Το 1881, με τη συνθήκη του Βερολίνου και την παραχώρηση στην Ελλάδα της Θεσσαλίας και μέρους της Ηπείρου το Συρράκο θρηνεί, γιατί παραμένει κάτω από τον Τουρκικό ζυγό και τα σύνορα μπαίνουν κατά μήκος του Χρούσια παραπόταμου του Αράχθου σε απόσταση αναπνοής από το Συρράκο.
Ο Χρούσιας πλέον αποτελεί το φυσικό σύνορο Ελλάδας και Τουρκίας και τα «διαμάντια»της Πίνδου, Συρράκο και Καλαρρύτες ανήκουν πλέον σε ξεχωριστά κράτη.
Στις 5 Οκτωβρίου του 1912 Βουλγαρία, Σερβία και Ελλάδα κήρυξαν τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι περιορισμένες δυνάμεις που αρχικά είχαν διατεθεί στο στρατό Ηπείρου δεν επέτρεψαν την ανάληψη της επιθετικής ενέργειας τις πρώτες μέρες του πολέμου. Από τις 17 Οκτωβρίου όμως ο στρατός ενισχύθηκε σημαντικά. Έτσι έγινε δυνατή η απελευθέρωση της Πρέβεζας στις 21 Οκτωβρίου.
Στις 31 Οκτωβρίου μετά από σκληρή μάχη απελευθερώθηκε το Μέτσοβο. Μετά τη νέα σημαντική ενίσχυση των στρατιωτικών δυνάμεων της Ηπείρου το Στρατηγείο σχεδίασε να επιτεθεί κατά των Ιωαννίνων στις 26 Νοεμβρίου. Τότε συγκρότησε δύο ανεξάρτητα αποσπάσματα για την υποστήριξη της κύριας ενέργειας από τα πλευρά και τα νώτα.
Το ένα από αυτά συγκροτήθηκε στην περιοχή του χωριού Πράμαντα και είχε δύναμη 1750 οπλιτών. Το απόσπασμα Πραμάντων έλαβε διαταγή από τον αρχηγό του στρατού Ηπείρου να βρίσκεται το πρωί της 26ης Νοεμβρίου στα οχυρώματα της Καστρίτσας νοτιοανατολικά των Ιωαννίνων. Ο διοικητής του αποσπάσματος συνταγματάρχης Αριστοτέλης Κόρακας έδωσε την εξής διαταγή: Ο Λόχος Ευζώνων και τα εθελοντικά σώματα προσκόπων, δυνάμεως περίπου 600 αντρών, να κινηθούν το πρωί της 23ης Νοεμβρίου από το χωριό Καλαρρύτες και να επιτεθούν κατά των τουρκικών τμημάτων που ήταν στην περιοχή Συρράκο-Αγ. Γεώργιος
Αλλά ας δούμε πως αναφέρονται τα γεγονότα της απελευθέρωσης του Συρράκου και της γύρω περιοχής στο παρακάτω απόσπασμα, που είναι απ’ το δίτομο έργο «ΣΥΡΡΑΚΟ: ΠΕΤΡΑ – ΜΝΗΜΗ – ΦΩΣ» και που εκδόθηκε απ’ το Πνευματικό Κέντρο Συρράκου το 2004.
Μετά από αναμονή αρκετών ημερών επιτέλους έφτασε η μεγάλη μέρα της απελευθέρωσης του Συρράκου. Πολύ πριν απ’ τη αυγή της 23ης Νοεμβρίου 1912 άρχισε να εφαρμόζεται το σχέδιο του Διοικητή του αποσπάσματος Πραμάντων. Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό, το σώμα Καλαρρυτών, που είχε διαιρεθεί σε τρία τμήματα, άρχισε να κινείται με συντονισμένη νυκτερινή πορεία προς την περιοχή του Συρράκου.
Το πρώτο τμήμα, που αποτελούνταν από Ευζώνους και από το σώμα του θρυλικού οπλαρχηγού της Κρήτης Γιάννη Καλογερή, αφού πέρασε τις δύσβατες και χιονισμένες κορυφές βόρεια του Συρράκου, συγκρούστηκε με τουρκική διμοιρία που ερχόντανε απ’ το Παλαιοχώρι, για να βοηθήσει τους Τούρκους του Συρράκου. Ο Καλογερής με τα παλικάρια του συνέτριψε τους εχθρούς και τους έτρεψε σε φυγή. Στη συνέχεια ακολουθώντας την κορυφογραμμή κατευθύνθηκε προς τον Αϊ Γιώργη.
Το δεύτερο τμήμα με αρχηγό τον ανθυπασπιστή Στούμπο και οδηγό τον Παλαιοχωρίτη Β. Ρούκη κινήθηκε προς το εξωκλήσι του Αϊ Γιώργη, νότια του Συρράκου, όπου υπήρχε φρουρά 30 Τούρκων στρατιωτών. Οι Έλληνες έφτασαν στο χιονισμένο Αι Γιώργη νύχτα και περικύκλωσαν τους Τούρκους που βρίσκονταν στο υπόστεγο της εκκλησίας. Τα ξημερώματα με τους πρώτους πυροβολισμούς οι Έλληνες αιφνιδίασαν τους Τούρκους που τράπηκαν σε φυγή με κατεύθυνση το Παλαιοχώρι.
Οι πρώτες χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες απ’ την καμπάνα του Αι Γιώργη ακούστηκαν στο Συρράκου και προανήγγειλαν την απελευθέρωση της κωμόπολης.
Τέλος, η κύρια δύναμη του σώματος Καλαρρυτών, που αποτελούνταν απο δύναμη Ευζώνων με τμήμα Μηχανικού και με επικεφαλής τον λοχαγό Τρυπογιώργο, από σώματα Κρητών με οπλαρχηγούς του Σήφη Αναγνωστάκη, Σταύρο Πολέντα, και από σώμα Συρρακιωτών με αρχηγό τον Γιώργο Λεπενιώτη, κινήθηκε νύχτα με κατεύθυνση το Συρράκο. Πριν ξημερώσει έφτασαν κοντά στην κωμόπολη και στις 7 το πρωί άρχισε η επίθεση των Ελλήνων. Ο πρώτος πυροβολισμός, τιμής ένεκεν έπεσε από παλιό όπλο τύπου ¨Γκρά¨. Στην συνέχεια τη σκυτάλη πήραν τα πιο σύγχρονα επαναληπτικά τουφέκια Μάνλιχερ με τα οποία ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε εφοδιάσει τον Ελληνικό στρατό. Οι απανωτοί πυροβολισμοί προκάλεσαν ρίγη συγκίνησης στους κατοίκους.
Μόλις ένα τέταρτο μετά την έναρξη της μάχης οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν από την κορυφή της κωμόπολης και ο σημαιοφόρος του σώματος των Συρρακιωτών, Ιωάννης Βαρκαγιάννης, έστησε την σημαία στον Αϊ Λιά.
Η μάχη στην συνέχεια έγινε πιο σκληρή και οι Τούρκοι, καλά οχυρωμένοι σε σπίτια του Συρράκου, πρόβαλαν ισχυρή αντίσταση για δυό ώρες περίπου. Τα φονικά πυρά όμως των Ελλήνων και η χρήση δυναμίτιδας σε τρία σπίτια ,όπου η άμυνα ήταν μαζική, ανάγκασε τους Τούρκους να παραδοθούν.
Ο απολογισμός της μάχης από την μεριά των Τούρκων ήταν 10 νεκροί και 37 αιχμάλωτοι από τους οποίους οι 8 ήταν βαριά τραυματισμένοι. Από την μεριά των Ελλήνων ένας νεκρός, ο Συρρακιώτης Γεώργιος Κίστης και δύο τραυματίες, ο οπλαρχηγός Γιώργος Λεπενιώτης και ένας Κρητικός.
Λίγο αργότερα οι Έλληνες συνέλαβαν άλλους 9 Τούρκους που είχαν κρυφτεί κοντά στην κωμόπολη. Τους αιχμαλώτους, χωρίς να τους πειράξουν, τους έστειλαν στους Καλαρρύτες.
Συγκινητικές στιγμές ακολούθησαν αμέσως μετά την απελευθέρωση. Η Αθηναϊκή εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» σε ανταπόκρισή της από τα Πράμαντα περιγράφει την εξής εορταστική ατμόσφαιρα της ημέρας εκείνης:
«Πριν η έτι παύση η μάχη και παραδοθούν οι Τούρκοι, το Συρράκον η πατρίς του Κωλέττη, επανηγύριζε την απελευθέρωσίν του εκ του Τουρκικού ζυγού. Ο ενθουσιασμός και η χαρά των κατοίκων ανεκλάλητος. Η πόλις προσέλαβεν αμέσως εορτάσιμον και πανηγυρικήν όψιν, σημαιοστολισθείσα απ’ άκρου εις άκρον δι’ Ελληνικών σημαιών. Δάκρυα και ασπασμοί και επευφημίαι εν μέσω χαρμόσυνων κωδωνοκρουσιών και των αναστάσιμων πυροβολισμών. Το Συρράκο ήτο πλέον ελεύθερον δια της λόγχης της Ελληνικής».
Ταυτόχρονα με την απελευθέρωση του Συρράκου άλλα στρατιωτικά τμήματα από τα Πράμαντα προελαύνουν και απελευθερώνουν το Προσήλιο και το Μιχαλίτσι. Τα τμήματα αυτά, αφού ενώθηκαν με το τμήμα των Καλαρρυτών, επιτίθενται και το ίδιο απόγευμα στο Παλαιοχώρι, όπου είχαν οχυρωθεί οι Τούρκοι.
Ακολούθησε σφοδρή μάχη στην περιοχή ¨Χαλάσματα¨, ανατολικά του Παλαιοχωρίου, που διακόπηκε όταν έπεσε το σκοτάδι. Το βράδυ οι Έλληνες καταυλίστηκαν κοντά στο πεδίο της μάχης και άναψαν μεγάλες φωτιές, σχεδιάζοντας γενική επίθεση για την επόμενη μέρα. Κατά την διάρκεια της νύχτας όμως οι Τούρκοι, για να αποφύγουν την κύκλωση, εγκατέλειψαν το Παλαιοχώρι με κατεύθυνση το ¨Κοντοβράκι¨ (Δαφνούλα) που ήταν η έδρα του τάγματος.
Το πρωί της 24ης Νοεμβρίου του 1912 τα τμήματα του αποσπάσματος Πραμάντων καταδίωξαν τους Τούρκους και αφού πέρασαν την γέφυρα Παπαστάθη, έφτασαν στα απόκρημνα υψώματα της Αγίας Παρασκευής που φράζουν την δίοδο προς το χωριό Δαφνούλα
Τα Γιάννενα τελικά απελευθερώθηκαν τρεις μήνες αργότερα στις 21 Φλεβάρη του 1913.
Ιωσήφ Ε. Ζιώγας
πηγή: sirrakiotis.blogspot.com