Ο δάσκαλος από το Βυθκούκι και ο ιππότης από την Άρτα: μια μικρή ιστορία για ένα μεγάλο χειρόγραφο

Φρασιολογία του ελληνικού ιδιώματος. Ευστρατίου του εκ Βυθκουκίου της εν Ηπείρω ΚολωνίαςΑνάμεσα στους ελληνόφωνους λογίους που δραστηριοποιήθηκαν στον βαλκανικό χώρο στα χρόνια της κοινής οθωμανικής κυριαρχίας, αναμφίβολα υπάρχουν πολλοί το έργο των οποίων δεν είναι γνωστό είτε γιατί δεν έφτασε ποτέ έως εμάς είτε γιατί δεν μελετήθηκε και δεν προβλήθηκε επαρκώς.

Ένας από αυτούς τους «χαλκέντερους» όντως δασκάλους αλλά και λιγότερο η καθόλου προβεβλημένους, που δίδαξαν την ελληνική γλώσσα με πάθος και συνέπεια, θεωρώ ότι είναι και ο ιερομόναχος Ευστράτιος από το Βυθκούκι, κωμόπολη «εμπορική και πολυάνθρωπο» της επαρχίας Κορυτσάς, πλησιόχωρη στη γνωστή Μοσχόπολη.1
Το Βυθκούκι η Μπιθικούκι, θεωρείται παλαιότερος οικισμός από τη Μοσχόπολη, ο οποίος στα χρόνια της ακμής του αριθμούσε 24 συνοικίες.2
Κατά τον Αραβαντινό κατοικούνταν από 5.000 περίπου οικογένειες βλαχόφωνων χριστιανών ενώ κατά τον Σκενδέρη, ο οποίος διορθώνει το σφάλμα του πρώτου, οι κάτοικοι ήταν αλβανικής καταγωγής.3
Πρόσφατα, ένας άλλος ερευνητής, ο Γιώργος Τσότσος, συγκαταλέγει το Μπιθικούκι στους βλαχόφωνους οικισμούς, το χαρακτηρίζει μάλιστα «αρβανιτοβλάχικο», διευκρινίζοντας ότι οι Αρβανιτόβλαχοι εντάσσονται στους Βλάχους της Πίνδου,4 ενώ και ο Βασίλης Νιτσιάκος εντάσσει τους κατοίκους του στους Βλάχους της Κορυτσάς.5
Ο πληθυσμός της επαρχίας Κολόνιας (ή Κολωνίας), στην οποία ανήκε το Βυθκούκι, περιλάμβανε Αλβανούς χριστιανούς.6 Το Βυθκούκι ήταν ένα όμορφο χωριό, με πηγές, πολλές εκκλησιές, ένα μοναστήρι των Αγίων Αποστόλων και ένα περίφημο σχολείο.7 Οι κάτοικοί του ήταν οι περισσότεροι έμποροι, αλλά αναγκάστηκαν να φύγουν όταν το χωριό ερημώθηκε, όπως και η γειτονική Μοσχόπολη,8 την περίοδο 1770-1780 από τους Οθωμανούς. Το 1854 κατοικούνταν από 150 χριστιανικές οικογένειες,9 το 1938 είχε 70 μόνο σπίτια και 3 συνοικίες,10 σήμερα έχει ομοίως τρεις συνοικίες, μαχαλάδες, ο ένας από τους οποίους ονομάζεται ελληνικός (greka), και οι κάτοικοί του είναι όλοι χριστιανοί.11 Η γενέτειρα του Ευστρατίου, το Βυθκούκι, ήταν η πατρίδα και άλλων δασκάλων και βιβλιόφιλων. Είναι γνωστός, για παράδειγμα, ο δάσκαλος ο παπα-Αργυρός ο οποίος εργάστηκε το 1730 ως ιδιωτικός δάσκαλος στην πόλη της Καστοριάς.12 Πολλοί εξάλλου «Βιθοκουκίτες» εμφανίζονται στους καταλόγους συνδρομητών βιβλίων. Αναφέρουμε ενδεικτικά ότι στην έκδοση της Εκκλησιαστικής Ιστορίας του Μελετίου Αθηνών συμπεριλαμβάνονταν ο Αναστάσιος Ευθυμίου Σάρρου, ο Αναστάσιος Παναγιώτου, ο Θεόδωρος Παναγιώτου, ο Κοσμάς Παναγιώτου, ο Πέτρος Σκούταρης.13 Ο Ευστράτιος που γεννήθηκε, υποθέτουμε, τη δεκαετία 1740-1750 ενδεχομένως διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα στο χωριό του από τον ιερομόναχο Σάββα14 και, σύμφωνα με τον Αραβαντινό, μαθήτευσε κοντά στον Κοσμά Μπαλάνο, στην ομώνυμη σχολή στα Γιάννενα.15 Αν η υπόθεση για τη γέννησή του ευσταθεί, τότε μπορούμε να υποθέσουμε πάλι ότι είχε την ευκαιρία να σπουδάσει, εκτός από το σχολείο της πατρίδας του, και στην περίφημη Νέα Ακαδημία της γειτονικής Μοσχόπολης, η οποία θεμελιώθηκε το 175016 και στην οποία ενδεχομένως να πρόλαβε τη διδασκαλία του Θεόδωρου Καβαλλιώτη,17 αλλά για αυτό δεν έχουμε καμία μαρτυρία.

Μαρτυρείται ότι ξεκίνησε τη διδασκαλική του δραστηριότητα από την πατρίδα του ή από την Πρεμετή,18 το έτος 1770 απαντά ως δάσκαλος στην Άρτα,19 το 1794 αναφέρεται ως δάσκαλος στο Αργυρόκαστρο, ενώ το έτος 1797 ίσως και τα έτη 1809-1810 στα Γιάννενα, στη σχολή Καπλάνη, μαζί με τον Αθανάσιο Ψαλίδα με τον οποίο σύντομα ήρθε σε διένεξη.20 Τα έτη 1803, 1810 και 1818 αναφέρεται στον Κώδικα του μοναστηριού των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στο Βυθκούκι ως αφιερωτής.21 Ο Άγγλος William Martin Leake αναφέρει ότι ο Ευστράτιος υπήρξε για πολλά χρόνια δάσκαλος στη Μοσχόπολη, δεν διευκρινίζει όμως το χρονικό διάστημα.22 Το 1818 τον βρίσκουμε στην Κωνσταντινούπολη όπου και τέλειωσε τον βίο του το έτος 1822.23 Για τη λογιοσύνη του Ευστράτιου διαθέτουμε τη μαρτυρία του Leake, ο οποίος τον συνάντησε πιθανόν στα Γιάννενα, όταν ο Άγγλος στην υπηρεσία του Αλή πασά έψαχνε να καταστρώσει τους κανόνες για τη γραφή της αλβανικής γλώσσας. Ο Ευστράτιος, κατά τον Leake, ήταν άριστος γνώστης της αρχαίας ελληνικής και της καθομιλουμένης τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό επίπεδο και διέθετε επίσης καταπληκτική γνώση της αλβανικής ιδιολέκτου, «μητρικής» του γλώσσας (“he possessed that more accurate knowledge of his native Albanian dialect”).24 Σύμφωνα με τον Χαρίτωνα Μαργαρίτη, έναν άλλο δάσκαλο από τη Δρόβιανη, ο Ευστράτιος υπηρέτησε ως ιεροκήρυκας Ιωαννίνων και είχε «γράψει πολλούς κώδικας» στο Αργυρόκαστρο,25 αλλά δυστυχώς δεν γίνεται καμία αναφορά για τη θεματολογία και την τύχη των κωδίκων. Ο Παναγιώτης Αραβαντινός, στη Βιογραφική Συλλογή των Ηπειρωτών λογίων και στο λήμμα για τον Ευστράτιο, παραθέτει μία πολύ αξιόλογη πληροφορία, χωρίς να αποκαλύπτει την πηγή του. Μάς πληροφορεί ότι ο Ευστράτιος ήταν ο συγγραφέας φιλολογικού συγγράμματος «δι’ ού εν εκτεταμέναις παρεκβολαίς ανέλυε γραμματικώς και ιστορικώς την του Ομήρου Ιλιάδα, σύγγραμμα όπερ μη εκδοθέν απωλέσθη δια παντός ίσως».26 Αναφέρει επιπλέον ότι ο ιεροκήρυκας των Ιωαννίνων για τη δημοσίευση του συγγράμματός του είχε αναζητήσει οικονομική συνδρομή στο περιβάλλον της Κωνσταντινούπολης,27 για την οποία όμως ενίσχυση δεν γνωρίζουμε αν όντως δεν κατάφερε να λάβει η αν δεν πρόλαβε να την χρησιμοποιήσει. Πρέπει να παρατηρήσουμε βέβαια ότι η περίοδος εκείνη πριν από το 1822 ήταν μια εξαιρετικά ταραγμένη εποχή και μάλλον το αίτημά του δεν προωθήθηκε.
Ευτυχώς, για τον κόπο του Ευστράτιου και για εμάς σήμερα, το μη εκδοθέν και λογισμένο ως «απωλεσθέν» εκείνο σύγγραμμά του δεν χάθηκε δια παντός αλλά φυλάχτηκε με επιμέλεια στη συλλογή ενός Ηπειρώτη, παθιασμένου βιβλιόφιλου, και μετά τον θάνατο εκείνου φυλάσσεται με βέβαιη ασφάλεια πια στα ράφια ευρωπαϊκής βιβλιοθήκης. Το εργώδες σύγγραμμα του Ευστράτιου ταυτίζεται με δύο χειρόγραφα που απόκεινται σήμερα στις συλλογές της Βρετανικής Βιβλιοθήκης, με ταξινομικό αριθμό British Library, Additional ms. αρ. 19058 και αρ. 19059.28 Τα χειρόγραφα τα οποία αποδίδονται στον ιεροδιδάσκαλο Ευστράτιο, περιέχουν, σύμφωνα με τον κατάλογο, «Φρασεολογία του ελληνικού ιδιώματος εκ τε πεζογραφίας και του Ομήρου επών», και έχουν ψηφιοποιηθεί από τη Βρετανική Βιβλιοθήκη, χάρη στην ευγενική χορηγία του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (Stavros Niarchos Foundation).
Στον τίτλο του πολύμοχθου έργου, ο γραφέας, ο οποίος ο ίδιος διαίρεσε το έργο σε δύο τόμους, όπως τους ονομάζει, έδωσε περιεκτικότατα το περιεχόμενό τους και, αποδίδοντας πατρότητα στο έργο, διαιώνισε και την ταυτότητα του συντάκτη του. Τα χειρόγραφα είναι χάρτινα, μεγάλου μεγέθους (312Χ210 χιλ.), ογκώδη εξαιτίας τού αριθμού των φύλλων (588 και 529 αντίστοιχα φύλλα), ο πρώτος τόμος περιέχει τα στοιχεία Α έως K ενώ ο δεύτερος τα υπόλοιπα λήμματα έως το στοιχείο Ω. Στη συνέχεια δίνω συνοπτική κωδικολογική περιγραφή των χειρογράφων.29

BL Add. αρ. 19058
Χαρτ., 18ος αι., φ. 588, 2 στήλες.
(φ. 3r) Τίτλος: Φρασιολογία του ελληνικού ιδιώματος εκ τε πεζογραφίας, και επών των Ομήρου παραλλήλως προστεθειμένων συνερανισθείσα μεν εκ των εν τοις μάλιστα περί λόγους ευδοκίμων συγγραφέων παρά του εν διδασκάλοις ιεροσοφολογιωτάτου κυρίου Ευστρατίου, του εκ Βυθκουκίου της εν Ηπείρω Κολωνίας.30 διαιρεθείσα. τόμος πρώτος.
(φ. 5r-587v) Τίτλος: Φρασιολογία του ελληνικού ιδιώματος, έκ τε πεζογραφίας και των Ομήρου επών. Αρχή του άλφα στοιχείου. το άλφα μετά του βήτα. Άρχ.: αβάπτιστος ω αγχιστείη το ασεβής...
Στο πρώτο παράφυλλο (φ. Ir) και στο φ. 2ar η σημείωση για την αγορά του χειρογράφου: Purchased of Mr Spiridion A. Mostras 13 Nov.r 1852. 2 vols. Στο δεύτερο (φ. IIv) από το χέρι του Μόστρα η των κληρονόμων του η σημείωση: Ευστρατίου ιεροδιδασκάλου, Φρασεολογία του ελλην. ιδιώματος εκ τε πεζογραφίας και των ομήρου επών κτλ. Τόμος Α΄ . Σημ. Το παρόν χειρόγραφον είναι ανέκδοτον.

BL Add. αρ.19059
Χαρτ., 18ος αι., φ. 529, 2 στήλες.
(φ. 3r) Τίτλος: Φρασιολογία του ελληνικού ιδιώματος εκ τε πεζογραφίας και επών των Ομήρου παραλλήλως προστεθειμένων συνερανισθείσα μέν εκ των εν τοις μάλιστα περί λόγους ευδοκίμων συγγραφέων παρά του εν διδασκάλοις ιεροσοφολογιωτάτου κυρίου Ευστρατίου, του εκ Βυθκουκίου της εν Ηπείρω Κολωνίας. Τόμος δεύτερος.
(φ. 4r-512v) [Λήμματα Κω-Ω] Άρχ.: Κω. Κώλυμα εις τι. κωλύματα. εναντία...
(φ. 513r-523r) Πίναξ ολικός των εν τώ παρόντι τεύχει επιγραφών των φράσεων. Άρχ.: ΑΒ αβάπτιστος-1... Τελ.: ...Ωο ωόν -3539... ωχ ωχρός την όψιν, και ωχριάν 3553. Τέλος του πίνακος.
Στο φ. 1r η εξής επιγραφή η οποία διαγράφτηκε: Ευστρατίοιο, φραδμοσύνης παράλλιλα τάδ’ Ελλάδος. Και στη συνέχεια: Φραστική αρμονία παράλληλος φωνής Ελλάδος. Στο φ. 1v μεταγενέστερη σημείωση: Ευστρατίου Ιεροδιδασκάλου Φρασιολογία, κτλ. Τόμος Β΄. Στο φ. 2r παραδείγματα επιστολικών τύπων. Στο φ. 524rv υποδείγματα επιστολών. Στα φ. 525r-526v σημειώσεις για ερμηνείες λέξεων και παραθέματα, οι οποίες διαγράφτηκαν στη συνέχεια. Στο φ. 527rv από άλλο χέρι επιστολή. Στο φ. 528r, ομοίως επικολλημένο, από τον ίδιο γραφέα στην αριστερή ώα ο τίτλος: φραστική αρμονία ελλ. []φθόγγου. Στο ίδιο φύλλο διάφορες σημειώσεις και λογαριασμοί από τον γραφέα του χειρογράφου: από σεπτεμβρίου 20 1791 Άρτη/μέ καρτερή έως τέλος [] έτους του αυτού...
... ειόθη κ. Νικολώ Μόστρα/από παπα της εκκλησίας 27/... περισιν και της πολιτείας/τού έτους τούτου από τον Γιά<ννη> Γεώρ<γιου> εξ... /...γρ(όσια) 90. Στο φ. 528v διάφορες σημειώσεις του γραφέα για λέξεις και ενθυμήσεις. Στο φ. 529r διάφορα λήμματα και παραθέματα κειμένων διαγραμμένα.

Φρασιολογία του ελληνικού ιδιώματος. Ευστρατίου του εκ Βυθκουκίου της εν Ηπείρω Κολωνίας

Τα χειρόγραφα στην περιγραφή του Richard είναι χρονολογημένα στον 17ο αιώνα,31 ανήκουν όμως σαφώς στον 18ο αιώνα εφόσον ο συντάκτης της Φρασεολογίας, ο Ευστράτιος ο Ηπειρώτης, όπως τον ονομάζουν και οι συντάκτες του ψηφιακού καταλόγου, έζησε αποδεδειγμένα τον 18ο αιώνα. Η γραφή τους είναι επιμελημένη και ευκρινής. Τα χειρόγραφα του Ευστρατίου δεν είναι χρονολογημένα, ούτε υπάρχουν εσωτερικές μαρτυρίες για τον χρόνο σύνταξης. Μπορούμε βέβαια να ορίσουμε ως χρόνο ante quem της σύνθεσής τους το έτος 1791, σύμφωνα με τη σημείωση του φ. 528r, και ως χώρο σύνταξης την Άρτα με βάση τα οικογενειακά ονόματα που αναφέρονται. Θεματολογικά ανήκουν στην ομάδα των φρασεολογίων η φρασαρίων, που παραδίδουν λέξεις η φράσεις μαζί με την ερμηνεία τους και τα οποία είναι θεματολογικά συγγενή με την ομάδα των χειρογράφων που επιγράφονται ως περιφρασάρια και τα οποία μπορεί να οριστούν ως «περιφράσεων συλλογή» η ως λεξικά συνωνύμων φράσεων.32 Η δομή των χειρογράφων του Ευστρατίου είναι βέβαια η συνηθισμένη στις δύο ανωτέρω ομάδες, αλφαβητική δηλαδή παρουσίαση των λέξεων, αλλά το περιεχόμενό τους είναι σαφώς πολύ περισσότερο εμπλουτισμένο, αφού εκτός από την εξήγηση των λέξεων με συνώνυμα και σύντομες φράσεις παρατίθενται και χωρία από τα ιερά εκκλησιαστικά βιβλία και τους συγγραφείς της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, με έμφαση στα ομηρικά έπη. Άξιο παρατήρησης είναι ότι αρκετά από τα σωζόμενα περιφρασάρια η φρασεολόγια προέρχονται από την περιοχή της Ηπείρου. Η ενδημική στον ηπειρωτικό χώρο αντιγραφική δραστηριότητα φρασεολογίων μαρτυρεί την άνθηση στον ανωτέρω χώρο διδασκαλικής δραστηριότητας με εργαλεία τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, μεταφερμένα στη νέα ελληνική. Αναφέρουμε ενδεικτικά ότι κτήτορας του χειρογράφου ΕΒΕ 2121, το οποίο περιέχει συναγωγή λέξεων και φράσεων της αρχαίας ελληνικής, ήταν ο Γιαννιώτης ιεροδιάκονος Ακάκιος, «ο κληθείς Προκοπίου»33 και το χειρόγραφο της Μονής Κάμενας, το οποίο ομοίως ήταν «Περιφραστάριον, ήτουν περιφράσεων συλλογή», γράφτηκε από τον Αργυροκαστρίτη Δημήτριο Χρήστου Βασιλείου.34 Ομοίως το χειρόγραφο ΕΒΕ 2729, με τον δηλωτικό τίτλο «Περιφρασάριον, ήτουν περιφράσεων συλλογή κατ’ αλφάβητον, τοις φιλομαθέσι των νεανίσκων ότι μάλα χρήσιμον, και εις την της ευφραδείας προσπόρισιν εν τοις μάλιστα αναγκαίον...», αντιγράφτηκε το 1783 στο Αργυρόκαστρο από τον Κωνσταντίνο Ευθυμίου.

Άλλο ένα, το μοναδικό έως σήμερα γνωστό, χειρόγραφο της Αναγνωστικής Εταιρίας Κέρκυρας, με τίτλο «Περιφρασάριον, ήτουν περιφράσεων συλλογή εν τοις μάλιστα αναγκαίον τοις φιλολόγοις των νέων, κατά αλφάβητον» (φφ. 1r-246r), αντιγράφτηκε πιθανόν από τον Χαρίτωνα Μαργαρίτη, μαθητή του Κοσμά Μπαλάνου και δάσκαλο της Ελληνικής Σχολής της Δρόβιανης.35 Τα δύο τελευταία χειρόγραφα έχουν κοινό περιεχόμενο λημμάτων και ο συντάκτης τους είναι ο Ευστράτιος Ιωάννου, ο οποίος υπογράφει τον πρόλογο του περιφρασάριου, πούπαραδίδεται μόνο από το χειρόγραφο της ΕΒΕ 2729. Τα δύο περιφρασάρια είχαν κινήσει το ερευνητικό μου ενδιαφέρον σε παλαιότερη μελέτη στην οποία διατύπωσα την υπόθεση ότι ο άγνωστος στην ηπειρωτική βιβλιογραφία Ευστράτιος Ιωάννου, δάσκαλος προφανώς που έδρασε στην περιοχή της Ηπείρου και συνέταξε τα χρηστικά για τους μαθητές του κείμενα, θα μπορούσε να ταυτιστεί με τον ιερομόναχο Ευστράτιο από το Μπιθοκούκι της Αλβανίας, δάσκαλο σε διάφορες πόλεις και στην Άρτα, το όνομα της οποίας επέλεγε μάλιστα ως τόπο στους τίτλους των επιστολικών παραδειγμάτων του.36
Μία μελέτη του πολυγραφότατου Αλβανού ιστορικού, Dhimitër Shuteriqi, εκδιδομένη το 1979, την οποία δεν γνώριζα τότε, δίνει την πληροφορία ότι ο Ευστράτιος ονομαζόταν Ιωάννης Ευστράτιος (Jani Evstrati, shkurt Strati) και ότι επικράτησε το Ευστράτιος το οποίο θεωρεί μάλιστα ως οικογενειακό παρωνύμιο.37
Σήμερα μετά από τον εντοπισμό και του άλλου έργου του Ευστρατίου, το οποίο επιβεβαίωσε την παλαιά υπόθεση εργασίας, τολμώ να καταθέσω την άποψη ότι ο Ευστράτιος συνέταξε το απλό «Περιφρασάριον, ήτουν περιφράσεων συλλογή», όταν δίδασκε στην Ελληνική Σχολή του Αργυροκάστρου38 και όταν ακόμα ήταν λαϊκός, οπότε και υπέγραφε και με το όνομα Ιωάννης-Ιωάννου, το οποίο ενδεχομένως να ήταν και πατρώνυμο, όπως συνηθιζόταν στα μέρη της Ηπείρου. Κατέστρωσε δε το ογκώδες πόνημά του Φρασιολογία του ελληνικού ιδιώματος σε ώριμη ηλικία, ως μοναχός πιά, που είχε απεκδυθεί το κοσμικό πατρωνυμικό του και επέλεγε ως προσδιοριστικό ταυτότητας μόνο τη δήλωση της πατρίδας του. Η αναφορά του Βυθκουκίου της εν Ηπείρω Κολωνίας δεν αποκλείεται να υπήρξε και μία διακήρυξη της ταυτότητας του Ευστράτιου στις δύσκολες στιγμές που βίωσε στην Κωνσταντινούπολη (βλ. στη συνέχεια), όταν οι καταστάσεις απαιτούσαν να διαχωρίσει τη θέση του από τους επαναστάτες Έλληνες. Θεωρούμε επίσης ότι ο Ευστράτιος υπήρξε όχι μόνο ο συντάκτης της Φρασιολογίας που περιέχεται στα δύο σημερινά χειρόγραφα της Βρετανικής Βιβλιοθήκης αλλά και ο γραφέας: πρώτον γιατί ήταν πολύ δύσκολο να αντιγραφούν από έναν μαθητή του και δεν ήταν ευκολόχρηστα, και δεύτερον (και ίσως πιο σημαντικό) γιατί τα χειρόγραφα φέρουν από το ίδιο χέρι διορθώσεις και προσθήκες και μάλιστα σε πρόσθετα φύλλα.
Γεγονός είναι ότι η σύνθεση των περιφρασαρίων-φρασεολογίων κατέστη αίρεσις βίου για τον δάσκαλο από το Μπιθοκούκι. Στον πρόλογο του Περιφρασαρίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης, τον οποίο αφιερώνει στους φιλομαθείς νέους, καταγράφεται η αγωνία του να βοηθήσει τους μαθητές και ακριβώς τους «φιλομαθέστατους παίδας Ελλήνων», οι οποίοι κατατρύχονταν από τη μελέτη της σχεδογραφίας και αντιμετώπιζαν δυσκολίες στην πρόσληψη της ελληνικής γλώσσας, ανοίκειας στα δικά τους γλωσσικά οικογενειακά περιβάλλοντα:

Οἶδα τε και ἀκριβῶς ἐπίσταμαι, ᾗς ἐπί τῇ τῆς Ἑλλάδος φωνῆς ἐκπαιδεύσει
ὁσημέραι πειρᾶσθε δυσχέρειαν, ὅσοι παῖδες Ἑλλήνων φιλομαθέστατοι, οὐδέ
με λελήθατε... οὐχ ἦττον οἰδέναι μέντοι δοκῶ και τοῦ σπουδαζομένου, ὅσον
μεθ’ ἑαυτοῦ ἐπιφέρεται, το δυσχερές, τραχύ και δυσκαταμάθητον, τον λαβυ-
ρινθώδη, καί τῶν καθ’ ἡμᾶς φωνῶν πάντῃ ἀλλότριον καί παρηλλαγμένον τῆς
διαλέκτου ἰδιωτισμόν.39

Ο Ευστράτιος, που μεγάλωσε σε αλβανόφωνο ή και σε βλαχόφωνο περιβάλλον, συμμεριζόταν τις μαθησιακές δυσχέρειες των μαθητών του οι οποίοι επιθυμούσαν να κατακτήσουν την ελληνίδα λαλιά, lingua franca εξάλλου στην εκπαίδευση,40 τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στη γραφή και στη σύνταξή της. Την ίδια έγνοια και αγωνία εξάλλου είχε εκφράσει και ο Θεόδωρος Καβαλλιώτης στην Εισαγωγή Γραμματικής που
τύπωσε το 1760 (1770) καθώς και ο άγνωστος δάσκαλος του «Φροντιστηρίου των Γραικών» στο τιτλοφορούμενο πόνημά του, το οποίο περιέχεται στο χειρόγραφο ΕΒΕ 2121.
Έγραφε λοιπόν ο Καβαλλιώτης: «το ομόφυλον εύ ποιήσαι προθυμηθείς, κατά την δοθείσαν παρά του πρώτου αιτίου ισχύν, τουμόν τουτί φιλοπόνημα, λυσιτελές μεν ον τοις της Ελλάδος φωνής πρωτοπείροις, οσάγαλα βρέφεσι»41 και ο συντάκτης του αθηναϊκού Περιφρασαρίου: «έτι δε και δημοσία τους παίδας άπαντας διδάξας όσα εις το του λόγου κατάλληλον τείνουσιν, και τους πάλαι περί τε ιστορίαν περί τε κάλλη λόγου διαπρέψαντας Έλληνας, εις το την ελληνικήν ευφράδειαν ανακτήσασθαι ουχ ήττον συντελούντας εξηγησάμενος».42
Ποιο ήταν όμως το «ομόφυλον» και το «ελληνικόν» στη συνείδηση του Ευστράτιου και των συγχρόνων του που κινούνταν στον ίδιο γεωγραφικό χώρο; Η απάντηση είναι σαφώς γνωστή: ήταν η κοινή ορθόδοξη συνείδηση η οποία συσπείρωνε τους πληθυσμούς των Βαλκανίων αδιάφορη για γλωσσικές και εθνοτικές ετερότητες.43 Γι’ αυτό η έγνοια όλων των λογίων ήταν η σπουδή για την εκμάθηση της ελληνικής με όχημα τα εκκλησιαστικά η θύραθεν κείμενα. Όσο για την επιλογή του ομηρικού έργου από τον Ευστράτιο, γνωρίζουμε ότι η διδασκαλία των ομηρικών επών ήταν ενταγμένη στα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα όλων των εποχών και στην Τουρκοκρατία.44 Γνωρίζουμε επίσης ότι και στη σχολή της Μοσχόπολης διδασκόταν η ομηρική διάλεκτος με την αρχαία ελληνική μετρική,45 ο Σκενδέρης αναφέρει μάλιστα ότι στα χρόνια του ένας Μοσχοπολίτης «ο γεροντότερος μέχρι προ ολίγων ετών, μεθ’υπερηφανείας στίχους εκ της Ιλιάδος απήγγειλεν».46
Πως βρέθηκε όμως το χειρόγραφο του Βυθκουκίτη λογίου στο Βρετανικό Μουσείο; Θα μπορούσε να ήταν δώρο από τον Ευστράτιο στον φίλο του Martin Leake, ο οποίος δώρησε στο Μουσείο τα μαρμάρινα θραύσματα που είχε συγκεντρώσει από τα μνημεία του ελληνικού χώρου, τα οποία είχε επισκεφτεί και χαρτογραφήσει.47 Ο Ευστράτιος όμως δεν θα αποχωριζόταν ποτέ το έργο του, όχι μόνο γιατί ήταν η προέκταση του μυαλού και της γλώσσας του και εργόχειρο δικό του, αλλά γιατί η πρόθεσή του, όπως αναφέραμε, ήταν να δημοσιευτεί, να γίνει κτήμα των πολλών. Ο Ευστράτιος είχε αποκτήσει ενόσω ζούσε την αναγνωρισιμότητα, την οποία απώλεσε ίσως αργότερα. Υποθέτω ότι τον καιρό που δίδασκε στην Άρτα ήταν γνώριμος και φίλος με την οικογένεια Μόστρα, σημειώσεις και λογαριασμούς για την οποία διασώζει το χειρόγραφο BL Add. 19059. Τα ογκώδη χειρόγραφά του που παρέμειναν ανέκδοτα έως τον θάνατό του περιήλθαν στη συλλογή ενός εκλεκτού μέλους της οικογένειας, του γνωστού βιβλιόφιλου Δημητρίου Μόστρα, ο οποίος «πολλών ανθρώπων ίδεν άστεα και νόον έγνω», για να δημιουργήσουμε τον συνειρμό με τη θεματολογία των χειρογράφων, και ο οποίος δεν αποκλείεται να γνώριζε την ύπαρξή τους και να τα αναζήτησε σύντομα, αν δεν είχε εμπλακεί κιόλας στο ζήτημα της έκδοσής τους.
Ο Μόστρας, γιος του σακελλίωνα της μητρόπολης Άρτας, γεννήθηκε στην ηπειρωτική πόλη του Αώου (Αράχθου) το 1777, εφτά δηλαδή χρόνια μετά την έναρξη της διδασκαλίας εκεί του Ευστράτιου,48 η το 1783 σύμφωνα με άλλες πληροφορίες. Σπούδασε στα σχολειά της πόλης του και στην Μπαλαναία σχολή των Ιωαννίνων και εργάστηκε ως δάσκαλος στην Άρτα όπως και στην Κόνιτσα. Διετέλεσε γραμματέας του μητροπολίτη
Ιγνάτιου Ουγγροβλαχίας τον οποίον συνόδευσε σε όλα τα μέρη όπου και εκείνος περιπλανήθηκε49 και το 1812 ονομάστηκε από τον Ρώσο αυτοκράτορα ιππότης του ρωσικού τάγματος του Αγίου Βλαδιμήρου, τετάρτης τάξεως.50
Ο Μόστρας είναι γνωστός ως ένας παθιασμένος βιβλιόφιλος και πολύ περισσότερο ως ένας φανατικός συλλέκτης. Από παντού συγκέντρωνε βιβλία, ο αριθμός τους άγγιξε κάποια στιγμή (μετά το 1817) τους 12.000 τόμους51 και είναι σίγουρο ότι τους ξεπέρασε κατά πολύ. Η μεγάλη βιβλιακή συλλογή διαλύθηκε μετά τον θάνατο του κτήτορα. Τα ανήψια του πούλησαν στη Βρετανική Βιβλιοθήκη τουλάχιστον πέντε (εξακριβωμένα έως σήμερα) χειρόγραφα, ανάμεσα στα οποία ήταν και τα δύο που παρουσιάσαμε. Σύμφωνα με τα σημειώματα των επιμελητών της Βρετανικής Βιβλιοθήκης στα παράφυλλα των χειρογράφων, πληροφορούμεθα ότι τα χειρόγραφα αγοράστηκαν στις 13 Νοεμβρίου 1852, δύο μόλις δηλαδή χρόνια μετά από τον θάνατο του Δημητρίου, από τόν τότε κτήτορά τους Σπυρίδωνα Α. Μόστρα. Άλλα τέσσερα χειρόγραφα πουλήθηκαν ή δωρήθηκαν από τον Κερκυραίο φίλο του και κληρονόμο, τον Σπυρίδωνα Κόμνο, στην Εθνική Βιβλιοθήκη, στην οποία εκείνος χρημάτισε έφορος. Η θεωρούμενη «χαμένη» βιβλιοθήκη Μόστρα52 δεν χάθηκε εντελώς και τα «λείψανά της» αποκάλυψαν τη συνέχιση της ζωής ενός έργου του λόγιου Ευστράτιου.53
Τα ογκώδη Περιφρασάρια του Ευστράτιου και η «προδρομική» επίσης περιφράσεων συλλογή δεν ήταν τα μοναδικά έργα του πολύμοχθου δασκάλου. Σύμφωνα με τον Αραβαντινό στην εργογραφία του Ευστράτιου προστίθεται και ένα άλλο έργο, το οποίο οικειοποιήθηκε και δημοσίευσε μεταγενέστερα με το όνομά του ένας συμπατριώτης του, ο Ζαφείριος Ιωαννίδης. Πρόκειται για την έκδοση Πολίτευμα του Ανθρώπου Ήτοι Λογικοηθικόν Σύντομον. Πως να γνωρίζη τις τον εαυτόν του, και πως να διάγη την ζωήν του, δια ~~~ Συνερανισθέν παρά διαφόρων συγγραμμάτων παρά του Ελλογιμωτάτου Διδασκάλου Κυρίου Ζαφειρίου Ιωαννίδου του εκ Πρεμετής της Ηπείρου. Διά την ωφέλειαν των φιλομαθών ανθρώπων. Νύν το πρώτον εξεδόθη εις φως, επιστασία του Αρχιμανδρίτου και Ιατροδιδασκάλου Κυρίου Διονυσίου Πύρρου του Θετταλού, Εν Αθήναις 1847,54 έκδοση αρκετά σπάνια σήμερα. Η απόδοση της ταυτότητας του συντάκτη στόν Ευστράτιο χρήζει ειδικής μελέτης, δύσκολης όμως προς το παρόν εφόσον δεν διαθέτουμε θεολογικά κείμενα εκείνου για αντιβολή, με βάση υφολογικά στοιχεία. Στον Ευστράτιο τον Ηπειρώτη έχει αποδοθεί και ένα μικρό κείμενο που περιέχεται στο χειρόγραφο BM Add. 7143 του 18ου αιώνα, στο οποίο περιέχεται το έργο «Έκθεσις συνοπτική Θεοφίλου Κορυδαλέως, Σχόλια στον Αριστοτέλη». Το κείμενο το οποίο αποδίδεται στον Ευστράτιο βρίσκεται στο φ. 6r και έχει τίτλο: Εις τα αναλυτικά. Άρχ.: Έστι και γνωστού τινος ανάλυσις εις τας αρχάς...55 Δεν θεωρώ ότι ο Ευστράτιος ταυτίζεται με τον Ευστράτιο από το Βυθκούκι, αφού τα σημειώματα του χειρογράφου παραπέμπουν στη διδασκαλική δράση των αυταδέλφων Αντώνιου και Χουρμούζιου καθώς και στον δάσκαλο Γιακουμή τον Πελοποννήσιο (=Αργείο) των αρχών του 18ου αιώνα.
Στο ακροατήριο των Νεοελληνιστών από τα Βαλκάνια θέλησα να προβάλω έναν εκπρόσωπο της βυθκουκικής λογιοσύνης που έχει μείνει στην αφάνεια λόγω της ισχυρής μοσχοπολίτικης και έναν δάσκαλο, που δεν έτυχε να προβληθεί όπως ο Θεόδωρος Καβαλλιώτης, ο Δανιήλ Μοσχοπολίτης η ο Γρηγόριος Αργυροκαστρίτης και ο Ευάγγελος Μέξης, που μετέφρασαν την Καινή Διαθήκη «εις το αλβανικόν».56 Ο Αλβανός ερευνητής Dhimitër Shuteriqi στη μελέτη του για τον Ευστράτιο επέμενε στον ρόλο εκείνου για την κατάκτηση της αλβανικής γλώσσας από τους συμπατριώτες του αλλά και στην αναγνώριση της αλβανικής γλώσσας από την Ευρώπη.57 Σαφώς εστίασε στη συνεργασία του Ευστράτιου με τον Leake για τη σύνταξη του λεξικού και της γραμματικής της αλβανικής, αφού ο Άγγλος διπλωμάτης ομολογεί ότι το Λεξικό του διορθώθηκε και εμπλουτίστηκε «από τον Αλβανό δάσκαλο Ευστράτιο» (“by my Albanian Didaskalos Eustratius”),58 αλλά δεν γνώριζε το μέγεθος και τον όγκο των γραπτών του Ευστράτιου στην ελληνική γλώσσα. Οι Μοσχοπολίτες λόγιοι επιχείρησαν να αποδώσουν τους φθόγγους της αλβανικής, βλαχικής και βουλγαρικής γλώσσας με ελληνικούς χαρακτήρες, γιατί πίστευαν ότι η ελληνική ήταν η κυρίαρχη γλώσσα στα Βαλκάνια και το γλωσσικό
εργαλείο για τη συνεννόηση των Βαλκάνιων στην καθημερινή ζωή. Ο Βυθκουκίτης είχε το ίδιο όραμα για τους «σπουδαίους», τους μαθητές και λόγιους των Βαλκανίων, να τους δώσει εξηγημένα και απλοποιημένα τα κλασικά έργα της ελληνικής γραμματείας, εμπλουτίζοντας το λεξιλόγιό τους στα ελληνικά μέσα στο αλλόγλωσσο περιβάλλον. Ανήσυχοι και δραστήριοι άνθρωποι όλοι τους, όσοι έζησαν στον αιώνα των Φώτων,
ήταν παθιασμένοι με την ελληνόγλωσση παιδεία. Πιθανολογούμε ότι ο Ευστράτιος δεν γνώρισε τόπους της Δύσης, ότι δεν έγινε φορέας της νεωτερικότητας. Τα γνωστά του έργα φανερώνουν την προσήλωσή του στις παραδοσιακές διδακτικές μεθόδους, με την επιμονή στη σχεδογραφία, στη γλωσσική ανατομία των κειμένων, στην άγρευση των συνωνύμων και των αντωνύμων, τη στοιχηδόν παράθεση αρχαιοελλληνικών φράσεων. Η προσήλωση στην παράδοση υποψιαζόμαστε ότι υπήρξε και ο λόγος διαφωνίας του με τον προοδευτικό Ψαλίδα στα Γιάννενα. Τα περιφρασάρια σαφώς υποστηρίζουν την ψυχαγωγική μέθοδο διδασκαλίας, μέθοδο που εξαντλείται στην παράθεση λέξεων συνωνύμων και περιφράσεων. Η μέθοδος αυτή, προσφιλής στη σχολή των «μαθηματικομπαλαναίων» και αργότερα των Ζωσιμάδων, είχε ελεχθεί ως «καταραμένη», ενώ η μέθοδος του Ψαλίδα στη σχολή του Καπλάνη θεωρούνταν ορθή.59
Ο Ευστράτιος δεν είδε τη Δύση αλλά μάλλον ούτε κοίταξε προς τη Δύση. Το βιβλίο του δεν το μετέφερε στα τυπογραφεία της Βενετίας, όπως ο Καβαλλιώτης η ο σύγχρονός του Μεξικός, ταξίδεψε μαζί του στην Κωνσταντινούπολη, εκεί ζήτησε συνδρομή για το τύπωμά του και στον ίδιο τόπο, υποθέτω, ότι το εγκατέλειψε όταν εκείνος αναχώρησε από τούτη τη ζωή. Το «παιδί» του Ευστράτιου που επέζησε στη Δύση έγινε και
η αφορμή για το ζωντάνεμα του πατέρα.
Ο Ευστράτιος (Evstrat Vithkuqari, ose Jani Strati) χρωστούσε την παράταση του βίου του στην επίκληση της αλβανικής του καταγωγής όταν, μετά τον απαγχονισμό τού πατριάρχη Γρηγορίου, διατάχθηκε ο θάνατος όλων των κληρικών του πατριαρχείου. Εκείνος, κατά τον Αραβαντινό, επέδειξε στους Οθωμανούς τα χαρατσοχάρτια τα οποία κουβαλούσε και τα οποία ήταν στα αλβανικά και έτσι γλύτωσε.60 Χρωστάει όμως την επιβίωση του έργου του στον Αρτινό Δημήτριο Μόστρα, η οικογένεια του οποίου πρωτοστάτησε στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Ο Βυθκουκίτης δάσκαλος έγραψε και σχολίασε τον Όμηρο για να βοηθήσει τους «παίδες των Ελλήνων», δηλαδή των χριστιανών,61 ο ιππότης από την Άρτα συγκέντρωσε έντυπα και χειρόγραφα βιβλία για να συγκροτήσει μια κοινή βιβλιοθήκη, την οποία ονειρευόταν κτήμα των Ελλήνων. Ο Βυθκουκίτης και ο Αρτινός, εκτός από την κοινή πίστη, είχαν κοινή πολιτισμική ταυτότητα, κοινές αγωνίες και εν μέρει και κοινή μοίρα.

Ο δάσκαλος από το Βυθκούκι και ο ιππότης από την Άρτα: μια μικρή ιστορία για ένα μεγάλο χειρόγραφο
Παναγιώτα Τζιβάρα
Επίκουρη Καθηγήτρια Ιστορίας Βενετοκρατούμενου Ελληνισμού Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης
Ελληνισμός και Βαλκάνια – αμφίδρομες σχέσεις: γλώσσα, ιστορία, λογοτεχνία, πολιτισμός (1453-2019). Πρακτικά 4ου Συνεδρίου των Νεοελληνιστών των Βαλκανικών Χωρών, Τόμος Γ΄
Πρακτικά 4ου Συνεδρίου των Νεοελληνιστών των Βαλκανικών Χωρών (Κομοτηνή, 22-24 Νοεμβρίου 2019)
∆ημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Σχολή Κλασικών και Ανθρωπιστικών Σπουδών, Εργαστήριο Λαογραφίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας
Κομοτηνή 2022

 

ABSTRACT
The hieromonk Eustratius was an important but also obscure teacher and scholar from Vithkuq, a village near Moschopolis in southeastern Albania. Eustratius taught at Premeti, Arta, Ioannina and died in Constantinople in 1822. According to his biographers, Eustratius wrote a philological comment on Homer’s Iliad. This work as considered lost by the historians of the 19th century. Today, thanks to the digitization of Greek manuscripts of the British Library, a project funded by the Stavros Niarchos Foundation, it has been possible to identify the lost work. In fact, this work may be identified with the contents of two manuscripts from the British Library, Additional ms. no 19058 and no 19059. The study of the manuscripts brings into our knowledge Eustratius’s contribution to the teaching of the Greek language in the Balkan area. Many of Eustratius’s students lived in other linguistic environments, unrelated to the Greek language, and his teaching aimed exactly at bringing them close to the Greek language, which was the offi cial language of their education, at a time when a common Orthodox conscience united all the Balkans, despite linguistic or ethnic diff erences. Eustratius’s manuscripts have been bought by the British Museum in 1852. They had been sold by the descendants of Dimitrios Mostras from Arta. Mostras was the secretary of Metropolitan Ignatius of Hungary-Wallachia. Mostras spent the largest part of his life abroad, had been decorated many times and in 1812 was titled a knight of the Russian order of Saint Vladimir. He was a passionate collector of books and had more than 12.000 volumes of books and manuscripts with which he intended to create a library for all Greeks. Mostras’s library has been dismantled after his death and all traces of it have been lost. Today a part of it has been revealed, including what was considered Eustratius’s lost manuscript.

 

1. Για την εικόνα της Μοσχόπολης στον 18ο αιώνα, βλ. M. Ţipău, Ορθόδοξη συνείδηση και εθνική ταυτότητα στα Βαλκάνια (1700-1821), Θεσσαλονίκη 2015: Επίκεντρο, σ. 131-132.
2. Κ. Σκενδέρης, Ιστορία της αρχαίας και συγχρόνου Μοσχοπόλεως, εν Αθήναις 1938: Τύποις Ι. Βάρτσου, σ. 90, σημ. 1. Ο συγγραφέας ετυμολογεί το όνομα από το δένδρο με τον κόκκινο φλοιό βυθ-ι-κούκι. Στη βιβλιογραφία απαντά ως Βιθκούκι, Μπιθοκούκι, Μπιθικούκι, Μπιθκούκι, το οποίο εκληφθέν ως αλβανικό αποδόθηκε στα ελληνικά ως Πρωκτοχώρι, Πρωκτόχωρον (Π. Αραβαντινός, Χρονογραφία της Ηπείρου των τε ομόρων ελληνικών και ιλλυρικών χωρών διατρέχουσα κατά σειράν τα εν αυταίς συμβάντα από του σωτηρίου έτους μέχρι του 1854, τ. Β΄, εν Αθήναις 1857: Τυπογραφείο Κ. Σ. Βλαστού, σ. 339).
3. Π. Αραβαντινός, Χρονογραφία της Ηπείρου..., ό.π., τ. Α΄, εν Αθήναις 1856: Τυπογραφείο Σ. Κ. Βλαστού, σ. 270 και τ. Β΄, σ. 113· Κ. Σκενδέρης, Ιστορία..., ό.π., σ. 91.
4. Γ. Τσότσος, «Η γεωγραφική εξάπλωση ορισμένων μορφολογικών στοιχείων της αρχιτεκτονικής των βλαχόφωνων οικισμών της περιοχής πρώην αρχιεπισκοπής Αχρίδος», Διεθνές Συμπόσιο Μοσχόπολις, Θεσσαλονίκη 31 Οκτωβρίου – 1 Νοεμβρίου 1996, Θεσσαλονίκη 1999: Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, σ. 254, σημ. 7. Ο όρος «Αρβανιτόβλαχοι», που απαντά στη βιβλιογραφία, έχει ερμηνευθεί ότι αναφέρεται σε άτομα βλαχικής καταγωγής εγκατεστημένα σε περιοχές που συνόρευαν με τα αλβανικά χωριά, τα οποία είχαν αναγκαστεί να μάθουν την αλβανική [Λ. Καλλιβρετάκης, «Η ελληνική κοινότητα της Αλβανίας από τη σκοπιά της ιστορικής γεωγραφίας και δημογραφίας», στον τόμο Θ. Βερέμης, Θ. Κουλουμπής, Η. Νικολακόπουλος (επιμ.), Ο Ελληνισμός της Αλβανίας, Αθήνα 1995: Εκδόσεις Ι. Σιδέρης, σ. 33].
5. Β. Νιτσιάκος, Στο σύνορο. «Μετανάστευση», σύνορα και ταυτότητες στην αλβανο-ελληνική μεθόριο, Αθήνα 2010: Οδυσσέας, σ. 389-391. Για τους Βλάχους της Ηπείρου και τη χρήση βλαχικής-γραικικής γλώσσας, βλ. Β. Γούναρης, Τα Βαλκάνια των Ελλήνων. Από το Διαφωτισμό έως τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, Θεσσαλονίκη 2007: Επίκεντρο, σ. 42, 43.
6. Λ. Καλλιβρετάκης, «Η ελληνική κοινότητα της Αλβανίας...», ό.π., σ. 32.
7. Κ. Σκενδέρης, Ιστορία..., ό.π., σ. 55.
8. Η Μοσχόπολη ερημώθηκε το 1769, βλ. Ιωακείμ Μαρτινιανός, μητρ. Ξάνθης, Συμβολαί εις την ιστορίαν της Μοσχοπόλεως. Α΄ Η ιερά μονή του Τιμίου Προδρόμου κατά τον εν αυτή Κώδικα (1630-1815), Αθήναι 1939: Αρχαίος εκδοτικός οίκος Δημητρίου Δημητράκου Α.Ε., σ. 79· ο ίδιος, Η Μοσχόπολις 1330-1930, Θεσσαλονίκη 1957: Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, σ. 183. Το Βυθκούκι καταστράφηκε μαζί με τη Μοσχόπολη το 1769 στη διάρκεια των Ορλωφικών. Για τη μετοικεσία Αρβανιτών από το Μπιθοκούκι στη νότια ανατολική Θράκη, βλ. Δ. Δαλάτσης, Οι Αρβανίτες της Ανατολικής Θράκης, Αθήνα 2012: Νοών.
9. Π. Αραβαντινός, Χρονογραφία της Ηπείρου..., ό.π., τ. Α΄, σ. 270 και τ. Β΄, σ. 113. Για τους βλαχόφωνους οικισμούς στην ευρύτερη περιοχή της Μοσχόπολης, βλ. Γ. Τσότσος, «Η γεωγραφική εξάπλωση...», ό.π., σ. 254.
10. Κ. Σκενδέρης, Ιστορία..., ό.π., σ. 91.
11. Β. Νιτσιάκος, Στο σύνορο..., ό.π., σ. 390. Ο συγγραφέας επισκέφτηκε το χωριό το έτος 2005. Βλ. και Λ. Καλλιβρετάκης, «Η ελληνική κοινότητα της Αλβανίας...», ό.π., σ. 56.
12. Βλ. Γ. Γκολομπίας, «Τα σημειώματα των εκκλησιαστικών βιβλίων Καστοριάς», Μακεδονικά 25 (1985), σ. 330 (σημείωμα σε εκκλησιαστικό βιβλίο σε ενορία της Καστοριάς).
13. Μελετίου μητροπολίτου Αθηνών, Εκκλησιαστική Ιστορία. Μετενεχθείσα εκ της Ελληνικής εις την ημετέραν απλοελληνικήν φράσιν, εις τόμους τρείς διαρεθείσα..., τ. Α΄, εν Βιέννη της Αουστρίας 1783: Παρά Ιωσήπω Βαουμεϊστέρω Νομοδιδασκάλω και Τυπογράφω, σ. κζ΄. Βλ. και Θ. Βερέμης – Ι. Κολιόπουλος, Ελλάς η σύγχρονη συνέχεια. Από το 1821 μέχρι σήμερα, Αθήνα 2006: Καστανιώτης, σ. 70 (γιά τον Αθανάσιο Παναγιώτου, γένος Αλβανίτης).
14. Dh. Shuteriqi, Mbi balretin dhe shkrime tetjera, Tiranë 1979: Shtëpia Botuesse “Naim Frashëri”, σ. 162-163. Ο ιερομόναχος Σάββας στο επίγραμμα που συνέθεσε για την Εισαγωγή Γραμματικής του Θεόδωρου Καβαλλιώτη, η οποία εκδόθηκε το 1760, υπογράφει ως «Ο του εν Βυθκουκίω σχολείου διδάσκαλος» [Ευ. Ν. Κεκρίδης, Θεόδωρος Αναστασίου Καβαλλιώτης (1718;-1789). Ο διδάσκαλος του Γένους, Καβάλα 1991: Εκδόσεις Παρουσία, σ. 146].
15. Π. Αραβαντινός, Βιογραφική συλλογή λογίων της Τουρκοκρατίας, εισ.-επιμ. Κ. Θ. Δημαρά, Ιωάννινα 1960: Εκδόσεις Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών, σ. 60· ο ίδιος, Ιστορία της ελληνικής παιδείας παρ’ Έλλησιν, εισ.-επιμ. Κ. Ι. Νικολαΐδου, Ιωάννινα 1986: Εκδόσεις Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών, σ. 120.
16. Κ. Σκενδέρης, Ιστορία..., ό.π., σ. 16-18.
17. Στ. Κεκρίδης, «Η Νέα Ακαδημία της Μοσχοπόλεως και η ακτινοβολία της στον βαλκανικό χώρο», Διεθνές Συμπόσιο Μοσχόπολις..., ό.π., σ. 83.
18. Dh. Shuteriqi, Mbi balretin..., ό.π., σ. 163. Σύμφωνα με τον Αραβαντινό, η Πρεμετή κατοικούνταν το 1850 από 900 περίπου οικογένειες από τις οποίες οι 350 ήταν χριστιανικές (Π. Αραβαντινός, Χρονογραφία τής Ηπείρου..., ό.π., τ. Β΄, σ. 136).
19. Π. Αραβαντινός, Ιστορία της ελληνικής παιδείας..., ό.π., σ. 127, 262· Τρ. Ευαγγελίδης, Η παιδεία επί Τουρκοκρατίας ( Ελληνικά σχολεία από της αλώσεως μέχρι Καποδιστρίου), τ. πρώτος, εν Αθήναις 1936 (ανατ. Αθήνα 2008: Καραβίας Διον.), σ. 169. Για τη σχολή της Άρτας, βλ. Π. Αραβαντινός, Ιστορία της ελληνικής παιδείας..., ό.π., σ. 126-127· Τρ. Ευαγγελίδης, Η παιδεία επί Τουρκοκρατίας..., ό.π., σ. 168-170· Σεραφείμ Ξενόπουλος ο Βυζάντιος, Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης και Πρεβέζης, εν Αθήναις 1884 (ανατ. Άρτα 1986: Μουσικοφιλολογικός Σύλλογος Άρτης «Σκουφάς»), σ. 208-209· Ι. Λαμπρίδης, Ηπειρωτικά Αγαθοεργήματα και άλλα δημοσιεύματα, τ. Α΄, Ιωάννινα 1971: Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών, σ. 101-102.
20. Π. Αραβαντινός, Βιογραφική Συλλογή..., ό.π., σ. 61· ο ίδιος, Ιστορία της ελληνικής παιδείας..., ό.π., σ. 122-124· Dh. Shuteriqi, Mbi balretin..., ό.π., σ. 164.
21. Dh. Shuteriqi, Mbi balretin..., ό.π., σ. 161.
22. W. M. Leake, Researches of Greece, London 1814: published by John Booth, Duke Street, Portland place, σ. 263. Για τον Leake, βλ. D. Huxley, Colonel W. Martin Leake, F.R.S. The man and his work, Athens 1989.
23. Π. Αραβαντινός, Χρονογραφία της Ηπείρου..., ό.π., τ. Β΄, σ. 282· ο ίδιος, Βιογραφική συλλογή..., ό.π., σ. 60-61· ο ίδιος, Ιστορία της ελληνικής παιδείας..., ό.π., σ. 112.
24. W. M. Leake, Researches..., ό.π., σ. 263-264.
25. Κ. Σκενδέρης, Ιστορία..., ό.π., σ. 55.
26. Π. Αραβαντινός, Βιογραφική συλλογή..., ό.π., σ. 61.
27. Ό.π.
28. Για την περιγραφή των χειρογράφων, βλ. M. Richard, Inventaire des manuscrits grecs du British Museum I. Fonds Sloane, Additional, Egerton, Cottonian et Stowe, Paris 1952, σ. 32· Catalogue of Additions to the Manuscripts in the British Museum, 1848-1853, London 1868, σ. 193.
29. Αναλυτική περιγραφή των χειρογράφων στη μελέτη μου «Ξετυλίγοντας τον μίτο για την ανασύσταση μιάς χαμένης βιβλιοθήκης: τα ελληνικά χειρόγραφα του Δημητρίου Μόστρα», Ερανιστής 30 (2020), υπό έκδοσιν.
30. Το Βυθκούκι ανήκε διοικητικά στην επαρχία Κολωνίας, η οποία είναι νότια της Κόνιτσας και βόρεια του Γράμμου, της Κορυτσάς και του Μπερατίου (W. M. Leake, Researches..., ό.π., σ. 258). Εκκλησιαστικά ανήκε στην επισκοπή Δεβόλεως και Κολώνης έως ότου ο Αχριδών Παρθένιος συγχώνευσε την επισκοπή με τη μητρόπολη Κορυτσάς (Κ. Σκενδέρης, Ιστορία..., ό.π., σ. 57).
31. M. Richard, Inventaire des manuscrits..., ό.π., σ. 32.
32. Βλ. Φ. Τασιού, «Οι κώδικες 2121 και 2151 τήςΕθνικήςΒιβλιοθήκης τήςΕλλάδος», Ελληνικά 28 (1975), σ. 171-173. Για χειρόγραφα φρασάρια, βλ. Φ. Τασιού, ό.π., σ. 171, σημ. 2.
33. Φ. Τασιού, «Οι κώδικες...», ό.π., σ. 172.
34. Π. Πουλίτσας, «Επιγραφαί και ενθυμήσεις εκ της Βορείου Ηπείρου», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών 5 (1928), σ. 94-95.
35. Για τα χειρόγραφα, το περιεχόμενό τους, τους γραφείς και για τα προβλήματα ταύτισης των προσώπων, βλ. Π. Τζιβάρα, «Όψεις της παιδείας στη βόρειο Ήπειρο τον 18ο αι. Δύο βορειοηπειρωτικά χειρόγραφα», Ηπειρωτικά Χρονικά 37 (2003), σ. 351-407.
36. Ό.π., σ. 360-361.
37. Dh. Shuteriqi, Mbi balretin..., ό.π., σ. 161. Ευχαριστώ και από τούτη τη θέση τους εκλεκτούς συναδέλφους Andi Rembeci και Δώρη Κυριαζή για τις συζητήσεις που είχαμε για τον Ευστράτιο και για την αποστολή του άρθρου. Ομοίως, ευχαριστώ την αγαπητή προπτυχιακή και μεταπτυχιακή μου φοιτήτρια Σιντορέλα Μπράχα για τη συμβολή της στην απόδοση του άρθρου στα ελληνικά.
38. Π. Τζιβάρα, «Όψεις της παιδείας...», ό.π., σ. 363.
39. ΕΒΕ 2729, φ. 2rv· Π. Τζιβάρα, «Όψεις της παιδείας...», ό.π., σ. 392.
40. Για τη χρήση της ελληνικής από Βλάχους και Αλβανούς, βλ. B. Γούναρης, Τα Βαλκάνια των Ελλήνων..., ό.π., σ. 43. Για την ελληνική ως lingua franca στην εκπαίδευση στον χώρο των Βαλκανίων, βλ. και M. Ţipău, Ορθόδοξη συνείδηση και εθνική ταυτότητα..., ό.π., σ. 132.
41. Ευ. Ν. Κεκρίδης, Θεόδωρος Καβαλλιώτης..., ό.π., σ. 142.
42. ΕΒΕ 2121, φ. 4r· Ιω. και Αλκ. Σακελλίων, Κατάλογος των χειρογράφων της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος, εν Αθήναις 1892: εκ του Εθνικού Τυπογραφείου και Λιθογραφείου, σ. 157.
43. M. Ţipău, Ορθόδοξη συνείδηση και εθνική ταυτότητα..., ό.π., σ. 12.
44. Αγγ. Σκαρβέλη-Νικολοπούλου, Μαθηματάρια των ελληνικών σχολείων κατά την Τουρκοκρατία, Αθήναι 1994: Σύλλογος προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων, σ. 142-149.
45. Στ. Κεκρίδης, «Η Νέα Ακαδημία της Μοσχοπόλεως...», ό.π., σ. 86.
46. Κ. Σκενδέρης, Ιστορία..., ό.π., σ. 68.
47. Πβ. Tr. Arsov, Marbles and politics: William Martin Leake’s missions in the Ottoman Balkans, 1799-1810, Istanbul 2010: Isis Press.
48. Ο Χρ. Ρέππας σε μία μελέτη του επιχείρησε τη σύνδεση του Ευστράτιου με τον Μόστρα, θεωρώντας ότι ο πρώτος ήταν ο δάσκαλος του Μόστρα. Ταυτίζει μάλιστα τον Ευστράτιο με τον Ευστάθιο Παναγιώτου, ο οποίος σε μεγάλη ηλικία το 1817 σπούδαζε στο Παρίσι αλλά ασθένησε και με παρακίνηση του Κοραή επέστρεψε στην πατρίδα (Χρ. Ρέππας, «Αλληλογραφία...», ό.π., σ. 286, σημ. 51). Η ταύτιση αυτή δεν επιβεβαιώνεται προς το παρόν γιατί λείπουν αρκετές πληροφορίες και για τα δύο πρόσωπα.
49. Για τον Δημήτριο Μόστρα, βλ. εφ. Πατρίς, Κέρκυρα, φ. 55, 28 Ιανουαρίου = 9 Φεβρουαρίου 1850, Παράρτημα 4/16.2.1850, σ. 252· Π. Αραβαντινός, Βιογραφική συλλογή..., ό.π., σ. 127· Λ. Μαρτίνη, «Καποδίστριας – Δημήτριος Μόστρας. Ανέκδοτα στοιχεία από το Ιστορικό Αρχείο της Ιονίου Γερουσίας», Κερκυραϊκά Χρονικά 10 (1963), σ. 98-116· Χρ. Ρέππας, «Αλληλογραφία Δ. Μόστρα – Ι. Καποδίστρια της περιόδου 1813-1826», Ηπειρωτικό Ημερολόγιο 8 (1986), σ. 251, σημ. 1· Π. Δρανδάκης, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ. 17, Αθήναι [χ.χ.], σ. 394-395· Λ. Δρούλια, «Λογιοσύνη και βιβλιοφιλία. Ο Δημήτριος Μόστρας και η βιβλιοθήκη του», Νεοελληνικές Βιβλιοθήκες (17ος-19ος αι.). Μέρος Πρώτο. Τετράδια Εργασίας 9 (1987), σ. 227-306.
50. Ο Ρώσος αυτοκράτορας αντάμειψε τον Μόστρα για τις υπηρεσίες του με τον βαθμό του επίτιμου συμβούλου και ιππότου του Αγίου Βλαδιμήρου, βλ. εφ. Πατρίς..., ό.π., σ. 252· Λ. Μαρτίνη, «Καποδίστριας – Δημήτριος Μόστρας...», ό.π., σ. 105.
51. Λ. Δρούλια, «Λογιοσύνη και βιβλιοφιλία...», ό.π., σ. 233.
52. Η εικόνα αυτή παρουσιάστηκε από τη Λ. Δρούλια, «Λογιοσύνη και βιβλιοφιλία...», ό.π., και από αυτή εμπνεύστηκε το μυθιστόρημά του ο Δ. Μαμαλούκας, Η χαμένη βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα, Αθήνα 2007: Καστανιώτης.
53. Αναλυτικά για τη συλλογή Μόστρα και την τύχη της, βλ. Π. Τζιβάρα, «Ξετυλίγοντας τον μίτο...», ό.π.
54. Π. Αραβαντινός, Βιογραφική Συλλογή..., ό.π., σ. 61· Φ. Ηλιού, «Ελληνική Βιβλιογραφία 1800-1863. Προσθήκες και συμπληρώσεις», Τετράδια Εργασίας 4 (1983), αρ. *793 (Α 2848).
55. Διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο: http://www.bl.uk/manuscripts/Viewer.aspx?ref=add_ms_7143_f006r (τελευταία πρόσβαση 21/08/2020).
56. Βλ. Ευ. Κουρίλας, Γρηγόριος ο Αργυροκαστρίτης ο μεταφραστής της Καινής Διαθήκης εις το αλβανικόν ήτοι αι βάσεις της αλβανικής φιλολογίας και γλώσσης, εν Αθήναις 1935: Φοίνικος· ο ίδιος, Αλβανικαί Μελέται. Η μετάφρασις της Κ. Διαθήκης εις το αλβανικόν, Θεσσαλονίκη 1933: Τύποις Μ. Τριανταφύλλου και Σιας, σ. 10. Επίσης, Β. Γούναρης, Τα Βαλκάνια των Ελλήνων..., ό.π., σ. 43-44.
57. Dh. Shuteriqi, Mbi balretin..., ό.π., σ. 167, 169.
58. W. M. Leake, Researches..., ό.π., σ. 290. Για το λεξικό Romaico-Arvanetic Vocabulary with an English explanation, βλ. ό.π., σ. 293-362.
59. Ευ. Κουρίλας, Ηπειρωτικά Ανάλεκτα. Α΄ Παΐσιος ιερομόναχος ο Μικρός. Β΄ Αναστάσιος ιερεύς Παπαβασιλόπουλος, Ιωάννινα 1956: Ηπειρωτική Εστία, σ. 43-44.
60. Π. Αραβαντινός, Βιογραφική Συλλογή..., ό.π., σ. 61.
61. Ο όρος Έλληνας δηλώνει τους χριστιανούς, σύμφωνα με τη διάκριση του millet. Για τη χρήση του όρου με το ίδιο σημασιολογικό περιεχόμενο έως σήμερα, βλ. Β. Νιτσιάκος, Στο σύνορο..., ό.π., σ. 442.

Αναζήτηση