Στη Θήβα την Καθαρή Δευτέρα αναβιώνει ένα από τα πιο παλιά έθιμα της πατρίδας μας, ο Βλάχικος γάμος. Είναι ένα παλιό και ζωντανό ελληνικό έθιμο, που διατηρήθηκε στις ορεινές περιοχές της Μακεδονίας, της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Ρούμελης, και μεταφέρθηκε στη Νότιο Ελλάδα, μετά την απελευθέρωση, γύρω στα 1830, από τους ίδιους τους Βλάχους, οι οποίοι, εγκαταλείποντας την άγονη περιοχή τους, κατέβηκαν νοτιότερα.
Την Τσικνοπέμπτη το βράδυ "πιάνονται τα προζύμια", γλεντοκόπι και ξενύχτι για τις χαρούμενες μέρες που θα 'ρθουν.
Την Κυριακή της Τυρινής, οι "Καπεταναίοι" με τον "Πανούση" (υπηρέτη), το φλάμπουρο και τα τοπικά όργανα (νταούλι και πίπιζα), φέρνουν βόλτα στα βλάχικα κονάκια και συναθροίζουν τα παλικάρια του "μπουλουκιού", τους βλάχους Μακεδόνες και Λιάπηδες. Συγκεντρώνονται τα "μπουλούκια" στους κεντρικούς δρόμους και στην πλατεία και χορεύουν.
Το βράδυ της Κυριακής, στο δρόμο του Επαμεινώνδα, γίνονται το "προξενιό" και τα "αρραβωνιάσματα", και ο χορός και το τραγούδι συνεχίζονται μέχρι τα χαράματα της άλλης μέρας.
Το πρωί της Καθαρής Δευτέρας " σκούζει ο σκάρος" (εγερτήριο) και κάθε μπουλούκι χωριστά ανάβει τη φωτιά του όπου και ψήνεται η "προπύρα" (πίτα) της νύφης ενώ τα παλικάρια χορεύουν τον "Πυρρίχιο" χορό.
Το μεσημέρι της ίδιας μέρας τα "μπουλούκια" που στο μεταξύ έχουν συγκεντρωθεί στο εξωκλήσι της Αγίας Τριάδας, ξεκινούν την "πομπή" για το κέντρο της Θήβας όπου και θα γίνει ο γάμος.
Αφήνονται τα "προικιά" της νύφης στην πλατεία , τα "μπουλούκια" αρχίζουν το χορό και αρχίζει το ξύρισμα του γαμπρού.
Ακολουθεί ο "Βλάχικος γάμος" και "ο χορός του πεθαμένου" (προχριστιανικό κατάλοιπο).
Το ξεφάντωμα της χαράς (κέφι - γλέντι - χορός) κρατάει μέχρι τα ξημερώματα της Τρίτης.