19 Νοεμβρίου 1940. Προέλαση απο το χάνι Καλλιθέας

Αλβανικό Έπος 1940-1941. Αθήνα - Τεπελένι. ΦΑΚΙΔΗΣ ΝΑΣΟΣΣήμερα ξεκινάμε. Τραβάμε να συναντήσουμε την πυροβολαρχία μας που πηγαίνει στο "Χάνι της Καλλιθέας" κι από εκεί για Βίγλα και Δέμα Γεροπλατάνου. Το Χάνι της Καλλιθέας το λεγόμενο και "Χάνι του Γαϊδάρου".

Το "Χάνι της Καλλιθέας" είναι ένα παλιό χτίριο που, σε ειρηνική εποχή, χρησιμοποιόταν για πανδοχείο. Ήταν σταθμός πού βρίσκαν τροφή κι ανάπαυση, παλιότερα δε άλλαζαν τα ζώα τους, οι ταξιδιώτες Ιωαννίνων - Κόνιτσας - Πρεμετής. Το χτίριο αυτό, κατά την ολιγοήμερη διαμονή τους οι Ιταλοί, το 'χαν χρησιμοποιήσει για κέντρο εφοδιασμού, φεύγοντας δε το 'χαν εγκαταλείψει γεμάτο τρόφιμα.
Θεέ μου!.. Τι πράμα είχαν κουβαλήσει μαζί τους αυτοί οι άνθρωποι; Και τι δεν είχε ο εφοδιασμός αυτός: σωρούς τσουβάλια με ρύζι, αμέτρητα κιβώτια μακαρόνια, στίβες κεφαλοτύρια, βαρέλια με λάδι, τενεκέ- δες με λίπος, χιλιάδες... λεμόνια και τόσα άλλα πολλά τρόφιμα, απ' τα οποία όσα μπορούσαμε, φορτώσαμε στα μεταγωγικά μας.
Εδώ τριγύρω είχε γίνει μάχη και τα πτώματα πού 'ταν ακόμα άταφα, μύριζαν φοβερά!.. Τόσο 3ιαστικά φύγανε απ' την "Καλλιθέα" οι Ιταλοί, που δεν πρόφτασαν, όχι μόνο τους νεκρούς τους να θάψουν, όχι το υλικό τους να σηκώσουν, αλλ' ούτε το καζάνι με το συσσίτιο τους τουλάχιστον ν' αναποδογυρίσουν! Κι έτσι, τα πρώτα τμήματα μας που' φτασαν εκεί βρήκαν "φαΐ στη φωτιά"!...
Το "στραπάτσο" που 'χαν πάθει οι Ιταλοί απ' τις οβίδες του Κωστάκη, του Λυκαβιέρη του Μανούκα και του Δούκα, φαινόταν ολοκάθαρο... Τα ίχνη δε της φοβερής μάχης που είχε επακολουθήσει, ήταν ακόμα νωπά. Κι έβλεπες: τραυματίες, άλλους μ' ανοιγμένες θανάσιμες πληγές να σέρνουνται στη γη και να βογγάνε απ' τους πόνους, κι άλλους ξαπλωμένους να ξεψυχάνε σπαράζοντας!.. Πτώματα από άλογα και μουλάρια χτυπημένα από οβίδες πυροβολικού, άλλα ξακοιλιασμένα με τ' άντερα χυμένα χάμου κι άλλα τυμπανιασμένα, ανάσκελα με τα πόδια τεντωμένα ψηλά, που 'μοιαζαν σαν αναποδογυρισμένα τραπέζια!... Πεταμένα φίρδην μίγδην: κομματιασμένα όπλα, πολυβόλα έτοιμα για πυροβόληση, σκορπισμένους γυλιούς, χυμένα καζάνια με φαΐ, σκορπισμένο πολεμικό υλικό... Ένα φορτηγό αυτοκίνητο είχε δεχτεί βλήμα πυροβολικού κι οι ξύλινοι σκελετοί του ακόμα κάπνιζαν!.. Κοντά σ' αυτά, ο σωλήνας ενός δικού μας πυροβόλου είχε σπάσει απ' την πολλή χρήση κι ο προμηθευτής αυτού Δημητρούλης είχε διαμελιστεί οικτρά!
Στο σημείο αυτό είχε θαυματουργήσει και το ιππικό μας. Η 2α ίλη, της 2ας ομάδας αναγνωρίσεως (Ιλαρχος Ηλιόπουλος), μ' ορμητικές επελάσεις και θαυμαστούς ελιγμούς, σάρωσε τις εχθρικές οπιστοφυλακές κι επέφερε πλήγμα και πανικό στο κύριο εχθρικό σώμα.
Η πυροβολαρχία μας είχε φύγει απ' την "Καλλιθέα" την προηγούμενη, και μας δόθηκε εντολή να την συναντήσουμε στο "Χάνι Δέμα", που βρίσκεται στο δρόμο της "Μισογέφυρας". Αλλά και κει δεν την συναντήσαμε γιατί, ακολουθώντας κατά πόδας το προελαύνον πεζικό κι αλλάζοντας προς τ' αριστερά κατεύθυνση, προχώρησε.
Φτάσαμε στο Γεροπλάτανο. Αλλο κακό εδώ!... άλλες καταστροφές!... άλλα πτώματα κι άλλα αίματα!...
Το μικρό αυτό χωριό έχει ζήσει στιγμές αγωνίας και τρόμου!... Ο εχθρός είχε προβάλλει αντίσταση και φοβερή μάχη είχε γίνει γύρω απ' αυτό. Η οσμή των σαπισμένων μαυρισμένων πτωμάτων, μαζί με τους καπνούς μερικών καμένων σπιτιών και τη "μπαρουτίλα", μας αναγκάζουν να φράξουμε τις μύτες με τα μαντήλια μας. Κάθε τόσο, ξεπροβάλλουν απ' τα υπόγεια των χαμηλών σπιτιών του χωριού, φοβισμένες υπάρξεις, που ο τρόμος κι η αγωνία είναι ζωγραφισμένα στα πρόσωπα τους! Είναι οι χωρικοί του Γεροπλάτανου, που κλεισμένοι τόσες μέρες κάτου στα μουχλιασμένα κατώγια των σπιτιών τους, ξεπετιώνται σαν να βγαίνουν από τάφους, πέφτουν απάνου μας, μας αγκαλιάζουν και μας φιλάνε!...
(Οι χωρικοί αυτοί ήταν ο μπάρμπα Κίκλης, ο Παπαθανάσης, ο μπάρμπα Νάσσης Χαράλαμπος, η γιαγιά Κονόμω Παρασκευή, ο μπάρμπα Λέξης Δα- λαγιάννης, ο Γιωρ-Μονέδας, ο μπάρμπα Τάσες (Αναστάσιος Ιωάννου) και μερικές άλλες γριούλες.)

- Είν' αλήθεια αδέλφια πως ήρθατε! Είν' αλήθεια πως μας λευτερώσατε! Φύγανε οι τύραννοι!!
- "Χριστός ανέστη! Χριστός ανέστη!"

Και τι δεν έβλεπες εδώ. Εδώ ο εχθρός είχε παρατήσει άθικτο, άφθονο πολεμικό υλικό, η σκορπισμένη δεν αλληλογραφία και τ' αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν οι στρατιώτες, δείχνανε την άταχτη φυγή τους! Κι έβλεπες, μαζί με τα πεταμένα στρατιωτικά είδη και: μαντολίνα και κιθάρες, νότες τραγουδιών, ερωτικά σκίτσα κι άσεμνα καρτ-ποστάλ, άθικτα γυναικεία εσώρουχα, κομματιασμένα γυναικεία μεταξωτά υφάσματα, μπουκαλάκια αρώματα, κασετίνες μανικιούρ, κορσέδες και καλτσοδέτες γυναικείες, αντρικά εσωτερικά κουστούμια μαύρα "ασορτί" και τόσα άλλα είδη, που καμιά σχέση δεν έχουν με πολεμιστές!

"Προς θεού! Πού πήγαιναν αυτοί οι άνθρωποι; Τί σκοπούς είχανε;..."

Στο Βασιλικό (Τσαραπλανά) φτάσαμε μεσάνυχτα... Το πρωί ήταν ακόμα Ιταλοί, και το χωριό, ύστερα απ' αγωνία τόσων ημερών, κοιμόταν ήσυχα! Παντού βασίλευε νέκρα και μόνο τα γαυγίσματα μερικών σκυλιών δείχνανε την ύπαρξη του χωριού, που' μοιαζε σα βουβό κοιμητήρι!! Αέρας ψυχρός φυσούσε, που μας πέρναγε ως το κόκκαλο, το δε σκοτάδι ήταν τόσο πυκνό, που δεν σ' άφηνε να Βλέπεις μακρύτερα από δυο μέτρα. Ψυχή δε βρισκόταν να μας πει σε ποιο χωριό βρισκόμαστε και να μας δείξει το δρόμο που ζητούσαμε.
Ξαφνικά μια σκιά, σα μαυροφορεμένο φάντασμα, ξεπρόβαλε μες το σκοτάδι κι ερχόταν προς το μέρος μας!
Ήταν μια γριούλα, που ίσως η χαρά της που ξαναμπήκε ο στρατός μας στο χωριό της, δεν την άφηνε να κοιμηθεί!

"Καλησπέρα κυρούλα μου..."
- "Καλώς τα παιδιά μου, καλώς τα! Ελάτε πιο δω παιδάκια μου για θα πατήσετε τα πτώματα!"
Ανάψαμε το φακό και πραγματικά! Πλάι μας, τρία πτώματα δικών μας, φριχτά παραμορφωμένα. Γι' αυτό και τ' άλογα μας ήταν ανήσυχα.
- "Στη μάχη πέσανε καλέ;"
- "Όχι παιδάκια μου, όχι! Τ' απομεσήμερο σκαλίζανε μια α π' αυτές που λέτε "χεροβοβίδες" για να κάνουν ταμπακιέρες, και τους έσκασε μες τα χέρια... Αχ! και παν' χαμένα τ' άμοιρα τα παληκάρια!"
- "Και δε μας λες κυρούλα μου, ποιο χωριό είν' εδώ;"
- Από πού είστε καλέ και δεν ξέρετε τ' ωραίο μας χωριό; Εδώ είναι τα Τσαραπλανά, το ξακουσμένο Βασιλικό! Εδώ παιδάκια μου είναι το χωριό που 'βγαλε τους "Καρράδες".
- "Τι 'ναι οι "Καρράδες" κυρούλα μου; Εθνικοί Ευεργέτες;"
- "Ναι παιδάκια μου, ναι! Έχουνε τη "φάμπρικα" στην Αθήνα που βγάζουν τα ζαχαρωτά!"
-"ΑΠΑ!!! καταλάβαμε!"

Στο Βασιλικό οι Ιταλοί είχαν εγκαταλείψει επτά βαριά πυροβόλα, πολλά φορτηγά αυτοκίνητα, μοτοσυκλέτες, αμέτρητα ποδήλατα, σωρούς βλήματα, κιβώτια με σφαίρες και χειροβομβίδες και πολλά άλλα είδη υλικά, τα οποία χρησίμεψαν για "συρμαγιά" στο μεγάλο "Κέντρο περισυλλογής λαφύρων" που συστήθηκε πιο ύστερα στο Βασιλικό.
Αφού πήραμε διάφορες πληροφορίες απ' τη γριά και μας έδειξε το δρόμο που ζητούσαμε, αφήσαμε το Βασιλικό, στο οποίο σταματάει ο τοπικός δημόσιος δρόμος, και πήραμε πάλι μονοπάτι. Περιπλανηθήκαμε όλη τη νύχτα στα χωράφια και τους αγρούς και ξημερώματα φτάσαμε στο Κεφαλόβρυσο.
Από εκεί για τα χωριά του Πωγωνίου, πέρα στις Δρυμάδες, στα Ελληνοαλβανικά σύνορα με συνεχές κυνηγητό του εχθρού και μεθυσμένοι οι φαντάροι μας φώναζαν:
"Στ' Αργυρόκαστρο τώρα! Στ' Αργυρόκαστρο!"

Νάσος Φακίδης
Αθήνα - Τεπελένι. Αλβανικό Έπος 1940-1941

Η εποποιία του 40. Άγνωστες σελίδες δόξας από το βιβλίο του Νάσου Φακίδη. Η προέλαση 19 Νοεμβρίου 1940. Το Χάνι Καλλιθέας
επιμέλεια: Αθανάσιος Οικονόμου
εφημερίδα Φωνή του Γεροπλατάνου

Αναζήτηση