«Η πολιτεία ή το χωριό που μας γέννησε, είναι η μικρή μας πατρίδα είτε σε νησί βρίσκεται, είτε σε κάμπο, σε μεσόγειο ή σε παραθαλάσσιο»
Έτσι χαρακτήριζε ο Ίων Δραγούμης, ο μεγάλος πολιτικός στοχαστής του νεώτερου ελληνισμού, τους ιδιαίτερους τόπους καταγωγής μας, σε μία δημοσίευση-μανιφέστο που κυκλοφόρησε στην Κωνσταντινούπολη στις 11 Μαΐου 1908 τιτλοφορούμενη «Η μικρή πατρίδα» .
Η μικρή πατρίδα ή ο ιδιαίτερος τόπος καταγωγής είναι αυτός που μας ακολουθεί όλους εμάς που ζούμε στα σύγχρονα αστικά και ημιαστικά κέντρα. Η μικρή πατρίδα είναι αυτή που μας δίνει ταυτότητα στην μεγάλη πόλη. Δεν υπάρχει Αθηναίος, Θεσσαλονικιός ή Τρικαλινός που να μην φέρει μαζί του μια μικρή πατρίδα για την οποία θέλει να περηφανεύεται και η οποία πολλές φορές αποτελεί σημείο αναφοράς για να ξεκινήσει μια συζήτηση κοινωνικού ακόμη και οικονομικού περιεχομένου με τον συνάνθρωπο της πόλης. Γιατί όπως πάλι αναφέρει ο μεγάλος πολιτικός στοχαστής « στην πολιτεία νοιώθουμε σαν το ξεριζωμένο πλατάνι της ρεματιάς, που αποζητάει το χώμα και τις πέτρες που το γέννησαν».
Είναι γεγονός ότι από τα αρχαία ακόμη χρόνια έως και τα νεώτερα, ο ελληνισμός οργανώθηκε και συμπορεύθηκε γύρω από την έννοια της ιδιαίτερης – μικρής πατρίδας αυτό που οι ιστορικοί, κοινωνιολόγοι και λοιποί επιστήμονες ονόμασαν κοινοτισμός. Η αρχή του κοινοτισμού ήταν αυτή που μεταξύ άλλων συντήρησε την ιδιαίτερη ταυτότητά μας και στα χρόνια της τουρκοκρατίας όταν ασφαλώς δεν υφίστατο ελληνικό κράτος με την έννοια που σήμερα γνωρίζουμε. Η κοινότητα ήταν αυτή που ίδρυε και συντηρούσε και στα ορεινά χωριά μας τον δάσκαλο, το σχολείο, την εκκλησία, τους δρόμους και τα γεφύρια, ακόμη και υποδομές πρόνοιας όπως γηροκομεία και φαρμακεία. Πολλά τα παραδείγματα στα ορεινά μας μέρη από τη Μοσχόπολη, και το Μέτσοβο έως και τούτο εδώ τον τόπο την Τζούρτζια του Ασπροποτάμου. Μετά ήρθε το σύγχρονο ελληνικό κράτος το οποίο ιδιαίτερα οι ελληνόβλαχοι προγονοί μας προίκισαν, ως τη μεγάλη πλέον πατρίδα, με στάδια, ακαδημίες, πανεπιστήμια, αστεροσκοπεία πιστοί στην παράδοση του κοινοτισμού σε κάθε επίπεδο. Την ίδια περίοδο ο εκτός Ελλάδος κοινοτισμός συνεχίζει να συντηρεί την τοπική και εθνική ταυτότητα μέσα από τις διάφορες ανά τον κόσμο παροικίες συντηρώντας και ευεργετώντας τις ιδιαίτερες μικρές πατρίδες.
Μεταπολεμικά, εντός Ελλάδος, οι αλλαγές που επήλθαν σε επίπεδο οικονομίας και κοινωνίας οδήγησαν στο γνωστό μεγάλο κύμα αστυφιλίας και την ταυτόχρονη ενδυνάμωση των αστικών κέντρων, τάση που συνεχίζεται ακόμη και έως τις μέρες μας. Την περίοδο αυτή ο κοινοτισμός σαν έννοια συντηρήθηκε σε μεγάλο βαθμό μέσω της Κοινότητας, της πρωτοβάθμιας δηλαδή δομής τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και μέσω των διαφόρων εθνοτοπικών συλλόγων ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αναφερθεί, ότι προϋπήρχε ακόμη και από τα τέλη του 19 ου αιώνα αριθμός συλλόγων σε αστικά κέντρα που μέριμνά τους αποτελούσε η τοπική κοινότητα. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα, ήδη από το 1893, της «Φιλεκπαιδευτικής Αδελφότητας Τζούρτζιας της Αθαμανίας», τα 130 χρόνια της οποίας γιορτάζουμε φέτος.
Την ίδια μεταπολεμική περίοδο και για αρκετές δεκαετίες έχουμε διακριτές κοινότητες σε επίπεδο δομής πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης και οι οποίες πανελλαδικά ανέρχονταν στις 5382, με αντίστοιχα 441 δήμους. Το 1997 μέσω της λεγόμενης διοικητικής μεταρρύθμισης του σχεδίου «Καποδίστρια» πραγματοποιούνται εκτεταμένες συνενώσεις κοινοτήτων με συνέπεια αυτές πανελλαδικά να συρρικνωθούν στις 124. Ταυτόχρονα έχουμε την αντίστοιχη μεγέθυνση του αριθμού των Δήμων να ανέρχονται στους 910. Της συνένωσης εξαιρέθηκαν οι λεγόμενες ορεινές–χειμάζουσες κοινότητες στη πλειοψηφία τους των οποίων ανήκαν και τα δικά μας βλαχοχώρια. Ειδικότερα από τις 124 συνολικά ορεινές κοινότητες οι 16 ορεινές βλαχόφωνες αφορούσαν, εννέα Κοινότητες του Νομού Ιωαννίνων (Κοινότητες Ματσουκίου, Αετομηλίτσας, Φούρκας, Δίστρατου, Βοβούσας, Μηλέας, Καλαρυτών, Συρράκου, και Βαθυπέδου), μιας του Νομού Τρικάλων (τη Διευρυμένη Κοινότητα Ασπροποτάμου να την συνθέτουν η Αγία Παρασκευή, Χαλίκι, Κρανιά, Πολυθέα, Κατάφυτο, Μηλιά, Στεφάνι, Γαρδίκι, Αθαμανία και Καλιρρόη), μιας του Νομού Φλώρινας (Κοινότητα Νυμφαίου), μιας του Νομού Καστοριάς (Κοινότητα Γράμμου), τρείς του Νομού Γρεβενών (Κοινότητες Αβδέλας, Περιβολίου και Σαμαρίνας) και μιας του Νομού Κιλκίς (Κοινότητα Λιβαδίων).
Είναι η περίοδος κατά την οποία οι Κοινότητες, ιδιαίτερα οι ορεινές όπως οι δικές μας, έχοντας διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια με τη χρηματοδότηση από ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους, όπως μεταξύ άλλων το Ολοκληρωμένο Πρόγραμμα Ανάπτυξης Αγροτικού Χώρου (ΟΠΑΑΧ), διεκδίκησαν και απέκτησαν σημαντικές υποδομές και ανωδομές για τα χωριά μας.
Στην συνέχεια, το 2010, υλοποιείται μέσω του επονομαζόμενου «Σχεδίου Καλλικράτη» η κατάργηση, πανελλαδικά, όλων των Κοινοτήτων και η δημιουργία του νέου αυτοδιοικητικού χάρτη με 325 Δήμους. Διακηρυγμένα κριτήρια οι νέοι «ισχυροί Δήμοι» να οδηγούν σε ισχυρότερη και αποτελεσματικότερη τοπική αυτοδιοίκηση. Η εμπειρία μετά από 13 χρόνια, σε ότι αφορά τουλάχιστον τις ορεινές και απομακρυσμένες κοινότητες, δεν επιβεβαιώνουν τις προσδοκίες αυτές, ενδεχομένως με κάποιες κατά τόπους εξαιρέσεις. Διότι των συνενώσεων υπαγορεύθηκε μια ποσοτικού τύπου προσέγγιση, προσέγγιση που υπαγέρευε ότι έργα και δράσεις γίνονται εκεί που εξυπηρετείται μεγάλος αριθμός πολιτών, χωρίς όμως να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη γεωγραφικά, περιβαλλοντικά ακόμη και αναπτυξιακά κριτήρια. Αυτό το πρόβλημα καθίσταται ιδιαίτερα έντονο με τεράστιους γεωγραφικά Δήμους που καλούνται να εξυπηρετήσουν μεγάλες ευρύτερα περιοχές με ιδιαίτερη γεωμορφολογία όπως οι ορεινές και απομακρυσμένες περιοχές.
Σήμερα λοιπόν με την κατάργηση των Κοινοτήτων, καλείται, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, ο άλλος πυλώνας του σύγχρονου κοινοτισμού οι εθνοτοπικοί σύλλογοι, ιδιαίτερα αυτοί των αστικών κέντρων, να παίξουν εκτός του πολιτιστικού τους ρόλου και ρόλο αναπτυξιακό. Καλούνται όπως παλιά να συντηρήσουν καλντερίμια, να δώσουν νέες ουσιαστικές χρήσεις σε παλιές καταρρέουσες υποδομές όπως εγκαταλελειμμένα σχολεία ή κοινοτικές υποδομές, και να διεκδικήσει αυτά που θα μπορούσε να διεκδικήσει η πρώην Κοινότητα. Ακόμη καλούνται να εμψυχώσουν τη νέα επιχειρηματικότητα για την τοπική κοινότητα. Η αποστολή των πολιτιστικών συλλόγων δεν εξαντλείται πλέον στις ετήσιες θερινές πολιτιστικού περιεχομένου (σημαντικότατες κατά τα άλλα εκδηλώσεις). Πέραν των άλλων, θα πρέπει διαρκώς να κινητοποιεί τα μέλη της σε πρωτοβουλίες και δράσεις στο χωριό, την μικρή πατρίδα, καθ' όλο το χρόνο.
Επιπλέον, ιδιαίτερα για τα ορεινά μας χωριά, με βάση τις σύγχρονες κλιματικές και τεχνολογικές εξελίξεις θεωρώ ότι υφίστανται ευκαιρίες μελλοντικής αναγέννησής τους. Ειδικότερα:
Α. Τα βλαχοχώρια μας στην πλειοψηφία τους βρίσκονται μέσα, η γειτνιάζουν με απαράμιλλο φυσικό περιβάλλον (Εθνικός Δρυμός Βόρειας Πίνδου, περιοχές Natura 2000). Η ανάπτυξη του εναλλακτικού τουρισμού με τις συναφείς δραστηριότητές του δημιουργεί τοπική επιχειρηματικότητα, θέσεις εργασίας και εισόδημα που αποτελεί καθοριστικό παράγοντα βιωσιμότητας της κοινότητας. Βασική προϋπόθεση αποτελεί η θεσμοθέτηση και εφαρμογή αυστηρών διαχειριστικών σχεδίων που να διασφαλίζουν την αειφορία στις περιοχές.
Β. Σε συνέχεια των παραπάνω ο αγροδιατροφικός τομέας με τη σπουδαιότητα που ολοένα και περισσότερο επηρεάζει τη σύγχρονη καταναλωτική συμπεριφορά, αποτελεί ισχυρό πλεονέκτημα για τις κοινότητές μας ιδιαίτερα στον τομέα των γαλακτοκομικών, έναν τομέα που διαχρονικά οι ελληνόβλαχοι γνωρίζουν καλύτερα από όλους και το αποδεικνύουν επιχειρηματικά κατά τόπους έως σήμερα. Βασική προϋπόθεση αποτελεί στρατηγικά η στήριξη της μετακινούμενης-ορεινής κτηνοτροφίας μέσω της αυστηρής θεσμικής προστασία της.
Γ. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας και οι διάφορες εναλλακτικές μορφές εργασιακής απασχόλησης όπως για παράδειγμα οι ψηφιακοί νομάδες, αποτελούν ανάλογη ευκαιρία για τα χωριά μας δεδομένου ότι παρέχουν όλες της προϋποθέσεις στο μέγιστο βαθμό. Βασική προϋπόθεση αποτελεί η προσβασιμότητα καθόλη τη διάρκεια του χρόνου, ιδιαίτερα κατά τη χειμερινή περίοδο, αλλά και η διαρκής αναβάθμιση των ψηφιακών δικτύων της περιοχής.
Δ. Η κλιματική αλλαγή όσο και αν σήμερα δεν λαμβάνεται σοβαρά υπόψη από τις σημερινές γενιές είναι αυτή που ενδεχομένως χωρικά θα αλλάξει στο μέλλον τον τρόπο διαβίωσης του ανθρώπου. Η αύξηση της θερμοκρασίας, ιδιαίτερα επιβαρυντική για τα μεγάλα αστικά κέντρα, αναμένεται να αλλάξει τόσο τον τρόπο όσο και τον τόπο εργασίας στο μέλλον. Σε συνέργεια με την τεχνολογία αλλά και τη δημιουργία προσβάσιμων οδικών δικτύων είναι αναμενόμενο να έχει θετικές επιπτώσεις στο μέλλον.
Ε. Η αλλαγή του αυτοδιοικητικού χάρτη προς μια περισσότερο ποιοτική και λιγότερο ποσοτική φιλοσοφία θα πρέπει να ανασυστήσει διοικητικά την ορεινή κοινότητα στη βάση των νέων προοπτικών που διανοίγονται.
«Πρέπει, στην Ελλάδα να αφήσουν ελεύθερα ξανά τις κοινότητες να φυτρώσουν. Με την τ ο π ι κ ή α υ τ ο δ ι ο ί κ η σ η ― όπου καθένας θα κυβερνά το χωριό του, και στο κράτος μονάχα θα πληρώνει τους φόρους, θα δίνει ό,τι μπορεί για τα μεγάλα εθνικά έργα, και θα κάνει το στρατιωτικό του ― το κράτος θα έχει καιρό να σκεφτεί και να φροντίσει για τα γενικότερα συμφέροντα του έθνους. Και έτσι, επειδή περισσότεροι θα κυβερνούν τα χωριά τους, λιγότεροι θα καταπιάνονται να κυβερνήσουν το κράτος, και ίσως οι καλλίτεροι». Πόσο επίκαιρος και σύγχρονος ο μεγάλος πολιτικός στοχαστής έναν αιώνα μετά και περισσότερο.
Φώτης Κιλιπίρης
Ομιλία του Φώτη Κιλιπίρη σε εκδήλωση στην Αγία Παρασκευή (Τζούρτζια Ασπροποτάμου) στις 4/8/2023 για τα 130 χρόνια (1893-2023) της Φιλεκπαιδευτικής Αδελφότητας Τζούρτζιας της Αθαμανίας
Ο Φώτης Κιλιπίρης είναι καθηγητής στο Τμήμα Διοίκησης Οργανισμών Μάρκετινγκ & Τουρισμού στο Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος και πρόεδρος του Λαογραφικού και Εθνολογικού Μουσείου Μακεδονίας-Θράκης. Υπήρξε πρόεδρος της «καποδιστριακής» Κοινότητας Λιβαδίων του Νομού Κιλκίς (1999-2010) και πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Πολιτιστικών Συλλόγων Βλάχων (1994-1999).