Μια από τις σημαντικότερες πληθυσμιακές ομάδες της Βαλκανικής, της οποίας τα ίχνη εντοπίζονται από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, αποτελούν οι Βλάχοι. Με πιθανότερη ετυμολογική εκδοχή του ονόματός τους τη Γερμανική λέξη Walechen διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο στο ιστορικό γίγνεσθαι, εξελισσόμενοι από βιοπαλαιστές ημινομάδες, σε διακεκριμένους αργυροχρυσοχόους, εμπόρους και κτηνοτρόφους (τσέλιγκες). Ορμώμενοι τόσο από την ιδιαιτερότητα των διαιτητικών συνηθειών των νομάδων ανά τον κόσμο (Μασάι, Θιβετιανοί νομάδες) όσο και από την πρόβλεψη αξιόλογων ερευνητών όπως ο Winnifrith ότι οι εναπομείναντες 50000 αναμένεται τα επόμενα 50 χρόνια να ενσωματωθούν στα κράτη τα οποία ανήκουν, σχεδιάσαμε μια ποιοτική ανθρωπολογική έρευνα. Σκοπός είναι η διαμόρφωση αρχικά μιας αδρής εικόνας για τη διατροφή τους και η ανίχνευση έπειτα επί μέρους ενδιαφερόντων διατροφικών δεδομένων, καθώς και η εξέταση ενδεχόμενων αλλαγών που συντελέστηκαν με την πάροδο του χρόνου.
Η συλλογή των πληροφοριών βασίστηκε σε δομημένες συνεντεύξεις 22 εθελοντών που διεξήχθησαν στο Δήμου Μετσόβου, καθώς και σε παρατηρήσεις αλλά και σε προσωπικές μαρτυρίες. Διαπιστώθηκε ότι η εκτροφή αιγοπροβάτων, τα ιδιωτικά κηπάρια και η εκμετάλλευση της αυτοφυούς χλωρίδας με την αξιοσημείωτη ποικιλία βοτάνων αποτελούν τις πηγές του Βλάχικου διαιτολογίου. Αυτό βασίζεται παραδοσιακά στα λαχανικά, τις πίτες και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, με μόνη διαφορά σήμερα την αυξημένη κατανάλωση κρέατος. Η αξιοσημείωτη γαστρονομική τους κουλτούρα δε στηρίζεται στην ποικιλία των πρώτων υλών, αλλά στον πλουραλισμό των μεταξύ τους συνδυασμών και των διαφορετικών τεχνικών μαγειρικής. Αν λοιπόν αληθεύει ότι η γαστρονομική κουλτούρα μιας πληθυσμιακής ομάδας αποτελεί καθρέφτη των οικονομικών, θρησκευτικών και εθνικών της καταβολών, τότε η μακρά Βλάχικη παράδοση αποτελεί το βέλτιστο τεκμήριο για την άρρηκτη σχέση μεταξύ της διατροφής και των υπόλοιπων πολιτισμικών συνιστωσών.
Πηγή (Κατεβάστε): Βιβλιοθήκη και κέντρο πληροφόρησης Χαροκοπείου Πανεπιστημίου