε επομένως το δεύτερο κεφάλαιο: «Βλάχοι».
Όπως Θα εξηγήσουμε στα αντίστοιχα κεφάλαια, οι Βλάχοι της Β. Ηπείρου, οι Φαρσεριώτες (από την περιοχή της Φράσερης) και οι Γραμμουστιάνοι, καθώς επίσης και οι Πινδικοί Βλάχοι του ελληνικού χώρου δεν αυτοαποκαλούνται «Βλάχος» αλλά «Armînu» ή «Rîmăn» (ο δεύτερος όρος ισχύει για τους Φαρσεριώτες Βλάχους), μια ονομασία αντίστοιχη με το Βυζαντινό ελληνόφωνο «Ρωμιός». Τους ελληνοφώνους που οι ίδιοι αυτοαποκαλούνται όχι σπάνια «Ρωμιοί», τους αποκαλούν «Γκρέκους» και αυτό πιστεύω ότι πρέπει να προσδιορίζει περισσότερο την γλωσσική διαφοροποίηση και την διαφορά του υψομέτρου παρά μία καθαυτό εθνολογική διαφοροποίηση. Ο αναγνώστης Θα συναντήσει λοιπόν πολύ συχνά μέσα στα κεφάλαια αυτής της εργασίας δίπλα στην ονομασία «Βλάχος» και την ονομασία «Αρμάνος».
Για να «γνωρίσει» κανείς μία πληθυσμιακή ομάδα Θα πρέπει να μελετήσει όσες πιο πολλές πλευρές της μπορεί. Δεν φτάνει να περιοριστεί μόνο στην μουσικολογική έρευνα. Άλλωστε αυτό θα ήταν πολύ μακριά από αυτό που ονομάζουμε «εθνομουσικολογία». Ανοίγεται επομένως μπροστά στον εθνομουσικολόγο ένα απέραντο πεδίο που έχει ποικίλες όψεις: ανθρωπολογία, ιστορία, κοινωνιολογία, γεωγραφία, γλωσσολογία, θρησκεία, πολιτισμός. Σε αυτόν τον τελευταίο κλάδο περιλαμβάνονται τα ήθη και τα έθιμα, οι χοροί, τα τραγούδια σαν κείμενα και σαν μουσικοποιητική και κάποτε και χορευτική ενότητα. Όταν κάποιος αρχίσει την έρευνα σε έναν από τους παραπάνω τομείς, θα πρέπει να εμβαθύνει κατά το δυνατόν και στους υπολοίπους, ώστε να αποφύγει τυχόν λάθη από άγνοια. Άλλωστε πάντοτε τα ενδιαφέροντα συμπεράσματα προκύπτουν όταν αρχίσει η συνεργασία όλων των παραπάνω τομέων. Ταυτόχρονα η σε βάθος και πλάτος προσέγγιση του αντικειμένου, θα τον Βοηθήσει να προσανατολιστεί καλύτερα, ώστε κατά την διάρκεια της επιτόπιας έρευνας, να αναζητήσει και να βρει τις κατάλληλες πληροφορίες.
Για τους λόγους αυτούς η έρευνα ακολούθησε τρεις δρόμους: α) επιτόπια έρευνα β) έρευνα σε αρχειακό υλικό γ) εκτενής μελέτη βιβλιογραφίας όσον αφορά τους διαφόρους τομείς του θέματος.
Για τους ίδιους λόγους κρίθηκε απαραίτητη η αναφορά σε ιστορικά γλωσσολογικά και ανθρωπολογικά στοιχεία και στο λαογραφικό πλαίσιο των τραγουδιών, δηλ. όπως είχαμε αναφέρει και τότε για τα τραγούδια της Καλλονής (ΚατσανεΒάκη 1991, 9), τον τόπο και τον χρόνο όπου συνηθίζονταν να τραγουδιούνται.
Τώρα μετά από ένα μεγάλο διάστημα έρευνας και προβληματισμού, δεν θα ήταν πιστεύω άτοπο να διαπιστώσουμε (χρησιμοποιώντας με την σειρά μας τα λόγια του συγγραφέα του Πλουτάρχου) ότι πέρα από οποιαδήποτε πολιτική σκοπιμότητα, ένα στοιχείο το οποίο ποτέ δεν θα πάψει να υπάρχει, οι Αρμάνοι και οι ελληνόφωνοι της Πίνδου, αρχηγοί γίνονταν «της καλής και ελληνικής μουσικής».
Πρόλογος της έκδοσης
Εξερευνώντας και ανακαλύπτοντας το πεδίο μιας έρευνας και μιας επιστήμης
Δέκα και πλέον χρόνια μετά από την παράδοση της εργασίας αυτής τον Νοέμβριο του 1998 με την μορφή Διδακτορικής διατριβής και την υποστήριξή της μερικούς μήνες αργότερα τον Μάρτιο του 1999 είναι αρκετά για την συνέχιση μιας έρευνας και την παρουσίασή της στο επιστημονικό κοινό. Οι αντιδράσεις που προκάλεσε η παρουσίαση των αποτελεσμάτων της ήταν αναμενόμενες καθώς η προσέγγιση ήταν προκλητικά πρωτότυπη, όσον αφορά τα συμπεράσματα αλλά και την μεθοδολογία. Οι αντιδράσεις αυτές ήταν παρ’ όλα αυτά καθοριστικές για την καθυστέρηση της παρουσίασης της στο ευρύτερο κοινό, αλλά και μία αφορμή για να συνεχίσω την ίδια έρευνα για άλλα δέκα και πλέον χρόνια. Αυτή η έρευνα απέδωσε καρπούς και επιβεβαίωσε τα βασικά συμπεράσματα της τότε διδακτορικής διατριβής μου, δίνοντας μου την ευκαιρία να τα βελτιώσω έτσι ώστε να μπορούμε τώρα να τα παρουσιάσουμε ολοκληρωμένα στο ευρύτερο κοινό μαζί με νέα στοιχεία τα οποία αφορούν τους ελληνόφωνους και τους δίγλωσσους πληθυσμούς στον βορειοελλαδικό χώρο και τις βαθιές τους ρίζες στην ελληνική και ευρύτερα βαλκανική αρχαιότητα.
Θεωρώ όμως σημαντικό να γίνει αναφορά στους λόγους που οδήγησαν στην αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων αυτής της έρευνας. Μπορούν να εντοπιστούν σε τρία βασικά αίτια. Είναι μια ευκαιρία να δώσω κάποιες απαντήσεις και πιστεύω ότι η αιτιολόγησή τους είναι απαραίτητη:
Η διπλή φύση της Εθνομουσικολογίας: Εθνομουσικολογία, Ανθρωπολογία της Μουσικής ή Μουσικό φολκλόρ;
Ένας πρώτος λόγος λοιπόν, ήταν ότι η επίδραση της κοινωνικής ανθρωπολογίας στην εθνομουσικολογία είχε ως αποτέλεσμα να χωριστεί η επιστήμη της εθνομουσικολογίας σε δύο τάσεις-προσεγγίσεις μία ανθρωπολογική και μία μουσικολογική 1 , δίνοντας την λανθασμένη εντύπωση ότι η μία είναι αντίθετη προς την άλλη ή τουλάχιστον είναι εκ διαμέτρου διαφορετικές προσεγγίσεις. Έτσι θεωρήθηκε απλά ελλιπής ή ημιτελής η εθνομουσικολογία η οποία εξετάζει τη μουσική ως μουσική πρακτική και όχι ως πολιτισμική πρακτική και επομένως οποιαδήποτε έρευνα αφορά την «παραδοσιακή» λεγόμενη μουσική θα έπρεπε να έχει πρωτίστως κοινωνιολογικό περιεχόμενο. Διαχώρισαν λοιπόν αυτό το οποίο ονομάζεται ακόμη και σήμερα υποτιμητικά από πολλούς «μουσικό φολκλόρ» από την εθνομουσικολογία ή όπως πλέον ονομάζεται «ανθρωπολογία της μουσικής».
Οπωσδήποτε όταν ένας εθνομουσικολόγος ερευνά μία περιοχή όχι μόνο δεν αποκόπτει την έρευνά του από το κοινωνικό της πλαίσιο αλλά και ο ίδιος συμμετέχει σε αυτό. Άρα εξ αντικειμένου είναι αδύνατον να επιτελέσει κανείς εθνομουσικολογική έρευνα και να καταλήξει σε συμπεράσματα για την εσωτερική λειτουργία της μουσικής και τους νόμους που την διέπουν (ειδικά όταν πρόκειται για άγνωστο είδος όπως ήταν μέχρι τότε η μουσική γλώσσα της Βορείου Πίνδου) χωρίς να έχει λάβει υπόψη και να έχει βιώσει το κοινωνικό της πλαίσιο. Το αν αυτό θα γίνει εμφανές και το αν θα τονιστεί ο κοινωνιολογικός παράγοντας στην παρουσίαση των αποτελεσμάτων που συνιστούν μία διατριβή, σχετίζεται με το κατά πόσο θα δώσει κανείς βάρος στον ένα ή στον άλλο τομέα και με το κατά πόσο η επικέντρωση και επιλογή του πιο συγκεκριμένου σημείου της έρευνας το ζητά ή συνδέεται περισσότερο ή λιγότερο άμεσα με αυτό, καθόλου όμως δεν αφορά την σχέση του επιστήμονα με το πεδίο του. Έτσι η καλύτερη απάντηση για οποιαδήποτε παρόμοια αμφιβολία αλλά και αιτία τέτοιων ταλαντεύσεων μέσα στην επιστήμη αυτή που ονομάζεται στις μέρες μας «εθνομουσικολογία» αλλά διεκδικεί και τον τίτλο της «ανθρωπολογίας της μουσικής» είναι ο ορισμός που δίδει ο Alan Merriam στο βιβλίο του “The anthropology of Music”:
«H Εθνομουσικολογία φέρει μέσα της τα σπέρματα της ίδιας της διαίρεσης, επειδή αποτελείται η ίδια από δύο διαφορετικά μέρη, το μουσικολογικό και το εθνολογικό και ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημά της είναι η ανάμειξη αυτών των δύο μερών με ένα ενιαίο τρόπο ο οποίος δεν θα δίνει έμφαση σε κανένα από τα δύο αλλά θα λαμβάνει υπ’ όψη και τα δύο. Αυτή η διπλή φύση του πεδίου της τονίζεται και από την φιλολογία της, επειδή ενώ ένας επιστήμονας γράφει τεχνικά επάνω στην δομή του μουσικού ήχου με την έννοια του συστήματος, ένας άλλος διαλέγει να ασχοληθεί με την μουσική ως ένα λειτουργικό μέρος του ανθρώπινου πολιτισμού και ως ένα αναπόσπαστο μέρος μίας ευρύτερης ολότητας » (Merriam,1964,3 βλ. και Katsanevaki, 2007,6) 2
Ας μην ξεχνάμε όμως πως ενώ το 1964 το βιβλίο του Alan Merriam επιγράφεται «The anthropology of Music» το 1984 τα άρθρα του Costantin Brailoiu που μεταφράζονται 20 χρόνια μετά στο Cambridge μιλούν καθαρά για «musical folklore» και δεν μεταφράζονται φυσικά γιατί είναι παρωχημένα (Brailoiou, 1984 Problems of Ethnomusicology, Outline of a method of Musical Folklore).
Τα ερωτήματα που θέτει ο Costantin Brailoiou και που θα μπορούσαν να συνοψιστούν σε τέσσερα βασικά μονολεκτικά ερωτήματα τα οποία θα πρέπει να έχει ο εθνομουσικολόγος υπόψη του οτιδήποτε και να ερευνά και που είναι τα εξής: Πού; Πώς; Πότε; Γιατί; (βλ. Katsanevaki 2007,13-14) 3 , (είτε ερευνά την μουσική ως μουσική φόρμα είτε την μουσική ως κοινωνικό πολιτισμικό φαινόμενο), είναι και θα είναι επίκαιρα και συνοψίζουν την επιστημονική έρευνα σε όποιον τομέα και αν εφαρμόζεται. Δεν δόθηκε όμως αρκετή σημασία στο γεγονός ότι η ίδια η μουσική φόρμα πολλές φορές εμπεριέχει μέσα της το «γιατί» και η σε βάθος προσεκτική της παρατήρηση μπορεί πολλά να μας αποκαλύψει. Πρέπει να είμαστε περισσότερο ειλικρινείς ώστε να ομολογήσουμε ότι σαν επιστήμονες η μόνη προσφορά που μπορούμε να παρουσιάσουμε είναι η προσεκτική και λεπτομερής παρατήρηση. Τίποτε άλλο δεν έχουμε να προσφέρουμε στην ανθρωπότητα από το να περιγράφουμε την νομοτέλεια του θαύματος μέσα στο οποίο ζούμε και να το αφήνουμε όσο μας είναι δυνατόν να συνεχίζεται χωρίς να το εμποδίζουμε και να το βιάζουμε. Και θα ήμασταν ακόμη πιο ειλικρινείς ώστε να ομολογήσουμε ότι η εθνομουσικολογία που δίνει έμφαση στην μουσικολογική έρευνα μας είναι ακόμη απαραίτητη αφού δεν έχουν ακόμη πλήρως ερευνηθεί όλες οι μουσικές παραδόσεις στο κόσμο μας και υπάρχουν ακόμη πολλές και άγνωστες πτυχές που περιμένουν την έρευνα να τις αποκαλύψει.
Αλλά και οι απαντήσεις που αφορούν το «γιατί» δεν δίνονται με ερωτηματολόγια ούτε με κάποια εκ των προτέρων και εν πολλοίς στείρα μεθοδολογία, αλλά κυρίως με την λεπτομερή παρατήρηση αυτών των οποίων συμβαίνουν γύρω μας και στα οποία ως εθνομουσικολόγοι καλούμαστε να συμμετέχουμε και να παρατηρήσουμε. Από εκεί προκύπτουν και τα ερωτηματολόγια. Ποιά μορφή όμως θα έχει αυτή η συμμετοχή εξαρτάται από το αντικείμενο στο οποίο επικεντρωνόμαστε. Δεν ζητά κάθε έρευνα το ίδιο είδος συμμετοχικής παρατήρησης. Αυτό το οποίο είναι σίγουρο είναι ότι χρειάζεται συνεχής επαφή και ενασχόληση εντός και εκτός πεδίου (βλ. Rice 1997,106-109, “At home in the field”…). Η παρατήρηση μας οδηγεί σε άλλη έρευνα και η άλλη έρευνα σε άλλη παρατήρηση και ούτω καθεξής. Το να προσπαθούμε λοιπόν να ερμηνεύσουμε φαινόμενα εφευρίσκοντας νομοτέλειες ή ερμηνείες εκ των προτέρων που δεν έχουν αντίκρισμα ή να θεωρούμε εκ των προτέρων νομοτέλειες που έχουν κατατεθεί στην επιστημονική έρευνα για κάποιες ερευνητικές περιπτώσεις (case–studies) σαν γενικούς κανόνες που θα πρέπει όλοι οι εθνομουσικολόγοι ανεξαιρέτως να ακολουθήσουν είναι κάτι που προσβάλει συχνά την πραγματικότητα, και άρα είναι περιττό. Η μεθοδολογία λοιπόν προκύπτει από το πεδίο και όχι το πεδίο από την μεθοδολογία . Για αυτό και πιστεύω ακόμη περισσότερο σήμερα, ότι η λεγόμενη «μεθοδολογία» συνοψίζεται στην απλή και βασική οδηγία «Ακούστε τους προτού τους ρωτήσετε»…. (βλ. Katsanevaki,2007, 20).
Η Ιστορική Έρευνα σαν ένα αναπόσπαστο κομμάτι των κοινωνικών επιστημών
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι λίγοι ήταν οι ερευνητές εκείνοι που κατάλαβαν εγκαίρως ότι για την απάντηση των «γιατί» είναι απαραίτητη εκτός των άλλων και η Ιστορική έρευνα. Οι κοινωνικοί ανθρωπολόγοι συνέδεσαν την Ιστορία με τον εξελικτισμό και έτσι η Ιστορική έρευνα μέσα στην κοινωνική ανθρωπολογία και σε ότι διεκδικούσε την σχέση με την κοινωνία και την ανάγκη για συγχρονική έρευνα έγινε ο αποδιοπομπαίος τράγος της κοινωνικής ανθρωπολογίας μέσα από την απόρριψη του εξελικτισμού. Το λάθος όμως στην περίπτωση αυτή ήταν η «παγκοσμιοποίηση» της θεωρίας του εξελικτισμού. Όταν όμως η παντοδυναμία του αυτή καταργήθηκε τότε ο εξελικτισμός καταργήθηκε εξίσου απόλυτα από τους εκπροσώπους των άλλων θεωριών. Αντί επομένως να αποποιηθεί η επιστήμη της κοινωνιολογίας την νόσο της παγκοσμιοποίησης των θεωριών της, αποποιήθηκε με τον ίδιο απόλυτο τρόπο οτιδήποτε είχε σχέση με τον εξελικτισμό.
Ένας τίτλος λοιπόν διδακτορικής διατριβής ο οποίος πριν από μία δεκαετία διεκδικούσε το δικαίωμα να συνδυάσει την Ιστορική με την Εθνομουσικολογική έρευνα θεωρούνταν μεθοδολογικά λάθος από την βάση του. Και επομένως ο τίτλος « Βλαχόφωνα και Ελληνόφωνα τραγούδια περιοχής Βορείου Πίνδου: Ιστορική–Εθνομουσικολογική προσέγγιση: Ο Αρχαϊσμός τους και η σχέση τους με το Ιστορικό Υπόβαθρο » κρίθηκε τότε μεθοδολογικά προβληματικός για μία τέτοια προσέγγιση της επιστήμης. Διότι για πολλούς ήταν αδιανόητος ο συνδυασμός της Ιστορικής με την Εθνομουσικολογική Έρευνα (Χαψούλας 2010). Η μια είναι Ιστορική και η άλλη είναι συγχρονική. Αλλά όμως το «γιατί» εξηγείται με δύο τρόπους: με την συγχρονική παρατήρηση και τον συνδυασμό της με την σε βάθος έρευνα στο παρελθόν ώστε να εξηγηθούν όσο πιο ολοκληρωμένα γίνεται οι παρούσες καταστάσεις (βλ.Claude Levi-Strauss,9). Όπως θέτει το ζήτημα αυτό ο Clifford Geertz, « παρατηρώντας προσεκτικά τι συμβαίνει σε αυτό το ιδιόμορφο μικρό νησί (εννοώντας το Μπαλί) τις επόμενες δεκαετίες, μπορούμε να διεισδύσουμε στην δυναμική της θρησκευτικής αλλαγής με μια σαφήνεια και αμεσότητα που η Ιστορία, έχοντας ήδη συντελεστή δεν μπορεί να μας επιτρέψει. » (Geertz,1993, 189, 2003, 193). Όπως έχω αναφέρει αλλού με αυτόν τον τρόπο παρουσιάζει την ανάγκη της συγχρονικής έρευνας προκειμένου να ερμηνεύσει κανείς τα Ιστορικά φαινόμενα. Κάποιος θα μπορούσε να προσθέσει ότι η Ιστορία δεν είναι μία θεωρητική κατασκευή βασισμένη αυστηρά στα ευρήματα ενός μακρινού Παρελθόντος που απέχει από το παρόν τόσο πολύ ώστε να μπορεί κάποιος να τραβήξει μία αυστηρά διαχωριστική γραμμή. Δεν είναι λοιπόν καθόλου αυτό που υποστηρίζει ο Danforth αναφερόμενος στις προσπάθειες των Ελλήνων φολκλοριστών να συνδέσουν το παρόν με το Ιστορικό παρελθόν της Αρχαίας Ελλάδας όσο και αν κάτι τέτοιο φαντάζει αδύνατο: « These scholars seek to bridge a distance in time of over two thousand years that separate their present from the past of ancient Greece and they attempt to do so by using the people of rural Greece as a mediator, a kind of stepping stone on their journey in search of the past » (Danforth,1984,57) 4 . Αυτή η κυρίαρχη άποψη που στηρίζεται σε μία γραμμική αντίληψη του χρόνου γεμάτη χάσματα δεν είναι η πραγματική σχέση της Ιστορίας με την ίδια την πραγματικότητα των ανθρώπων. Η Ιστορία λοιπόν δεν είναι ένα θεωρητικό κατασκεύασμα βασισμένο σε ευρήματα αποξενωμένα από την ανθρώπινη υπόσταση. Θα ήταν καλύτερα να πούμε εδώ ότι Ιστορία είναι ο τρόπος με τον οποίο ο παραδοσιακός άνθρωπος σε όλες τις παραδοσιακές κοινωνίες του κόσμου αντιλαμβάνεται τον χρόνο του και την βιωματική του ύπαρξη σαν μία κυκλική κίνηση μέσα στην οποία ανακυκλώνονται βιώματα και γενιές που δεν χωρίζονται μεταξύ τους από χάσματα αλλά που έχουν πάντα τον χρόνο και την δύναμη να τα καλύψουν. Ένας τέτοιος τρόπος αντίληψης της Ιστορίας είναι πολύ διαφορετικός από τον δικό μας τρόπο να την αντιλαμβανόμαστε, και ο οποίος πηγάζει από μία κοινωνία που βιώνει το πολιτισμικό σοκ της συμπύκνωσης του χρόνου και των εμπειριών με τον τρόπο που αυτό βιώνεται στον κόσμο μας.
Δεν θα ήταν άτοπο λοιπόν να αναφέρουμε εδώ τα λόγια που άκουσα από τον ελληνόφωνο τσομπάνη που συνάντησα στα χωριά των Γρεβενών και που παρ’ όλα αυτά ήξερε και λίγο βλάχικα. Σκαρφάλωνε τα βουνά της Πίνδου με τα πόδια και φύλαγε μέσα του μία ιδιαίτερη συναισθηματική σχέση με τα αρχαιολογικά ευρήματα σε εκείνα τα βουνά. Όταν του είπα ότι έχω μία μακρινή καταγωγή από το Δίστρατο της Κόνιτσας μου είπε χωρίς περιστροφές:
«-Το ξέρεις ότι από το Δίστρατο ήταν η μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου;
Καθώς θυμόμουνα από τα μαθήματα της Ιστορίας ότι η Ολυμπιάδα ήταν πράγματι από την Ήπειρο και προσπαθώντας να μην τον προσβάλλω αλλά συγχρόνως θέλοντας να κατανοήσω τί ήθελε κατά βάθος να μου πει του ανταπάντησα:
-Είσαι σίγουρος μπάρμπα-Νάσο μέσα ακριβώς από το Δίστρατο ή μήπως θες να πεις από την γύρω περιοχή;
Μου απάντησε με ευθύτητα και με σιγουριά αρχαιολόγου:
-Από το Δίστρατο! Τι νομίζεις βρε κορίτσι μ’ είναι τα δυο χιλιάδες πεντακόσια χρόνια; Πίσω από την πόρτα είναι. Είκοσι πέντε πατεράδες-είκοσι πέντε γιοί. Να λέμε ότι δεν γνωρίζουμε την Ιστορία εκατομμύρια χρόνια πριν το καταλαβαίνω, αλλά να λέμε ότι δεν γνωρίζουμε την Ιστορία δύο χιλιάδες χρόνια πριν, είναι μεγάλο λάθος!».
…….
Το μόνο πράγμα που θα μπορούσα σκεφτώ μπροστά σε μία τέτοια καταπληκτική ανάλυση της Ιστορίας ως βιωματικού χρόνου ήταν να τον παρακαλέσω να μου επαναλάβει τα λόγια του μπροστά στην κάμερα….
Η αποφυγή της Ιστορικής Έρευνας σαν αποτέλεσμα των πολιτικών κατά του Εθνικισμού. Ο Mειονοτισμός ως ένα άλλο πρόσωπο του Εθνικισμού.
Η ιστορική έρευνα όμως, θυσιάστηκε και για ένα τρίτο λόγο: θυσιάστηκε στον βωμό της στρατηγικής κατά των εθνικισμών. Ο εθνικισμός έφτασε ως όρος να αντικαταστήσει την έννοια του πατριωτισμού και του εθνισμού σε πολλά δημοσιεύματα. Μάλλον ο εθνισμός (ethnism) και ο πατριωτισμός από δημιουργικά κοινωνικά φαινόμενα, αποτελέσματα υγιούς συλλογικότητας, ταυτίστηκαν με τον εθνικισμό (nationalism) ως κεντροευρωπαϊκό δημιούργημα που κατέληξε στον ρατσισμό και τον σωβινισμό. Ακόμη και η επιστήμη της Λαογραφίας συνδέθηκε με τον εθνικισμό. Η Άλκη Κυριακίδου Νέστορος (Κυριακίδου, 32-33,45-47), έχει επαρκώς πιστεύω εξηγήσει την διαφορά της ελληνικής αντίληψης από την κεντροευρωπαϊκή ακόμη και ως διαφορά της Μεγάλης Ιδέας από τον κεντροευρωπαϊκό Μεσσιανισμό.
Μέσα σε τέτοια συμφραζόμενα το «έθνος» και οτιδήποτε συνδεόταν μαζί του έμοιαζε να είναι μία θεωρητική κατασκευή η οποία δημιουργήθηκε από το τίποτε. Αναφερόμενος στον Clifford Geertz, και στην «ανθρωπολογία του εθνικισμού» ο Loring Danforth αναφέρει σε μία από τις μεταγενέστερες μελέτες του: “As Geertz’s qualification duly notes, and as the anthropology of nationalism must constantly stress, the idea that the preexisting cultural forms from which nations are built are in fact “primordial” or “naturally given” is itself one of nationalist’s most powerful and most insidious constructions. When exposing these widespread and popularly accepted nationalist myths anthropologists must be careful not to go to the opposite extreme and imply that nations are created anew from absolutely nothing. To say that “nationalism invents nations where they do not exist” as Gellner does (1964,169), fails to take into account the many regional, ethnic, religious and class identities that existed before the age of nationalism.” (Danforth,1995,15-16). Μία τέτοια θέση παρουσιάζεται εξαιρετικά σημαντική όταν αφορά μία έρευνα που εστιάζει σε πολιτισμικές ενότητες περιοχών που παρουσιάζουν ιδιαίτερους δεσμούς μεταξύ τους.
Φάνηκε επομένως ότι η Ιστορία εξυπηρετούσε ένα τέτοιο εθνικιστικό ζήτημα. Τα εθνικά κράτη λοιπόν θεωρήθηκαν για πολλούς περίπου κίνδυνος. Ξεχνούμε όμως ότι όσοι υπηρέτησαν τον εθνικισμό σαν σωβινισμό επιχείρησαν όχι να φτιάξουν εθνικά κράτη αλλά λίγο ή πολύ αυτοκρατορίες.…. Και ότι ακόμη η προσπάθεια γλωσσικής (συνήθως) ομογενοποίησης που συνέβη σε άλλες χώρες ή και στην χώρα μας (και οι μέθοδοι που ακολουθήθηκαν), ήταν για να αποδείξουμε κατά περίπτωση ότι ως εθνικό κράτος μπορούσαμε να πλησιάζουμε στο κεντροευρωπαϊκό πρότυπο εθνικής ταυτότητας (βλ. και Κωστόπουλος, 379-380). Άρα είναι σοβαρό λάθος να εφαρμόζει κανείς μονόδρομη κριτική.
Από την άλλη, ο ελληνισμός 5 , είτε ο ελληνόφωνος, είτε ο δίγλωσσος ή ετερόγλωσσος έγινε θύμα των εκκαθαριστικών προσεταιριστικών επιχειρήσεων γειτονικών κρατών ή ομάδων που διεκδικούσαν νέα εδάφη ή άλλων πολιτικών ομάδων μέσα στην Ελλάδα που εξυπηρετούσαν άλλες χώρες με παραπλήσια πολιτικά συστήματα 6 . Ότι συνέβη στην καταστροφική περίοδο του εμφυλίου πολέμου. Έτσι αυτοί οι εν λόγω δίγλωσσοι που αναγκάστηκαν να αλλάξουν την γλώσσα τους για να γλυτώσουν από τις «εκκαθαριστικές» επιχειρήσεις και επιδρομές παλαιότερων ιστορικών περιόδων, ονομάστηκαν από τους γειτονικούς τους ελληνόφωνους πληθυσμούς που δεν είχαν «ξεστρατίσει» άλλοτε «βούλγαροι» και άλλοτε «ρουμανόβλαχοι». Από την άλλη, οι ίδιοι απολογητικά ονόμαζαν την γλώσσα τους συνήθως «εντόπικα» (po našim) 7 και άλλοτε «μακεδονικά», και «αρωμάνικα» για την βλάχικη, δηλώνοντας ότι καίτοι δίγλωσσοι ή ετερόγλωσσοι είχαν από ανέκαθεν ρίζα στον τόπο και στους άλλους γειτονικούς ελληνόφωνους και αργότερα λατινόφωνους πληθυσμούς και ότι αναγκάστηκαν να αλλάξουν γλώσσα για συγκεκριμένους ιστορικούς και πολιτικούς λόγους.
Έπρεπε όμως να αντέξουν παράλληλα με το μένος των εθνικισμών που προέρχονταν από τις γειτονικές χώρες οι οποίες δεν εννοούσαν να αφήσουν να πάει χαμένο αυτό το πλήθος των «ξεστρατημένων» μια και ταίριαζε τόσο πολύ η σχέση που παρουσίαζαν με το πρότυπο της γλωσσικής ομοιογένειας που ήταν το ιδανικό της εθνικής ενότητας στην κεντρική Ευρώπη. Αυτοί λοιπόν οι «ξεστρατημένοι» έπρεπε να πληρώσουν πολύ ακριβά το «ξεστράτημά» τους.. 8
Να λοιπόν που μια εργασία η οποία έδειχνε ότι το λιγότερο ένα μέρος από αυτούς τους δίγλωσσους ή ετερόγλωσσους πληθυσμούς αν και είχαν διαφορετική γλώσσα, η φωνητική μουσική τους παράδοση η άμεση αυτή έκφραση της ταυτότητάς τους κράτησε εδώ και αιώνες πεισματικά την «σχέση» τους με τους γύρω πληθυσμούς, θα μπορούσε να θεωρηθεί εθνικιστική και επικίνδυνη για την διατήρηση της ταυτότητας ομάδων που από πολλούς συνέχιζαν να θεωρούνται μειονότητες, αφού έδειχνε ότι ακολουθούσαν αρμονικότατα την πλειονότητα σε όλες ή σχεδόν όλες τις εκφράσεις τους εκτός από την γλώσσα.
Αλλά από την άλλη θα ήταν ένας ελάχιστος φόρος τιμής στα θύματα που πλήρωσαν με την ζωή τους τις περιπέτειες αυτών των πληθυσμιακών ομάδων και μία έστω εκ των υστέρων αποκατάσταση….
Και ήταν από την άλλη και αυτοί οι σλαβόφωνοι Μακεδόνες που ήταν πρόθυμοι να σταθούν αντιμέτωποι στον όποιο φόβο και τρομοκρατία και στο τέλος να πεθάνουν αλλά ποτέ να μην αρνηθούν ότι οι παππούδες τους ήταν Γραικοί έστω και αν αυτοί οι ίδιοι ήταν ανίκανοι να προφέρουν έστω και μία ελληνική λέξη…. Έτσι ονομάστηκαν «Γραικομάνοι»… Κάποιος λοιπόν θα έπρεπε να μιλήσει και για αυτούς 9 . Ακόμη περισσότερο αφού ένας τέτοιος τρόπος αυτοπροσδιορισμού δεν αντιμετωπίστηκε ακόμη με αρκετή ειλικρίνεια από τους κοινωνικούς ανθρωπολόγους.
Ο μειονοτισμός λοιπόν παρουσιάζεται ως μία άλλη όψη του εθνικισμού . Και τούτο γιατί εκτός από ή αντί να υποστηρίζει την πολιτισμική προσωπικότητα αυτών των πληθυσμιακών ομάδων που βρίσκεται σε κίνδυνο, καθορίζει συγκεκριμένους τρόπους με τους όποιους μία μειονοτική ομάδα διαφοροποιείται από την πλειονότητα παρουσιάζοντας και υποστηρίζοντας ταυτόχρονα μία πλειονότητα η οποία οφείλει να παρουσιάζεται ομογενοποιημένη και αδιαφοροποίητη δίνοντας έτσι την λανθασμένη εντύπωση ότι η εθνότητα δημιουργείται όχι από σχέσεις καταγωγής ή άλλες σχέσεις και δεσμούς αλλά από μία απόλυτη ομοιογένεια: η έννοια της μειονότητας θα πρέπει πάντα να επανεξετάζεται.
Τα λόγια του Κρητικού Έλληνα Μακεδονομάχου Γιάννη Καραβίτη όπως παρατίθενται στα απομνημονεύματά του (βλ.υποσ.8) λακωνικά και τίμια περιγράφουν με ακρίβεια την δράση της πολιτικής στον Βορειοελλαδικό χώρο και στα Βαλκάνια (βλ. και Herzfeld, 1982,2002,133) και τις τραγικές συνέπειες που είχε αυτή η δράση στους δίγλωσσους ή ετερόγλωσσους πληθυσμούς. Περιγράφουν επίσης και την αντίδραση των υγειών στοιχείων του βουλγαρικού κομιτάτου ενάντια στον άδικο αφανισμό των γηγενών ελληνόφωνων, σλαβόφωνων και βλαχόφωνων μακεδονικών πληθυσμών προκειμένου να χαρακτηριστούν αρχικά ως «βούλγαροι», μετά ως «μακεδόνες» αλλά ενάντια στον ελληνισμό… Ο λόγος που γίνεται αναφορά σε αυτά δεν είναι καμία διάθεση ανάμιξης σε οποιαδήποτε πολιτική αντιπαράθεση. Είναι όμως ένας λόγος ότι η πολιτική αντιπαράθεση τελικά προσβάλει τον πολιτισμό και την ζωή με έναν τρόπο παρεμβατικό.
Ο πολιτισμός αποκαλύπτει τις κοινωνικές ρωγμές
Η αλήθεια είναι ότι ο πολιτισμός δεν θα μπορούσε να μείνει εντελώς αμέτοχος. Όσο όμως και να φαίνεται ότι οι όποιες πολιτιστικές εξωτερικές παρεμβάσεις για πολιτικούς λόγους με τον καιρό καλύπτονται και τα ίχνη των παρεμβάσεων κάποτε εξομαλύνονται, η έρευνα δείχνει ότι η επιμονή των πολιτιστικών στοιχείων και η δράση τους ως έμμεση εκδήλωση ταυτότητας είναι τέτοια που μπορεί κανείς μελετώντας προσεκτικά τον πολιτισμό να διαπιστώσει τις διαφορές ανάμεσα σε μία ήπια και ειρηνική υιοθέτηση πολιτισμικών στοιχείων και σε μία βίαιη και εξ ανάγκης αλλαγή πολιτισμικής ταυτότητας για την γρήγορη προσαρμογή σε νέες συνθήκες.
Ο πολιτισμός λοιπόν μας αποκαλύπτει την Ιστορία. Και τούτο γιατί η Ιστορική έρευνα είναι κατά βάση κοινωνιολογία. Μία κοινωνιολογία που μιλά είτε για τo προοδευτικό γίγνεσθαι των κοινωνιών, είτε για ρωγμές οι οποίες οφείλονται σε δυσάρεστα κοινωνικά γεγονότα τα οποία μπορούν για ένα τουλάχιστον διάστημα να επιφέρουν κοινωνικό σοκ. Αυτό που υποστηρίζεται εδώ είναι ότι το κοινωνικό αυτό σοκ θα αφήσει οπωσδήποτε μέσα στον πολιτισμό ένα τραύμα, που θα είναι για πολλούς αιώνες ευδιάκριτο σε όποιον θα προσεγγίσει με προσοχή και πραγματικό ενδιαφέρον την πολιτισμική έκφραση αυτών των κοινωνιών. Ένα τέτοιο τραύμα θα είναι επώδυνο σε οποιαδήποτε νέα αμφιταλάντευση και κοινωνική αναστάτωση με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που ένα βαθύ τραύμα στο ανθρώπινο σώμα, αφήνει μία ουλή και πάντα είναι ευαίσθητο στις εξωτερικές μεταβολές. Εδώ βρίσκεται και η μεγάλη ευθύνη που έχουν όσοι προωθούν ή προκαλούν ή δεν βοηθούν στην ειρηνική διαβίωση των κοινωνιών. Ας μην λησμονούν ότι οι πράξεις τους θα δικάζονται από την ανθρωπότητα για πολλούς αιώνες έστω και αν οι συνθήκες έχουν επιτρέψει την προσωρινή τους συγκάλυψη. Ο πολιτισμός θα είναι ο ζωντανός μάρτυρας των αδικιών που διέπραξαν.
Η συγχρονική έρευνα σαν ερμηνευτικό εργαλείο της Ιστορίας.
Για αυτούς και για άλλους πολλούς λόγους δεν άλλαξε ο τίτλος της διατριβής.
Ο υπότιτλος της εργασίας ο οποίος προστέθηκε είναι για να τονίσει αυτό που έχω γράψει από τότε (το 1998) στην αρχή των συμπερασμάτων και το οποίο θεωρώ ως την πραγματική σχέση της μουσικής της Πίνδου με τις αρχαίες ελληνικές μουσικές φόρμες: την δυνατότητα που μας προσφέρει η μουσική αυτή να ερμηνεύσουμε και να κατανοήσουμε την λειτουργία και τους λόγους γένεσης συγκεκριμένων πρώιμων αρχαίων ελληνικών μουσικών μορφών και η οποία δυνατότητα δεν φαίνεται να παρουσιάζεται με τον ίδιο συγκλονιστικό τρόπο σε άλλες περιοχές της Ελλάδας και του κόσμου γενικότερα. Προσπαθώντας να εξηγήσω το νόημα της συγκεκριμένης μελέτης είχα γράψει:
Αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι ότι στα κεφάλαια αυτά δεν έγινε απλώς μία προσπάθεια σύγκρισης εξωτερικά όμοιων μορφολογικά στοιχείων, αλλά η ερμηνεία του λόγου δημιουργίας κάποιων φαινομένων στον αρχαιοελληνικό κόσμο μέσα από την ερμηνεία της σημερινής μουσικής πράξης στον ίδιο χώρο. Επομένως η σύγκριση δεν είχε σχέση απλά με την παρουσίαση μίας γραμμικής συνέχειας αφού μία συνέχεια δεν είναι ποτέ γραμμική αλλά με την ανακύκλωση αισθητικών και ακόμη με την σύγκριση του αιτίου δημιουργίας κάποιων φαινομένων τώρα και τότε. Το αποτέλεσμα ήταν να διαπιστωθεί ότι οι σημερινές μελωδίες όχι μόνο έχουν απλά κάποιες εξωτερικές ομοιότητες με τις πληροφορίες που έχουμε για την αρχαϊκή μουσική του αρχαιοελληνικού κόσμου αλλά φέρουν μέσα τους τις προϋποθέσεις της δημιουργίας των φαινομένων αυτών με έναν μοναδικό τρόπο πράγμα που συνιστά και την ουσιαστική συνέχεια και σχέση των δύο αυτών παραδόσεων. Θα πρόσθετα σήμερα ότι επομένως η σχέση τους είναι αιτιακή και όχι γραμμική. Είναι σχέση αιτίου και λειτουργίας και όχι απλά μία σύμπτωση εξωτερικής ομοιότητας μουσικής φόρμας.
Για τους λόγους αυτούς όσο περισσότερο μελετά κανείς προσεκτικά τις μελωδίες αυτές τόσο περισσότερο ουσιαστικές λύσεις μπορεί να δώσει για την ερμηνεία των παρατηρήσεων των αρχαίων μουσικών συγγραφέων οι οποίοι αναφέρονται σε στάδια εξέλιξης, χωρίς όμως να εξηγούν όλη την διεργασία, γιατί αυτή τους ήταν πιθανότατα ακόμη γνωστή. Σε μας όμως μία ερμηνεία μουσικοθεωρητική όχι απλά δεν δίνει κάποιες λύσεις αλλά καθιστά τα κείμενα δυσνόητα και εξωπραγματικά γιατί δεν μας είναι γνωστά τα ενδιάμεσα αυτά στάδια.
Η μουσική της Πίνδου σαν μουσική πράξη όμως μας προσφέρει αυτό το όχημα και το δρομολόγιο το οποίο έχει χαθεί στο μουσικοθεωρητικό επίπεδο και εμείς τώρα πια δεν το έχουμε στα χέρια μας. Είναι όμως αξιοθαύμαστο το ότι παρουσιάζεται μέσα σε μία μουσική πράξη που είναι ζωντανή στις μέρες μας, και συνεχίζει να βιώνεται περισσότερο ή λιγότερο, και η οποία μας επιτρέπει να αποκρυπτογραφήσουμε τα αρχαία ελληνικά μουσικοθεωρητικά κείμενα. Και είναι θαυμαστό ότι το όχημα αυτό ακολουθεί με τόσο πιστό τρόπο τα στάδια αυτά ώστε να καταλήγει στους ίδιους σταθμούς προφανώς γιατί ακολουθεί το ίδιο δρομολόγιο εδώ και κάποιους αιώνες.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Πλούταρχος και ο Πλάτωνας μιλούν ξεκάθαρα για μουσικές φόρμες που είχαν αφομοιωθεί σε μεγάλο βαθμό μέσα στα αστικά περιβάλλοντα των εποχών τους. Δηλαδή μιλούν για τοπικούς πολιτισμούς (cultures) που ήταν ακόμη εμφανείς «έξω στους αγρούς», αγαπητοί στους σκεπτόμενους ανθρώπους της εποχής για την σεμνότητα του ήθους τους, αλλά δυσδιάκριτοι μέσα στον Αστικό Πολιτισμό (Civilization) 10 της Αρχαίας Αθήνας ο οποίος μας γίνεται γνωστός μέσα από τα μουσικοθεωρητικά κείμενα, αλλά και μέσα από τα διασωθέντα, σε αρχαία ελληνική μουσική σημειογραφία, μουσικά λείψανα.
Από όλα τα μουσικά φαινόμενα που μας παραδίδονται μέσα από τις πηγές από τους ίδιους τους αρχαίους συγγραφείς και που παρατηρούνται στον ευρύτερο αρχαιοελληνικό χώρο το περισσότερο αμφιλεγόμενο όσον αφορά μία ξεκάθαρη μαρτυρία αλλά και για τούτο φρονώ μία από τις ουσιαστικότερες και πιο ζωντανές μαρτυρίες που έχουμε για την αρχαία ελληνική μουσική, ήταν αυτό του σπονδείου και του σπονδειάζοντος τρόπου. Γιατί παρ’ όλο που ο Ψευδοπλούταρχος μας δίνει σημαντικότατες μαρτυρίες, αναφέρεται σε μία πρακτική προφανώς γνωστή στην εποχή του και έτσι δεν θεωρεί απαραίτητο να παραθέσει τα αυτονόητα. Αυτό όμως που είναι αυτονόητο για κάποιον που θα διάβαζε ένα αρχαίο κείμενο σε μια εποχή που η μουσική πράξη στην οποία αναφέρεται είναι ακόμη ζωντανή είναι δυσνόητο για όσους βασίζονται σήμερα μόνο στην θεωρία. Για αυτό λοιπόν θεωρώ ότι η διήγηση του Ψευδοπλουτάρχου αν και από τις πιο δυσνόητες είναι και η πιο πραγματική και η πιο ζωντανή γιατί περιγράφει μία μουσική πράξη και μας προσφέρει ανεκτίμητες πληροφορίες όσο και αν μας είναι ακατανόητες. Προσπάθησα για αυτόν τον λόγο να στηριχτώ σε μία μουσική πράξη για την ερμηνεία της. Αν η ερμηνεία αυτή αποδειχθεί λανθασμένη (λαμβάνοντας υπόψη τις διάφορες παραλλαγές του πρωτοτύπου κειμένου που μας έχουν παραδοθεί από παλιότερους μελετητές) τότε δεν θα χρειαστεί να ακολουθήσουμε με τόση πιστότητα μία αναλογία ανάμεσα στην σημερινή μουσική πράξη και την τότε. Παρ’ όλα αυτά και πάλι οι διαφορές θα ήταν ασήμαντες (βλ. Παράρτημα κεφ.Α.2.6. Θέμα 7ο). Επιπροσθέτως είναι ένας λόγος που μας αναγκάζει να προσδιορίσουμε τους λόγους ύπαρξης διαφορετικών παραλλαγών και διορθώσεων στο αυθεντικό αρχαίο κείμενο. Η μουσική της Πίνδου όμως δεν θα έχανε ποτέ την αξία της σαν ερμηνευτικό μέσο και θα μας πρόσφερε μία πλειάδα άλλων νομοτελειών που μας εξηγούν την βαθύτερη αιτιακή σχέση της με τον αρχαιοελληνικό κόσμο και οι οποίες υπάρχουν μέσα στα κεφάλαια της διατριβής αλλά εξηγούνται ακόμη πιο αναλυτικά στα κεφάλαια με τα Νέα δεδομένα. Μία από αυτές είναι η ανακάλυψη της ύπαρξης του ημιτονικού πεντατονισμού για πρώτη φορά, στην Πίνδο και στην Δυτική Ελλάδα, και μία άλλη ίσως ακόμη πιο σημαντική είναι η δυνατότητα που μας προσφέρει να κατανοήσουμε τους λόγους δημιουργίας του επταχόρδου συστήματος της αρχαιότητας και το πέρασμα από έναν μικτό πεντατονισμό ημιτονικό και ανημιτονικό σε έναν γηγενή διατονισμό και στο οκτάχορδο σύστημα.
Μόνο λοιπόν η διεθνής κοινοποίηση των συμπερασμάτων αυτών θα μας δώσει την δυνατότητα να διαπιστώσουμε κατά πόσον θα ίσχυαν οι απόψεις που παρουσιάζονται εδώ και ακόμη αν υπάρχουν και αλλού τέτοιες φόρμες, τόσο διαδεδομένες και ταυτόχρονα τόσο στενά λειτουργικά δεμένες και εξαρτώμενες μεταξύ τους, με τέτοιο τρόπο, που η εσωτερική τους νομοτέλεια, να μας επιτρέπει να κατανοήσουμε και να ερμηνεύσουμε την μουσική πρακτική δημιουργία στον αρχαιοελληνικό κόσμο, αλλά και την δυνατότητα και τον τρόπο δημιουργίας μουσικών φαινομένων, που αποτελούν στοιχεία γενικότερα των πρωτόγονων πολιτισμών του πλανήτη. Και τούτο είναι μία πρόκληση προς την διεθνή έρευνα. Μέχρι στιγμής δεν έχει πέσει στην αντίληψή μου κάτι παρόμοιο και μάλιστα σαν συμπαγής προφορική παράδοση μίας περιοχής, παρόλο που κατέφυγα σε επίμονες προσπάθειες για συγκριτική έρευνα που είναι φανερές στα αντίστοιχα κεφάλαια 11 . Αλλά γνωρίζοντας το πεπερασμένο των δυνατοτήτων που έχει ένας επιστήμονας είμαι εξαιρετικά ευτυχής που η έκδοση αυτή, θα δώσει την δυνατότητα στα συμπεράσματα αυτά, να μελετηθούν και να ελεγχθούν σε παγκόσμιο επίπεδο, ώστε η συμβολή των τοπικών επιστημών να τα θέσει στην σωστή τους διάσταση.
Ευχαριστίες….
Θα ήθελα τέλος για μία ακόμη φορά να ευχαριστήσω όλους όσους με στήριξαν και μου τραγούδησαν κατά την συνέχεια της επιτόπιας έρευνας στα χωριά της Πίνδου, της Ηπείρου, της Δυτικής Μακεδονίας και της Βορείου Ηπείρου στην Αλβανία. Η προσφορά τους ήταν ανεκτίμητη. Δυστυχώς είναι τόσοι που είναι αδύνατον να γίνει και απλή αναφορά. Πιστεύω ότι κάποτε με την συστηματική κοινοποίηση των πληροφοριών που μου πρόσφεραν από το βάθος της καρδιάς τους, θα μπορέσουν να κοινοποιηθούν και τα ονόματά τους και να τους απονεμηθεί ο φόρος τιμής που τους αξίζει. Κάποιοι έχουν φύγει ήδη από αυτόν τον κόσμο. Θα ήθελα όμως να ευχαριστήσω τουλάχιστον όσους ήταν αυτοί που με στήριξαν επανειλημμένα σε αυτές τις περιοχές όπου συνεχίστηκε η έρευνα. Για την περιοχή της Φλώρινας τον κύριο Γαβριήλ τον Μήνου, τον Σκεντέρη τον Δημήτρη και τον Σφλίκα τον Γιώργο. Τον Στέφανο τον Παπαδημητρίου και τον Θοδωρή τον Ιωαννίδη. Τον Βασίλη τον Κοματά και τον Γιάννη τον Μάνο. Στο Άργος Ορεστικό την Σίσσυ την Κιόρα και τον κύριο Χρήστο τον Γακόπουλο και την κυρία Ελένη Γακοπούλου. Στην Καστοριά τον Φώτη τον Τράσια και τον κύριο Δημήτρη τον Γαλόπουλο και τον Τάκη Μόσχο. Για τα Μπιτόλια (Μοναστήρι) τον Στέφανο και τον Τάκη. Για την μικρή μου έρευνα στα Σκόπια την Σεβη την Λαζαρίδου και τον Τόνι. Στην Πτολεμαίδα τους Χρήστο Άψη και Χρήστο Νταλάκα. Για τους Βορειοηπειρώτες Βλάχους στην Αλβανία την οικογένεια του κυρίου Λάζαρου και της Αντονέτας Σιμάκου και την κυρία Λυρίκα Αντόνι και τον Γιάννη τον Μιχάνη. Τον π. Θωμά Σαμαρά από τη Μοσχόπολη, τις οικογένειες του Λεωνίδα Τανούση και Λευτέρη Πουλίτσα. Στο Σέσκλο και την Νέα Ζωή τον Σπύρο τον Φορφόλια τον Μιχάλη Στίλα και τον κ. Γιώργο Λιάμα.
Την παλιά μου μαθήτρια από το Μουσικό Σχολείο Θεσσαλονίκης Βίβιαν Δούμπα ευχαριστώ για την υπέροχη δουλειά της με τους χάρτες όπως επίσης τον Λέκτορα Νικόλα Καρανικόλα και το τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Ανάπτυξης της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ για την υποστήριξή τους. Όλοι αυτοί οι χάρτες που δίνουν κατά προσέγγιση μία εικόνα του πολιτισμού (και των ιστορικών δεδομένων) των περιοχών και των διάφορων μικροπαραλλαγών του, περιμένουν και άλλους ειδικούς για να συμπληρώσουν και άλλες λεπτομέρειες.
Κάποιοι νέοι ερευνητές με τους οποίους συνεργάστηκα ίσως θα έπρεπε να αναφερθούν. Για την συμμετοχή της σε μέρος της έρευνας που επιτέλεσα στα χωριά του Ασκίου (Μπλάτσι, Πελεκάνο, Νάματα, Σισάνι, Μικρόκαστρο) και την συνεργασία μας, θα ήθελα να ευχαριστήσω την Christine Glauser. Για την άψογη συνεργασία που είχαμε κατά την έρευνα στα ελληνόφωνα χωριά της Ηπείρου και στο ελληνόφωνο πολυφωνικό τραγούδι και την διαρκή μας συνεργασία τα τελευταία χρόνια τον Eckehard Pistrick. Για την συμμετοχή της σε ένα μικρό μέρος της έρευνας που επιτέλεσα στον Βόλακα Δράμας και στην έρευνα που επιτέλεσα στην Καρδιτσομαγούλα (την οποία και οφείλω στον Σωτήρη Καρέτσο) την Γεωργία Τέντα. Την φίλη μου την Αναστασία την Ράδου γιατί της οφείλω συνολικά την έρευνα μου στον Βόλακα Δράμας.
Ακόμη θα ήθελα να ευχαριστήσω τους εκδότες γιατί ανέλαβαν όλη αυτήν την ευθύνη, και ιδιαιτέρως όλους όσους πίστεψαν στην έρευνα αυτή και με ενθάρρυναν. Τους ανέφερα στον πρόλογο της διατριβής. Είναι πολλοί άλλοι εκείνοι που με στήριξαν, ανάμεσα στους οποίους διακρίνεται ο καθηγητής Egert Poehlmann που τον ευχαριστώ για τις τελευταίες σημαντικές πληροφορίες που μου έδωσε πάνω στην επιβίωση και χρήση των ημιτονικών πεντατονικών μοτίβων στην αρχή της Ρωμαϊκής περιόδου στον ελληνικό αστικό χώρο. Τον Stefan Hagel από την Βιέννη γιατί αν και δεν αποδέχτηκα ακόμη πλήρως την άποψη για την αποκλειστικά ημιτονική πεντατονική φύση του σπονδείου και του σπονδειάζοντος τρόπου, ωστόσο οι ερωτήσεις που μου έθεσε με ανάγκασαν να επανεξετάσω με περισσότερη λεπτομέρεια κάποια σημεία των κειμένων. Τον ευχαριστώ ιδιαιτέρως γιατί έδειξε την σπάνια γενναιοδωρία να μου κοινοποιήσει την ανέκδοτη ακόμη τότε μελέτη του «Ancient Greek Music-A New Technical History» έτσι ώστε να μπορώ να παραθέσω εδώ τις απόψεις μου. Ίσως άλλες λεπτομέρειες που θα αποκαλυφθούν με νέες έρευνες θα μας οδηγήσουν σε νέες ερμηνείες ή και στην πλήρη αποδοχή των προηγούμενων θεωριών. Θα ήθελα ακόμη να ευχαριστήσω τον κύριο Στέλιο Ψαρουδάκη από το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών για την επικοινωνία που είχαμε και για τις συζητήσεις μας που μου έδωσαν την ευκαιρία να επανεξετάσω τις απόψεις μου και το ακόμη τότε αδημοσίευτο άρθρο του που μου έστειλε και τον Επίτιμο καθηγητή Andrew Barker από το Birmingham για την πραγματικά σημαντική επικοινωνία που είχαμε και το ανέκδοτο τότε άρθρο του «The Music of Olympus». Τον Martin Carlé για τις συζητήσεις μας επάνω στις απόψεις του Vogel και το ανέκδοτο τότε άρθρο του. Όλους τους ανθρώπους της MOISA. Τον Angelo Meriani από το University of Salerno γιατί χάρη σε αυτόν είχα την δυνατότητα να έχω επαφή με τις υπηρεσίες της Biblioteca Nationala Marciana. Και τον Καθηγητή Phillip Bohlman από το University of Chicago για το ανέκδοτο άρθρο του που μου εμπιστεύθηκε σχετικά με την Heterotopia, Utopia, Distopia, στο οποίο τελικά αναφέρθηκα αλλού. Τον καθηγητή Victor Friedman από το University of Chicago και τον Nick Balamaci από την American Society Farserotul για την βοήθεια τους και την επικοινωνία που είχαμε. Τον καθηγητή Rudolf Brandl επειδή αν και η συνεργασία μας δεν ευοδώθηκε ως το τελικό αποτέλεσμα ήταν ο κύριος αίτιος που ενέπνευσε την ιδέα την παρουσίασης της διατριβής στα αγγλικά. Την Daiva Vyceniene από το Institute of Culture, Philosophy and Art στο Vilnius της Λιθουανίας για τις πολύτιμες πληροφορίες που μου πρόσφερε. Τον Jose Fisher Rodriguez, τον Αναπληρωτή καθηγητή Γιώργο Σκουλά από το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, και τον Καθηγητή Jim Samson από το Royal University του Λονδίνου για τον χρόνο που αφιέρωσαν πάνω σε αυτήν την δουλειά. Και πολλές ευχαριστίες στην Angela Sheldon-Salpistis για την υποστήριξή της.
Πριν όμως κλείσουμε αυτόν τον πρόλογο θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρω ότι ανάμεσά σε αυτούς που με στήριξαν ξεχωρίζει η μορφή του καθηγητή μου του Καθηγητή Δημήτρη Θέμελη που ήταν και ο κύριος υπεύθυνος αυτής της εργασίας και που δεν σταμάτησε ποτέ να υποστηρίζει και να πιστεύει την αξία των αποτελεσμάτων της ακόμη και στις πιο αντίξοες περιστάσεις. Για μία ακόμη φορά τον ευχαριστώ.
Οι διορθώσεις, αλλαγές, και η τελική διαμόρφωση των συμπερασμάτων και του αρχικού κειμένου της διατριβής.
Η έρευνα όπως αναφέρθηκε συνεχίστηκε εντατικά για μία επιπλέον δεκαετία και συνεχίζεται ακόμη και για τον λόγο αυτό ήταν απαραίτητη η συγγραφή ενός κεφαλαίου στο οποίο θα αναφέρονται τυχόν διαφοροποιήσεις σε σχέση με το αρχικό κείμενο ή τυχόν εξελίξεις στα συμπεράσματα στα οποία είχα τότε καταλήξει. Και ακόμη θα παρουσιαστούν συνοπτικά τα νέα δεδομένα που προέκυψαν από την έρευνα μετά την παρουσίαση της διδακτορικής μου διατριβής. Στην πραγματικότητα κάποια θέματα έχουν ήδη επεξεργαστεί ακόμη περισσότερο σε μεταγενέστερες εργασίες (βλ. Katsanevaki, 2008, 2010, 2010-2011, 2011, 2011 unpublished a), 2011 unpublished b), 2009-2012, 2012).
Στο κυρίως κείμενο προστέθηκε επιπλέον βιβλιογραφία σε όσες περιπτώσεις κρίθηκε αναγκαίο και κυρίως στις περιπτώσεις κατά τις οποίες νέες εκδόσεις που αφορούσαν τα επιμέρους θέματα της διατριβής ήρθαν στο φως. Πρέπει να πούμε ότι η περιοχή της Πίνδου όταν ξεκίνησε η συγκεκριμένη δουλειά ήταν μία περιοχή παραμελημένη όχι μόνο από κοινωνικής και οικονομικής απόψεως αλλά και από επιστημονικής. Προκειμένου να βρω ακόμη και στοιχεία ιστορικά για την περιοχή έπρεπε να καταφύγω σε πολλά και διαφορετικά είδη βιβλιογραφίας. Σήμερα έχουν πραγματοποιηθεί περισσότερες έρευνες και υπάρχουν σημαντικές μονογραφίες που αφορούν θέματα της περιοχής και οι οποίες προσφέρουν συγκεντρωμένες τις πληροφορίες που πριν από μία δεκαετία και πλέον έπρεπε να αναζητήσω ως μεμονωμένες πληροφορίες σε διάφορα δημοσιεύματα 12 .
Η αρχαιολογία έχει προχωρήσει στον εντοπισμό αρχαίων ελληνικών πόλεων με αστική οργάνωση στο εσωτερικό της Πίνδου κάτι που αποκλείει πλέον την επιπόλαια υπόθεση κάποιων 13 ότι οι Έλληνες και βεβαίως οι Πρωτοέλληνες ήταν κυρίως λαός της θάλασσας. Η παρουσία οργανωμένων πόλεων όπως η Δωρική πολιτεία που βρέθηκε στην τοποθεσία «Καστρί» κοντά στο Πολυνέρι Γρεβενών στην καρδιά σχεδόν της Πίνδου αποκλείει τέτοιες θεωρήσεις και παρουσιάζει περισσότερο ακόμη αληθινά τα στοιχεία που μας έχουν δώσει οι ως τώρα σοβαροί μελετητές (βλ. κεφ. 1.2, Β Μέρος). Τέτοιες εργασίες που θα μπορούσαν να συμβάλουν σε επιπλέον γνώση προστέθηκαν και σε περίπτωση που θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν κριτικά έγιναν και οι αντίστοιχες παρατηρήσεις που βασίστηκαν στις αντίστοιχες πληροφορίες.
Θα βρει λοιπόν ο αναγνώστης νέα βιβλιογραφία που χρονολογείται μετά το 1998 και στην τελευταία περίπτωση αυτή οπωσδήποτε έχει προστεθεί εκ των υστέρων. Προστέθηκαν όμως και άρθρα ή βιβλία τα οποία είχαν προηγηθεί από την παρουσίαση αυτής της διατριβής.
Πέραν αυτών των λεπτομερειών πρέπει να προσθέσω ότι οι ουσιαστικές αλλαγές που έγιναν ήταν η αφαίρεση της τελευταίας παραγράφου του κεφαλαίου 2.6 του Α Μέρους, που είχα προσθέσει στο τέλος και όπου είχα υποθέσει ότι η κλίμακα του σπονδείου στην οποία είχα καταλήξει θα μπορούσε εκτός από ανημίτονη να εφαρμοστεί και στο εναρμόνιο γένος υπολογίζοντας σαν δίτονα τα fa-la, la-do, κάτι το οποίο είναι λάθος εφόσον το la-do δεν είναι δίτονο. Σε όλα σχεδόν τα αντίτυπα της διατριβής έχω προσθέσει χειρόγραφη παρατήρηση ότι η παράγραφος αυτή είναι περιττή και λανθασμένη. Δεν την έχω λάβει υπόψη ούτε καν στα συμπεράσματα, και στο κεφάλαιο 2.7 (βλ. παρ.7) όπου επανέρχομαι στην κλίμακα του σπονδείου με τα καινούρια στοιχεία που προέρχονται από την ανάλυση των συνηχήσεων δεν λαμβάνω την υπόθεση αυτή καθόλου υπόψη ήδη από την πρώτη παρουσίαση της διατριβής. Σαν συλλογισμός ήταν λοιπόν περιττός.
Στο κεφάλαιο 2.9 (βλ. Κατσανεβάκη 1998, Α Μέρος, κεφ.2.9, 182-183) παρασυρμένη από την ανημιτονική κατάληξη του Επιταφίου του Σεικίλου είχα θεωρήσει ότι το κάτω τετράχορδο ήταν καθαρά ανημιτονικό (ενώ σε άλλα σημεία του τραγουδιού παρουσιάζεται και ο φθόγγος fa), κάτι το οποίο αναθεώρησα αργότερα (βλ. Κατσανεβάκη 1999,119). Πρόσθεσα έτσι την λέξη «μερικώς».
Ακόμη μετά από τις παρατηρήσεις του Stefan Hagel θεώρησα ότι η αρχική σύγκριση του σπονδειασμού με το διάστημα το «περί τον ηγεμόνα» είχε νόημα σύγκρισης μόνο με τον μείζονα τόνο ανάμεσα στην Μέση και την παραμέση και έτσι αφαίρεσα τον αρχικό συλλογισμό ότι το «περί τον ηγεμόνα φθόγγο του σπονδειασμού διάστημα ήταν τόνος» καταλήγοντας σε αυτό το συμπέρασμα μόνο από την υπόλοιπη συλλογιστική στο κεφ. 2.6. Επίσης διαπίστωσα ότι θα έπρεπε να ακολουθήσω μία και μοναδική κλίμακα για το μέλος του σπονδειάζοντος τρόπου και να μην καταλήξω στην υποθετική αφαίρεση της Τρίτης συνημμένων που ανέφερα στο κεφάλαιο 2.7. Έτσι η κλίμακα του σπονδείου διαφοροποιείται κάπως επιβεβαιώνοντας όμως ακόμη περισσότερο το σχήμα 7 που είχα παραθέσει στο αντίστοιχο κεφάλαιο με την παράλειψη του τόνου re για την περίπτωση του συνημμένου τετραχόρδου.
Όλες αυτές οι συμπληρώσεις–διορθώσεις παρατίθενται στο Παράρτημα Νέα δεδομένα Α.1.6. ενώ κράτησα στην αρχική τους μορφή τα κύρια κεφάλαια της εργασίας ώστε ο αναγνώστης να ακολουθήσει βήμα–βήμα την πορεία των προβληματισμών.
Διορθώθηκαν κάποιες λεπτομέρειες που αφορούσαν τον διαχωρισμό Γραμμουστιάνων βλάχων και των Βλάχων της Πίνδου. Στην διατριβή τους είχα παρουσιάσει σαν μία ομάδα (κεφ. 4.3, 4.3.2) αλλά ο George Marcu τους διαχωρίζει σε Γραμμουστιάνους βλάχους και Βλάχους της Πίνδου. Όσον αφορά την μουσική τους και το ζήτημα της ετεροφωνίας δεν παύουν να ανήκουν στο ίδιο ετεροφωνικό σύστημα. Επεξεργάστηκα συγχρόνως με περισσότερη λεπτομέρεια βιβλιογραφικά το ζήτημα της ετεροφωνίας–πολυφωνίας 14 .
Τέλος στο κεφ. 1.3 του Β Μέρους αφαιρέθηκαν κάποιες παράγραφοι που χρειάζονταν περισσότερη ανάλυση σχετικά με το ζήτημα της εθνικής ταυτότητας, παραπέμποντας συνοπτικά στην Άλκη Κυριακίδου Νέστορος, η οποία πολύ ξεκάθαρα αναλύει την διαφορά του εθνισμού στην Ελλάδα από τον εθνικισμό στην κεντρική Ευρώπη. Προστέθηκαν κάποιες σκέψεις που βασίζονταν σε εκείνες τις πρώτες αλλά με νέα στοιχεία και βιβλιογραφία ειδικά σε σχέση με την σημασία της μουσικής στο ζήτημα της ερμηνείας της ταυτότητας και του αυτοπροσδιορισμού, προσπαθώντας να κρατήσω την απλή γλώσσα, προσαρμόζοντας την ταυτόχρονα περισσότερο στην ορολογία της κοινωνικής ανθρωπολογίας.
Στο κεφάλαιο 1.3.4 του Β μέρους, η περιοχή της «Ελλάδας» που αναφέρεται στο «Στρατηγικό» του Κεκαυμένου ταυτίστηκε όχι με την Ρούμελη και την Πελοπόννησο αλλά με την Φθιώτιδα και την Θεσσαλία με βάση τα συμπεράσματα του Γιώργη Έξαρχου.
Η μοναδική ουσιαστική αλλαγή που έγινε στα συμπεράσματα της εργασίας για την οποία όμως είχε γίνει ήδη νύξη μέσα στο αντίστοιχο κεφάλαιο 2.12 αφορά το ζήτημα του χρωματισμού, τον οποίο αναφέρω στο τέλος σαν αποτέλεσμα των ανημιτονικών πεντατονικών μελωδιών. Έπρεπε να αναφέρω ότι ήταν αποτέλεσμα γενικά «πεντατονικών μελωδιών» γιατί και από την πορεία του κεφαλαίου αλλά και από την συνέχεια της έρευνας προκύπτει ότι έπαιξαν ρόλο και οι ημιτονικές πεντατονικές κλίμακες. Θα έλεγε κανείς μάλιστα πως το κρίσιμο σημείο είναι ακριβώς ο συνδυασμός και η διαντίδραση της ημιτονικής πεντατονικής με την ανημιτονική σε ένα αρχικό στάδιο εξέλιξης του συστήματος, και ακόμη ο ρόλος που έπαιξε ένα τρίχορδο αποτελούμενο από δύο διαδοχικές τρίτες μικρές (mi-sol-sib) μέσα στο σύστημα όπως παρουσιάστηκε στο κεφάλαιο 2.9 στο παρ.13, με την χρήση της μίας τρίτης μικρής σαν σκληρό διάστημα αυξημένης δευτέρας. Είναι ουσιαστικά το τρίχορδο των Σαρακατσάνων στο οποίο έχω ήδη αναφερθεί μέσα στο κεφάλαιο για τον χρωματισμό (βλ. κεφ. 2.12 παρ.3, 4).
Όπως ανέφερα στον Πρόλογο υπάρχει ένα ερωτηματικό ως προς το κατά πόσον οι διορθώσεις του Westphal στο αρχικό κείμενο θα αποδειχθούν λανθασμένες. Αν δεν τις αποδεχτούμε (παρόλο που πιστεύω ότι υπάρχουν σοβαροί λόγοι για να το κάνουμε αυτό, οι οποίοι και παρουσιάστηκαν στα κεφάλαια της διατριβής και στα κεφάλαια των νέων δεδομένων), τότε δεν υπάρχει λόγος να παρουσιάσουμε την κλίμακα του σπονδείου σαν ένα προκαταρκτικό στάδιο του επταχόρδου συστήματος όπως υποστήριξα στα συμπεράσματα αλλά θα έπρεπε να υποστηρίξουμε μόνο την σχέση του σπονδείου και των αρχαϊκών τρόπων του Κοϊντιλιανού, του Δωρίου και του Φρυγίου, (και του σπονδειάζοντος τρόπου και των συνηχήσεών του) με τον ημιτονικό πεντατονισμό και τον μικτό ανημιτονικό και ημιτονικό πεντατονισμό όπως παρουσιάζεται στην Πίνδο και το εναρμόνιο γένος όπως παρουσιάζεται στα αντίστοιχα κεφάλαια. Σε μία τέτοια περίπτωση μπορούν να παρατηρηθούν κάποιες ομοιότητες ανάμεσα στις συνηχήσεις και στο μουσικό ετεροφωνικό σύστημα της Πίνδου και της Ηπείρου ειδικότερα στο κάθετο διάστημα του διτόνου. Αν αποδεχτούμε τις διορθώσεις του Westphal τότε βρίσκουμε εκπληκτικές ομοιότητες ανάμεσα στις πολυφωνικές και ετεροφωνικές πρακτικές των δύο αυτών μουσικών πολιτισμών και στην αρχαία ελληνική μουσική πράξη και το σπονδείον μαζί με τον σπονδειάζοντα τρόπο οι οποίες παρουσιάζουν ένα ακόμη αρχαϊκότερο ύφος (που ακολουθεί το επτάχορδο σύστημα) σε σχέση με αυτό του Αριστείδη Κοϊντιλιανού και των αρχαϊκών τρόπων του που παρουσιάζουν τον διαζευκτικό τόνο.
Αυτό στο οποίο όμως πλέον κατέληξα (βλ.τέλος νέων δεδομένων) είναι πράγματι η μικτή φύση του σπονδείου (με βάση το εκμελές φαινόμενο) και η σχέση του με τον ανημιτονισμό και το επτάχορδο σύστημα με την ταυτόχρονη εξέλιξή του σε ημιτονικό πεντατονισμό και σε ένα σύστημα συνηχητικό που από πιο αρχαϊκό σαν αυτό που βρίσκουμε στην Πίνδο καταλήγει σε ένα πιο εξελιγμένο συστημα που αντιστοιχεί στους αρχαϊκούς τρόπους του Κοϊντιλιανού και αν και βασίζεται στο σπονδείον είναι ωστόσο σπονδειάζον και καταλήγει στον μεταγενέστερο σπονδειάζοντα τρόπο. Σε αυτήν την περίπτωση τα δύο αποσπάσματα δεν συγκρούονται μεταξύ τους και γίνεται κατανοητή όλη η εξέλιξη του μουσικού συστήματος στον Αρχαιοελληνικό χώρο ενώ ταυτόχρονα μπορούμε να εκτιμήσουμε την συμβολή των δυτικών Ελλήνων στην μουσική του αρχαίου κόσμου μέχρι τις μέρες μας.
Μικρότερες διορθώσεις που αφορούσαν τα μουσικά πεντάγραμμα και τις βιβλιογραφικές αναφορές ήταν μέρος μιας τελευταίας γενικότερης αναθεώρησης και διόρθωσης της αρχικής δουλειάς της διατριβής.
1 Βλ.Κάβουρας 1999, 350, υποσ.12, όπου εξηγεί ακριβώς αυτόν τον δυϊσμό στην επιστήμη της εθνομουσικολογίας.
2 Τις απαντήσεις μου επάνω σε αυτό το πρόβλημα τις έχω δώσει πιο αναλυτικά σε ένα από τά άρθρα που είχα παρουσιάσει σε διεθνές συνέδριο στο Brčko (Katsanevaki, 2007,6).
3 βλ. επίσης Merriam 1964,38 όπου αναφέρεται στο γεγονός ότι η εθνομουσικολογία μέχρι τότε έδινε έμφαση στην ερώτηση «τί;» περισσότερο από ότι στο «γιατί;» και στο «πώς;». Επίσης στο Χάψουλας 2010, 44 όπου γίνεται αναφορά στην γερμανόγλωσση βιβλιογραφία.
4 Με πολύ κατανόηση και καθόλου διάθεση κριτικής δείχνει να αντιλαμβάνεται το ζήτημα αυτό ο Herzfeld στην μελέτη του για την Ελληνική Λαογραφία (Herzfeld,1982,2002, 27-28,31,32,245).
5 Εννοώντας τους πληθυσμούς εκείνους που σχετίζονται με αυτόν είτε λόγω καταγωγής ή λόγω συγγένειας, είτε συμμετέχοντας στον συγκεκριμένο ευρύτερο πολιτισμικό του κύκλο.
6 Είναι χαρακτηριστική η ειλικρίνεια του Μάρκου Βαφειάδη επάνω σε αυτό το ζήτημα που διαφωτίζει και τους λόγους για τους οποίους η ομάδα του κομμουνιστικού κόμματος βρήκε την απήχηση που είχε στον ελληνικό χώρο: «Όμως επίσης είναι αλήθεια ότι η αυθαίρετη η λαθεμένη στάση του κόμματός μας (εννοεί το κομμουνιστικό κόμμα) για «Βαλκανική Ομοσπονδία», για «Ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία» υποτόνιζε την αντιτρομοκρατική πάλη μας ακριβώς γιατί δεν μποράγαμε να αντιπαρατάξουμε τον δικό μας γνήσιο πατριωτισμό σ’ εκείνον τον υποκριτικό των εκμεταλλευτών (εννοώντας τους δικτάτορες) που για πατρίδα τους έχουν όπου και το χρήμα!» (Βαφειάδης Μ. Απομνημονεύματα 1984, 113 βλ. επίσης και Herzfeld,1982,2002,108-109). Δυστυχώς η στάση αυτή όταν το κακό γενικεύτηκε και διαπράχθησαν εγκληματικές πλέον πράξεις (βλ. και Σταυριανός, 1471) είχε σαν αποτέλεσμα την ταύτιση της έννοιας του «κομμουνιστή» με την έννοια του εθνικά προσδιοριζόμενου ως «Βούλγαρου» στις σλαβόφωνες περιοχές. Κάτι το οποίο είχε τραγικά αποτελέσματα στις εσωτερικές ισορροπίες των περιοχών αυτών αλλά ακόμη και στην πραγματική εθνική έννοια που θα μπορούσε να έχει η ονομασία «Βούλγαρος». Και ακόμη είχε σαν αποτέλεσμα κυρίως κατά την περίοδο μετά τον Βενιζέλο και μάλλον όχι μέσα σε αυτήν, άλλα ήδη ακόμη πριν από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι σλαβόφωνοι να αντιμετωπιστούν με καχυποψία από όλες τις επόμενες ελληνικές κυβερνήσεις οι οποίες ας σημειωθεί ήταν διαφορετικές δικτατορίες και βασιλευόμενες δημοκρατίες με βασιλιά από χώρες εκτός Ελλάδας μέχρι περίπου την δεκαετία του ’80. Το αποτέλεσμα ήταν να ληφθούν μέτρα φασιστικά ενάντια στην διγλωσσία και ετερογλωσσία αυτών των πληθυσμών τα οποία όμως είχαν εφαρμογή μέσα στην Ελλάδα ενάντια σε όλους όσους θεωρούνταν ύποπτοι (άσχετα αν ήταν ελληνόφωνοι ή όχι) για αυτά τα δικτατορικά και βασιλικά καθεστώτα (για τις απαγορεύσεις ενάντια στα σλαβόφωνα ιδιώματα βλ. Κωστόπουλος).
7 Είναι ενδιαφέρον ότι η πρώτη γραπτή μαρτυρία που έχουμε για αυτό το σλαβόφωνο ιδίωμα της Μακεδονίας προέρχεται από έναν ελληνόφωνο Μακεδόνα ο οποίος είχε το ενδιαφέρον να καταγράψει χρησιμοποιώντας το ελληνικό αλφάβητο 301 σλαβικές λέξεις από την περιοχή της Καστοριάς. Το πολύτιμο για την χρονολόγηση των σλαβόφωνων αυτών ιδιωμάτων αυτό κείμενο, εκδόθηκε από κώδικα του Βατικανού για πρώτη φορά από τους Giannelli και Vaillant με τίτλο «Un lexique Macedonien du XVIe siécle» (Ανδριώτης 1960,1984,46 και Stojkova –Serafimovska, 2008,23).
8 Δεν θα ήταν λοιπόν άτοπο εδώ πέρα από τις παρατηρήσεις του Berard οι οποίες αναφέρονται στο αντίστοιχο κεφάλαιο και αφορούν τους βλαχόφωνους (βλ Μέρος Β, κεφ. 1.3.7) και στις άλλες που αφορούν τους σλαβόφωνους (βλ κεφ. «Νέα δεδομένα», υποσ.5), να παραπέμψουμε στα απομνημονεύματα ενός έλληνα μακεδονομάχου από την Κρήτη για τους βλαχόφωνους και σλαβόφωνους πληθυσμούς της Μακεδονίας και την δράση της πολιτικής στον Μακεδονικό χώρο. Και τούτο γιατί μόνο έτσι μπορούμε να καταλάβουμε την θέση των δίγλωσσων όσον αφορά την έκφραση της εθνοτικής τους ταυτότητας, την προσπάθεια τους για επιβίωση, και τις όποιες πολιτισμικές τους εκφράσεις ιδιαιτέρως μάλιστα μια που η έρευνα επιτελέσθηκε ανάμεσα σε μονόγλωσσους, δίγλωσσους, πολύγλωσσους ή και ετερόγλωσσους πληθυσμούς (βλ. Καραβίτης, 1949,1994,τόμος Α΄,170-171, τόμος Β΄534-535, και Τόμος Β΄,828).
9 βλ Βακαλόπουλος Κ. 1986, 236, αναφορά στην περίπτωση του Μοριχόβου. Ο Danforth αναφέρεται με συντομία στο φαινόμενο αυτό, αλλά με έναν τρόπο τόσο συγχρονικό που δεν του επιτρέπει να αναλύσει το ζήτημα αυτό και να το θέσει σε μία πραγματική βάση από την αρχή της εμφάνισης και δημιουργίας του (βλ. Danforth, 1995,221).
10 Στον προβληματισμό σχετικά με την μετάφραση των όρων Culture–Civilization στα ελληνικά έχει αναφερθεί ο Παύλος Κάβουρας (Κάβουρας,1996,20-21)
11 Μία ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι ένα ιδιαίτερο γένος τραγουδιών στο Βιετνάμ, που ανήκει στην πληθυσμιακή ομάδα των Nung στο Βόρειο Βιετνάμ που παρουσιάζει μία αντίστοιχη μουσική συμπεριφορά όσον αφορά στις φθογγικές ομάδες και την πρακτική του γλισσάντου. Ευχαριστώ θερμά τον καθηγητή Tran Quang Hai που μου έκανε γνωστό το παράδειγμα αυτό. Επίσης τις αγαπητές συναδέλφους Nguyen Thuy Tien και την Huong Pham Minh απο το Ινστιτούτο Μουσικολογίας του Βιετνάμ για τις πληροφορίες και τα μουσικά παραδείγματα που μου προσφέρανε σχετικά με αυτό το γένος τραγουδιών και ιδιαιτέρως τον Καθηγητή Yves Defrance εθνομουσικολόγο και ειδικό ερευνητή της ομάδας των Nung για την επικοινωνία που είχαμε. Αυτή η περίπτωση εισάγει ένα νέο πεδίο συγκριτικής έρευνας που ενδεχομένως να τεκμηριώσει μία παρόμοια λειτουργία πεντατονικών κλιμάκων σε διαφορετικά μέρη του κόσμου και πιστεύω ότι υποστηρίζει ακόμη περισσότερο την εξαιρετικά μεγάλη ηλικία του συστήματος αυτού και στον Βαλκανικό χώρο. Ακόμη είναι σημαντική η ύπαρξη του επιφωνήματος Ε! λελε! με την σημασία εκδήλωσης μεγάλης χαράς στα τραγούδια (τραγούδι για την βροχή) των Tswana στην Νότιο Αφρική. Θερμές ευχαριστίες οφείλω στον Alvin Petersen από το North West University στην Νότιο Αφρική για την πληροφορία αυτή.
12 Εργασίες που αφορούν τις μετακινήσεις των βλάχων της Νοτιοδυτικής Βαλκανικής και ακόμη άλλα ιστορικά δεδομένα που αφορούν την περιοχή της Πίνδου, έχουν έρθει στην δημοσιότητα και αναφέρονται στα αντίστοιχα κεφάλαια του Β Μέρους. Τέτοιες είναι οι εργασίες του Αστέρη του Κουκούδη και του Γιώργη του Έξαρχου που αναφέρονται στα αντίστοιχα κεφάλαια αλλά ακόμη η πρόσφατη μονογραφία για τους Βλάχους της Μαγνησίας (Σαββανάκης, Αλεξίου, Σουμουρέκης, Τσούτσας, Φορφόλιας, 2009) και η μονογραφία που αφορά τους βλάχους του Μουρικίου και του Σινιάτσικου (βλ. Σιώκης-Παράσχος, 2001). Επίσης η διατριβή της Γεωργίας Καραμήτρου (βλ.Καραμήτρου-Μεντεσίδη 1999). Για το ζήτημα των πολιτισμικών ταυτοτήτων στην Πίνδο μέσα από μία αποκλειστικά συγχρονική κοινωνικοανθρωπολογική σκοπιά βλ. Ποτηρόπουλος, 2007.
13 (βλ. και παρατηρήσεις Μέρος Β κεφ.1.2)
14 Θα ήθελα να ευχαριστήσω εδώ τον Eckehard Pistrick διδάκτορα του πανεπιστημίου του Halle πάνω στην πολυφωνία της Βορείου Ηπείρου. Η έρευνα που επιτελέσαμε μαζί στον Καλαμά, στην Δερόπολη και στο Πωγώνι για το διδακτορικό του ήταν μία ευκαιρία για μένα να ασχοληθώ συστηματικότερα με έναν χώρο που αν και συγγενικός θεωρούσα ότι δεν ήταν φρόνιμο να αγγίξω λόγω του εύρους του αντικειμένου. Αλλά ακριβώς αυτή η ενασχόληση με τον χώρο αυτόν μαζί με την ταυτόχρονη συνέχιση της έρευνας στην ανατολική πλευρά της Πίνδου μου έδωσε την δυνατότητα να επιβεβαιώσω τα συμπεράσματα τα οποία είχα διατυπώσει για την θρηνητική προέλευση των κραυγών του φαινομένου του hie! (βλ. κεφ. 2.1. Α Μέρος, βλ. επίσης Νημάς 2001,147 για την σχέση του ι! με παρόμοιες κραυγές στις αρχαίες τραγωδίες) τα οποία στην συνέχεια με την αλλαγή λειτουργίας τους η οποία πιθανότατα οφείλεται σε μία πρώτη αλλαγή λειτουργίας των μοιρολογιών σε εθιμικά τραγούδια αξιοποιούνται στην πολυφωνική υφή ή στα εθιμικά γυναικεία τραγούδια σαν μέρος της μουσικής δομής. Ακόμη επαναδιαπίστωσα την σχέση του λε λε (βλ.κεφ. 2.5 Β Μέρος) και (τώρα πλέον) και του hie! με το αρχαιοελληνικό θρηνητικό επιφώνημα ελελευ στο οποίο εκτός από τον Γκαρτζονίκα αναφέρεται και το Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας του Liedel-Scott στο αντίστοιχο λείμμα. Η πιθανή διάσπαση του επιφωνήματος αυτού στα δύο στοιχεία του, το λελε και το hie υποβάλλεται από την χρήση των δύο αυτών συστατικών στοιχείων στην σημερινή θρηνητική πρακτική και στα γυναικεία εθιμικά τραγούδια της ανατολικής και δυτικής Πίνδου. Ας σημειωθεί ότι το επιφώνημα hie!, στα σημερινά μοιρολόγια των βλάχων της Βορείου Ηπείρου των γνωστών στους ελληνόφωνους ως «Αρβανιτόβλαχων», προφέρεται σαν γαλλικό u όπως ήταν η πρώτη προφορά του αρχαιοελληνικού ύψιλον, μία εβδόμη μικρή επάνω ή και σαν υποτονική δηλαδή στην κάτω οκτάβα. (βλ. για τα αποτελέσματα της έρευνας πάνω σε αυτό το φαινόμενο, χάρτης 1).Τα συμπεράσματα αυτά που αποτελούν μέρος των ποικίλων συμπερασμάτων για τα μοιριολόγια, που αφορούν αποκλειστικά την μουσική τους υφή και που βασίζονται σε μία έρευνα που έγινε σε περισσότερους από 150 οικισμούς (τώρα περίπου 200) τα τελευταία 23 χρόνια παρουσιάστηκαν σε μάθημα σεμιναρίου που έλαβε χώρα στο πανεπιστήμιο της Halle τον Μάρτιο του 2009 στην Γερμανία (βλ. Katsanevaki 17th of March 2009, Lecture «Miriologia: Greek Funeral Laments-Results of recent fieldresearches in Northwestern Greece»), στα πλαίσια της σειράς μαθημάτων σεμιναρίων «Anthropology of Death and Crying in the Balkans» και στα πλαίσια του «Albanian Polyphony Project». Επίσης παρουσιάστηκαν σε ζωντανή επιτόπου συνέντευξη στον ραδιοφωνικό σταθμό της Halle, Tinya.org, Music-Media-Culture (σε on-line βλ. http://tinya.org/lang/de/2009/03/27/tinya-podcast-39-griechische-totenklage-interview-mit- maryam-akhondy/ ) σε εκπομπή που αφορά την εθνομουσικολογική έρευνα που επιτελέστηκε για τα μοιρολόγια όλα αυτά τα χρόνια (από το 1990 μέχρι το 2009) μαζί με τα αντίστοιχα βλαχόφωνα και ελληνόφωνα μουσικά παραδείγματα. Ας σημειωθεί ότι μέρος των συμπερασμάτων αυτών συμφωνούν και με τις διαπιστώσεις άλλων ερευνητών που διατυπώθηκαν αργότερα (βλ. Λώλης 2003,52).
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΤΟΜΩΝ
Περιεχόμενα Α’ Μέρους
Εισαγωγή
Πρόλογος της έκδοσης
Εξερευνώντας και ανακαλύπτοντας το πεδίο μιας έρευνας και μιας επιστήμης
Η διπλή φύση της Εθνομουσικολογίας: Εθνομουσικολογία, Ανθρωπολογία της Μουσικής ήΜουσικό φολκλόρ;
Η Ιστορική Έρευνα σαν ένα αναπόσπαστο κομμάτι των κοινωνικών επιστημών
Η αποφυγή της Ιστορικής Έρευνας σαν αποτέλεσμα των πολιτικών κατά του Εθνικισμού. Ο Μειονοτισμός ως ένα άλλο πρόσωπο του Εθνικισμού.
Ο πολιτισμός αποκαλύπτει τις κοινωνικές ρωγμές
Η συγχρονική έρευνα σαν ερμηνευτικό εργαλείο της Ιστορίας
Ευχαριστίες
Οι διορθώσεις, αλλαγές, και η τελική διαμόρφωση των συμπερασμάτων και του αρχικού κειμένου της διατριβής
1. Γενικά
1.1. Επιτόπια έρευνα - μεθοδολογία
1.2. Οι εθιμικοί χοροί και τα δρώμενα:
Η σημασία τους στην διατήρηση των αρχαϊκότερων πολιτιστικών στοιχείων. Η σημασία τους για την εθνομουσικολογική έρευνα γενικότερα και ειδικότερα στον ελληνικό χώρο
1.3 Προϋπάρχουσα Βιβλιογραφία σχετικά με την μουσική των Βλάχων της Βαλκανικής.
2. Ο Αρχαϊσμός στον μουσικό πολιτισμό της Πίνδου και οι σχέσεις του με το ιστορικό υπόβαθρο.
2.1. Λείψανα πρωτογόνων πρακτικών στην ευρύτερη περιοχή της Πίνδου - αναλογίες στον υπόλοιπο ελληνικό χώρο και στην Βαλκανική γενικότερα. Cries.
2.2. Ο μουσικός τονισμός
2.3 Τα κρυμμένα μέτρα
2.3.1. Τρόπος εντοπισμού των κρυμμένων μέτρων - σχέσεις και διαφορές με άλλα ρυθμικά συστήματα – ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
2.3.2. Προβληματισμοί σε σχέση με την ταυτότητα συγκεκριμένων μουσικομετρικών σχημάτων.
2.4. Μεταβολές μέτρων κατά την εκτέλεση των τραγουδιών, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
2.5. Το εναρμόνιο γένος στον μουσικό πολιτισμό των Βλαχοφώνων και ελληνοφώνων πληθυσμών της Β. Πίνδου.
2.6. Σπονδειασμός και σπονδείον
2.7 Οι συνηχήσεις στον σπονδειάζοντα τρόπο και τα ειδικότερα χαρακτηριστικά του
2.8. Η σχέση των συνηχήσεων του σπονδειάζοντος τρόπου με τις συνηχήσεις του μουσικού πολιτισμού της Πίνδου και της Ηπείρου γενικότερα.
2.9. Το επτάχορδο σύστημα, ο ανημιτονισμός και ο ρόλος της Μέσης
2.10. Ο ανημιτονισμός και η τριχορδία στον ελληνικό χώρο
2.11. Ο πεντατονισμός και ο ανημιτονισμός σαν παγκόσμιο φαινόμενο και σαν ειδικότερο φαινόμενο της χερσονήσου του Αίμου
2.12. Χρωματισμός
3. Αναλύσεις
Εισαγωγικά
Παράδειγμα 6(Β) - 6(Α)
Παράδειγμα 7Α
Παράδειγμα 13 (Α)
Παράδειγμα 13 (Β)
Παράδειγμα 17
Παράδειγμα 20
Παράδειγμα 31
Παράδειγμα 36
Παράδειγμα 37
Παράδειγμα 39
Παράδειγμα 42
Παράδειγμα 44
Παράδειγμα 56
Παράδειγμα 59
Παράδειγμα 62
Παράδειγμα 63
Παράδειγμα 72
Παράδειγμα 74
Παράδειγμα 82
Παράδειγμα 89 Α
Παράδειγμα 92
Παράδειγμα 96
Παράδειγμα 101(Α)
Παράδειγμα 101(Β)
Παράδειγμα 104
Παράδειγμα 109
Παράδειγμα 113
Παράδειγμα 115
4. Τα ειδικότερα μουσικά χαρακτηριστικά και η ταξινόμησή τους.
4.1 Φθογγικές ομάδες με στοιχειώδη τονικά κέντρα
4.2 Μελωδικά διαστήματα - κάθετες συνηχήσεις.
4.3 Ετεροφωνία - Πολυφωνία
4.3.1. Φαρσεριώτες.
4.3.2. Γραμμουστιάνοι.
4.4 Ποικίλματα
4.4.1 Ποικίλματα περιορισμένης έκτασης.
4.4.2. Ποικιλματικές παραλλαγές μελωδικών σχημάτων που έχουν σχέση με το ποιητικό μέτρο.
5. Μουσικά μέτρα
5.1. Κατάταξη
5.2. Πίνακες των ρυθμικών σχημάτων που εμφανίζονται επάνω από τα μουσικά μέτρα.
6. Κοινές μελωδίες ανάμεσα στα ελληνόφωνα και Βλαχόφωνα τραγούδια.
Παράρτημα Α Μέρους: Νέα Δεδομένα
Α.1. Η Πολιτισμική ενότητα της Δυτικής και Ανατολικής πλευράς της Πίνδου (Ηπείρου και Μακεδονίας) με κάποιες αντιστοιχίες στον Μικρασιατικό χώρο.
Α.1.1. Πού κινήθηκε η έρευνα μετά την εκπόνηση της Διατριβής
Τα πρώτα αποτελέσματα
Α.1.2. Οι πολιτισμικές ρωγμές στους σλαβόφωνους της Δυτικής Μακεδονίας
Α.1.3 Τελευταίες σκέψεις για το μουσικό σύστημα της Δυτικής Ελλάδας και της Βορείου Ηπείρου στην σημερινή Νότιο Αλβανία
Α.1.4. Οι συνηχήσεις στον σπονδειάζοντα τρόπο σε σχέση με τις πρακτικές που παρατηρούμε στην Πίνδο και στην Βόρειο Ήπειρο.
Α.1.5. Ο ημιτονικός πεντατονισμός στην περιοχή της Καππαδοκίας. Η σχέση του με τον χρωματισμό (χάρτης 9).
Α 1.6. Κάποιοι προβληματισμοί σχετικά με την Θεωρία μιας αποκλειστικά εναρμόνιας φύσης του σπονδείου, του σπονδειάζοντος τρόπου και των συνηχήσεων που προκύπτουν από αυτήν. Το ζήτημα των διτόνων.
Χειρόγραφα
Φωτογραφικό υλικό
Κατάλογος Μουσικών Παραδειγμάτων Α Μέρους
ΧΑΡΤΕΣ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Β' ΜΕΡΟΥΣ.
Περιεχόμενα Β' Μέρους
1. Ιστορική αναδρομή και στοιχεία σχετικά με τον τρόπο ζωής στην περιοχή της Πίνδου και των γύρω από αυτήν περιοχών
1.1 Ιστορική αναδρομή από τους προϊστορικούς χρόνους έως και την Βυζαντινή περίοδο. Το εθνολογικό υπόβαθρο - ανακατατάξεις - οι Σλάβοι και η γεωργική οικονομία.
1.2. 0 νομαδισμός και η κτηνοτροφική οικονομία στον χώρο της Πίνδου και στην Ήπειρο γενικότερα. Σχέσεις με τα σημερινά δεδομένα.
1.3 Αρμάνοι-Βλάχοι
1.3.1 Οι Αρμάνοι και το ζήτημα των μειονοτήτων στον σύγχρονο κόσμο - ο πολιτισμός των Αρμάνων σαν εσωτερική βίωση γηγενούς παραδόσεως - η κοινωνική αφομοίωση.
1.3.2 Η γλωσσική ιδιαιτερότητα.
1.3.3 Η ονομασία «Βλάχος».
1.3.4. Οι Βλάχοι στις Βυζαντινές πηγές.
1.3.5. Νεότερες απόψεις - κριτική αντιμετώπιση.
1.3.6. Το φαινόμενο της διγλωσσίας στον Στράβωνα - Πρώτες μαρτυρίες για την ύπαρξη δίγλωσσων στον Δυτικό- Βορειοελλαδικό χώρο -Ήπειρος και Δυτική Μακεδονία.
1.3.7 Γενικές παρατηρήσεις για το φαινόμενο της διγλωσσίας στο τραγούδι της Πίνδου.
2. Γενικές παρατηρήσεις σε σχέση με το κείμενο
2.1 Γλωσσικά φαινόμενα στα Ελληνόφωνα τραγούδια - Φωνητικά σύμβολα
2.2 Γλωσσικά φαινόμενα στα Βλαχόφωνα τραγούδια - Φωνητικό Αλφάβητο
2.3 0 στίχος στα ελληνόφωνα τραγούδια
2.4 0 στίχος στα Βλαχόφωνα τραγούδια
2.5 Μουσικογλωσσικά φαινόμενα
3. Μεταγραφές
3.1. Σύμβολα μουσικών μεταγραφών - επεξηγηματικές παρατηρήσεις - τρόπος επιλογής των τραγουδιών.
Περιοχή Κονίτσης
Φούρκα
Παράδειγμα 1 Dospărdzase di an΄i fešu tu Ksiani
Παράδειγμα 2 Άγιο Γιάννη μου
Παράδειγμα 3 Τώρα το Βράδυ το Βραδάκι
Παράδειγμα 4 Μωρή Μαρία Βεργολιά
Παλιοσέλι
Παράδειγμα 5 Adunas-vă suatsile
Παράδειγμα 6 (Α-Β) Ευδοkiaua s-nauă l΄i fratsî
Παράδειγμα 7(Α) Fiata n΄ singură tu mundi
Παράδειγμα 7Β fiata singură tu mundi
Παράδειγμα 8 Di mi aviai dzătse ani tu ksiani
Παράδειγμα 9 Ξύπνα περδικομάτα μου
Παράδειγμα 10 Την νύφη που σας δώσαμε
Παράδειγμα 11 Σ' αφήνω γεια μανούλα μου
Παράδειγμα 12, Α. Έβγα μάνα δες τον ήλιο, Β. Έβγα πεθερά στην σκάλα
Παράδειγμα 13 Άγιο Γιάννη μου σταυροβότανα
Παράδειγμα 14 Πραματευτής εκίνησε
Παράδειγμα 15 Πέρα σε κείνο το Βουνό
Πάδες
Παράδειγμα 16 Uară tsî bună lai afendi
Παράδειγμα 17 Αργυρό ξουράφι και μαλαματένιο
Παράδειγμα 18 Askundî me mumă askundî me
Παράδειγμα 19 Kolinde Melinde
Παράδειγμα 20 Ia mundritsî tsi iaste m’ sata
Παράδειγμα 21 Ună fiată nikă-nikă
Παράδειγμα 22 Diadi suarli prî γurγani
Παράδειγμα 23 Κρύψε με μάνα κρύψε με
Παράδειγμα 24 Κάτσε νούνε ακόμα απόψε
Παράδειγμα 25 Τι στέκεις μήλο κόκκινο
Παράδειγμα 26 Άγιο Γιάννη μου σταυροβότανα
Παράδειγμα 27 Α Τρύφανος καρδίτσα μου
Παράδειγμα 27 Β Μπαίνω μες τ' αμπέλι
Παράδειγμα 28 Μες στον απάνω Πύργο
Παράδειγμα 29 Πραματευτής εκίνησε
Παράδειγμα 30 Τα τέσσερα τα πέντε τα εννιάδερφα
Άρματα
Παράδειγμα 31 Τάμπα ρούμπα ρούμπα
Παράδειγμα 32 Α. Στην άκρη από τη Θάλασσα (tu martzinįa di thalassǎ,
Β. Πανάθεμα ποιος έλεγε
Παράδειγμα 33 Τι έχεις λουλούδι μου κι αϊ δεν κινάς
Παράδειγμα 34 Γαμπρέ τη νύφη π' σ' δώσαμε
Παράδειγμα 35 Έβγα πεθερά στη σκάλα
Παράδειγμα 36 Άγιο Γιάννη μου σταυροβότανα
Δίστρατο
Παράδειγμα 37 Prîndi mi mana prîndi mi
Παράδειγμα 38 Anatsî vă anatsî vă suatsîle
Παράδειγμα 39 Kuskră analtă s- mavromată
Παράδειγμα 40 Fiată ku oklu σ’ laiu
Παράδειγμα 41 Naparte di laia mare
Παράδειγμα 42 Όποιος με βλέπει και γελώ θαρρεί καημό δεν έχω
Παράδειγμα 43 Και τι Τετράδη θλιβερή πέφτει φαρμακωμένη
Παράδειγμα 44 Όντας κινάει ο σταυραετός
Παράδειγμα 45 Να ράψουμε το φλάμπουρο
Παράδειγμα 46Α Ρίξε νούνα το κριθάρι
Παράδειγμα 46Β Έβγα μάνα κυρά μάνα
Παράδειγμα 46Γ Έμπα-έμπα μωρ' νυφίτσα
Παράδειγμα 47 Μπρατίμισσα πιάσε το προζύμ' καλά
Παράδειγμα 48 Δεν είναι κρίμα κι άδικο
Παράδειγμα 49 Αντίκρυ τα Γάλατα κι αγνάντια από την Πόλη
Παράδειγμα 50 Μας πάτησαν την Γράμμοστα πήραν το Λινοτόπι
Παράδειγμα 51 Τρία αδερφάκια γιόρταζαν στον Άγιο Κωνσταντίνο
Παράδειγμα 52 Τα τέσσερα τα πέντε τα εννιάδερφα
Περιοχή Γρεβενών
Σμίξη
Παράδειγμα 53 Ună viară mare mare
Παράδειγμα 54 Στου νιόγαμπρου την πόρτα θρήνος, πόλεμος
Παράδειγμα 55 Κίνησα το δρόμο- δρόμο
Παράδειγμα 56 Φεγγάρι μου λαμπρό-λαμπρό
Παράδειγμα 57 Μωρή Γραμμουστιανιώτισσα κι από το Λινοτόπι
Παράδειγμα 58 Εβγάτε αγόρια στο χορό
Σαμαρίνα
Παράδειγμα 59 Vini uară uarăl΄i
Παράδειγμα 60 Tutsî fugu tutsî γinu
Παράδειγμα 61 Nu ti arîdî fiată n΄ikă
Παράδειγμα 62 Nathemats măta la fiată
Παράδειγμα 63 La patru tsintsi marmari
Παράδειγμα 64 Vidzαi lai dzone kara vas fundzi
Παράδειγμα 65 Α- Β Βολιούμαι μια βολιούμι δυο
Παράδειγμα 66 Βασιλικός μου μύρισε
Παράδειγμα 67 Στην πέτρα κάθεται ο γαμπρός
Παράδειγμα 68 Να βάλωμε τον Κλήδωνα
Παράδειγμα 69 Πανάθεμα την μάνα σου μωϊ Κερασίνα μου
Αβδέλλα
Παράδειγμα 70 Vrįamų s-ni iaramų ali tu ksiani
Παράδειγμα 71 Να βάλωμε τα κλήδωνα
Παράδειγμα 72 Σέβα-σέβα περδικούλα
Παράδειγμα 73 Η αγάπη μου παρήγγειλε να πάω να την μιλήσω
Παράδειγμα 74 Μια κόρη ξανθή κόρη, ξανθή και μαυρομάτα
Παράδειγμα 75 Κίνησα τον δρόμο-δρόμο
Παράδειγμα 76 Όλες οι νιες παντρεύτηκαν
Περιβόλι
Παράδειγμα 77 Vini uara uară l΄i.
Παράδειγμα 78 Μωρή alba amia
Παράδειγμα 79 Bagî-tsî γunela s-αιντε dupî mini
Παράδειγμα 80 Naparti di mare laia
Παράδειγμα 81 Estanu n΄ dzîku s-mi dukų tu mundi
Παράδειγμα 82 Νύφη μ' το τι στολίστηκες
Παράδειγμα 83 Θέλω ν' ανέβω σε Βουνό
Παράδειγμα 84 Μωρέ συ αρβανιτοκόρη
Παράδειγμα 85 Ήρθε ο καιρός να φύγουμε
Παράδειγμα 86 Δεν είναι κρίμα κι άδικο (Κωνσταντούλας)
Ζαγόρι
Βοβούσα
Παράδειγμα 87 Ună fiată Sîrgîniată
Παράδειγμα 88 (Α-Β) Tsin kristįaį gărdină
Παράδειγμα 89 (Α-Β) Σαράντα παλικάρια σέρναν την κλεψιά
Παράδειγμα 90 Α. Vini uara si fugimų Β. Σηκωθείτε λίγο-λίγο
Παράδειγμα 91 Σε περιβόλι ξέΒγαινα
Παράδειγμα 92 Εδώ τρουγύρω στην αυλή
Παράδειγμα 93 (Α) Όλη τη νύχτα περπατώ
Παράδειγμα 94 (Β) Μια ψιλή κόρη λιανή
Παράδειγμα 95 (Γ) Μια Κυριακίτσα το πρωί
Περιοχή Μετσόβου
Μέτσοβο
Παράδειγμα 96 Tsi sădetsî mi mutritsî
Παράδειγμα 97 Μα τώρα s-plăndzî μωρ’ muma ni
Παράδειγμα 98 Š-aštîsiară nu n΄ durn΄iį
Παράδειγμα 99 Τώρα πρωτοζυμώνω, ζυμώνω για το γάμο
Παράδειγμα 100 -Τώνει μ' αρματώνει
Μηλιά
Παράδειγμα 101(Α) Μωρ’ Armînă μωρ’ mušată
Παράδειγμα 101 (Β) Ανδρική παραλλαγή του Παρ.101 (Α)
Παράδειγμα 102 Vini uara tră fugiră
Παράδειγμα 103 Κέρνα κόρη μ' κέρνα
Παράδειγμα 104 Χριστέ μου την ευχή σου
Παράδειγμα 105 Από μικρός στα γράμματα
Περιοχή Δράμας
Προσωτσάνη
Παράδειγμα 106 La valia di Γiannena
Παράδειγμα 107 Στον Ίσβορο ανέΒαινα
Παράδειγμα 108 Κάτω στην άσπρη πέτρα
Παράδειγμα 109 Όλα τα δέντρα στην αυλή
Φαρσεριώτικα
Παράδειγμα 110 Tsi n΄-pîtsăį įo
Παράδειγμα 111 Unî martsî laįa martsî
Παράδειγμα 112 Anamesa di atsel΄į doi muntî
Παράδειγμα 113 Ti unî viarî tsi ni virai
Παράδειγμα 114 Unu rîmănų di Plįasa
Παράδειγμα 115 Dziubleį musiatį trįatsi di la uboru
Παράδειγμα 116 O! la! Fia Ziku Repa
Παράδειγμα 117 O la! Fiata iu kišišį
Κατάλογος τραγουδιστών (Μέρος Β' Μέχρι το 1998)
Περίληψη
Συντομογραφίες
Αρχειακό υλικό
Μουσικολογική Βιβλιογραφία
Πηγές της Αρχαίας Ελληνικής Μουσικής
Λοιπή Μουσικολογική Βιβλιογραφία.
Λοιπή Βιβλιογραφία
Πηγές
Λοιπή Βιβλιογραφία
Δισκογραφία
Παράρτημα - Φωτογραφικό υλικό
Κατάλογος Μουσικών Παραδειγμάτων Β' Μέρους