Ποιοί είναι και τι επιδιώκουν με την προπαγάνδα τους οι "Αρμάνοι";
Στο Αντάμωμα των Bλαxων της Ελλάδος από τις 7 ως τις 9 Ιουλίου στα Γιάννινα, στο Μέτσοβο και στη Μηλιά, έχει αυτοκληθεί η αυτοαποκαλούμενη «Αρμάνικη Φάρα της Ρουμανίας», η οποία με έντυπό της καλεί τους «Αρμάνους»-μέλη της να εκδράμουν σε πολλά «όμορφα μέρη της Πίνδου» το διάστημα από 4 έως 11 Ιουλίου 2006.
Πριν από έναν μήνα περίπου, στις 23 Μαΐου, «Εθνική Ημέρα των Αρμάνων», δηλαδή των Βλάχων, περίπου δύο χιλιάδες μέλη της «Κοινότητας των Αρουμάνων (Βλάχων) της Ρουμανίας», η οποία ονομάζεται και «Αρμάνικη Φάρα της Ρουμανίας», ζήτησαν εκ νέου την αναγνώρισή τους ως εθνικής μειονότητας.
Η «Αρουμανική Κοινότητα στη Ρουμανία» ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 2004 στη Ρουμανία και είναι οργανωμένη σε ομοσπονδιακή βάση. Σύμφωνα με το Καταστατικό της ονομάζεται και «Αρμάνικη Φάρα στη Ρουμανία». Έχει την έδρα της στο Βουκουρέστι και χρησιμοποιεί στη σφραγίδα της δίγλωσσο ρουμανικό και «αρμάνικο» λογότυπο. Μέλη της είναι Ρουμάνοι πολίτες «αρμάνικnς εθνικής καταγωγής». Μεταξύ των καταστατικών της σκοπών αναφέρονται:
α) η αναγνώριση των «Αρμάνων» ως διακριτής εθνότητας με νεολατινική γλώσσα,
β) η διατήρηση και καλλιέργεια της «αρμάνικης» γλώσσας, των παραδόσεων και της πνευματικής κληρονομιάς των «Αρμάνων» στη Ρουμανία και στις βαλκανικές χώρες όπου αυτοί διαβιούν και ιδιαίτερα στους τόπους της κοιτίδας της καταγωγής τους,
γ) η ίδρυση παραρτημάτων της Κοινότητας σε περιφερειακό, κρατικό και διεθνές επίπεδο και
δ) η δημιουργία ενός αντιπροσωπευτικού οργάνου στο οποίο να μετέχουν τα μέλη του δικτύου των «αρμάνικων» εθνικών οργανώσεων που θα ιδρύσει η Κοινότητα στις βαλκανικές χώρες όπου ζουν «οι Αρμάνοι».
Ο εθνικός μύθος της «Αρμάνικης Φάρας», που έχει την έδρα της στο Βουκουρέστι, συνοψίζεται στο ότι «οι Αρμάvοι είναι οι μόνοι γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων, που δεν ήταν Έλλnνες» και εκφράζεται συμβολικά στη σφραγίδα της που φέρει τον ήλιο της Βεργίνας, το σύμβολο της μακεδονικής δυναστείας, διότι η Μακεδονία και η Βεργίνα είναι ο τόπος καταγωγής του «αρμάνικου έθνους» εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια!!! «Εθνικός ύμνος» του «αρμάνικου έθνους» είναι το ποίημα του ρουμανοδιδασκάλου Κονσταντίν Μπαλαμάτσε, «Ντιμαντάρεα Παριντεάσκα» (Γονική Παραίνεση), γραμμένο το 1888 στα ρουμανικά και διασκευασμένο σήμερα στην «αρμάνικη γλώσσα» για τις ανάγκες του «έθνους».
Στην Ελλάδα εμφανίζονται ως ιδεολογικοί συνοδοιπόροι της «Αρμάνικης Φάρας της Ρουμανίας», για την πραγμάτωση των εθνικών της σκοπών, η «Εταιρεία Αρουμανικού (Bλάχικου) Πολιτισμού» με έδρα την Αθήνα και μεμονωμένοι «Αρμάνοι ακτιβιστές».
Ποιοι είναι στην πραγματικότητα οι εμφανιζόμενοι εθνικά ως «Αρμάνοι» σήμερα; Ποια η σχέση τους με την Ελλάδα κι εμάς τους Έλλnνες Βλάχους;
Στη χώρα που τους υποδέχθηκε ως «Μεγάλη Μάνα» φαίνεται ότι δεν τα βρήκαν και τόσο βολικά ή - καλύτερα - δεν εκπληρώθηκαν οι προσδοκίες οι οποίες τους είχαν καλλιεργηθεί. Η ανάληψη της εξουσίας στη Ρουμανία από τους κομμουνιστές, πολιτικούς αντιπάλους των κατ' εξοχήν με τη ρουμανική Ακροδεξιά συνδεδεμένων αποίκων, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της σχέσης αρκετών από αυτούς με τη «Μεγάλη Μάνα» Ρουμανία. Είτε επιφανή είτε λιγότερο σημαίνοντα, αλλά πάντα δραστήρια μέλη της ρουμανικής φασιστικής «Λεγεώνας του Αρχαγγέλου Μιχαήλ», γνωστής κυρίως ως «Σιδηράς Φρουράς» , οι γόνοι των πατριαρχικά οργανωμένων ρουμανιζόντων Βλάχων αποίκων αναμείχθηκαν έντονα στην πολιτική ζωή τnς «Mητέρας Πατρίδας» Ρουμανίας..
Σήμερα ο ιδεολογικός και πολιτικός πυρήνας της μεταμοντέρνας «αρμάνικης» εθνογένεσης συγκροτείται από το δίκτυο των απογόνων αυτών των αποίκων, συνεπικουρούμενο ιδεολογικά και πολιτικά από γηραιούς ρουμανίζοντες Βλάχους, ακροδεξιούς σιδηροφρουρίτες, που εγκατέλειψαν τη Ρουμανία μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και κατέφυγαν στη Δυτική Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Αναντίρρητα η συντελούμενη «αρμάνικn» εθνογένεση στη Ρουμανία και στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας μπορεί να θεωρηθεί και στο πλαίσιο τnς μεταμοντέρνaς αντίληψης για τον εθνικό αυτοπροσδιορισμό και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Γι' αυτό και εμφανίζεται να έχει τη συνδρομή όλων εκείνων των φορέων που αυτόκλητα υποστηρίζουν τέτοιες κινήσεις.
Η «αρμάνικη» εθνική μυθολογία, όπως συμβαίνει με όλους τους εθνικισμούς, διατυπώνει μια ενιαία θεωρία καταγωγής για να νομιμοποιήσει τους εθνικούς πολιτικούς της στόχους. Το μαρτυρεί σειρά εντύπων και επίσημων διακηρύξεων της «Αρμάνικης Φάρας». Η εμφύσηση «αρμάνικης» εθνικής συνείδησης και η καλλιέργεια ιδιαίτερης «αρμάνικης» εθνικής ταυτότητας στους Βλάχους της Ελλάδας και των άλλων βαλκανικών χωρών είναι ο πρωταρχικός της στόχος.
Σε μια πρώτη αντίδραση όλα αυτά προκαλούν το μειδίαμα. Τα πράγματα είναι όμως πιο σοβαρά καθώς ο «αρμάνικος» εθνικισμός συμβάλλει - και εξυπηρετεί - στην επαύξηση της περιρρέουσας ατμόσφαιρας στα Βαλκάνια, αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι εμφανίζoνται διεθνώς από τους ιδεολογικοπολιτικούς πάτρωνες των «Αρμάνων» οι Bλάχoι της Eλλάδoς ως ένaς απειλούμενος με εξαφάνιση ή πογκρόμ λαός. Περιττό να αναφερθεί τι είδους συνειρμούς φέρνει στα διεθνή φόρα το άκουσμα τέτοιων εκφράσεων.
Είναι φανερό ότι η «αρμάνικn» εθνική προπαγάνδα, όπως και η ρουμανική, της oπoίας συνιστά μετά την κατάρευση
του υπαρκτού σοσιαλισμού απότοκο και παράλλnλο υποπροϊόν, θεωρεί ότι «n ιστορία, n γλωσσολογία κα n ανθρωπολογία είναι θεραπαινίδες των πολιτικών», για να τις εκμεταλλεύεται κατά το δοκούν. Η ανάγνωση, η ερμηνεία και η κατανόησή της δεν είναι δυνατή, ούτε και επιτρεπτή, στο υπεραπλουστευτικό επίπεδο του πλέγματος των αρχαϊκών κοινωνικών δομών ή των διαπροσωπικών σχέσεων και μόνο, όπου έντεχνα θέλει να τις προβάλλει η εθνικιστική «Αρμάνικη Φάρα».
Η αυτοπροσδιοριζόμενη ως εθνικά «αρμάνικη» συλλογικότητα έχει σαφές πολιτικό πρόγραμμα. Αποβλέπει, σύμφωνα με τις διακηρύξεις της, στη διάδοση της εθνικής της ιδέας, στην εφαρμογή του δικού της συστήματος εγγραμματισμού της «βλάχικης γλώσσας» με συνέπεια την εναρμόνιση, ομογενοποίηση και εξαφάνιση των βλάχικων διαλέκτων μια ώρα αρχύτερα, την πολιτιστική και πολιτική ποδηγέτηση των Βλάχων, ως και τη δημιουργία «αυrόνoμων αρμάνικων πολιτιστικών και πολιτικών οντοτήτων σε περιφερειακό επίπεδο».
Η ψύχραιμη αυτή προσέγγιση ίσως θεωρηθεί από κάποιους ως εκδήλωση ή επιχείρηση καλλιέργειας «φοβικών συνδρόμων». Και αυτό διότι αρεσκόμαστε στον τόπο μας συχνά στον μύθο, ο οποίoς είναι θελκτικός και παραμυθητικός καθώς μπορεί να κολακέψει και να νανουρίσει, ενώ η γνώση και η αυτογνωσία είναι συχνά οδυνηρές. Ο ιδιότυπος «αρμάνικος» μειονοτικός εθνικισμός, που κατασκευάζει και μετατρέπει τον μυθολογικό λόγο για το παρελθόν σε πολιτικό εργαλείο και μέσο προπαγάνδας, μπορεί και πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Ο «αρμάνικος» εθνικισμός λειτουργεί αποπροσανατολιστικά καθώς συσκοτίζει τα πράγματα στο επίπεδο του θεωρητικού προσδιορισμού της όποιας βλάχικης παράδοσης και πολιτισμού εν γένει. Η διαστρέβλωση του ιστορικού παρελθόντος αλλά και η παραπληροφόρηση για τα σύγχρονα βλάχικα πράγματα είναι βασικά χαρακτηριστικά του «αρμάνικου» εθνικιστικού λόγου. Σε αυτό το πλαίσιο επιχειρείται, για παράδειγμα, να εμφανιστεί η δράση της ρουμανικής προπαγάνδας και η ύπαρξη των ρουμανικών μειονοτικών ιδρυμά1:ων (1860-1945) ως δράση της «αρμάνικης» εθνικής κίνησης. Επίσης, η μη δεσμευτική Σύσταση (1333/1997) της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά «με τη
γλώσσα και τον πολιτισμό των Αρωμούνων», που υποβλήθηκε από τον αυτόκλητο καταλανό εθνικιστή βουλευτή Ντε Πoυΐγκ, προβάλλεται τεχνηέντως ως αναγνώριση της «αρμάνικης εθνότητας», πράγμα που δεν ισχύει.
Η αυτόκλητη επίσκεψη των «Αρμάνων» στο Αντάμωμα των Βλάχων εντάσσεται στις δράσεις της αυτοαποκαλούμενης «Αρμάνικης Φάρας της Ρουμανίας» στην προσπάθειά της να σφυρηλατήσει τouς «εθνικούς της δεσμούς» με τους απανταχού Βλάχους, στο πλαίσιο του αγώνα «για rnv αναyvώρισn των εθνικών μειονοτικών τoυς δικαιωμάτων». Το ίδιο καθεστώς διεκδικεί η «Αρμάνικη Φάρα» τόσο για την ίδια στη Ρουμανία όσο και για τους διάφορους και διαφορετικούς μεταξύ τους βλάχικους πληθυσμούς στα Βαλκάνια, δίχως βέβαια να της έχει ζητηθεί ποτέ κα/ι τέτοιο και
από κανέναν. Σε ό,τι αφορά την Πανελλήνια Ομοσπονδία Πολιτιστικών Συλλόγων Βλάχων Ελλάδας και τους άλλους βλάχικους φορείς ή βλάχικης καταγωγής πολιτικούς παράγοντες, οι δηλώσεις για την αυτονόητη ελληνικότητα των Βλάχων τnς Eλλάδος δεν αρκούν. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι «n καταγωγή δεν προκαθόρισε τnv ιστορική εξέλιξη των Βλάχων, αλλά αντίστροφα, n πορεία αυτής τnς εξέλιξης γέννησε τον αντίστοιχο προβλnματισμό και για την όποια καταγωγή τους». Θα πρέπει να ξεκαθαριστεί το πλαίσιο των υπαρκτών ή ανύπαρκτων σχέσεων με τις φερόμενες γενικά ως βλάχικες και τις εθνικά «αρμάνικες» οργανώσεις του εξωτερικού. Διότι ό,τι σήμερα φέρεται ως βλάχικο εκτός των ορίων της ελληνικής επικράτειας, το ίδιο δεν προσλαμβάνει τον εαυτό του πάντοτε και ως ελληνικό. Το γεγονός αυτό πιστοποιεί η ύπαρξη και η δράση των ποικιλώνυμων «αρμάνικων» εθνικών οργανώσεων στις γειτονικές χώρες. Για οποιονδήποτε λόγο, που δεν μπορεί να αναλυθεί εδώ διεξοδικά, τα μέλη της «Αρμάνικης Φάρας» αντιλαμβάνονται το παρελθόν τους διαφορετικά και αυτοπροσδιορίζονται αντίστοιχα. Με την ουσιαστική διαφορά ότι δεν αρκούνται μόνο σε αυτό. Η«Αρμάνικη Φάρα» υποστηρίζει σαφείς εθνικούς πολιτικούς στόχους και χρησιμοποιεί όλα τα δυνατά μέσα για να τεκμηριώσει στο παρελθόν το ιστορικά ανυπόστατο, πρόσφατα επινοημένο εθνικό «αρμάνικο» αίσθημα. Καθώς κάτι τέτοιο δεν μπορεί να σταθεί στην Ελλάδα ,καλλιεργείται τo ιδεολόγημα ενός «αδικημένου», επαρχιώτικου «αρμάνικου» / βλάχικου «Εμείς», που το επιβουλεύονται όλοι και πρωτίστως εμείς οι Έλληνες Βλάχοι. Για την ειλικρίνεια των ανειλικρινών της προθέσεων η «Αρμάνικη Φάρα» προβάλλει ιδιαίτερα την όποια θεωρούμενη κοινή τοπική καταγωγή από τις μητροπολιτικές εστίες των Βλάχων στην Ελλάδα. Μέσω του «παραρτήματος» τnς στην Αθήνα και των «Αρμάνων ακτιβιστών» παρεμβαίνει με διεκδικητικό λόγο για τα πολιτιστικά πράγματα των Βλάχων της Eλλάδος. Γι' αυτό και φροντίζει αυτόκλητα να κάνει αισθητή την παρουσία της στην όποια συλλογική εκδήλωση των βλάχικων πολιτιστικών φορέων.
Ευτυχώς που στην εποχή μας οι δυνατότητες επικοινωνίας είναι
πολλές και διαφoρετικές. Το γεγονός αυτό καθαυτό, ότι στο Αντάμωμα των Βλάχων θα επισκεφθούν τα μέρη της Πίνδου και οι άλλοι, οι διαφορετικοί, δεν πρέπει να ενοχλεί. Κάθε άλλο. Και αυτό όχι μόνο επειδή η φιλοξενία είναι ελληνική παράδοση. Η επαφή με την πραγματικότητά μας θα θέλαμε να ελπίζουμε ότι θα τους βοηθήσει να αντιληφθούν πόσο διαφορετικός είναι ο αληθινός βλάχικος κόσμος από αυτόν που παρουσιάζεται στα έντυπα της «αρμάνικης» εθνικής προπαγάνδας. Είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να δουν και να αντιληφθούν την πραγματική διαφορά ανάμεσα σε μας τους Έλλnνες Βλάχους και στους εθνικά «Αρμάνους». Κατά πόσο όμως οι συμπεριφορές και οι πολιτικές επιδιώξεις της «Αρμάνικης Φάρας» και του ελλαδικού της «παραρτήματος» επιτρέπουν κάτι τέτοιο και είναι ικανές να συμβάλουν στη διαμόρφωση και διασφάλιση ενός αμοιβαίου σεβασμού;
Κάτι τέτοιο θα παραμείνει για πολύ καιρό ακόμη ζητούμενο, καθώς δεν μοιάζει να ανήκει στις άμεσες προθέσεις της. Οι τελευταίες τους διακηρύξεις, οι οβιδιακές μεταμορφώσεις του ιδεολογήματός τους, σε συνάρτηση με τις συμπεριφορές και προτεραιότητες των πολιτικών και ιδεολογικών τους πατρώνων, προσιδιάζουν στoυς εθνικά «Aρμάνoυς», με τον χαρακτηρισμό του χαμαιλέοντος των Βαλκανίων.
Την άποψη αυτή ενισχύει το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των αρουμάνικων φορέων στη Ρουμανία δεν συμμερίζεται την πολιτική της «Αρμάνικης Φάρας» και τα μέλη τους αλλάζουν μετερίζι με μεγάλη ευκολία. Ο πρόεδρος της Αρμάνικης Αδελφότητας της Δoβρoυτσάς «Ο βοσκός της Πίνδου», με έδρα την Κονστάντσα, δήλωνε σχετικά
«Στn Ρουμανία, οι Αρμάνοι δεν είναι μειονοτικοί, ήταν, είναι και θα είναι Ρουμάνοι.. Πρόκειται, για την ακρίβεια, για Poυμάνους καταγόμενους από τα Βαλκάνια ... Η ονομασiα της "Aρμάνικης Φάρας" είναι στην πραγματικότητα το περιτύλιγμα μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης που κατάφερε έτσι να αποσπάσει σεβαστή οικονομική επιχορήγnσn».
Tις τελευταίες απόψεις συμμερίζεται και η πολιτική τάξη της Ρουμανίας, η οποία θεωρεί ότι «το ενδιαφέρον της χώρας για τις κοινότnτες των Ρουμάνων / Βλάχων / Αρμάνων στις γειτονικές Χώρες και στα Βαλκάνια προήλθε από rnv αποφασιστική συγγένεια και τους πολιτιστικούς, γλωσσικούς και θρησκευτικούς δεσμούς με αυτές. Γι' αυτό και το υπουργείο Εξωτερικών συντρέχει τις προσπάθειες των Κοινοτι1των των Ρουμάνων / Βλάχων / Αρμάνων στις γειτονικές χώρες και στα Βαλκάνια για τη διατήρnσn της εθνικής, γλωσσικής, πολιτισπκής και θρησκευτικής τους ταυτότητας υποστηρίζοντας την πραγματοποίηση προγραμμάτων που αφορούν: τη ρουμάνικη γλώσσα, τα ρουμανικά σχολεία, τα μέσα μαζικής ενnμέρωσnς και την τέλεση των ιερών ακολουθιών στη μητρική γλώσσα, τη διατήρnσn και εμπλουτισμό της ρουμανικής πολιτιστικής κληρονομιάς.».
Αντιλαμβάνεται ο καθένας μας ότι όλα αυτά δεν έχουν καμία σχέση με τη δική μας πραγματικότητα, αυτή των Βλάχων Ελλάδας. Για μας, που μεγαλώσαμε τα παιδιά μας και μεγαλώνουμε τα εγγόνια μας στις προγονικές εστίες των Βλάχων, προτεραιότητα έχει η αγωνία του υλοτόμου, του κτηνοτρόφου, του τυροκόμου, της υφάντρας, που κρατούν ζωντανούς τους τόπους μας και μαζί και τις τοπικές μας παραδόσεις.
Η συζήτηση για τους τρόπους ανάδειξης της πλούσιας πολιτιστικής μας κληρονομιάς δεν επιτρέπεται να γίνει αντικείμενο της όποιας εθνικιστικής πολιτικής της «Αρμάνικης Φάρας» και της οικονομικής εκμετάλλευσης από τους δήθεν ενδιαφερόμενους και συνδεδεμένους με αυτή ελλαδικούς, εθνικά «αρμάνικους» και μη, παράγοντες.
Σε ό,τι αφορά το ετήσιο Αντάμωμα των Βλάχων, κορυφαία πολιτιστική διοργάνωση τnς Ομοσπονδίας των Πολιτιστικών Συλλόγων των Βλάχων της Ελλάδας, είναι καιρός να αναζητηθούν και άλλες μορφές πραγματοποίησής του. Θεωρούμε ότι κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο για περισσότερους λόγους. Πρώτον, για να διασφαλιστεί και να αναδειχθεί ο πολιτιστικός του χαρακτήρας. Δεύτερον, γιατί είναι ανεπίτρεπτη για την εποχή μας η συντελούμενη επιφανειακή προσέγγιση του βλάχικου πολιτιστικού ζητήματος, που συντηρείται και τροφοδοτεί τη μικροπολιτική εκμετάλλευση του από τους Βλάχους και μη πολιτικούς παράγοντες, σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο, ακόμη και για φθηνούς ψηφοθηρικούς λόγους.
Ι. Αβέρωφ
τ. δήμαρχος Μετσόβου
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στις 8/7/06
στην εφημερίδα "Το Βήμα" σελ.7-8