Ο όρος «σύστημα των μιλλέτ» είναι σχετικά πρόσφατος και δημιουργήθηκε στη Δυτική Ευρώπη για να δηλώσει την ιδιαίτερη κοινωνικοπολιτική οργάνωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ωστόσο, το ίδιο το σύστημα άρχισε γρήγορα να αποδιαρθρώνεται.
1. Εισαγωγή
Το «μιλλέτ» δηλώνει μια μη μουσουλμανική κοινότητα που προσδιορίζεται πρωταρχικά από τη θρησκεία και όχι από την εθνικότητα –με την έννοια που δίνουμε σήμερα στη λέξη– και η οποία ζει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία υπό την ηγεσία του θρησκευτικού της ηγέτη. Οι Οθωμανοί υπήκοοι που ανήκαν σε μιλλέτ ήταν ελεύθεροι να εκτελούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα και να ακολουθούν τις παραδόσεις τους στην εκπαίδευση, στο γάμο, στον τρόπο νομής της κληρονομιάς και σε άλλες πτυχές της καθημερινής ζωής. Μπορούσαν να διαχειρίζονται όλα τα παραπάνω με την προϋπόθεση ότι θα είναι απόλυτα πιστοί στο κράτος από πολιτικής πλευράς. Όσον αφορά τις νομικές διαφορές τους, εξάλλου, ανήκαν στη δικαιοδοσία των θρησκευτικών αρχών τους, εκτός εάν η διαφορά προέκυπτε μεταξύ ενός μουσουλμάνου και ενός μη μουσουλμάνου, οπότε έπρεπε να διευθετηθεί από τον καδή, δηλαδή το μουσουλμάνο δικαστή.
2. Οι απαρχές του συστήματος των μιλλέτ
Γενικά είναι αποδεκτό ότι οι απαρχές του συστήματος των μιλλέτ ανάγονται στην περίοδο μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, όταν ο Μωάμεθ Β΄ έθεσε αυτούς τους όρους στο νέο πατριάρχη της Ορθόδοξης Εκκλησίας Γεννάδιο Σχολάριο· ο τελευταίος πήρε το αξίωμά του από το σουλτάνο και πίστευε ότι η συνύπαρξη με μουσουλμάνους θα ήταν λιγότερο επιβλαβής για τους χριστιανούς, αφού οι καθολικοί ήταν βέβαιο ότι θα εξαφάνιζαν την ορθοδοξία. Ο Μωάμεθ στη συνέχεια προσκάλεσε τον Αρμένιο επίσκοπο στην Προύσα προκειμένου να του παραχωρήσει έναν αντίστοιχο τίτλο για τη νέα έδρα του Αρμενικού Πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη.
Πάντως, η ανεκτική αυτή στάση του κράτους έναντι των μη μουσουλμάνων υπηκόων είναι πολύ παλιότερη από την εποχή του Μωάμεθ Β΄ και ανάγεται στη δεκαετία του 1290, κατά τη διαδικασία θεμελίωσης του οθωμανικού κράτους. Εξάλλου, ιστορικά προηγούμενα μπορούν να ανιχνευτούν τόσο στην πρακτική των Ρωμαίων όσο και στην ισλαμική παράδοση.
Η τακτική αυτή αποτελούσε την πρακτική λύση για τα ζητήματα που έθετε η πολυμορφία –που εκείνη την εποχή αφορούσε κυρίως τη λατρεία– στη συγκρότηση μιας πολυεθνικής, πολυθρησκευτικής και πολύγλωσσης πολιτικής ολότητας. Η ιδέα στην οποία βασιζόταν ήταν αρκετά απλή: Σε μια περίοδο κατά την οποία δεν υπήρχε καμία ανάγκη ομοιογένειας και συνεπώς απουσίαζε και η αντίστοιχη έννοια της «ενσωμάτωσης», μπορούσε να λειτουργήσει ένα σύνθετο κοινωνικό οικοδόμημα που θα στηριζόταν σε κάποιο είδος διαφοράς βάσει συμφωνίας ανάμεσα στο κεντρικό κράτος και στις ελίτ των υποτελών πληθυσμών. Το πιο κατάλληλο κριτήριο στο σχηματισμό αυτών των ελίτ ήταν, πριν από οτιδήποτε άλλο, η θρησκεία. Ο Μωάμεθ κληρονόμησε αυτό τον τρόπο σκέψης και τον συστηματοποίησε ακόμα περισσότερο τη στιγμή που ένιωσε έτοιμος να ανακηρύξει εαυτόν ως το διάδοχο του Ρωμαίου αυτοκράτορα μετά την κατάκτηση της αυτοκρατορικής πρωτεύουσας.
3. Το σύστημα των μιλλέτ κατά το 17ο και το 18ο αιώνα
Τα συστήματα αυτού του είδους ακμάζουν και ευδοκιμούν όσο υπάρχει γενική ευημερία. Τέτοια ήταν η κατάσταση στο οθωμανικό κράτος για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενδεχομένως μέχρι τις αρχές του 18ου αιώνα. Ο 17ος αιώνας υπήρξε, κυρίως για τη Μικρά Ασία, αρκετά χαοτικός, και το γεγονός αυτό πρέπει να επηρέασε σοβαρά τις μη μουσουλμανικές αγροτικές κοινότητες. Κατά το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα, απαλλαγμένοι επιτέλους από τον αιματηρό Τριακονταετή πόλεμο, οι Ευρωπαίοι μπορούσαν και πάλι να στρέψουν το βλέμμα τους ανατολικά και να δουν μια Οθωμανική Αυτοκρατορία πολύ αποδυναμωμένη, κυρίως επειδή έμεινε μακριά από τις αλλαγές στην Ευρώπη· απομονωμένη από το παγκόσμιο εμπόριο, ανίσχυρη ως ναυτική δύναμη αλλά και ανίκανη να ακολουθήσει τις στρατιωτικές καινοτομίες στην Ευρώπη είτε στην τεχνολογία παραγωγής όπλων είτε στη νέα πολεμική στρατηγική. Από την περίοδο αυτή και στο εξής, οι στρατιωτικές ήττες αποτελούσαν για τους Οθωμανούς τον κανόνα και, κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, το οθωμανικό κράτος μπορούσε να επιζήσει κυρίως επειδή στην «Ευρωπαϊκή Συμφωνία» κανείς δεν ήταν σε θέση να διακρίνει ένα νέο κάτοχο των οθωμανικών εδαφών που εξακολουθούσαν να αποτελούν τεράστια έκταση. Η κοινωνική συνοχή ακόμα και σε πολύ πιο ομοιογενείς κοινότητες είναι πάρα πολύ δύσκολο να διατηρηθεί κάτω από τόσο αντίξοες εσωτερικές και εξωτερικές συνθήκες. Η ειρήνη του παλιού συστήματος των μιλλέτ εξανεμίστηκε. Σε αυτό το σημείο θα μπορούσε να αναφερθεί ένα αρκετά αποτροπιαστικό γεγονός ως παράδειγμα που φανερώνει σε ποιο βαθμό είναι δυνατό να εκφυλιστούν οι διαμορφωμένοι συσχετισμοί. Ο Ιμπραήμ πασάς, μεγάλος βεζίρης από το 1718 μέχρι το 1730, είναι γνωστός στην οθωμανική ιστορία ως ένας από τους πρώιμους εισηγητές δυτικών προτύπων. Ήταν εκείνος που ξεκίνησε το πρώτο τυπογραφείο που τύπωνε στα οθωμανικά, ενώ προσέλαβε το Γάλλο κόμη ντε Μπονεβάλ (de Bonnevale) για να ξεκινήσει μεταρρυθμίσεις στο στρατό, που ήταν πάντα προτεραιότητα· υπήρξε εμπνευστής και άλλων μεταρρυθμίσεων. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις προκάλεσαν πολλές συντηρητικές αντιδράσεις και η διαδικασία ανακόπηκε απότομα το 1730, όταν ξέσπασε μια εξέγερση στην Κωνσταντινούπολη με τραγούδια και συνθήματα υπέρ της επιστροφής του θρησκευτικό νόμου (sharia). Θύμα αυτής της εξέγερσης ήταν ο Ιμπραήμ πασάς μαζί με το μικρό κύκλο των «μεταρρυθμιστών» του. Την περίοδο κατά την οποία βρισκόταν στην εξουσία, όμως, εκτελέστηκαν τρεις Εβραίοι με την κατηγορία ότι ζύμωναν ψωμί με το αίμα παιδιών μουσουλμάνων – κατηγορία αρκετά κοινή σε ορισμένες χριστιανικές χώρες, η οποία πρώτη φορά εμφανιζόταν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Σε μεταγενέστερες περιόδους συνηθίζεται για το μετριασμό των αντιδράσεων ο μεταρρυθμιστής να δημιουργεί για αντιπερισπασμό μια κατάσταση που σχετίζεται αναπόφευκτα με θρησκευτικά ζητήματα.
Οι Τούρκοι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν κυρίως χωρικοί, αγρότες αλλά και στρατιώτες, όχι όμως στην έκταση που πιστεύεται, είτε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία είτε αλλού. Κατά τη διάρκεια των πρώτων αιώνων ζωής της αυτοκρατορίας, με το ημιφεουδαρχικό σύστημα των τιμαρίων, οι ιδιοκτήτες των φέουδων είχαν την υποχρέωση να κατατάσσονται στο στρατό σε περίοδο πολέμου μαζί με τον απαραίτητο αριθμό πολεμιστών ως αντάλλαγμα για τη γη που κατείχαν. Ήδη από το 16ο αιώνα, όμως, το ιππικό είχε αρχίσει να θεωρείται ξεπερασμένο και ο στρατός Καπίκουλου (Kapıkulu), η οθωμανική φρουρά, που στρατολογούνταν από χριστιανικές οικογένειες χωρικών, με τον ανάλογο οπλισμό, αναλάμβανε τις πολεμικές επιχειρήσεις.
Η οθωμανική Αυλή, αντιτιθέμενη στη συσσώρευση κεφαλαίου, όπως και στον πιθανό ανταγωνισμό που προερχόταν από την αυτονομία των φεουδαρχών, προτιμούσε τους μη μουσουλμάνους υπηκόους της για τις πιο σημαντικές οικονομικές δραστηριότητες. Δεν ήταν συνεπώς απίθανο να δει κανείς Αρμένιους εμπόρους στη Βουδαπέστη ή και στο Λβοβ ή ίσως έναν Έλληνα από την Αλεξάνδρεια να εμπορεύεται στη Βαγδάτη. Οι πόλεις είχαν μεικτούς πληθυσμούς που ζούσαν σε ξεχωριστές συνοικίες οι οποίες δεν αποτελούσαν κατά καμία τεχνική έννοια γκέτο. Στην ευρωπαϊκή ήπειρο οι Τούρκοι (ή οι μουσουλμάνοι, όπως οι Βόσνιοι στη Βοσνία) θεωρούνταν πιο συχνά φεουδαρχική κατηγορία (με την οθωμανική έννοια του «φεουδαρχικού»), ενώ αγρότες ήταν πρωταρχικά οι ντόπιοι πληθυσμοί – Σέρβοι, Βούλγαροι, Έλληνες κ.λπ. Στη Μικρά Ασία οι μουσουλμάνοι Τούρκοι χωρικοί ήταν πολύ περισσότεροι. Κατά συνέπεια, σε έναν κόσμο όπου η «οικονομία» άρχιζε να σημαίνει όλο και περισσότερα πράγματα, οι μη μουσουλμάνοι υπήκοοι, αποστερημένοι κατά τα άλλα από οποιαδήποτε προνόμια, προχώρησαν στην αξιοποίηση της εμπορικής σταδιοδρομίας τους που την εποχή της ακμής της αυτοκρατορίας θεωρούνταν μια αρκετά ταπεινή δραστηριότητα. Υπήρχαν βέβαια και μουσουλμάνοι που ασχολούνταν με το εμπόριο αλλά όχι με τόση επιτυχία όση είχαν οι χριστιανοί – οι Έλληνες, για παράδειγμα, μονοπωλούσαν σχεδόν το θαλάσσιο εμπόριο.
4. Το σύστημα των μιλλέτ το 19ο αιώνα
Το 19ο αιώνα, ως συνακόλουθο της Βιομηχανικής Επανάστασης, το εμπόριο μεταξύ των Οθωμανών και του δυτικού κόσμου απέκτησε σταδιακά έναν άνισο χαρακτήρα, αφού οι Οθωμανοί ήταν υποχρεωμένοι να αγοράζουν κατεργασμένα αγαθά και να εξάγουν σε αντάλλαγμα κυρίως πρώτες ύλες ή αγροτικά προϊόντα. Η ιδιότητα του χριστιανού βοήθησε τους μη μουσουλμάνους Οθωμανούς, που αποτελούσαν μειοψηφία, να δημιουργήσουν εμπορικά δίκτυα. Οι Γάλλοι ιεραπόστολοι, για παράδειγμα, είχαν καταβάλει μεγάλη προσπάθεια για να προσηλυτίσουν τους Αρμένιους στον καθολικισμό. Στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, έπειτα από πολλή πίεση, οι καθολικοί Αρμένιοι αναγνωρίστηκαν από το κράτος ως ένα μιλλέτ ξεχωριστό από τους υπόλοιπους Αρμένιους. Τα μέλη αυτής της κοινότητας ευημερούσαν πολύ περισσότερο σε σχέση με το μέσο γρηγοριανό Αρμένιο.
Υπήρχαν και άλλα πολιτικά προβλήματα που επιδείνωναν την κατάσταση στο εσωτερικό της οθωμανικής κοινωνίας. Για ορισμένες «δυνάμεις» της εποχής ο «διωγμός των χριστιανικών μειονοτήτων» το 19ο αιώνα εξελίχθηκε βαθμιαία σε ένα μέσο παρέμβασης στα οθωμανικά πράγματα, αφού προκαλούσε πολέμους που πάντοτε κατέληγαν σε ήττα και απώλεια εδαφών για την παρακμάζουσα αυτοκρατορία. Οι Ρώσοι έχρισαν εαυτούς «προστάτες της ορθοδοξίας» στα οθωμανικά εδάφη. Οι Γάλλοι ακολούθησαν το παράδειγμα επιβάλλοντας ένα καθεστώς στο οποίο κατείχαν τη θέση προστατών των καθολικών. Διωγμοί βέβαια υπήρξαν σε πολλές περιπτώσεις και προέρχονταν από το ίδιο το κράτος, αλλά οι σχέσεις και μέσα στο μουσουλμανικό τμήμα της κοινωνίας ήταν κι αυτές πια διαταραγμένες. Χαρακτηριστικές είναι οι γλωσσικές εκφράσεις που έχουν επιβιώσει μέχρι σήμερα από τον οθωμανικό 19ο αιώνα. Η έκφραση «βούλωσε την καμπάνα του με άχυρα», για παράδειγμα, που σημαίνει αποδυναμώνω κάποιον, έλκει σαφώς την προέλευσή της από την απαγόρευση της καμπανοκρουσίας σε κάποιες χριστιανικές εκκλησίες. Τέτοιου είδους γλώσσα δε θα μπορούσε να προαναγγέλλει καλές σχέσεις ανάμεσα στα ενδιαφερόμενα μέρη. Ταυτόχρονα όμως οι επεμβάσεις των «δυνάμεων» εμπνέονταν περισσότερο από μια πραγματιστική πολιτική παρά από τη φιλανθρωπία, κάτι που ελάχιστα βοηθούσε στη βελτίωση της κατάστασης.
Οι σχέσεις στο εσωτερικό των μη μουσουλμανικών κοινοτήτων δεν ήταν ιδανικές. Ένα σημαντικό σύμπτωμα της κατάστασης που επικρατούσε γίνεται φανερό από τα λόγια του ορθόδοξου πατριάρχη για το Διάταγμα του Γκιουλ Χανέ (Gülhane) του 1839, σύμφωνα με το οποίο οι «υπήκοοι» του σουλτάνου θα ήταν πλέον ελεύθεροι και ίσοι «πολίτες» (στα χαρτιά): «Τι καλή δουλειά που κάνατε», είπε ο πατριάρχης. «Τώρα θα γίνουμε ίσοι με όλους αυτούς τους Εβραίους και τους Αρμένιους».
Με την Ελλάδα να κάνει την αρχή τη δεκαετία του 1820, οι συμπαγείς εθνικά πληθυσμοί των Βαλκανίων αγωνίστηκαν και τελικά κέρδισαν την ανεξαρτησία τους από την οθωμανική κυριαρχία: Σέρβοι, Ρουμάνοι, Βούλγαροι και, τελικά, Αλβανοί. Με το τέλος του Παγκόσμιου πολέμου προστέθηκαν και οι Άραβες, που σχημάτισαν τα εθνικά κράτη τους. Ό,τι απέμεινε, ωστόσο, από την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως Τουρκική Δημοκρατία εξακολουθούσε να έχει πληθυσμό που δεν μπορούσε να θεωρηθεί ιδανικός με όρους εθνικής καθαρότητας. Αυτό σήμαινε ότι οι αγώνες ανεξαρτησίας, που τώρα ήταν περισσότερο εθνικοί παρά θρησκευτικοί, θα είχαν συνέχεια, και αυτό πράγματι συνέβη.
5. Το τέλος του συστήματος των μιλλέτ
Πολυεθνικές αυτοκρατορίες ευδοκίμησαν για αιώνες σε αυτή την περιοχή του κόσμου, όχι μόνο στα οθωμανικά εδάφη αλλά και στις αυστριακές και ρωσικές αυτοκρατορίες. Το «έθνος-κράτος» του 19ου και 20ού αιώνα επρόκειτο να συγκροτηθεί πάνω σε μια εντελώς άλλη λογική και ένα διαφορετικό σύνολο αρχών. Εξαιτίας αυτής της δραστικής μεταβολής από τον ένα τύπο κοινωνικής οργάνωσης στον άλλον οι εθνότητες τώρα είναι: 1) δυσαρεστημένες με τα εθνικά σύνορα για τον τρόπο που έχουν χαραχτεί, κάτι το οποίο σημαίνει ότι οι σκληροπυρηνικοί εθνικιστές σε κάθε χώρα έχουν τη δική τους εκδοχή για ένα «μεγαλύτερο (;)», 2) συνήθως σε διένεξη με τους εθνικούς τους γείτονες, αλλά ίσως κάπως πιο φιλικοί με εκείνους με τους οποίους δεν έχουν κοινά σύνορα, 3) φιλύποπτοι με τη «μειοψηφία» που μοιράζεται την ίδια εθνικότητα με τις γειτονικές χώρες και αντιμετωπίζεται συνεπώς ως «πέμπτη φάλαγγα». Υπάρχουν πολλά προβλήματα προς επίλυση σε αυτές τις περιοχές, και κάποια μπορεί να είναι πιο σοβαρά.
Belge Murat, «Μη-μουσουλμάνοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και το σύστημα των μιλλέτ»
Μετάφραση : Ροβίθη Χαρά
URL: http://www.ehw.gr/l.aspx?id=12216
ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
Δικτυακή Εγκυκλοπαίδεια για την Ελληνική Ιστορία και τον Πολιτισμό στην Κωνσταντινούπολη