Σκοπός της έρευνάς μας είναι να επιχειρήσει μια πρώτη αποτύπωση της κατάστασης των ρουμανικών σχολείων στην Ελλάδα που ιδρύθηκαν μετά τη συνθήκη του Βουκουρεστίου. Συγκεκριμένα εστιάζει στη λειτουργία τους στη Μακεδονία την περίοδο 1939-1949 και προσπαθεί να την συσχετίσει με τις κρίσιμες φάσεις του Μακεδονικού ζητήματος.
1. Σκοπός της έρευνας, μεθοδολογία, πηγές
Στο πλαίσιο της έρευνας χρησιμοποιείται η ιστορική ερευνητική μέθοδος. Οι πηγές που αφορούν στη ρουμανική εκπαίδευση που αναπτύχθηκε στη Μακεδονία της περιόδου 1913-1939 είναι εξαιρετικά φειδωλές και συχνά αντιφατικές. Το πρώτο οφείλεται στο γεγονός ότι οι διευθυντές των ρουμανικών σχολείων δεν επέτρεπαν τον έλεγχο στις ελληνικές εκπαιδευτικές αρχές.2 Το δεύτερο θα πρέπει να αποδοθεί στην έξαρση των προσηλυτιστικών κινήσεων των προπαγανδών πριν από το 1912,3 υλικό των οποίων υπήρξαν και οι εκατέρωθεν στατιστικές.
Οι πληροφορίες που διασώθηκαν για τα ρουμανικά σχολεία της περιόδου 1913-1923 αφορούν στα έτη: α) 1913, έτος για το οποίο οι πληροφορίες προέρχονται από το Αρχείο Μειονοτικών σχολείων του ΥΠΕΞ και αφορούν κυρίως στα βλαχόφωνα χωριά της Ηπείρου,4 β) 1923, οπότε υπάρχουν στατιστικές μελέτες που σώζονται στο Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών ή στο Αρχείο της Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας.5 Ακόμα στοιχεία για τα ρουμανικά σχολεία του έτους 1923 παρατίθενται και στη μελέτη του Σπύρου Λουκάτου.6 γ) 1928-1939, έτη για τα οποία τα στοιχεία προέρχονται από τα αρχεία του Ρουμανικού Υπουργείου Εξωτερικών που δημοσίευσαν η Adina Berciu-Drăghilescu και η Maria Petre στο δίτομο βιβλίο τους για τα ρουμανικά σχολεία και τις ρουμανικές εκκλησίες της Βαλκανικής Χερσονήσου.7 δ) 1932-1933, έτος για το οποίο διασώζονται στοιχεία στο Αρχείο Δραγούμη, που φυλάσσεται στη Γεννάδιο Βιβλιοθήκη.8 ε) 1939-1940, έτη για τα οποία σώζεται στο αρχείο των ξένων και μειονοτικών σχολείων η στατιστική καταγραφή που αφορά στη ρουμανική προσχολική εκπαίδευση,9 αλλά και στο Αρχείο Ξένων και Μειονοτικών σχολείων10. Σχετικά με την στοιχειώδη ρουμανική εκπαίδευση της περιόδου διασώζονται στοιχεία και από τον Αθ. Χρυσοχόου.11 στ) 1940-1944, έτη για τα οποία οι πληροφορίες μας που αφορούν στη ρουμανική στοιχειώδη εκπαίδευση της περιόδου προέρχονται: 1. από τα ρουμανικά Αρχεία12 2. από το Αρχείο Δραγούμη της Γενναδίου Βιβλιοθήκης (αριθμούν τους μαθητές της 5τάξιας δημοτικής ρουμανικής σχολής της Θεσσαλονίκης και της ρουμανικής Εμπορικής Σχολής για την περίοδο 1941-1946)13 3. από το Αρχείο Ξένων και μειονοτικών σχολείων, στο οποίο περιλαμβάνεται Ι. η έκθεση του Επιθεωρητή Μειονοτικής εκπαίδευσης Παπαευγενίου14 στο φάκελο 104, υποφάκελο 2, έγγραφο 47, όπου περιλαμβάνεται πίνακας που παρουσιάζει τα ρουμανικά σχολεία της Μακεδονίας και της Ηπείρου και το μαθητικό δυναμικό τους κατά τα σχολικά έτη 1939-1945 ΙΙ. το έγγραφο του Κέντρου Αλλοδαπών με αρ. πρωτ. 10/2/2/3α του έτους 1944, στο οποίο δίνονται τα ονόματα των εκπαιδευτικών του ρουμανικού Γυμνασίου Γρεβενών, του ρουμανικού δημοτικού Θεσσαλονίκης και του ρουμανικού δημοτικού Γρεβενών15 και ΙΙΙ η εμπιστευτική Έκθεση Α. Παπαευγενίου προς το ΓΕΣ του έτους 1948.16
2. Το ιστορικό-πολιτικό πλαίσιο
Είναι δεδομένο ότι κατά την περίοδο των εθνικισμών τόσο το ελληνικό κράτος όσο και το ρουμανικό αποπειράθηκαν να προσεταιριστούν τους Βλάχους. Ειδικότερα η γένεση και η εδραίωση της ρουμανικής παιδείας ξεκίνησε από το βιλαέτι Μοναστηρίου την περίοδο 1860-1892, με σημαντικούς σταθμούς την ίδρυση του Μακεδονορουμανικού Συλλόγου Lumina το 1885 και τη συγχώνευση του συλλόγου αυτού με ένα τμήμα του αλβανικού Drita το 1887.17 Η εξέλιξη της ρουμανικής παιδείας την περίοδο 1893-1903 συμπεριέλαβε την απόπειρα δημιουργίας Εξαρχίας των Βλάχων σε μια προσπάθεια αποδέσμευσής τους από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.18 Την τελευταία περίοδο 1903-1905 η ρουμανική παιδεία επηρεάστηκε από το θάνατο του Μαργαρίτη αλλά και από την αναγνώριση το 1905 ρουμανικού millet από την Πύλη.19
Παρόλα αυτά, όπως αποδεικνύουν σύγχρονες προσεγγίσεις,20 ένα μεγάλο μέρος των Βλάχων του πρώην οθωμανικού χώρου διαμόρφωσε ελληνική εθνική συνείδηση και εντάχθηκε στο ελληνικό κράτος.
Στις 10 Αυγούστου του 191321 συνομολογήθηκε στο Βουκουρέστι συνθήκη22 μεταξύ των Βασιλείων της Ελλάδας, της Ρουμανίας, της Σερβίας, και του Μαυροβουνίου με την ηττημένη του Β΄ Βαλκανικού πολέμου χώρα, Βουλγαρία. Στις διαπραγματεύσεις της διάσκεψης, που έγιναν στο Βουκουρέστι, σε έναν αγώνα προσδιορισμού των νέων συνόρων οι τρεις χώρες (Ελλάδα, Σερβία, Μαυροβούνιο) δέχθηκαν το αίτημα της Ρουμανίας να παραχωρήσουν στους εντός των συνόρων τους Βλάχους εκκλησιαστική και σχολική αυτονομία.23 Παράλληλα, δέχτηκαν να επιτρέψουν τη σύσταση ιδιαίτερης ρουμανικής αρχιεπισκοπής με δικαίωμα επιχορήγησης από την ρουμανική κυβέρνηση υπό την επίβλεψη της κάθε επιμέρους χώρας.24 Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις ρουμανικές πηγές,25 σε απόσπασμα τηλεγραφήματος της Ρουμανικής Πρεσβείας της Αθήνας, που αφορούσε στο διάλογο του Γενικού Προξένου Ν.Ν. Filodor με τον Έλληνα Πρωθυπουργό, Ε. Βενιζέλο, αναφερόταν ανάμεσα στα άλλα και ότι οι ρουμανίζοντες μπορούσαν να ξανανοίξουν όλες τις εκκλησίες και τα σχολεία τους στο νέο Ελληνικό κράτος, χωρίς φόβο για οποιοδήποτε εμπόδιο.26Η ενέργεια αυτή του Βενιζέλου αναγνώριζε την ύπαρξη ρουμανικής εθνικής μειονότητας στην Ελλάδα27 προσδίδοντας ρουμανική ταυτότητα σε έναν αδιευκρίνιστο αριθμό ρουμανιζόντων των περιοχών Γρεβενών, Μοναστηρίου, Καστοριάς, Βέροιας, Θεσσαλονίκης.28 Τα αίτια που οδήγησαν τον Βενιζέλο σε αυτή την αναγνώριση φαίνεται πως ήταν, κατά την υπάρχουσα βιβλιογραφία,29 οι δυσχέρειες που αντιμετώπιζε ο Ελευθέριος Βενιζέλος στο θέμα της προσάρτησης της Ηπείρου και στο Κρητικό, αλλά και η ανάγκη να συστρατευθεί η Ρουμανία με την Ελλάδα και τη Σερβία εναντίον της Βουλγαρίας.30 Η απόφαση αυτή του Βενιζέλου θεωρείται ως αποτέλεσμα των συγκυριών και ως επιβεβλημένη, αναπόδραστη και αδήριτη ανάγκη.31
Την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι Ιταλοί στο πλαίσιο της στρατιωτικής κατοχής της Αλβανίας και της Ηπείρου επιχείρησαν να διαμορφώσουν ένα άλλο ιδεολογικοπολιτικό πλαίσιο ερμηνείας της ταυτότητας των Βλάχων προσδιορίζοντάς τους αυθαίρετα ως ιταλική εθνική μειονότητα.32 Στην πραγματικότητα το θέμα της αυτονομίας των βλαχικών χωριών της Πίνδου τέθηκε από την Ιταλία σε συνεργασία με τις μακεδονορουμανικές οργανώσεις στο Συνέδριο Ειρήνης των Παρισίων (1919-1920) χωρίς κανένα αποτέλεσμα.33 Αργότερα, η Συνθήκη των Σεβρών34 περιλάμβανε ειδικές διατάξεις για τους Βλάχους, σύμφωνα με τις οποίες η Ελλάδα δεσμευόταν να παρέχει τοπική αυτονομία στις βλαχικές κοινότητες στα εκπαιδευτικά, φιλανθρωπικά και θρησκευτικά ζητήματα, με την προϋπόθεση να υποβάλλουν σχετική αίτηση,35 προϋποθέσεις που ίσχυσαν και στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λοζάνης36 αλλά και την περίοδο που προηγήθηκε της δικτατορίας του Μεταξά.37
Το δικτατορικό καθεστώς της 4ης του Αυγούστου 1936 επηρέασε τη ζωή των μειονοτήτων, αφού η θέση της πολιτείας απέναντί τους έγινε σκληρότερη. Ο αμυντικός εθνικισμός εξελίχθηκε σε ηγετική ιδεολογία στην Ελλάδα, στην οποία κυριάρχησε ο μύθος της ελληνικής υπεροχής, έναντι όλων των άλλων εθνικοτήτων.38 Συγκεκριμένα το καθεστώς Μεταξά επέβαλε απαγόρευση στη δημόσια χρήση της βλαχικής γλώσσας, επί ποινή προστίμων, φυλακίσεων και εκτοπίσεων,39 ενώ τον Οκτώβρη του 1940 προέβη σε συλλήψεις ρουμανιζόντων μαθητών και διδακτικού προσωπικού των αντίστοιχων σχολείων, κατηγορώντας τους για αντεθνική και συνωμοτική δράση. Επακολούθησε ο χαρακτηρισμός των ελληνικών ενεργειών ως επικίνδυνων για το αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό καθεστώς της συνθήκης του Βουκουρεστίου από τον Υπουργό Εξωτερικών Υποθέσεων Mikhail Antonescu,40 καταγγελία που αποσκοπούσε στη διεθνοποίηση του βλαχικού ζητήματος μέσα από την προβολή των εκπαιδευτικών του διαστάσεων.41
Την περίοδο της Κατοχής οι νέες πολιτικές και διπλωματικές συγκυρίες που διαμορφώθηκαν με την προσχώρηση της Ιταλίας στον Άξονα αναθέρμαναν τις βλέψεις των Ιταλών για τον προσεταιρισμό των Βλάχων, αλλά και για την σύσταση αυτόνομου βλάχικου κρατιδίου στην περιοχή της Πίνδου. Η πραγματοποίηση των σχεδίων αυτών ενισχύθηκε από την έξαρση του ιταλικού επεκτατισμού στο πλαίσιο του φασισμού. Προκειμένου να καταστήσουν υπαρκτό το πρόβλημα των Βλάχων, οι Ιταλοί ενθάρρυναν τον Βλάχο Αλκιβιάδη Διαμάντη να στείλει υπόμνημα για το βλαχικό θέμα στον κατοχικό πρωθυπουργό Τσολάκογλου ως εκπρόσωπος των βλάχικων κοινοτήτων Πίνδου, Ηπείρου, Μακεδονίας και Θεσσαλίας. Στο υπόμνημα ο Διαμάντης ζητούσε να αποκατασταθούν οι αδικίες του παρελθόντος που έγιναν σε βάρος των Βλάχων της Ελλάδος.42
Η κατάληψη της Ελλάδος και της Γιουγκοσλαβίας από τις δυνάμεις του Άξονα, τον Απρίλιο του 1941, είχε ως συνέπεια την κατάτμηση της Μακεδονίας σε ζώνες κατοχής ή συγκαλυμμένης κυριαρχίας.43 Συγκαλυμμένες εδαφικές βλέψεις κατά της Ελλάδος είχε η Ιταλία,44 η οποία προσάρτησε το δυτικό τμήμα της ελληνικής Δυτικής Μακεδονίας και το αλβανόφωνο τμήμα της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας στο υπό σύσταση ιταλικό προτεκτοράτο της Αλβανίας, με σκοπό την ένταξη της χώρας στην προσδοκώμενη μετά τον πόλεμο ιταλική αυτοκρατορία, την τρίτη Ρώμη των Ιταλών Φασιστών.45 Με την εμφάνιση των ιταλικών δυνάμεων κατοχής στα Βλαχοχώρια της Πίνδου και της Δυτικής Μακεδονίας ο Αλκιβιάδης Διαμάντης δέχθηκε να προωθήσει μεταξύ των Βλάχων της Πίνδου την ιταλικής εμπνεύσεως αυτονομία των Βλάχων υπό τη σκέπη της κραταιάς Ρώμης δημιουργώντας το Πριγκηπάτο της Πίνδου.46 Το επόμενο βήμα ήταν η σύσταση το 1942 οργάνωσης με το όνομα Ρωμαϊκή Λεγεών47 αποτελούμενης από Βλάχους, η οποία προέβαινε στην παροχή της αναγκαίας αρωγής στα κατοχικά ιταλικά στρατεύματα.48 Μάλιστα οι Βλάχοι στρατιώτες της οργάνωσης προβλήθηκαν από τις κατοχικές δυνάμεις ως τέκνα της μυθικής Ρωμαϊκής Λύκαινας.49 Στη διάρκεια της Κατοχής διαπιστώθηκε συνεργασία των ρουμανιζόντων με τις κατοχικές αρχές, η οποία χαρακτηρίζεται από τον Ε. Αβέρωφ ως μη ενιαία συμπεριφορά που μπορεί να αποδοθεί με τον χαρακτηρισμό ανεκτική,50 ενώ από ορισμένους άλλους μελετητές αποδίδεται ως περιορισμένη.51
Οι συνέπειες του εγχειρήματος του Διαμάντη αποδείχτηκαν εφήμερες. Από τη μια η αυτονομιστική κίνηση των Βλάχων της Λεγεώνος δεν επεκτάθηκε εκτός της ιταλικής ζώνης κατοχής,52 χαρακτηριστικό που φανερώνει την ετερόφωτη υπόστασή της. Από την άλλη, ο Αλκιβιάδης Διαμάντης εκθρονίστηκε από τους Ιταλούς, αφήνοντας το θρόνο του ακέφαλο ως το τέλος της Κατοχής, οπότε το πριγκιπάτο και τύποις έπαψε να υφίσταται. Επομένως, η συνθηκολόγηση της Ιταλίας το 1943 σηματοδότησε το τέλος της διεκδίκησης από την Ιταλία των Βλάχων του ελλαδικού χώρου. Η εντύπωση περί δοσιλογισμού των ρουμανιζόντων δεν αμβλύνθηκε ούτε την περίοδο της Εαμοκρατίας, αν και σε επί μέρους μονογραφίες για μικρές βλαχικές κοινότητες αναφέρεται η αρνητική στάση του ΕΑΜ απέναντι στους συνεργασθέντες με τους κατακτητές ρουμανίζοντες.53
Η αποκατάσταση του ελληνικού κράτους οδήγησε στο κλείσιμο των ρουμανικών σχολείων. Σύμφωνα με τον φ. 93β 54 του Αρχείου Ξένων & Μειονοτικών σχολείων τα ρουμανικά σχολεία έκλεισαν μετά την από 27.11.1945 εντολή του Υπουργείου της Παιδείας. Ο Παπαευγενίου από την άλλη τοποθετεί το κλείσιμό τους το Φεβρουάριο του 1946,55 εισηγείται όμως την επαναλειτουργία τους με το επιχείρημα ότι τα ρουμανικά σχολεία σε λίγο θα έκλειναν από μόνα τους γιατί δεν είχαν μαθητές. Είναι γεγονός ότι, όσοι δάσκαλοι ρουμανικών σχολείων συνεργάσθηκαν με τους Γερμανούς, όταν τέλειωσε ο παγκόσμιος πόλεμος, εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και διέφυγαν στο εξωτερικό. Σύμφωνα με τον Παπαευγενίου, αυτοί θα έπρεπε να τιμωρηθούν για την ανθελληνική δράση τους.56
Στον επίλογο του βιβλίου του, Η πολιτική πλευρά του κουτσοβλαχικού ζητήματος, ο Ε. Αβέρωφ πρότεινε ως κατάλληλη στάση τη φιλελεύθερη και ισότιμη αντιμετώπιση των ρουμανιζόντων Βλάχων, προκειμένου να περιορισθούν στο ελάχιστο οι πιθανότητες να εμφανισθεί κάποιος αυτόκλητος προστάτης τους στο μέλλον.57
3. Το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των ρουμανικών σχολείων από τη συνθήκη του Βουκουρεστίου ως το 1949
3.1. Ο χαρακτήρας της ρουμανικής εκπαίδευσης: Η ρουμανική εκπαίδευση ήταν κοινοτική, συνέχιζε δηλαδή την παραδοσιακή νομιμότητα του Milliyet της οθωμανικής περιόδου και μόνο το μέσο ρουμανικό σχολείο της Θεσσαλονίκης, η Εμπορική Σχολή, καταγράφεται στα στατιστικά του έτους 1923 ως ιδιωτικό.58 Ο ιδιωτικός χαρακτήρας του συγκεκριμένου σχολείου δεν επέτρεπε τη μετεξέλιξή του σε 6τάξιο, αφού σύμφωνα με το νόμο 3578/30.6.1928 περί ιδιωτικών σχολείων δεν επιτρεπόταν στα Γυμνάσια αυτού του είδους η λειτουργία της ανώτερης τάξης τους.59 Το καθεστώς των ρουμανικών σχολείων ήταν, κατά τις εκτιμήσεις του Επιθεωρητή Παπαευγενίου, προνομιακό, σε σχέση με το καθεστώς των άλλων μειονοτικών σχολείων, κάτι με το οποίο συμφωνούν και νεότερες έρευνες.60
3.2. Εποπτεία και διοίκηση των ρουμανικών σχολείων: Η διαχείριση των σχολείων αυτών είχε ανατεθεί σε μια Επιτροπή που έφερε τον τίτλο Επιτροπή Διαχείρισης των εν Ελλάδι Ρουμανικών Σχολείων και Εκκλησιών και η οποία έδρευε στη Θεσσαλονίκη και τελούσε υπό την εποπτεία και την προστασία του Ρουμανικού Προξενείου.61 Η Επιτροπή έπαιρνε αποφάσεις για την πρόσληψη του διδακτικού προσωπικού, για την επιλογή και την προμήθεια των βιβλίων, για την αγορά ή τη διαχείριση των σχολικών κτηρίων. Το ελληνικό κράτος δεν είχε στην πράξη καμία παρεμβατική δυνατότητα στην περίπτωση που ο Διευθυντής των ρουμανικών σχολείων δεν επέτρεπε τον έλεγχο στις ελληνικές εκπαιδευτικές αρχές. Το 1940 οι Ρουμάνοι αναβάθμισαν την Επιτροπή ορίζοντας επικεφαλής της τον Γενικό Επιθεωρητή David Blidariu, Διευθυντή για χρόνια του εν Ιωαννίνοις ρουμανικού Ημιγυμνασίου. Με την επικράτηση της δικτατορίας του Μεταξά κυριάρχησε ένα κλίμα καχυποψίας απέναντι στις μειονότητες και επομένως τέθηκαν σε εφαρμογή ο Αναγκαστικός Νόμος 132 7/25.9.1936 Περί συστάσεως Τμήματος Πολιτικών υποθέσεων παρά τη Γενική διοικήσει Θράκης62 και ο Αναγκαστικός Νόμος 248 της 12/17 Οκτωβρίου 1936 Περί ιδρύσεως θέσεως Γενικού Επιθεωρητού των ξένων και μειονοτικών σχολείων.63 Με τον πρώτο νόμο αποφασίστηκε η σύσταση του Τμήματος Πολιτικών Υποθέσεων στη Θράκη καθώς και η έγκριση μετά από γνωμοδότηση Ειδικής Επιτροπής των βιβλίων των ξενόφωνων και επομένως και των ρουμανικών σχολείων, ενώ με το δεύτερο θεσμοθετήθηκε η θέση Γενικού Επιθεωρητή ξένων και μειονοτικών σχολείων. Η θεσμοθέτηση καθόρισε νέες συνθήκες εποπτείας του ελληνικού κράτους επί των ρουμανικών σχολείων τα επόμενα χρόνια, σε μια περίοδο μάλιστα που ο Αναγκαστικός Νόμος 1672/193964 έθετε ως προϋπόθεση για τη λειτουργία τους την αποφυγή εκ μέρους τους του προσηλυτισμού. Τα προσόντα που έπρεπε να διαθέτει ο Γενικός Επιθεωρητής ήταν η κατοχή πτυχίου Φιλοσοφικής ή Θεολογικής, το αποδεικτικό 2 ετών παιδαγωγικών σπουδών στην Ευρώπη ή στην Αμερική και η 5ετής υπηρεσία σε σχολεία. Ο Γενικός Επιθεωρητής είχε τον ίδιο βαθμό και τον ίδιο μισθό με το Γενικό Επιθεωρητή των άλλων δημόσιων σχολείων. Ο Επιθεωρητής που διορίστηκε ήταν ο Αθανάσιος Παπαευγενίου.65
3.3. Οι δομές των ρουμανικών σχολείων: Τα σχολεία διακρίνονταν ως προς τις δομές τους σε σχολεία στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης.
α) Η προσχολική εκπαίδευση αναπτύσσεται το 1923 κυρίως στην Βέροια, όπου εντοπίζεται μέσα στην πόλη 1 μικτό Νηπιαγωγείο ρουμανικό με 45 μαθητές και 2 δασκάλους και άλλα 2 στις πέριξ κοινότητες (Χωροπάνι με 34 νήπια, Ξηρολίβαδο, όπου λειτουργούσε θερινό σχολείο).66 Το 1939-1940 λειτουργούσαν ρουμανικά Νηπιαγωγεία στη Θεσσαλονίκη, Κουμαριά, Βέροια, Έδεσσα, Πολλά Νερά, Άνω Γραμματικό, Κεδρώνα, Πάτημα, Άνω Γραμματικό Κλεισούρα, Νυμφαίο, Δροσοπηγή, Γρεβενά.67 Τους περισσότερους μαθητές φαίνεται ότι είχε το Νηπιαγωγείο της Βέροιας, οι μαθητές του οποίου αντιπροσώπευαν ποσοστό 40% του συνόλου των μαθητών του Νηπιαγωγείου.
β) Τα σχολεία στοιχειώδους εκπαίδευσης σύμφωνα με τα αρχεία του Ρουμανικού Υπουργείου Εξωτερικών,68 διαμορφώνουν το ρουμανικό σχολικό δίκτυο και επεκτείνονται στην αρχή κυρίως στο νομό Γρεβενών (Κρανιά ή Τούρια, Σαμαρίνα, Αβδέλλα, Περιβόλι, Σμίξη, Καλύβια Γράμμοστας). Το παλιότερο σχολείο ήταν το Ρουμανικό Δημοτικό σχολείο Θεσσαλονίκης,69 που ιδρύθηκε την 1η Σεπτεμβρίου του 1899 και στεγαζόταν σε ιδιόκτητο κτίριο, που ανήκε στη ρουμανική μειονότητα. Το σχολείο ήταν 6τάξιο, ανεγέρθηκε το 1916, ήταν κατασκευασμένο με τούβλα, διώροφο, ενώ περιλάμβανε δύο αίθουσες διδασκαλίας. Στα σχολεία στοιχειώδους εκπαίδευσης θα πρέπει ακόμα να εντάξουμε το ρουμανικό δημοτικό σχολείο Γρεβενών, οι μαθητές του οποίου μεταφέρθηκαν στη Θεσσαλονίκη, όπου τα μαθήματα γίνονταν στις 3 αίθουσες της Επαγγελματικής Σχολής Θηλέων τις απογευματινές ώρες.
Το 1939-1940 σχολεία στοιχειώδους εκπαίδευσης υπήρχαν στα Πολλά Νερά, την Έδεσσα, Θεσσαλονίκη, Κεδρώνα, Άνω Γραμματικό, Γρεβενά, Άργος Ορεστικό, Νυμφαίο, Δροσοπηγή και Κλεισούρα (Φλώρινας). Το ρουμανικό δημοτικό σχολείο της Βέροιας είχε το μεγαλύτερο αριθμό μαθητών (30% του συνόλου των μαθητών των ρουμανικών σχολείων στη Μακεδονία). Με βάση τον Παπαευγενίου το σχολικό έτος 1940-1941 δε λειτούργησαν όλα τα σχολεία του κράτους, λόγω του ελληνοϊταλικού πολέμου. Επομένως στον πίνακα του Επιθεωρητή Αθανασίου Παπαευγενίου δεν παρατίθενται στατιστικά στοιχεία για αυτό το σχολικό έτος, ίσως επειδή η εξουσία του ελληνικού κράτους έχει καταλυθεί στις περιοχές που μνημονεύτηκαν.70 Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τις ρουμανικές πηγές,71 τα ρουμανικά σχολεία στην κατεχόμενη Μακεδονία φαίνεται ότι αυξήθηκαν την περίοδο 1941-1943 και έγιναν 20-23. Συγκεκριμένα φαίνεται ότι την περίοδο της κατοχής λειτούργησαν στη Μακεδονία 20 ρουμανικά δημοτικά σχολεία: 2 σχολεία στη Βέροια (αρρένων και θηλέων), στην Έδεσσα (Βοδενά), στο Γραμματίκοβο ή Γραμματικό, στη Νέβεσκα (Νυμφαίο), στην Μπελκαμένη (Δροσοπηγή), στα Γρεβενά, στη Σαμαρίνα, στη Σμίξη, στην Αβδέλα, στο Περιβόλι, στην Βλαχοκλεισούρα, στο Άργος Ορεστικό (Χρούπιστα), στη Φετίτσα (Κεδρώνα), στη Πατιτσίνα (Πάτημα), στη Ντόλιανη (Κουμαριά), στα Τούρια (Κρανιά), στο Κέντροβο (Κεδρώνα), στη Λούμνιτσα (Σκρα), στην Κούπα, στο Λιβέζι.72 Το 1943-1944 λόγω της έντονης δράσης ένοπλων βουλγαρικών σωμάτων στα Μογλενά καθώς και των επαναστατών (του ΕΑΜ), όπως τους χαρακτηρίζει ο Blidariu, το δημοτικό σχολείο της Οσάνης (Γευγελή) δε λειτούργησε, ενώ λόγω της πολιτικής αναταραχής στην περιοχή των Μογλενών και τα δημοτικά σχολεία της Λούμνιτσας, του Λιβέζι και της Κούπας δεν έδωσαν σαφή στοιχεία για τη λειτουργία τους. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που ελήφθησαν από την περιοχή της Πίνδου και της Ηπείρου, το χωριό Τούρια Γρεβενών κάηκε στις 23 και το Περιβόλι Ελασσόνας στις 24 του ίδιου μήνα. Το 1944 τα ρουμανικά σχολεία είχαν περιοριστεί αισθητά. Λειτουργούσαν ουσιαστικά 2 Δημοτικά. Τα λοιπά δημοτικά υπολειτουργούσαν ή δε λειτουργούσαν καθόλου.73
γ) Τα μέσα ρουμανικά σχολεία: Το μέσο ρουμανικό σχολείο που καταγράφεται στις πηγές του έτους 1923 ήταν το ρουμανικό Γυμνάσιο Θεσσαλονίκης.74 Ωστόσο τα μέσα ρουμανικά σχολεία της Μακεδονίας της δεκαετίας του 1940 ήταν σύμφωνα με τις ρουμανικές πηγές τα εξής στη Μακεδονία75: α. Το Εμπορικό Λύκειο Θεσσαλονίκης με 17 καθηγητές, 130 μαθητές και 15 εργαζομένους ως διοικητικό και βοηθητικό προσωπικό. β. Το Επαγγελματικό Θηλέων Θεσσαλονίκης που μετονομάστηκε το 1942-43 σε Βιομηχανικό Λύκειο Θηλέων Θεσσαλονίκης, με 10 καθηγητές, 60 μαθητές και 7 άτομα ως διοικητικό και βοηθητικό προσωπικό και γ. Το Γυμνάσιο Γρεβενών, το οποίο κατά πάσα πιθανότητα μετονομάστηκε το 1942 σε Λύκειο Γρεβενών, με 18 καθηγητές, 160 μαθητές και 14 εργαζομένους ως διοικητικό και βοηθητικό προσωπικό.76 Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί πως στα ρουμανικά αρχεία, ο όρος Λύκειο χρησιμοποιείται αντί του όρου Γυμνάσιο χωρίς διάκριση.
Με την έκρηξη του εμφυλίου στη Δυτική κυρίως Μακεδονία φαίνεται ότι και η λειτουργία των μέσων ρουμανικών σχολείων συνάντησε προβλήματα. Συγκεκριμένα σε αναφορά του Γενικού Επιθεωρητή David Blidariu με ημερομηνία 29 Φεβρουαρίου 1944 που στάλθηκε από τη Γενική Επιθεώρηση ρουμανικών σχολείων και ρουμανικών Εκκλησιών της Μακεδονίας προς τον Υπουργό Εθνικού Πολιτισμού (Παιδείας) και Θρησκευμάτων τονίζονταν ότι το μεν Λύκειο των Γρεβενών είχε μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη στο χώρο του Εμπορικού Λυκείου ενώ το Εμπορικό Λύκειο της Θεσσαλονίκης λειτούργησε σχεδόν κανονικά, καθώς και η Επαγγελματική Σχολή Θηλέων της Θεσσαλονίκης.77
Το πρόγραμμα σπουδών: Η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στα σχολεία αυτά, όπως άλλωστε και στα μουσουλμανικά,78 προσδιορίστηκε ως υποχρεωτική με το 3ο Πρωτόκολλο της Συνθήκης των Αθηνών του 1913, η οποία καθόριζε επί μέρους ζητήματα που είχαν γίνει αποδεκτά μετά τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου,79 αλλά και με το νόμο 568/1915.80 Το πρόγραμμα σπουδών των συγκεκριμένων σχολείων καθορίστηκε με το Νόμο 4397/1916 ο οποίος στην παράγραφο 4 αναφερόταν στα σχολεία των ξενόφωνων οικισμών και καθόριζε υποβιβασμούς, προαγωγές, καταργήσεις και συγχωνεύσεις με κριτήριο τον μέσο όρο των μαθητών που είχαν εξεταστεί την τελευταία 3ετία. Το πρόγραμμα σπουδών περιλαμβανόταν στο άρθρο 5 και αποτελούνταν από τα εξής μαθήματα: Θρησκευτικά, Ελληνικά, Πρακτική Αριθμητική, Στοιχειώδη Γεωμετρία, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους και τα κυριότερα της παγκοσμίου, στοιχεία Φυσικής Ιστορίας, Χημείας, Υγιεινή, Γεωγραφία, Ωδική, Καλλιγραφία, Ιχνογραφία, Χειροτεχνία, Γυμναστική.81 Η τροποποίηση μάλιστα του Νόμου αυτού από τον ΑΝ 132/193682 περιλάμβανε την υποχρέωση της ελληνικής πολιτείας να μισθοδοτεί από τον κανονικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Παιδείας τους ελληνοδιδασκάλους των ξενοφώνων σχολείων και επομένως και των ρουμανικών. Η διάταξη φαίνεται ότι εφαρμόζεται τουλάχιστον το 1923, οπότε καταγράφονται 18 ελληνοδιδάσκαλοι στα ρουμανικά σχολεία από τους οποίους οι 16 υπηρετούν στη Βέροια και στην ύπαιθρο και οι 2 στην Κατερίνη. Φαίνεται ότι από την αρίθμηση λείπουν οι ελληνοδιδάσκαλοι των ρουμανικών σχολείων της Θεσσαλονίκης.83
Η ελληνική γλώσσα φαίνεται ότι διδασκόταν στα μέσα σχολεία 5 ώρες την εβδομάδα.84 Το 1941 καταργήθηκε στα ρουμανικά σχολεία η ρουμανική γλώσσα και καθιερώθηκε η ιταλική.85
Σύμφωνα με έγγραφο του Κέντρου Αλλοδαπών86 του έτους 1944, το αναλυτικό πρόγραμμα στο δημοτικό Γρεβενών το 1944 περιλάμβανε τα εξής μαθήματα: Λατινικά, Φιλολογία, Φυσική – Χημεία, Ρουμανική Φιλοσοφία, Ρουμανικά, Γεωγραφία Παγκόσμια Ιστορία. Είναι σίγουρο ότι στο πρόγραμμα του δημοτικού κυριαρχούσαν τα Λατινικά και τα Ρουμανικά ενώ από το πρόγραμμα απουσίαζαν τελείως τα ελληνικά.
Σχετικά με τα μέσα σχολεία η ελληνική γλώσσα φαίνεται ότι διδασκόταν εκεί 5 ώρες την εβδομάδα.87 Το 1941 καταργήθηκε στα ρουμανικά σχολεία η ρουμανική γλώσσα και καθιερώθηκε η ιταλική.88 Η έκθεση του Αθανασίου Παπαευγενίου παρουσιάζει τα στοιχεία που του απέστειλε το Γυμνάσιο Γρεβενών και αφορούσαν στο αναλυτικό πρόγραμμα του 1945.89 Αξίζει να επισημανθεί η διδασκαλία για 9 ώρες εβδομαδιαία της Ιταλικής, για 22 ώρες της Λατινικής, η διδασκαλία για 7 ώρες εβδομαδιαία της Γερμανικής και η διδασκαλία για 20 ώρες εβδομαδιαία της Γαλλικής. Ο Παπαευγενίου καταδικάζει το γεγονός ότι η διδασκαλία των ελληνικών περιοριζόταν στις 36 ώρες σε εβδομαδιαία βάση και μάλιστα από καθηγητές, που δε γνώριζαν επαρκώς την ελληνική γλώσσα. Επιπλέον, σε έγγραφο του Κέντρου Αλλοδαπών90 του έτους 1944 δίνονται τα αντικείμενα που διδάσκονταν στη Ρουμανική Εμπορική Σχολή Θεσσαλονίκης: Λογιστικά, Χημεία, Ελληνικά, Διαχείριση σχολείου εκκλησιών, Δίκαιο, Λογιστικά, Μαθηματικά, Φιλολογία, Ιστορία-Γεωγραφία, Μουσική, Γερμανικά, Χειροτεχνία, Καλλιγραφία, Ιστορία-Γαλλικά, Θεολογία, Γεωλογία.
Τα εκπαιδευτικά εγχειρίδια: Σχετικά με τα εκπαιδευτικά εγχειρίδια που διδάσκονταν στα ρουμανικά σχολεία, όπως μαρτυρούν εκείνα που διασώθηκαν στο προσωπικό αρχείο του Γ. Μπέτσα,91 εισάγονταν από τη Ρουμανία,92 ενώ ορισμένα από αυτά φαίνεται ότι ανατυπώνονταν στη Βέροια με βάση το ρουμανικό πρότυπο.93 Από το 1940-1947 θεσμοθετήθηκε Ειδική Επιτροπή που θα συνέτασσε για όλες τις μειονότητες εγχειρίδια που θα μεταφράζονταν στη γλώσσα κάθε μειονότητας. Μετά τον πόλεμο τα ρουμανικά σχολεία εξαιρέθηκαν από το μέτρο αυτό με εντολή του Υπουργού Μαυρουδή με αποτέλεσμα να εισάγονται πάλι τα βιβλία τους από τη Ρουμανία. Τα βιβλία αυτά ήταν, σύμφωνα με την κριτική των Ελλήνων Επιθεωρητών, ιδεολογικά φορτισμένα. Έτσι ο Επιθεωρητής Α. Παπαευγενίου, αναφερόμενος στο εγχειρίδιο Ιστορίας της Ε Γυμνασίου των ρουμανικών σχολείων, στο οποίο υπήρχε η φράση «Πόθος των Αρρομούνων της Μακεδονίας είναι να σχηματίσουν εν κοινόν Αλβανορουμανικόν Κράτος…» επέμενε στην εξάρτηση των σχολείων αυτών από την ιταλική προπαγάνδα της περιόδου, που επένδυε στις προοπτικές δημιουργίας ενός μεγάλου αλβανο-βλαχικού κράτους, τελούντος υπό ιταλική επιρροή.94
Ο αριθμός των μαθητών των ρουμανικών σχολείων: Το 1923 το 76% των δημοτικών σχολείων στις υποδιοικήσεις Κατερίνης, Θεσσαλονίκης και Βέροιας ήταν ελληνικά,95 το 11% ισραηλιτικά, το 9% τουρκικά και μόλις το 2% ήταν ρουμανικά.96 Ακόμα σύμφωνα με τα αρχεία του Ελληνικού ΥΠΕΞ εικάζεται ότι το έτος 1939-1940 στα ελληνικά μέσα σχολεία φοιτούσαν 10.303 μαθητές, στα μέσα ρουμανικά φοιτούσαν 470 μαθητές, ότι στα ελληνικά δημοτικά φοιτούσαν 35.638 μαθητές, ενώ στα ρουμανικά δημοτικά φοιτούσαν 827. Το μαθητικό δυναμικό των μέσων ρουμανικών σχολείων μειωνόταν αισθητά μετά την Γ τάξη ίσως επειδή οι μαθητές έπρεπε να ενταχθούν στην παραγωγή. Τέλος, ενώ στα θερινά ελληνικά δημοτικά φοιτούσαν 1.538 μαθητές, στα θερινά ρουμανικά φοιτούσαν 265 μαθητές.97 Τα ρουμανικά σχολεία στη Θεσσαλονίκη το 1939 περιλάμβαναν 36 μαθητές.98
Το 1940-1941 οι μαθητές των ρουμανικών σχολείων ανέρχονταν σε 986 και οι δάσκαλοι σε 45.99 Ακόμα στην αναφορά του Γενικού Επιθεωρητή David Blidariu προς τον Υπουργό Εθνικού Πολιτισμού και Θρησκευμάτων της Ρουμανίας η κατάσταση της ρουμανικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα για το έτος 1944 αποδίδεται με μελανά χρώματα.100 Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι από τα ρουμανικά δημοτικά σχολεία της Μακεδονίας, λειτούργησαν ομαλά τα 11 από τα 20.101
Οι δάσκαλοι των ρουμανικών σχολείων: Το διδακτικό προσωπικό του δημοτικού σχολείου Θεσσαλονίκης αποτελείται το 1939 από 2 δασκάλους και 3 υπηρέτες, σύμφωνα με το Δελτίον στατιστικής της στοιχειώδους (δημοσίας ή ιδιωτικής) εκπαιδεύσεως κατά το σχολικόν έτος 1939-40.102 Σε έγγραφο του Κέντρου Αλλοδαπών103 του έτους 1944 παρατίθενται τα ονόματα των εκπαιδευτικών της Ρουμανικής Εμπορικής Σχολής Θεσσαλονίκης όπου εμφανίζονται να διδάσκουν το 1939 συνολικά 19 Καθηγητές.104
Ο Παπαευγενίου το 1944 αναφέρει ότι το διδακτικό προσωπικό του Γυμνασίου-Λυκείου Γρεβενών αποτελούνταν από 20 καθηγητές, 9 Ρουμανικής ιθαγένειας και 11 ελληνικής105. Στο ίδιο έγγραφο του 1944 δίνονται επίσης τα ονόματα των εκπαιδευτικών του ρουμανικού Γυμνασίου Γρεβενών.106 Ακόμα το 1939 στο Δημοτικό Ρουμανικό Σχολείο Θεσσαλονίκης διδάσκουν 3 δασκάλες,107 και στο Ρουμανικό Σχολείο Γρεβενών διδάσκουν 5 δάσκαλοι.108
4. Αξιολόγηση-Συμπεράσματα
Ως το 1939 η ρουμανική εκπαίδευση ήταν μόνο στοιχειώδης, ενώ ήταν αδύναμη στον τομέα της προσχολικής και της ανώτερης εκπαίδευσης. Από το 1939 και με κορύφωση την περίοδο της γερμανικής κατοχής σημειώθηκε αισθητή πρόοδος στην κατεύθυνση της σύστασης ρουμανικών Νηπιαγωγείων, που συντελούσαν κυρίως στην εκμάθηση της γλώσσας. Αισθητή βελτίωση παρουσίασε και η δημοτική εκπαίδευση, αφού στα ήδη υπάρχοντα ρουμανικά σχολεία προστέθηκαν 10 σχολεία. Αντίθετα, η ρουμανική μέση εκπαίδευση παρέμεινε αδύναμη και αναποτελεσματική. Η στήριξη των ρουμανικών σχολείων από τις αρχές Κατοχής αλλά και η συνεργασία με αυτές τεκμαίρεται από τα εξής δεδομένα: α) από την ποσοτική αύξηση των σχολείων των δύο βαθμίδων β) από την στέγασή τους σε ιδιόκτητα κτήρια της ρουμανικής μειονότητας γ) από την συγκράτηση του αριθμού των μαθητών εν μέσω κρίσης και δ) από την βεβαιωμένη προμήθεια τροφίμων από τους Γερμανούς για τα μέσα ρουμανικά σχολεία109 ε) από τη θέση που καταλάμβανε στα προγράμματα σπουδών η ιταλική αλλά και η Γερμανική γλώσσα στ) από την αύξηση το 1940 κατά 10% των δαπανών του ρουμανικού κράτους για σχολεία110.
Ενώ στην κατοχική περίοδο τα ρουμανικά σχολεία άκμασαν, φαίνεται ότι αντιμετώπισαν πολλά προβλήματα στη διάρκεια του ελληνικού εμφυλίου πολέμου ίσως επειδή οι ρουμανίζοντες εκτεθειμένοι για τη συνεργασία τους με τις αρχές κατοχής δεν απολάμβαναν των προηγούμενων προνομίων ούτε από το ΕΑΜ ούτε από το ελληνικό κράτος. Έτσι, η έκβαση του ελληνικού εμφυλίου υπέρ των δυτικών χωρών και η ένταξη της Ρουμανίας στο ανατολικό μπλόκ το 1947 και στην ΚΟΜΕΚΟΝ το 1949 θεωρήθηκε ότι αποδέσμευσαν την Ελλάδα από τις υποχρεώσεις που της επέβαλε η συνθήκη του Βουκουρεστίου. Εξάλλου στη Ρουμανία το 1948111 λειτουργούσαν μόνο 3 ελληνικά Γυμνάσια και 3 ή 4 Δημοτικά Σχολεία που προορίζονταν διά τους εν Ρουμανία Έλληνας υπηκόους112. Εξάλλου η φυγή των Ελλήνων μετά την αλλαγή του καθεστώτος ελαχιστοποίησε ακόμα περισσότερο τα οικονομικά οφέλη που θα προέκυπταν από την αμοιβαία συντήρηση οικονομικών και εκπαιδευτικών επαφών.
Σoφία Ηλιάδου -Τάχου, Ανδρέας Ανδρέου, Αναστασία Ταναμπάση1
Τα ρουμανικά σχολεία στη Μακεδονία (1939-1949)
ΛΑ' Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο, 28-30 Μαΐου 2010
Ελληνική Ιστορική Εταιρεία
Sophia Iliadou-Tahou , Andreas Andreou, Anastasia Tanampasi
THE ROMANIAN SCHOOLS OF GREECE (1939-1949)
Summary
Based on Greek and Romanian archives, the aim of this study is to analyze the situation of Romanian schools of Greece and their operation after the Bucharest Treaty. Our study focuses on the decade 1939-1949. Initially we presented our sources and then we report the historical and political context of the critical period after the Bucharest Treaty. Moreover, we analyze the institutional framework of these schools’ functioning and finally we list our conclusions having considered the geopolitical, economic and social parameters.
1. Πρόκειται για κοινή εργασία η οποία εκπονήθηκε στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών των Α. Ανδρέου & Σ. Ηλιάδου-Τάχου στο ΠΤΔΕ του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας από την μεταπτυχιακή φοιτήτρια Αναστασία Ταναμπάση με την καθοδήγηση των Καθηγητών. Συγκεκριμένα ο Α. Ανδρέου διερεύνησε Αρχεία του ΥΠΕΞ, η Σ. Ηλιάδου-Τάχου τα λοιπά ελληνικά αρχεία και η Α. Ταναμπάση τα ρουμανικά αρχεία ως γνώστης και της ρουμανικής. Και οι τρεις είναι συνυπεύθυνοι για την τελική σύνθεση. Σε αυτό το σημείο οφείλει ευχαριστίες για τη δυνατότητα πρόσβασης στον Επ. Καθηγητή Κ. Τσιτσελίκη, ο οποίος διευκόλυνε την πρόσβασή μας σε κρίσιμα αρχεία.
2. ΑΥΕ 1920-1923 1923/Β37, Α. Λάμπρου προς ΥΠΕΠΘ 16910/8/18.5.1923, 1469/10.12.1923, 4.12.1923 . Ξένα σχολεία εν Ελλάδι, Παρατηρήσεις εκ των γενικών εκθέσεων των Επιθεωρητών της Δημοτικής Εκπαιδεύσεως, Έγγραφο του Επιθεωρητή των Δημοτικών Σχολείων Ξένα σχολεία εν Ελλάδι .
3. Σ. Ηλιάδου-Τάχου, Τα Βαλκάνια στη δίνη των εθνικιστικών αντιπαραθέσεων. Ο ελληνορουμανικός και ελληνοσερβικός ανταγωνισμός στο βιλαέτι Μοναστηρίου (1870-1912), Θεσσαλονίκη, 2004.
4. Αρχείο Μειονοτικών Σχολείων, φ. 8, 1913.
5. ΑΥΕ, 1923, ΚΤΕ 39/ειδ. φ. Μακεδονία, έγγραφο 8, Έκθεση του Νομαρχούντος Θεσσαλονίκης Ι. Λαζάρου προς ΥΠΕΣ/αρ.πρ.44/7.7.1923, & Αναφορά Α Γραμματικού προς τον Γενικόν Επιθεωρητήν της Ι και Θ Εκπαιδευτικής περιφερείας, σ. 57, έγγραφο 1, ΑΥΕ 1920-1923 στοιχ. Κατ Β/45, Α. Λάμπρου προς τον υποδιοικητή Γουμενίτσης, αρ.πρ. 36256/1.11.1923, έγγραφο 10& ΑΥΕ, έτος 1920-1923, στοιχ. Κατάταξης Β/45, στατιστικοί πίνακες έγγραφα 2, 3, 5, 7. α) Πίναξ εμφαίνων στατιστικάς πληροφορίας περί των εν τη περιφερεία της Δημοτικής εκπαιδεύσεως Θεσσαλονίκης ελληνικών δημοτικών σχολείων ως και των ξενοφώνων και αλλοδαπών τοιούτων-Ξενόφωνα ελληνικά σχολεία , έγγραφα με αρ. 2,3, Α. Λάμπρου προς ΥΠΕΠΘ, αρ.πρ. εμπ. 16598/25.5.1923, εγγρ.6.
6. Σπ. Λουκάτος, «Πολιτειογραφία της Νομαρχιακής περιφερείας της Θεσσαλονίκης κατά την αυγή της δεύτερης δεκαετίας από την απελευθέρωσή της, 1923, Μέρος Α, Υποδιοικήσεις Βεροίας, Θεσσαλονίκης, Κατερίνης», Ελληνική Επιτροπή Σπουδών ΝΑ Ευρώπης. Κέντρο σπουδών ΝΑ Ευρώπης, τ. 21, 1987.
7. A. Berciu-Drăghilescu, & M. Petre, Şcoli şi Biserici Româneşti din Peninsula Balcanică. Documente (1918-1953). Vol. II. Bucuresti 2006, p. 363-365.
8. Αρχείον Γενναδίου Βιβλιοθήκης-Αρχείο Φίλιππου Δραγούμη, φ. 21, έγγρ.20, Φ. Δραγούμης προς ΥΠΕΞ (Α Δ/νσις Πολιτικών Υποθέσεων Τμήμα Βαλκανικής, Εν Θεσσαλονίκη 8.6. 1933, αρ. πρ. 17933. Στατιστικός πίναξ ρουμανικών σχολείων 1932-1933 & Φ.104.2/εγγρ.47 Πίναξ εμφαίνων τα βλαχικά ρουμανικά σχολεία Μακεδονίας και Ηπείρου.
9. Αρχείον Ξένων και Μειονοτικών σχολείων, Φάκελος 95α, Βασίλειον της Ελλάδος, Σχολική Επιθεώρησις ξένων και μειονοτικών σχολείων, Πίναξ αριθμητικώς εμφαίνων τους εγγραφέντας μαθητάς εις τα ρουμανικά και τα κοινοτικά και ιδιωτικά ισραηλιτικά σχολεία κατά το έτος 1939-1940 κατά την τάξιν και το φύλον
10. Ρουμανικά Δημοτικά Θεσσαλονίκης, 1778, φ. 4, Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας – Γενική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, Δελτίον στατιστικής της στοιχειώδους (δημοσίας ή ιδιωτικής) εκπαιδεύσεως κατά το σχολικόν έτος 1939-40.
11. Αθ. Χρυσοχόου. Οι Βλάχοι της Μακεδονίας Θεσσαλίας και Ηπείρου, Θεσσαλονίκη 1942, σ. 14-15, υπ.2.
12. Α. Berciu-Drăghilescu, ό.π. v. I., σ. 612-614.
13. Αρχείον Γενναδίου Βιβλιοθήκης, φ. 104.2/έγγρ.47 .
14. Αρχείον Ξένων & Μειονοτικών Σχολείων, φ. 104, υποφ. 2, έγγρ. 47. Έκθεσις Αθανασίου Παπαευγενίου, Γενικού Επιθεωρητή Ξένων & Μειονοτικών Σχολείων περί των εν περιφερεία της Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας Μειονοτικών Σχολείων
15. Αρχείον Ξένων & Μειονοτικών Σχολείων, Αρχείον βουλγαρικής κατοχής, έγγρ. 343, αρ. πρ. 10/2/2/3α , Θεσσαλονίκη 11 Απριλίου 1944
16. Αρχείον Ξένων & Μειονοτικών Σχολείων, Εμπιστευτική Επιστολή Αθανασίου Παπαευγενίου προς το Γ.Ε.Σ./949/Υ.Π.Σ Αθήνας, αρ. εμπ..πρ. 49/ 28 Ιανουαρίου 1948
17. Ηλιάδου, ό.π., σ. 32-33.
18. Ηλιάδου, ό.π., σ. 32-33.
19. Σ. Ηλιάδου-Τάχου & Δ. Μιχαήλ, «Συγκρότηση ταυτοτήτων την εποχή του εθνικισμού: Η περίπτωση των Βλάχων της Πελαγονίας», Πρακτικά Λ΄ Πανελληνίου Ιστορικού Συνεδρίου της Ελληνικής Ιστορικής Εταιρείας 29-31 Μαῒου 2009, Θεσσαλονίκη 2010, σ. 153-169.
20. Σ.. Ηλιάδου-Τάχου & Δ. Μιχαήλ, ό.π., σ.168
21. http://www.mfa.gr/www.mfa.gr/el-GR/The+Ministry/International+Conventions, Εφημερίς της Κυβερνήσεως αρ. φυλ. 217/28.10.1913 ,
22. http://www.mfa.gr/www.mfa.gr/el-GR/The+Ministry/International+Conventions, Σ. Αντωνόπουλος, Αι συνθήκαι Λονδίνου, Βουκουρεστίου και Αθηνών. Αθήναι 1917
23. Π. Πετρίδης. Ξένη εξάρτηση και εθνική πολιτική 1910-1918. Θεσσαλονίκη 1991. ΚΕΜΟ, Γλωσσική ετερότητα στην Ελλάδα, Αθήνα 2001 .
24. Κ. Σβολόπουλος, Η ελληνική εξωτερική πολιτική (1900-1945), Αθήνα 1994, σ. 96-97.
25. Berciu-Drăghilescu, ό.π. v. I, p. 278, 279.
26. Ε. Αβέρωφ-Τοσίτσας, Η πολιτική πλευρά του κουτσοβλαχικού ζητήματος, Τρίκαλα 1992, σ. 66
27. Γ. Ασπρέας, Πολιτική Ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος, τ. 2ος, Αθήναι 1945, σ. 31. Αλ. Κύρου, Οι Βαλκανικοί γείτονές μας, Αθήνα 1962, σ. 100, Χ.Γ. Νικολάου, Διεθνείς Συνθήκες, Αθήνα 1996, σ. 222-227
28. Π. Αραβαντινός, Μονογραφία περί Βλάχων, Εν Αθήναις 1905, σ. 51-52.
29. Ν. Βλάχος, Η συμμαχική προσέγγισις των τεσσάρων χριστιανικών κρατών της χερσονήσου του Αίμου κατά το έτος 1912. Θεσσαλονίκη 1953. R. Crampton. «The decline of the Concert of Europe in the Balkans 1913-1914», The Slavonic and East European Review. 52 ( 1974), σ. 393-419. H. GardikaKatsiardakis, Greece and the Balkan Imbroglio. Greek Foreign Policy, 1911-1913.Αθήνα 1995.
30. Ε. Γαρδίκα-Κατσιαδάκη, «Ο συσχετισμός των δυνάμεων και η Ελλάδα μπροστά στη Συνθήκη του Βουκουρεστίου», Η συνθήκη του Βουκουρεστίου και η Ελλάδα, Θεσσαλονίκη 1988, σ. 41-54. E.C. Helmreich, The Diplomacy of the Balkan Wars 1912-1913, Cambridge 1938.
31. Ε. Αβέρωφ-Τοσίτσας. Η πολιτική πλευρά του κουτσοβλαχικού ζητήματος, Τρίκαλα 1992, σ. 191
32. Α. Σφήκα-Θεοδοσίου, Η Ιταλία στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι σχέσεις της με τις μεγάλες δυνάμεις και την Ελλάδα. Αθήνα 1999
33. Κ. Τσιούμης. Μειονοτικές ομάδες στην Ελλάδα (1919-1945). Θεσσαλονίκη, 2008 σ. 66, http://www.arnos.gr/dmdocuments/lykeio/lykeioC/istoria/istoriagenpaid/013.Is.G.P.To.synedrio.eirhnhs.twn.parisiwn.pdf, S.D. Spector, Romania at the Paris Peace Conference, Ιάσιο 1995.
34. Συνθήκη ειρήνης μεταξύ των συμμάχων και των συνησπισμένων δυνάμεων και της Τουρκίας, υπογραφείσα εν Σέβραις τη 28 Ιουλίου 10 Αυγούστου 1920, Υπουργείον επί των Εξωτερικών, Αθήναι 1920.
35. Κ. Τσιούμης ό.π., σ. 66.
36. Μ. Σταυρινού, «Ξένη προπαγάνδα στη Θεσσαλονίκη, την παραμονή της συνδιάσκεψης της Λωζάνης», ΙΕ’ Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο της Ελληνικής Ιστορικής Εταιρείας 27-29 Μαΐου 1994, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 315-334.
37. V. Vlasidis, “Consequences of the demographic and social rearrangement to the Vlach speaking element of Greek Macedonia 1923-1926”, Revue des etudes sud-east europeènnes, 3 b (1998), σ. 155-157
38. Λ. Διβάνη, «Οι επιπτώσεις του συστήματος μειονοτικής προστασίας της ΚΤΕ στην Ελλάδα: η οπτική του Υπουργείου Εξωτερικών», Κ. Τσιτσελίκη & Δ. Χριστόπουλου (επιμ). Το μειονοτική φαινόμενο στην Ελλάδα, Αθήνα 1995, σ. 115.
39. Κ. Τσιούμης, Λεπτές ισορροπίες. Μειονοτικά ζητήματα και εκπαίδευση γλωσσικών μειονοτήτων στη μεταπολεμική Ελλάδα. Θεσσαλονίκη 2009, σ. 66.
40. Berciu, ό.π., Vol. II., σ. 411.
41. Berciu, ό..π., σ. 418: Στις 21 Ιανουαρίου 1941 άρθρο της εφημερίδας “Universal” με τίτλο « 190 Βλάχοι συνελήφθησαν στην αρχή του ελληνοϊταλικού πολέμου» μας πληροφορεί για τον αριθμό των συλληφθέντων σε κάθε περιοχή, καθώς και για το γεγονός ότι αυτοί περιορίσθηκαν στο στρατόπεδο της Κορίνθου. Συγκεκριμένα, στη Βέροια οι ελληνικές αρχές συνέλαβαν 53 άτομα, στη Ντόλιανη (Κουμαριά Ημαθίας) 12, στο Περιβόλι 14, στην Αβδέλλα 7, στη Σαμαρίνα 4, στην Τούρια 6. Στα χωριά Νέβεσκα, Κέντροβο, Φιόρου και Τσερνέσι συνελήφθησαν 9 άτομα, ενώ στα χωριά Μπελκαμένη, Περλεπές, Πατιτσίνα, Μογλενά, Χρούπιστα, Κλεισούρα 16 . Τέλος, ο συντάκτης του άρθρου αναφέρει ότι συνελήφθησαν άλλα 8 άτομα από κοινότητες που δεν έχουν έδρα.
42. Ε. Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 97-102.
43. Ι. Κολιόπουλος, Η Μακεδονία στη δίνη του Β΄ παγκοσμίου πολέμου. http://www.imma.edu.gr/imma/history/14.html imma/history/14.html, 2007. Ε. Μπάρκερ, Η Μακεδονία στις διαβαλκανικές σχέσεις και συγκρούσεις, μτφ. Ά. Ι. Κολιοπούλου, Θεσσαλονίκη 1996.
44. Τ. J. Winnfrith, «Vlachs», R. Clogg (ed). Minorities in Greece. Aspects of a plural society, London 2002, σ. 118-119
45. Ι. Κολιόπουλος, ό.π.
46. http://fr.wikipedia.org/wiki, el.wikipedia.org, Principauté du Pinde et Voïvodie de la Macédoine , Λ. Διβάνη, Το θνησιγενές Πριγκιπάτο της Πίνδου. Γιατί δεν ανταποκρίθηκαν οι Κουτσοβλάχοι της Ελλάδος στην Ιταλο-Ρουμανική προπαγάνδα στη Μακεδονία και Θράκη. Κατοχή-Αντίσταση-Απελευθέρωση , Θεσσαλονίκη 1998, σ. 189-210.
47. Ε. Αβέρωφ, ό.π., σ. 109, σ. 124-134, Α. Ανθεμίδης Οι Βλάχοι της Ελλάδος. Η αυτονομιστική κίνηση του πρίγκιπα Διαμάντη: Επεμβάσεις της Ρουμανίας και της Ιταλίας στα χρόνια 1860-1944: Η εθνική αντίσταση των Ελλήνων και οι Ελληνοβλάχοι στα χρόνια 1941-1945 , Θεσσαλονίκη 1998.
48. Ε. Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 158. Κ. Τσιούμης, ό.π., σ. 69.
49. Ε. Αβέρωφ-Τοσίτσας, ό.π., σ. 145-149. Στ. Παπαγιάννης, Τα παιδιά της Λύκαινας (1941-1944), Αθήνα 2004.
50. Ε. Αβέρωφ, ό.π., σ. 159.
51. Τ. J. Winnfrith, ό.π., σ. 119
52. Α. Ανθεμίδης, ό.π., Τ. J. Winnfrith,ό.π., σ. 119
53. Ρ. Βαλερά –Κούναβα. χχ. σ. 368
54. Αρχείο Ξένων & Μειονοτικών σχολείων, Φάκελος 93β.
55. Εμπιστευτική επιστολή Αθανασίου Παπαευγενίου, ό.π.
56. Ως προς τα κατά των δρασάντων ανθελλληνικώς Βλάχων ηρωτήσαμεν και άλλοτε και εγνωματεύσαμεν σχετικώς. Εξακολουθούμεν να έχωμεν την αυτήν γνώμην. Κατά των ουτωσί δρασάντων πρέπει να εφαρμοσθώσιν αυστηρώς οι κείμενοι Νόμοι, αλλά να εφαρμοσθώσι κατά τούτων, ως εγκληματησάντων Ελλήνων πολιτών και ουχί ως ανηκόντων εις Μειονότητα. Το αυτό φρονούμεν, ότι πρέπει να εφαρμοσθεί κατά πάντων των ανθελληνικώς δρασάντων, εις οιανδήποτε και αν ανήκουσι ούτοι Μειονότητα. Σχετική προς την τοιαύτην άποψιν ημών είναι και η υπ’ αρ. Ε.Π. 31/ 17.1.48 αναφορά ημών “Περί χρησιμοποιήσεως των Ρουμανιζόντων Εκπαιδευτικών των υπηρετούντων εις τα τέως Ρουμανικά Σχολεία”.
57. Κ. Τσιούμης, ό.π., σ. 74-75.
58. Λουκάτος, ό.π., σ. 47, υπ. 82, σ. 56.
59. Ν 3578, ΕτΚ φ.11/30.6.1928, σ. 835.
60. Λ. Διβάνη, ό.π., σ. 115
61. ΑΥΕ έτος 1920-1923 1923/Β37 (2). Ξένα σχολεία εν Ελλάδι, Έκθεση Α. Λάμπρου προς ΥΠΕΠΘ 169108/18.5.1923, 1469/10.12.1923
62. ΑΝ 132/1936, αρ.2, κώδιξ θέμιδος 1936, φ.77, σ.610.
63. ΑΝ 248 12/17.101936, κώδιξ θέμιδος 1936, φ. 91, σ. 720
64. ΑΝ 1672 ΕτΚ τ. Α 1939, σ. 841-842
65. Αθ. Παπαευγενίου, Η θέσις και η αποστολή του Έλληνος εκπαιδευτικού εις τα ξένα σχολεία, Διάλεξις, Θεσσαλονίκη, 1959 . Του Ιδίου, Βόρειος Ελλάς. Μειονότητες, Θεσσαλονίκη 1946, Βουλγαρικοί κακουργίαι εν Ανατολική Μακεδονία και, Η ελληνική εκκλησία εν Θράκη. Τούρκοι-Βούλγαροι. Καταστροφαί Ναών και Μονών. Φόνοι εξορίαι και κακοποιήσεις κληρικών 1912-1920 , Τύποις Μ. Τριανταφύλλου, χ.χ. Του Ιδίου Ο πολιτικοκοινωνικός στοχασµός στην κλασσική Ελλάδα, Θεσσαλονίκη, 1978
66. Έκθεση Α. Λάμπρου προς ΥΠΕΠΘ 169108/18.5.1923.
67. ΑΥΕ ό.π.
68. A. Berciu, ό.π.
69. Πηγή: Ρουμ. Δημ. Θεσ/νίκης, 1778, φ. 4, Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας – Γενική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, Δελτίον στατιστικής της στοιχειώδους (δημοσίας ή ιδιωτικής) εκπαιδεύσεως κατά το σχολικόν έτος 1939-40.
70. Αρχείο ξένων & μειονοτικών σχολείων, Αρχείο Βουλγαρικής Κατοχής, Έγγραφο 343, αρ. πρ. 10/2/2/3α , Θεσσαλονίκη 11 Απριλίου 1944.
71. Berciu, ό.π., Vol. I, σ. 578-580.
72. Berciu ό.π., Vol. II, σ. 413, 414.
73. Αρχείο Ξένων και Μειονοτικών σχολείων, Αρχ. Βουλγ. Κατοχ., Έγγραφο 343, αρ. πρ. 10/2/2/3α , Θεσσαλονίκη 11 Απριλίου 1944
74. ΑΥΕ έτος 1920-1923 1923/Β37 , Έκθεση Α. Λάμπρου προς ΥΠΕΠΘ 16910 8/18.5.1923. Παρατηρήσεις εκ των γενικών Εκθέσεων των Επιθεωρητών της Δημοτικής Εκπαιδεύσεως.
75. Berciu, ό.π.., Vol. II, σ.. 474-475.
76. Berciu, ό.π.
77. Berciu, ό.π.
78. Κ. Τσιούμης, ό.π., 1998, τεύχος 27, σ. 5.
79. 3ο Πρωτόκολλο Συνθήκης των Αθηνών1913, ΕτΚ, αρ. φ. 229/14.11.1913, σ. 809-813
80. Ν. 568/1915, Ε τ. Κ Α, 9.1.1915, αρ.φ.1 & 2, εδ. 8
81. Ν. 4862/ ΕτΚ ΚΑ, φ.2/7.1.1931, σ. 3-5
82. ΑΝ 132/1936, αρ.2, κωδ. Θέμιδα, 1936, φ.77, σ. 610.
83. Λουκάτος, ό.π., σ. 61, υπ, 109.
84. Αρχείον Ξένων & Μειονοτικών Σχολείων, Εμπιστευτική Επιστολή Παπαευγενίου προς το Γ.Ε.Σ./949.
85. ό.π.
86. Αρχείο ξένων & μειονοτικών σχολείων, Αρείον Βουλγαρικής Κατοχής, έγγρ. 343, αρ. πρ. 10/2/2/3α, Θεσσαλονίκη 11 Απριλίου 1944.
87. Εμπιστευτική Επιστολή, ό.π
88. Αυτόθι.
89. Αρχείον Ξένων & Μειονοτικών Σχολείων, Έκθεσις Αθ. Παπαευγενίου, Γενικού Επιθεωρητή Ξένων & Μειονοτικών Σχολείων περί των εν περιφερεία της Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας Μειονοτικών Σχολείων.
90. Αρχείο Ξένων και Μειονοτικών Σχολείων, Αρχείον Βουλγαρικής Κατοχής, έγγρ. 343,αρ. πρ. 10/2/2/3α , Θεσσαλονίκη 11 Απριλίου 1944.
91. Ευχαριστούμε τον συνάδελφο Γ, Μπέτσα για τις βιβλιογραφικές υποδείξεις του και για την ευγενή παραχώρηση του προσωπικού του Αρχείου για το κουτσοβλαχικό.
92. Aρχείο Γ. Μπέτσα, Carte de compuneri si Grammatica pentru, clasa V. A. Scoalelor primare in conformitate cu programa analitica din 1925, Bucuresti 1926
93. Aρχείο Γ. Μπέτσα, όπου και η ανατυπωθείσα από το τυπογραφείο Καρανίκα στη Βέροια ρουμανική Γεωγραφία στο πλαίσιο της φοιτητικής εβδομάδος.
94. Αρχείο Ξένων και Μειονοτικών Σχολείων, Εμπιστευτική Επιστολή, ό.π.
95. ΑΥΕ, 1920-1923 1923/Β37, Α. Λάμπρου προς ΥΠΕΠΘ στο Ξένα σχολεία εν Ελλάδι,ό.π.
96. Λουκάτος, ό.π., 1987.
97. ΑΥΕ φάκελος 95α, Βασίλειον της Ελλάδος, Σχολική Επιθεώρησις ξένων και μειονοτικών σχολείων, Πίναξ αριθμητικώς εμφαίνων τους εγγραφέντας μαθητάς εις τα ρουμανικά και τα κοινοτικά και ιδιωτικά ισραηλιτικά σχολεία κατά το έτος 1939-1940 κατά την τάξιν και το φύλον
98. Πηγή: Ρουμ. Δημ. Θεσ/νίκης, 1778, φ. 4, Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας – Γενική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, Δελτίον στατιστικής της στοιχειώδους (δημοσίας ή ιδιωτικής) εκπαιδεύσεως κατά το σχολικόν έτος 1939-40.
99. Berciu, ό.π., Vol. I, σ. 578-580.
100. ΑΥΕ, 1920-1923 1923/Β37, ό.π.
101. Της Θεσσαλονίκης, των Γρεβενών, της Βέροιας, της Ντόλιανης (Κουμαριάς Ημαθίας), των Βοδενών (Έδεσσας), του Γραμματικόβου, της Πατιτσίνας, του Νυμφαίου, της Βλαχο-Κλεισούρας, της Χρούπιστας, των Ιωαννίνων.
102. Πηγή: Ρουμ. Δημ. Θεσ/νίκης, 1778, φ. 4, Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας – Γενική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, Δελτίον στατιστικής της στοιχειώδους (δημοσίας ή ιδιωτικής) εκπαιδεύσεως κατά το σχολικόν έτος 1939-40.
Όνομα |
ΗΜ/Γ |
ΗΜ/Δ |
ΥΠΗΚ |
ΥΠ/Κ |
ΣΠΟΥΔ |
ΓλΩΣΣΕΣ |
Γ. Βόγας |
1883 |
1906 |
ρουμ |
μόνιμος |
Ανωτάτη Ρουμανική Εμπορική |
Γαλλική, τουρκική, ρουμανική, σλαβική, βουλγαρική |
Μπέκα Κόζι |
1896 |
1912 |
ρουμ |
μόνιμος |
Ρουμ. Διδασκαλείο Μοναστηρίου |
|
2 υπηρέτες |
||||||
1 υπηρέτρια |
103. Αρχ. Βουλγ. Κατοχ., έγγραφο 343, Αριθ. Πρωτοκόλλου 10/2/2/3α , Θεσσαλονίκη 11 Απριλίου 1944.
104. Αρχείο ξένων και μειονοτικών σχολείων, Αρχ. Βουλγ. Κατοχ., Έγγραφο 343, Αριθ. Πρωτοκόλλου 10/2/2/3α , Θεσσαλονίκη 11 Απριλίου 1944
ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ |
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ |
Κώνσταν Στέφανος |
Λογιστικά |
Αθανασέσκου Αθανάσιος |
Χημεία |
Μητσιμπούκας Μενέλαος |
Ελληνικά |
Νάτης Δημήτριος |
Διαχείριση σχολείου εκκλησιών |
Τόσκας Αθανάσιος |
Δίκαιο |
Τσουφέτας Αναστάσιος |
Λογιστικά |
Πάσκου Γεώργιος |
Λογιστικά |
Καραγιάννης Δημήτριος |
Μαθηματικά |
Τσέλιος Φερδινάνδος |
Φιλολογία |
Παπαγεωργίου Κλέρια |
Ιστορία-Γεωγραφία |
Ποπέσκου Πέτρος |
Μουσική |
Ζήγκας |
Γερμανικά |
Καρακώστα Αλίκη |
Χειροτεχνία |
Μπιτσέσκου Ουνούριος |
Καλλιγραφία |
Θεοχαριάνα Ιλεάνα |
Χειροτεχνία |
Μπάτσα Τραϊανή |
Ιστορία-Γαλλικά |
Νταγιάννης Κων/νος |
Γαλλικά |
Ντέκου Ιερεμίας |
Θεολογία |
Νικολέσκου Κων/νος |
Γεωλογία |
.
105. Αρχ. Βουλγ. Κατοχ., Έγγραφο 343, Αριθ. Πρωτοκόλλου 10/2/2/3α , Θεσσαλονίκη 11 Απριλίου 1944
106. ΑΡΧΕΙΟ ΞΕΝΩΝ & ΜΕΙΟΝΟΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ, Αρχ. Βουλγ. Κατοχ., Έγγραφο 343, Αριθ. Πρωτοκόλλου 10/2/2/3α , Θεσσαλονίκη 11 Απριλίου 1944.
ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ |
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ |
Τσότεϊ Ιωάννης |
Θεολογία |
Πάπας Απόστολος |
Ελληνικά |
Ζήσιος Χατζημπούρας |
Ελληνικά |
Αράιας Σωτήριος |
Γεωγραφία |
Πάκας Αναστάσιος |
Χημεία |
Πίβολος Αθανάσιος |
Γαλλικά |
Περδίκης Γεώργιος |
Ρουμανική Φιλολογία |
Δημητρέσκου Αλέξ. |
Μουσική |
Μιχαντάσης Βιργίλης |
Γεωγραφία-Φυσική |
Δημητρίου Ασυρέλιος |
Μαθηματικά |
Κιάκου Νικόλαος |
Λατινικά |
Μιχαντάσης Βιργίλης |
Γεωγραφία-Φυσική |
Δημητρίου Ασυρέλιος |
Μαθηματικά |
Κιάκου Νικόλαος |
Λατινικά |
ΔΑΣΚΑΛΟΙ |
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ |
Ζαγκουγιάννης Γεώργιος |
Λατινικά, Φιλολογία |
Σδρούλφας Σπυριδων |
Φυσική – Χημεία |
Λούκας Μιχαήλ |
Ρουμ. Φιλοσοφία |
Μπέλα Μαρία |
Ρουμανικά |
Μαρινέσκου Φίλιππος |
Γεωγραφία – Παγκόσμια Ιστορία |
109. Έκθεσις Αθανασίου Παπαευγενίου, Γενικού Επιθεωρητή Ξένων & Μειονοτικών Σχολείων περί των εν περιφερεία της Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας Μειονοτικών Σχολείων, Αρχείον Ξένων & Μειονοτικών Σχολείων. φάκελος 104, υποφάκελος 2, έγγραφο 47. Σ
110. Berciu-Drăghilescu, A. & Petre, Μ., ό.π., Vol. II., p. 375.
111. Κ. Παπακωνσταντίνου, http://blacksea.ehw.gr/Forms/fLemmaBody.aspx?lemmaid=12399
112. Εμπιστευτική Επιστολή Παπαευγενίου προς το Γ.Ε.Σ./949, ό.π.