Ως πεδίο της μελέτης επελέγη η Κοινότητα Κεφαλόβρυσου. Η επιλογή της συγκεκριμένης κοινότητας ως χώρου εντοπισμού των πληροφορητών υπήρξε αποτέλεσμα μιας μελέτης της παλιννόστησης που περιέλαβε και τις 309 κοινότητες και τους 4 δήμους του Νομού Ιωαννίνων. Η μελέτη εκείνη στόχευε, εκτός των άλλων, και στην καταγραφή ορισμένων κοινωνικών και δημογραφικών μεγεθών του παλιννοστούντος πληθυσμού που επέστρεψε στο νομό μετά το 1973, όταν δηλαδή η επιστροφή των μεταναστών άρχισε να υπερκαλύπτει την έξοδο.
Σύμφωνα με ανεπίσημα στοιχεία της Κοινότητας κατά τη δεκαπενταετία 1960-1974 μετανάστευσαν από το Κεφαλόβρυσο στη Γερμανία περίπου 800 άτομα. Στον αριθμό αυτό συμπεριλαμβάνονται οι μετανάστες εργαζόμενοι και τα παιδιά τους. Σε συνδυασμό με τα δεδομένα της προαναφερόμενης έρευνας υπολογίζεται ότι το 1/3 περίπου των μεταναστών του χωριού έχει επιστρέψει από το εξωτερικό. Από το σύνολο των παλιννοστούντων το 71.6% έχει εγκατασταθεί μόνιμα στην κοινότητα, ενώ μόνο το 13.8% έχει επιλέξει ως τόπο διαμονής την πόλη των Ιωαννίνων.
Αυτή η τάση επιστροφής στο χωριό είναι μια ιδιαιτερότητα για τους κατοίκους της συγκεκριμένης κοινότητας, αφού παρόμοια τάση παρουσιάζεται μόνο στα χωριά που βρίσκονται κοντά στην πόλη των Ιωαννίνων.
Παράλληλα, το ίδιο χωριό παρουσιάζει και μια άλλη ενδιαφέρουσα ιδιομορφία. Πρόκειται για μια τυπική ημινομαδική κτηνοτροφική κοινωνία ως το τέλος της δεκαετίας του πενήντα, με πληθυσμό που έχει βλάχικη καταγωγή. Τα χαρακτηριστικά αυτής της παραδοσιακής κτηνοτροφικής κοινωνίας αποδιαρθρώθηκαν εντελώς ξαφνικά εξαιτίας της μετανάστευσης με την έναρξη της δεκαετίας του εξήντα. Βέβαια, όπως θα δούμε, οι διεργασίες αποδόμησης της κτηνοτροφικής κοινότητας αρχίζουν αρκετά νωρίτερα, αλλά η χαριστική βολή για το συγκεκριμένο χωριό δόθηκε με τη μαζική εξωτερική μετανάστευση της δεκαετίας του εξήντα.
Το αρχικό ενδιαφέρον για τους μετανάστες του χωριού αυτού εντοπιζόταν στη διερεύνηση των υποκειμενικών και αντικειμενικών λόγων που τους ώθησαν να τολμήσουν για πρώτη φορά μια μαζική έξοδο από την κοινότητα και να επιστρέψουν σ' αυτή όταν έκλεισε ένας μεταναστευτικός κύκλος.
Η πρώτη αφήγηση ζωής προέρχεται από τον Πρόεδρο ταυ χωριού, πρώην μετανάστη, ο οποίος συμπυκνώνει την εμπειρία των συγχωριανών του, ενώ ταυτόχρονα προβάλλει και τα ατομικά του βιώματα. Έζησε για δεκαπέντε περίπου χρόνια στη Γερμανία με τη σύζυγό του και, για κάποιο μικρό διάστημα, με ένα από τα τρία παιδιά του. Ο ίδιος μου υπέδειξε το δεύτερο πληροφορητή, ο οποίος στην αφήγησή του μπόρεσε άνετα να συνοψίσει μια σειρά από κοινωνικά χαρακτηριστικά του χωριού γενικά και των μεταναστών του ειδικότερα, χωρίς ο ίδιος να είναι μετανάστης.
Στου τρίτο πληροφορητή έφτασα μετά από υπόδειξη πάλι του Προέδρου. Πρόκειται για έναν πρώην μετανάστη ο οποίος έζησε κοντά τριάντα χρόνια με μια ενδιάμεση παλινόστηση, με την οικογένειά του στη Γερμανία και τώρα έχει επιστρέψει, συνταξιούχος πλέον, με τη σύζυγό του, ενώ τα παιδιά του, έχοντας δημιουργήσει δικές τους οικογένειες, παραμένουν ακόμη στη Γερμανία. Ο τέταρτος πληροφορητής είναι ο Γραμματέας της Κοινότητας, περίπου σαράντα χρονών, ο οποίος δεν υπήρξε ποτέ μετανάστης με την τυπική έννοια του όρου, αλλά έζησε τη μετανάστευση μέσω του πατέρα του. Ο ίδιος πήγε αρκετές φορές στη Γερμανία για κάποια μικρά χρονικά διαστήματα, όπως άλλωστε και οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού που δεν υπήρξαν τυπικοί μετανάστες.
Ο επόμενος πληροφορητής, πενήντα περίπου χρόνων, έζησε για δέκα περίπου χρόνια στη Γερμανία με τη σύζυγό του και τα παιδιά ταυ και επιστρέφοντας άνοιξε μια ατομική επιχείρηση στο χωριό. Παρόμοια απασχόληση έχει στο χωριό και ο έκτος πληροφορητής ο οποίος εργάστηκε για δέκα περίπου χρόνια στο εξωτερικό, όπου έφτασε ακολουθώντας του πατέρα του. Ο έβδομος πληροφορητής εργάστηκε για δέκα περίπου χρόνια στη Γερμανία και τώρα εργάζεται σε ένα εργοστάσιο μεταλλουργικής που υπάρχει στο χωριό.
Στο πλαίσιο μιας άλλης έρευνας είχαν ήδη συγκεντρωθεί αφηγήσεις ζωής από εξ μετανάστες που έχουν επιστρέψει σε ένα άλλο χωριό κουτά στην πόλη των Ιωαννίνων. Οι συνεντεύξεις αυτές, κατά κάποιο τρόπο, αποτελούν μια "προκαταρκτική μελέτη". Όπως φάνηκε στην ανάλυση του υλικού, οι αφηγήσεις των Κεφαλοβρυσιτών μεταναστών δεν διαφοροποιούνται από τις αφηγήσεις των μεταναστών που έχουν εγκατασταθεί σε άλλη περιοχή. Το μόνο σημείο διαφοροποίησης εντοπίζεται στη διαφορετικότητα των βιωμάτων που αναφέρονται στην πριν από τη μετανάστευση περίοδο, καθώς και σε ό,τι έχει σχέση με την επιλογή του χωριού ως τόπου διαμονής μετά την παλιννόστηση.
Το σύνολο του πρωτοκόλλου της έρευνας, εκτός από τις αφηγήσεις, περιλαμβάνει και σημειώσεις από συζητήσεις με αρκετούς χωριανούς καθώς και παρατηρήσεις από την επιτόπια παραμονή κατά τη διάρκεια της συλλογής του υλικού. Διαβάστε online ή κατεβάστε