Βλαχία - Μεγάλη Βλαχία - η εν Ελλάδι Βλαχία. Συμβολή εις την ιστορικήν γεωγραφίαν της μεσαιωνικής Θεσσαλίας

Partitio Romanie Prouintia BlachieΕίναι γνωστόν ότι η Θεσσαλία εκαλείτο κατά τους μεταγενεστέρους βυζαντινούς χρόνους επίσης Βλαχία, Μεγάλη Βλαχία ή η εν Ελλάδι Βλαχία.

Αν και η ιστορία των Βλάχων της Θεσσαλίας κατά την μεσαιωνικήν περίοδον έγινεν αντικείμενον ειδικών μελετών1, δεν εμελετήθη όμως ακόμη δεόντως η ιστορία και η τύχη των γεωγραφικών αυτών ονομάτων2. Σκοπός λοιπόν της παρούσης εργασίας είναι να παρακολουθήση εν γενικαίς γραμαίς την εξέλιξιν των γεωγραφικών αυτών όρων και να καθορίση όσον είναι δυνατόν την έκτασιν των ορίων αυτών επί τη βάσει βυζαντινών, δυτικών και άλλων πηγών.

ΒΛΑΧΟΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ.-Η πρώτη θετική μνεία Βλάχων εν γένει ευρίσκεται ως γνωστόν εις τον Ιωάννην Σκυλίτζην, ο οποίος αναφέρει ότι κατά το 976 ο μεγαλύτερος των αδελφών Κομιτοπούλων, ο Δαυίδ εφονεύθη «μέσον Καστορίας και Πρέσπας κατά τας λεγομένας Καλάς Δρύς παρά τινων βλάχων οδιτών»3. Εάν κανείς λάβη υπ᾽ όψιν ότι, συμφώνως με τας πληροφορίας του Κεκαυμένου4, οι Βλάχοι της Θεσσαλίας μετέβαινον κάθε Απρίλιον εις τα όρη της Μακεδονίας  όπου παρέμενον μέχρι του Σεπτεμβρίου, δύναται ίσως να εξαγάγη το συμπέρασμα ότι οι παρά τω Σκυλίτζη «Βλάχοι οδίται» προήρχοντο εκ Θεσσαλίας. Εν πάση περιπτώσει όμως εκείνος ο οποίος πρώτος και εν λεπτομερεία μας πληροφορεί περί των Βλάχων της Θεσσαλίας είναι ο ΚΕΚΑΥΜΕΝΟΣ5 εις τα δύο έργα του, το Στρατηγικόν και τον Λόγον νουθετητικόν, ένϑα εξιστορεί τα περί Νικουλιτζά και της επαναστάσεως του 1066. Άλλην ρητήν μνείαν των Βλάχων της Θεσσαλίας ευρίσκομεν εις την Αλεξιάδα της Άννης Κομνηνης. Η πορφυρογέννητος συγγραφεύς, αναφερομένη εις την κατά την άνοιξιν του 1088 γενομένην εκστρατείαν του Αλεξίου Α΄ κατά των Νορμανδών του Βοημούνδου, γράφει ότι ο Αλέξιος «δεξιόθεν καταλιπών και τον βουνόν τον ουτωσί εγχωρίως καλούμενον Κίσσαβον κατήλϑεν εις Εζεβάν· χωρίον δε τούτο βλαχικόν της Ανδρωνίας έγγιστα διακείμενον»6.

ΒΛΑΧΙΑ.-- Εις τας ανωτέρω μνημονευθείσας βυζαντινάς πηγάς γίνεται μεν λόγος περί των Βλάχων της Θεσσαλίας, εις ουδεμίαν όμως απαντάται το όνομα Βλαχία7. Το όνομα αυτό εμφανίζεται δια  πρώτην φοράν εις το Οδοιπορικόν του ΒΕΝΙΑΜΙΝ ΤΟΥ ΕΚ ΤΟΥΔΕΛΗΣ. Ο Εβραίος περιηγητής, ευρισκόμενος το 1160 εις την Ελλάδα, επεσκέφθη μεταξύ άλλων πόλεων τα Θήβας, την Χαλκίδα, την Ιαβουστρίτσαν και Ραβέννικαν. Εκείθεν, συνεχίζων το ταξίδιον του, εφθασε μετά οδοιπορίαν μιας ημέρας εις την Λαμίας (Sinon potamo = Ζιτούνι), «όπου, γράφει, υπάρχουν περί τους πεντήκοντα Εβραίους, επι κεφαλής των οποίων ευρίσκονται ο Ρ. Σολομών και ο Ρ. Ιακώβ. Η πόλις κείται εις τους πρόποδας των ορέων της Βλαχίας. Ο λαός ο οποίος καλείται Βλάχοι κατοικεί εις τα όρη αυτά...»8. Μετά το Οδοιπορικόν του ΒΕΝΙΑΜΙΝ ΤΟΥ ΕΚ ΤΟΥΔΕΛΗΣ9 ο γεωγραφικός όρος Βλαχία απαντάται εις το υπέρ των Βενετών χρυσόβουλλον του Αλεξίου Γ', απολυθέν κατά μήνα Νοέμβριον του 1198. Το εν λόγω χρυσόβουλλον του Αλεξίου, το οποίον μας διεσώθη μόνον εις λατινικήν μετάφρασιν, αναφέρει μεταξύ των χωρών και επαρχιών του Βυζαντινού Κράτους, εις τας οποίας εδόθη εις τους Βενετούς το δικαίωμα ελευθέρας εμπορίας, και το «Orion Athenarum, Prouincia Velechative, Prouincia Valachie. Episkepsis Dimitriados. Duo Almeri. Episkepsis Creuennicon et Fersalon. Episkepsis Domocu et Vesenis. Chartularata Ezeros, Dobrochuuysta, et que sub ipsa sunt uille. Tricala, Prouincia Larisse. Episkepsis Platamonos»10. Ο ίδιος ακριβώς όρος απαντάται και εις το κείμενον της λεγομένης Partitio Romanie (1204), ένθα αναγιγνώσκομεν ότι μεταξύ των χωρών, αι οποίαι εδόθησαν μετά την άλωσιν της Κωνσταντινουπόλεως υπό των Φράγκων εις τον Βονιφάτιον τον Μομφερατικόν, ήσαν η «Pertinentia Platamonos... Orion Larisse. Prouintia Blachie, cum personalibus et monasterialibus in eis existentibus. Prouintia Seruion... Pertinentia Imperatricis, scilicet Vesna, Fersala, Domocos, Reuenica, duo Almiri, cum Demetriadi. Pertinentia Neopatron. Prouintia Velechative. Pertinentia Petrion. Kelliae, Dipotamon. Calacon. Pazi el Radouisidon»11.

Τα τρία αυτά κείμενα, εις τα οποία ο όρος Βλαχία απαντάται, μας επιτρέπουν να συμπεράνωμεν ότι υπήρχε κατά τα τέλη του Β' και τας αρχάς του Γ' αιώνος ιδία επαρχιακή διοικητική μονάς με το όνομα αυτό, κειμένη εις την ορεινήν χώραν της Όθρυος, μεταξύ Λαμίας, Δομοκού και Αλμυρού.

ΜΕΓΑΛΗ ΒΛΑΧΙΑ. Κατά τας αρχάς του ΙΓ' αιώνος εμφανίζεται διά πρώτην φοράν εις τας πηγάς μας ο όρος Μεγάλη Βλαχία. Ο Νικήτας Χωνιάτης, αναφερόμενος εις την δημιουργηθείσαν νέαν τάξιν πραγμάτων εν Ελλάδα μετά το 1204, γράφει ότι ο Λέων Σγουρός ήρχε της Κορίνθου και του Ναυπλίου, ο Λέων Χαμάρετος της Κοίλης Λακεδαίμονος, ο Μιχαήλ Κομνηνός της Ηπείρου, ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός ολοκλήρου της παραλίου χώρας μέχρις Αλμυρού και της περιοχής Λαρίσσης, τέλος «επί δε τούτοις και άλλος τις τα Θεσσαλίας κατέχων μετέωρα, α νυν μεγάλη Βλαχία κικλήσκεται, τοπάρχης ην των εκεί»12. Ο Νικήτας Χωνιάτης εννοεί εδώ κατά πάσαν πιθανότητα την ορεινήν περιοχήν της δυτικής και βορειοδυτικής Θεσσαλίας, εφ' όσον η ανατολική Θεσσαλία ετέλει υπό τον Βονιφάτιον Μομφερατικόν, όπως ο ίδιος λέγει. Ο ίδιος γεωγραφικός όρος χρησιμοποιείται και υπό του ολίγον μεταγενεστέρου ιστορικού Γεωργίου Ακροπολίτου13 προς δήλωσιν όμως της Θεσσαλίας εν γένει. Ο δε σύγχρονος του Ακροπολίτου Γεώργιος Παχυμέρης14 καλεί τους Θεσσαλούς Μεγαλοβλαχίτας. Την αυτήν δε έννοιαν έχει ο όρος αυτός και εις το καταθετικόν γράμμα του ηγουμένου της Πανυπεράγνου Κυπριανού επί τη γη της Πέτρας προς την Mονήν της Μακρινιτίσσης, με ημερομηνίαν 30 Ιουνίου 1276, όπου αναφέρεται ο «πανευγενέστατος Ραούλ ο πιγκέρνης ο Κομνηνός» ως «κεφαλή της Μεγάλης Βλαχίας»15. Μετά τον Παχυμέρην ο όρος Μεγάλη Βλαχία χάνεται από τας βυζαντινάς πηγάς, διά να εμφανισθή πάλιν εις τον ΙΕ' αιώνα, σημαίνων όμως όχι πλέον την Θεσσαλίαν, αλλά την παρά τον Δούναβιν Βλαχίαν16.
Η ύπαρξις του ονόματος Μεγάλη Βλαχία υποθέτει την ύπαρξιν επίσης του ονόματος Μικρά Βλαχία. Πράγματι ο Φραντζής17 αναφέρει Μικράν Βλαχίαν εις την Αιτωλίαν. Επίσης η χώρα της αρχαίας Δολοπίας ήτο γνωστή υπό το όνομα Άνω Βλαχία18.
Παραλλήλως όμως με την χρήσιν του όρου Μεγάλη Βλαχία έσυνεχίζετο και η χρήσις του ονόματος Βλαχία απλώς προς προσδιορισμόν της Θεσσαλίας. Ούτως εις την πράξιν, διά της οποίας ο βασιλεύς της Σικελίας Κάρολος Β' μεταβιβάζει τας διεκδικήσεις των Φράγκων επί των ελληνικών εδαφών μετά την ανασύστασιν της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (1261) εις τον υιόν του Φίλιππον τον Ταραντίνον, αναφέρεται και η provincia Wlachie19. Κατά τον επόμενον αιώνα ο Εφραίμ20 αναφέρει εις το έμμετρον χρονικόν του το όνομα Βλαχία, διά του οποίου εννοεί ακριβώς το ίδιον ο,τι ο Ακροπολίτης διά της Μεγάλης Βλαχίας, διότι και οι δύο συγγραφείς εξιστορούν εις τα εν λόγω χωρία τα αυτά γεγονότα. Φαίνεται μάλιστα ότι ο Εφραίμ έχει χρησιμοποιήσει εις την προκειμένην περίπτωσιν το έργον του Ακροπολίτου.
Εις τους δυτικούς συγγραφείς της εποχής αυτής ο όρος Βλαχία εννοεί το μεσαιωνικόν κρατίδιον των Νέων Πατρών21. Υπό την αυτήν έννοιαν αναφέρει το όνομα Βλαχία ο Καταλανός ιστορικός RAMÓN MUNTANER (1265-1336)22, καθώς και ο MARINO SANUDO TORSELLO23 εις το έργον του Secretia Fidelun Crucis και εις επιστολήν του γράφεισαν το 1325. Η πλέον πολύτιμος όμως πηγή των χρόνων αυτών διά το πρόβλημά μας είναι το Χρονικόν του Μορέως, το οποίον συχνάκις μνημονεύει το όνομα Βλαχία24. Τας μνείας αυτάς του Χρονικού του Μορέως εμελέτησε τελευταίως ο Διον. Ζακυθηνός, ο οποίος δικαίως παρετήρησεν ότι «τα υπό του κειμένου τούτου παρεχόμενα στοιχεία επιτρέπουν να καθορίσωμεν τα όρια της επαρχίας [Βλαχίας], τα οποία συμπίπτουν προς τα σύνορα του μεσαιωνικού κρατιδίου των Νέων Πατρών»25. Εις την αυτήν σχεδόν χρονικήν περίοδον ανήκουν δύο χρυσόβουλλα, το μεν εν απολυθέν υπό Ανδρονίκου Γ' κατά μήνα Μαρτιον του 133626, το δε έτερον υπό Ιωάννου Καντακουζηνού το 134227, εις τα οποία επίσης απαντάται το όνομα Βλαχία.
Κατά την περίοδον της Σερβοκρατίας εν Θεσσαλία ο όρος Βλαχία ευρίσκεται εν χρήσει. Γνωρίζομεν καλώς ότι ο Στέφανος Δουσάν έφερε τον τίτλον «imperator Raxie et Romanie, dispotus Larte [sc. Άρτα] et Blachie comes»28. Ο αυτός όρος εμφανίζεται και εις σειράν ολόκληρον κειμένων σχετικών με την Θεσσαλίαν επί Σερβοκρατίας29, ως και εις τους υπό του Σέρβου αρχιεπισκόπου Δανήλου και των συνεχιστών του «Βίους των Σέρβων βασιλέων και αρχιεπισκόπων»30.

Η ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ ΒΛΑΧΙΑ.- Εις το κατά τας αρχάς του ΙΕ' αιώνος συνταχθέν χρονικόν των μοναχών Πρόκλου και Κομνηνού αναφέρεται πλην του τύπου Βλαχία και ο τύπος η εν 'Ελλάδι Βλαχία31. Ασφαλώς η εμφάνισις του νέου αυτού τύπου δύναται να εξηγηθή λόγω της χρήσεως του όρου Βλαχία επίσης προς δήλωσιν των σημερινών χωρών της Ρουμανίας υπό των πηγών της εποχής αυτής32. Από της εποχής αυτής μάλιστα αρχίζει ολίγον κατ' ολίγον η υποχώρησις του όρου Βλαχία προς δήλωσιν της Θεσσαλίας, ο οποίος εννοεί πλέον τας ρουμανικάς χώρας33.

 

Εξ όλων των ανωτέρω αναφερθέντων κειμένων δύναται, νομίζω, να εξαχθούν τα εξής συμπεράσματα : 1) Βλαχία κατ' αρχάς ονομάζεται η ορεινή περιοχή της Όθρυος και απετέλει ιδίαν επαρχιακήν διοικητικήν μονάδα. 2) Διά τον Νικήταν Χωνιάτην Μεγάλη Βλαχία είναι η ορεινή περιοχή της δυτικής και βορειοδυτικής Θεσσαλίας. 3) Από της εποχής αυτής (ΙΓ' αιών) και έπειτα οι όροι Βλαχία, Μεγάλη Βλαχία, η εν Ελλάδι Βλαχία εννοούν ολόκληρον την Θεσσαλίαν, της οποίας τα όρια συμπίπτουν με τα σύνορα του κρατιδίου των Νέων Πατρών, ήτοι τα νότια σύνορα εξετείνοντο μέχρι της Φθιώτιδος, συμπεριλαμβάνοντα την πόλιν Υπάτην και την Λαμίαν34, τα βόρεια μέχρι του Ολύμπου, των Σερβίων και της θέσεις Κατακαλού35, τα ανατολικά απετέλει η παραλία του Αιγαίου πελάγους36, τα δε δυτικά η οροσειρά της Πίνδου37.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΡ. ΣΟΥΛΗΣ
ΒΛΑΧΙΑ - ΜΕΓΑΛΗ ΒΛΑΧΙΑ - Η ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ ΒΛΑΧΙΑ*
ΣΥΜΒΟΛΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΚΗΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΝ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Γέρας Αντωνίου Κεραμοπούλλου, Αθήναι, 1953

* Επιθυμώ να εκφράσω τας ευχαριστίας μου εις τους καθηγητάς κ.κ. R.L. Wolff και Δ. Γεωργακάν δι' ωρισμένας φιλικάς υποδείξεις.
1. Βλ. κυρίως G. G. MURNU. Istoria Românilor din Pind: Vlahia Mare, 980-1259, Βουκουρέστιον 1913. Ν. IORGA, Historie des Romains de la péninsule des Balcans, Βουκουρέστιον 1919, 8 κεξ. I. NISTOR, Originea Românilor din Balcani și Vlahiile din Tesalia și Epir, «Memoriile secției istoriea Acad. Rom.», Seria III-a, 26 (1944), 151 -212. ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ, Les Valachies de Thessalie et d'Épire. «Académie roumaine, Bulletin de la section historique» 25 (1944), 228-230. Δυστυχώς όμως οι Ρουμάνοι ιστορικοί εξέρχονται των ορίων της καθαράς επιστήμης και ούτω διαμορφώνουν ολοκλήρους θεωρίας περί δήδεν εθνικής αυτονομίας των Βλάχων της Θεσσαλίας κατά τους μεσαιώνικούς χρόνους. Βλ. επίκρισιν των τοιούτων αβασίμων θεωριών εν M. GYÓNI, A legrégibb Vélemény A Román Nép Eredetéröl, Βουδαπέστη 1944, 34. (Βλ. και γαλλικήν διασκευήν της μελέτης ταύτης εν Revue d'histoire comparée, 23 [1945], 96 - 180.)
2. Χρησίμους παρατηρήσεις ευρίσκει κανείς όμως εις G. L. FR. TAFEL, De Thessalonica ejusque agro, Βερολίνον 1839, και Δ. ΖΑΚΥΘΗΝΟΥ, Μελέται περί της διοικητικής διαιρέσεως και της επαρχιακής διοικήσεως εν τω Βυζαντινώ κράτει, Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, 1948, Έτος ΙΗ’, 42-62.
3. ΣΚΥΛΙΤΖΗΣ (εκδ. Βόννης), II, 436. Πρβλ. M. GYÓNI, Skylitzes et les Vlaques, «Revue d'histoire comparée», 25 (N. Iorga, I. Șiadbei κ.α), οτι ωρισμένα χωρία του Προκοπίου, Μενάνδρου, Θεοφυλάκτου Σιμοκάττου, Θεοφάνους, του Βίου του Αγίου Δημητρίου, του «Ιστορικού λόγου της Μονής Κασταμονίτου» κλπ. αναφέρονται εις τους Βλάχους, στερούνται πειστικής αποδείξεως. Σύντομον αλλά διαφοτιστικήν ανασκόπησιν των προβλημάτων αυτών δύναται να εύρη κανείς εις την μελέτην του R. L. WOLFF, The Second Bulgarian Empire, Its Origin and History to 1204, «Speculum», 24 (1949), 203 κεξ.
4. ΚΕΚΑΥΜΕΝΟΥ, Στρατηγικόν (εκδ. B. WASSILIEWSKY - V. JERNSTEDT), 68-69
5. Αυτόθι, 66-72, 95-96.
6. ΑΝΝΗΣ ΚΟΜΝΗΝΗΣ, Αλεξιάς (εκδ. LEIB), ΙΙ, 24. Πρβλ. την ειδικήν επί του χωρίου τούτου μελέτην του M. GYÓNI, Egy vlach falu neve Anna Komnene Alexiasaban, «Egyetemes Philologiai Közlöny», 71 (1948), 22-30, ένθα εκφράζει την γνώμην ότι το χωρίον Εζεβά της Αλεξιάδος είναι το μεσαιωνικόν χωρίον Εζερός (σημερινόν Νεζερός). Πρβλ. επίσης D. GEORGACAS, The Mediaeval Names Melingi and Ezeritae in the Pelopennesus, «Byz. Zaitschrift», 43 (1950), 329, σημ. 153. Την εργασίαν του Ι. Dujčev, Eževo, «Studia hist. -philol Serdica», 1 (1938), 224, την οποίαν ο Μ. Gyóni δεν εγνώριζε, δεν ηδυνήθην δυστυχώς να εύρω εις τας προσιτάς εις εμέ βιβλιοθήκας.
7. Ούτε επίσης αναφέρεται το όνομα Βλαχία εις το γνωστόν συγίλλιον του Βασιλείου Β' διά την αναδιοργάνωσιν της αρχιεπισκοπής Βουλγαρίας (1020), και το χρυσόβουλλον του Αλεξίου Κομνηνού (1104), ένθα γίνεται λόγος περί των Βλάχων της Μακεδονίας. Βλ. Η. GELZER, Ungedruckte und wenig be bekannte Bistümerverzeichnisse der orientalischen Kirche. II. «Byz. Zeitschrift, 2 (1893), 46, και M. GYÓNI, Les Vlaques du Mont Athos au debut du XIIe siècle, «Études Slaves et Roumaines», 1 (1948), 30-42. Ενδιαφέρον είναι όμως ότι εις την σκανδιναβικήν Saga του Αγίου Ολάφ αναφέρεται εκστρατεία του Kirjalax (= Κύρ[ιος] Αλέξιος [Κομνηνός]) εις την Blakumannaland (= χώρα των Βλάχων) εναντίον των Πετσενέγκων. Βλ R. M. DAWKINS, An Echo of the Norse Sagas of the Patzinak War of John II Komninos, «Annuaire de l'Institut de Philologie et d'Histoire Orientales et Slaves», 5 (1937), 246. Είναι φανερόν όμως ότι εδώ πρόκειται περί βουλγαρικών χωρών και όχι της Θεσσαλίας. Πρβλ. Μ. GYÓNI, Le nom de Βλάχοι dans l'Alexiade d'Anne Comnène, «Byz. Zeitschrift», 44 (1951), 249.
8. M. N. ADLER, The Itinerary of Benjamin of Tudela. Critical Text, Translation and Commentary, Λονδίνον 1907, 11. Συμφώνως όμως με άλλο χειρόγραφον του Οδοιπορικού του ΒΕΝΙΑΜΙΝ η σχετική φράσης μεταφράζεται ως εξής: «Η πόλις [της Λαμίας] κείται εις τας αρχάς της Βλαχίας» Βλ. I. G. LLUBERA, Viajes de Benjamin de Tudela, 1160-1173, Μαδρίτη 1918, 61, 126. Σημειωτέων ότι ο Κ. ΣΑΘΑΣ, Ελλην. ανέκδοτα, Α', 12 - 13, εξέφρασε την εσφαλμένην γνώμην ότι οι υπό του Βενιαμίν αναφερόμενοι Βλάχοι ήταν εις την πραγματικότητα Αλβανοί.
9. Εν τη υπό του ANSBERT περιγραφή της Σταυροφορίας του Φρειδερίκου Βαρβαρόσσα (Fontes Rerum Austr., I, 5, σελ. 42, 48) αναφέρονται τα ονόματα Flachia και terra Blacorum, τα οποία όμως εννοούν τας βουλγαρικάς χώρας και όχι την Θεσσαλίαν. Ο N. IORGA, Histoire des Roumains et de la Romanite Orientale, III, 110, οδηγούμενος ασφαλώς υπό της γνωστής θεωρίας του ότι η επανάστασις των αδελφών Πέτρου και Ασάν (1186) έλαβε χώραν εις την περιοχήν της Πίνδου και όχι εις την περιοχήν του Αίμου, έγραψεν αδίκως ότι η terra Blacorum παρά τω Ansbert είναι η Θεσσαλία. Από τα τέλη του ΙΒ' αιώνος ο όρος Βλαχία χρησιμοποιείται επίσης προς δήλωσιν της Βουγαρίας και ιδίως της περιοχής μεταξύ Δουνάβεως και Αίμου. Πρβλ. WOLFF, ενθ' αν., 180, σημ. 37.
10. G. L. FR. TAFEL, G. M. THOMAS, Urkunden zur älteren Handels and Stadtgeschichte der Republik Venedig, Βιέννη 1856, 1, 246 κεξ. Το χρυσόβουλλον τούτο εχρησιμοποίησεν ως βάσιν ο Δ. ΖΑΚΥΘΗΝΟΣ εις την προαναφερθείσαν εργασίαν του. Βλ. σελ. 489, σημ. 2.
11. TAFEL - THOMAS, ενθ' αν., I, 486 - 488. Βλ. επίσης την Ελληνικήν μετάφρασιν του κειμένου τούτου (Αυτόθι, 493).
12. ΝΙΚΗΤΑΣ ΧΩΝΙΑΤΗΣ (Εκδ. Βόννης), 841. Ο C. HOPF, Gesch. Grie chenlands, 1, 165β, γράφει σχετικώς ότι ο «Nicetas nennt dat thessalische Hochland Gross-Wlachien und gedenkt eines dort herrschenden Fürsten, unter dem aber nicht etwa ein einheimischer Bojar, sodern ein fränkischer Eroberer (Graf Berthold von Katzenellenbogen) zu verstehen ist».
13. Ο ΑΚΡΟΠΟΛΙΤΗΣ (Εκδ. HEISENBERG, 43), αναφερόμενος εις τα μετά την μάχην της Κλοκοτινίτζας (1230), γράφει ότι ο Βούλγαρος ηγεμών Ιωάννης Ασάν από ουδένα πλέον εμποδιζόμενος εκυρίευσε το Διδυμότειχον, όλον το Βολερόν, Σέρρας, Πελαγονίαν και Πρίλαπον, «κατέδραμε δε και της μεγάλης Βλαχίας, αλλά και του Ελβάνου κατακυριεύει, και μέχρι του Ιλλυρικού τας λείας ποιεί». Επίσης ο ίδιος ιστορικός (αυτόθι, 61) γράφει τα εξής εν σχέσει με την εκστρατείαν του εξορισθέντος Δεσπότου της Ηπείρου Μανουήλ Β' εις τας Θεσσαλικάς χώρας : «... δους [ο Ιωάννης Βατάτσης] δε αυτώ [Μανουήλ] χρήμα και τριήρεις εξ επί την μεγάλην Βλαχίαν αφήκεν, όρκους παρ' αυτού λαβών φρικώδεις, οίος εκείνος συνέσεως και αγχινοίας πλήρης ων. καταλαβών ούν τον της Δημητριάδος χώρον ο Μανουήλ, κακείθεν τοις μεν των οικείων γραφαίς την αυτού παρασημάνας έφοδον... ήρξε τε Φαρσάλων και Λαρίσσης και Πλαταμώνος και των περί ταύτα». Εκ των δύο τούτων χωρίων καταφαίνεται ότι ο Ακροπολίτης εννοεί διά του όρου Μεγάλη Βλαχία την Θεσσαλίαν εν γένει. Η παρά τω HENRI DE VALENCIENNES (εκδ. J. LONGNON, σελ. 49) Blakie la Grant (Μεγάλη Βλαχία) δεν είναι η Θεσσαλία ως συνήθως επιστεύετο, αλλά τα εδάφη των Βουλγάρων ηγεμόνων Σλάβ και Βόριλ. Βλ. την ειδικήν μελέτην του KIRIL ŽUGLEV εv Izvestija na Bulgarskoto Istoričesko Druzestvo, 22-24 (1948), την οποίαν γνωρίζω μόνον εκ περιλήψεως δημοσιευθείσης εν Revue des Etudes Slaves, 26 (1950), 297 – 298. Βλ. επίσης J. LONGNON, Henri de Valenciennes, Histoire de l'Empereur Henri de Constantinople, Παρίσιοι 1948, 49, σημ. 2.
14. ΠΑΧΥΜΕΡΗΣ (εκδ. Βόννης), Ι, 83: «τους γαρ το παλαιόν Έλληνας, ούς Αχιλλεύς ήγε, Μεγαλοβλαχίτας καλών επεφέρετο, ώστε μηδ' έξω προβαίνειν εία Βεροίας τον Παλαιολόγον μέγαν δομέστικον Ιωάννην».
15. FR. MIKLOSICH - J. MÜLLER, Acta et Diplomata, IV, 420. Περί του Ραούλ Κομνηνού βλ. Ν. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ, Αι παρά την Δημητριάδα Βυζαντιναί μοναί, ΕΕΒΣ, 1 (1924), 218. Προσθετέον ότι ο Τ. ΝΕΡΟΥΤΣΟΣ, Χριστιανικαί Αθήναι, ΔΙΕΕ, 4 (1892), 117, σημ. 1, αναφέρει ότι «σώζονται προστάγματα και αργυρόβουλλα από των ετών 1282 - 1285 του δεσπότου Κυρού Ιωάννου Κομνηνού του Παλαιολόγου, αυταδέλφου του θεοστεφούς βασιλέως, αποβλέποντα την Μεγάλην Βλαχίαν και Θεσσαλίαν».
16. Βλ. ΦΡΑΝΤΖΗΝ (εκδ. Βόννης), 414. ΑΝΩΝΥΜΟΥ, Προς την εν Φλωρεντία Σύνοδον, εν ΣΠ. ΛΑΜΠΡΟΥ, Παλαιολόγεια και Πελοποννησιακά, Αθήναι 1912 – 1923, Α', 9. Πρβλ. αυτόθι, σελ. 334. Επίσης ΜΕΛΕΤΙΟΥ, Γεωγραφία Παλαιά και Νέα (εκδ. ΓΑΖΗ), Β', 258.
17. ΦΡΑΝΤΖΗΣ (εκδ. Βόννης), 414.
18. ΒΛ. ΣΧΟΛΙΑΣΤΗΝ ΘΟΥΚΥΔΙΔΟΥ, Thucydidis de Bello Peloponnesiaco, Libri Octo (ed. Ε. F. POPPO), II, μέρος α', Λειψία 1826, 196. Πρβλ. ΜΕΛΕΤΙΟΥ, ενθ' αν., Β', 225. F. POUQUEVILLE, Voyage dans la Grèce, Παρίσιοι 1826, I, 142, σημ. 1· II, 299 κεξ., 359 κεξ. Επίσης ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ, Mémoire sur l'Illyrie ancienne et moderne, sur les colonies valaques etc., «Mém. de l'Acad. des Inser.», 12 (1839), 317-325.
19. L. V. THALLÓCZY - C. JIREČEK - E. V. ŠUFFLAY, Acta et diplomata res Albaniae mediae aetatis illustrantia, Βιέννη 1913, I, 155α. Το εν λόγω έγγραφον φέρει ημερομηνίαν 13 Αυγούστου 1294.
20. ΕΦΡΑΙΜ (Εκδ. Βόννης), στ 8093, 8360, 8599. Παρατηρητέον ότι εις την τελευταίαν μνείαν απαντάται ο τύπος «Αχαΐα Βλαχίας».
21. Τα σύνορα του κρατιδίου αυτού καθορίζονται ως εξής υπό του ΝΙΚΗΦ. ΓΡΗΓΟΡΑ (εκδ. Βόννης), Ι, 110: «Και προς μεν άρκτους Όλυμπον έχει το όρος, προς δε μεσημβρίαν τον Παρνασόν».
22. Ev J. A. C. BUCHON, Chroniques étrangères relatives aux expéditions françaises pendant le XIIIe siècle, Παρίσιοι 1840, 474, 479.
23. Ev J. BONDARS, Gesta Dei per Francos, sive orientalium expeditionum historia 1095 - 1420, Αννόβερον 1611, II, 68, 293.
24. Χρονικόν του Μορέως (Εκδ. SCHMITT), στ. 1031, 1087, 2589, 2598, 3528, 3542, 3631, 3635, 3654, 3669, 3672, 3674, 4090, 5732, 7286, 7972, 8794, 9023. Ο όρος αυτός αναφέρεται επίσης εις την γαλλικήν διασκευήν (Blaquie), την αραγωνικήν (Blaquia) και την ιταλικήν (Vallachia, Valachia, Vlachia).
25. ΖΑΚΥΘΗΝΟΥ, ενθ' αν., 73.
26. P. USPENSKIJ, Putešestvie u meteorskie i osoolimpijskie monastyri v Fessalii, Πετρούπολις 1896, 312. Πρβλ. αυτόθι, 502.
27. ΚΑΝΤΑΚΟΥΖΗΝΟΣ (εκδ. Βόννης), II, 319 κεξ. Πρβλ. ΓΡΗΓΟΡΑΝ (εκδ. Βόννης), Ι, 203
28. S. LJUBIĆ, Listine o odnašajih izmedju južnoga slavenstva i mletačke republike. Ζάγκρεμπ 1872, III, 174.
29. Βλ. χρυσόβουλλα του Σέρβου ηγεμόνος Θεσσαλίας Συμεών των ετών 1357 και 1366 εv A. SOLOVJEV - V. MΟŠIN, Grčke povelje srpskih vladara, Βελιγράδιον 1936, 210, 252. Επίσης σιγίλλιον του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Νείλου (1383) περί της μονής Λευκουσιάδος, Νέος Ελληνομνήμων, 6 (1909), 177, 178, και τον βίον του οσίου Αθανασίου Μετεωρίτου (εκδ. ΒΕΗ), «Βυζαντίς», 1 (1909), 244, 267, Πρβλ. Νέος Ελληνομνήμων, 2 (1905), 69.
30. DANILO (εκδ. DANIČIĆ), Životi Kraljeva i Arhiepiskopa Srpskih, Βελιγράδιον - Ζάγκρεμπ 1866, 114, 354
31. Χρονικόν Πρόκλου και Κομνηνού (εκδ. CIRAC ESTOPAÑΑΝ), 35, 36, 37, 38, 49.
32. Βλ. MIKLOSICH - MÜLLER, ενθ' αν., I, 577· II, 256. ΔΟΥΚΑΣ (εκδ. Βόννης), 343.
33. Σποραδικώς μόνον αναφέρεται ο όρος Βλαχία προς δήλωσιν της Θεσσαλίας μετά την πτώσιν του Βυζαντίου. Βλ. π.χ. τον Ισπανόν ιστορικόν του ΙΖ' αιώνος FRANCISCO DE MONCADA, Expedicion de los Catalanes y Aragoneses contra Turcos y Griegos (εκδ. S. GILLY GAYA), Μαδρίτη 1924, 133 - 334, Χρυσόβουλλον του Γερμανού αυτοκράτορος Ρουδόλφου (1730) εν P. USPENSKIJ, ενθ' αν., 504. ΔΩΡΟΘΕΟΥ, Βιβλίον ιστορικόν, Ενετίησιν 1760, 462.
34. Βλ. Chronique de Morée (Εκδ. LONGNON), 77: «le bel castel de la Patre (sc. Υπάτη)... de la Blaquie. Αυτόθι, 347 : «chastel dou Giton (sc. Ζιτούνι) qui est pres de la Patre, a l'antree de la Blaquie». Πρβλ. Μ. Ν. ADLER, The Itinerary of Benjamin of Tudela, σελ. 11.
35. Βλ. Χρονικόν Μορέως (εκδ. SCHMITT), στ. 3072 κέξ. :

Και όσον εκουρσέψασιν τα μέρη της Βλαχίας,
επέρασαν το σύνορον όπου χωρίζει ο τόπος
του βασιλέως εκ την Βλαχίαν, Κατακαλού το λέγουν
κ' εσέβησαν στου βασιλέως τους τόπους να κουρσεύουν.
<Εκεί > ένα κάστρον ηύρασιν, το λέγουσιν τα Σέρβια.

Ο Δ. ΖΑΚΥΘΗΝΟΣ, ενθ' αν., 73, γράφει περί του συνοικισμού Κατακαλού, ότι «δύναται δ᾽ ίσως να ταυτισθή προς το σημερινόν χωρίον Κατάκαλη της επαρχίας Γρεβενών». Προηγουμένως ο J. Η. KRAUSE, Geographie Griechen., εν Ersch-Gruber, Encyclopädie, LXXXIII, 333β, έγραψε: «Kalakalon. gegenwärtig Katakolon genannt, liegt an der Grenzscheide ron Makedonien und Thessalien am Berge Volantza, welcher auch Volantza genannt wird». Πρβλ. Α. SOLOVJEV - V. MΟŠIN, ενθ' αν, 88, «Κατακαληνοί πάροικοι».

36. Βλ. ΑΚΡΟΠΟΛΙΤΗΝ (εκδ. HEISENBERG), 61. Πρβλ. RAMON MUNTANΕR, ενθ' αν., 474. Chronique de Morée (εκδ. LONGNON), 119.
37. Βλ. Βίον οσίου Αθανασίου (εκδ. ΒΕΗ), «Βυζαντίς», 1 (1909), 244 : «έστι τι φησί πολίχνιον [sc. Σταγοί] εν μεθορίω κείμενον Ιωαννίνων και Βλαχίας· ταύτης εχόμενοι ίστανται λίθοι, υψίκομοι και ευμεγέθεις». Πρβλ. την λαϊκήν διασκευήν του Βίου (εκδ. ΛΑΜΠΡΟΥ), «Νέος Ελληνομνήμων», 2 (1905), 69. Πρβλ. επίσης Chronique de Morée (εκδ. LONGNON), 98, 251.

Αναζήτηση