Οι πληροφορίες για τα τοπωνύμια του Σελίου αντλήθηκαν από ντόπιους πληροφοριοδότες και κυρίως από το ανάτυπο του ΙΓ΄ τόμου των Μακεδονικών της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών με τίτλο Τοπωνύμια Σελίου Βέροιας του Νίκου Παπαδόπουλου (Θεσσαλονίκη 1973).
Έχουν μάλιστα ιδιαίτερη ιστορική αξία γιατί η μελέτη του εν λόγω ερευνητή έγινε πριν 41 χρόνια και η περιγραφή των τοπωνυμίων αποτυπώνεται ακριβώς όπως ήταν εκείνη την εποχή (1973).
Είναι προφανές ότι σήμερα υπάρχουν κάποιες φυσιολογικές αλλαγές, όσον αφορά σε κάποιες τοποθεσίες που έχουν σχέση με τη χρηστικότητά τους, την έλλειψη νερού (σε βρύσες) κλπ, λόγω του μεγάλου χρόνου που πέρασε. Ο ομότιμος καθηγητής γλωσσολογίας του ΑΠΘ και ξηρολιβαδιώτης κ. Αντώνης Μπουσμπούκης μας βοήθησε στην ετυμολογική ανάλυση αρκετών τοπωνυμίων, ιδιαίτερα στα βλάχικα. Γίνεται μια σύντομη περιγραφή των τοπωνυμίων και η παράθεσή τους δίνεται χοντρικά σύμφωνα με τις εξής περιοχές: Μαρούσια, Μεγάλος Μεράς, Μικρός Μεράς και Σέλι με τις παρυφές του, Κορέα, Πριόνια και Σκοτίνα.
Σχετικά με την προφορά των βλάχικων προτιμούμε το ελληνικό αλφάβητο για προφανείς λόγους. Ωστόσο, χοντρικά για τα κλειστά και ημίκλειστα άφωνα φωνήεντα χρησιμοποιούμε την τελεία (.) και για το παχύ σίγμα το (σσ). Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και άλλες φωνητικές αποδόσεις, που μπορούν να αντιστοιχηθούν και με άλλα γραφήματα. Αυτή είναι δουλειά ειδικών γλωσσολόγων.
Α. Μαρούσσα (και όσα βρίσκονται εκεί)
- Στον Αγναντέ: Πρόκειται για θέση που καταλήγει σε γκρεμό 200 μ. Βρίσκεται ανατολικά του χωριού γύρω στα 3.500 μέτρα, αμέσως μετά το τοπωνύμιο ‘Κουπάνι’. Από εδώ μπορεί κανείς να αγναντέψει κάτω στον κάμπο.
- Στο Βαρκό: (αρσενικό βάλτος, τέλμα): Ένα μέρος σχεδόν επίπεδο με λίγη χλόη και βούρλα. Αναβλύζουν νερά σε μικρή ποσότητα και μεταβάλλουν τον τόπο σε βάλτο. Βρίσκεται πριν από το ‘Ντέμο’, νότια του χωριού στα 700 μέτρα περίπου. Η αρκετά γνωστή λέξη ‘βαρκό’ δηλώνει το έλος (‘βαρικός’-‘βαρικό’ σημαίνει χώμα-βαρύ λόγω υγρασίας).
- Στη Βρύση Γυφτογιάννη: Η βρύση οφείλει το όνομά της στον ιδρυτή της. Παλαιότερα ήταν απλά πηγή. Σήμερα υπάρχει βρύση με ποτίστρες. Βρίσκεται μετά το ‘Ζωγράφο’ και πριν από τη ‘Ντουκάτα’, αριστερά, γύρω στα 800 μέτρα από τον ‘Ντέμο’.
- Λα Μπουρντένι: Μεγάλη έκταση με οξιές ανατολικά του χωριού σε απόσταση ενός χιλιομέτρου, δεξιά από το δρόμο για την Βέροια. Βλάχικη ονομασία (φυτωνύμιο). Η ονομασία οφείλεται στο φυτό ‘μπουρντένι’ «ασφόδελος-οι». Για περισσότερες πληροφορίες βλ. ‘Εθνογλωσσικά Ανάλεκτα’, Α. Μπουσμπούκη σ. 296-98.
- Στη Ντουκάτα: Είναι στα 200 μέτρα κάτω από την ‘Καταφλιόρα’. Μεγάλο ξέφωτο γύρω στα 5 στρέμματα. Υπάρχει πηγή με νερό που αναβλύζει και τεράστιες οξιές την στεφανώνουν. Εκεί οι Σελιώτες συνήθιζαν της Παναγίας (15Αυγουστο) να κάνουν εκδρομές και να ψήνουν. Το έθιμο σήμερα ατόνησε. Βλάχικη ονομασία από το «ντουκ.» «μετάβαση/πηγαιμός». Ίσως είναι συντετμημένος/απλοποιημένος τύπος της λέξης ντουκ.τούρ.>ντουκάτ. «πηγαιμός», καθώς εκεί πήγαιναν τον 15Αύγουστο.
- Λα Φ.ντ΄.ν. αλ Φούρλουρου (πηγή των κλεφτών): Πηγή μέσα σε οξιές στα ΝΑ του χωριού γύρω στα 700 μέτρα κοντά στο ‘Ντέμο’ και μέσα στο ‘Βαρκό’. Η λέξη ‘φούρ.’ Προέρχεται από του λατιν. fur < αρχ. ελλην. φωρ - φωρός «κλέφτης».
- Λα Γκούβ. αλ Μιχάλη (τρύπα του Μιχάλη): Είναι μια τρύπα σε απότομη βραχώδη πλαγιά με οξιές. Έχει ένα άνοιγμα με διάμετρο περίπου 5 μέτρων. Βρίσκεται νότια της ‘Ντουκάτας’. Το βάθος της είναι απροσδιόριστο. Μάλλον πρόκειται περί σπηλαίου ανεξερεύνητου. Βλάχικη ονομασία με κύριο όνομα. Λένε ότι κάποιος τσοπάνος, ονόματι Μιχάλης, έπεσε εκεί με τα πρόβατά του.
- Στο Ζωγράφο: Ομώνυμη βρύση παλιότερα. Σήμερα αναβλύζουν νερά. Βρίσκεται ΝΑ του ‘Ντέμου’ στα 300 μέτρα περίπου. Η ονομασία από τον ιδρυτή της παλιάς βρύσης (πιθανόν να ήταν ο Τούσσας Καμπανάρης ο ζωγράφος).
- Λα Ικοάν. (εικόνα): Τοποθεσία 2.000 μέτρα περίπου ΝΑ της θέσης ‘Παπασταύρη’. Βρίσκεται αριστερά του δρόμου για τη Βέροια κοντά στη διασταύρωση για την ‘Μαρούσια’. Η ονομασία προέρχεται από παλιό εικόνισμα σε παρεκκλησάκι, από τα συνηθισμένα που βρίσκονται στους δρόμους. Είναι προφανές ότι η ονομασία είναι ελληνική με βλάχικη απόδοση και προφορά.
- Λα Καταφλιόρ.: Τοποθεσία με βράχια και οξιές. Υπάρχει πρόχειρη βρύση με τσιμεντένιο σωλήνα και άφθονο νερό. Βρίσκεται στα νότια του χωριού ένα χιλιόμετρο μακριά από το ‘Ντέμο’. Βλάχικη ονομασία (ίσως από το κατά+fluo).
- Στη Κρανιά: Μεγάλη έκταση με ομαλές πλαγιές και οξιές., ΝΑ του Ντέμου πάνω από χίλια μέτρα. Η ονομασία προήλθε από κρανιές που υπήρχαν παλιότερα.
- Λα Κουπάνι (κουπάνες): Λακκούβες ανάμεσα σε λόφους με οξιές σε απόσταση 2-3 χιλιομέτρων από το χωριό, στο δρόμο για τη Βέροια. Μοιάζουν με κουπάνες (ξύλινες σκάφες), από όπου και η ονομασία <σλαβ. kopanja.
- Λα Μαγκούτ.: Λοφώδης γυμνή περιοχή, με λίγες φτέρες και πικρόχορτα, ΝΑ του χωριού, δεξιά από τα ‘Μπουρδένια’ και αριστερά από τη ‘Βρύση του Γυφτογιάννη’ σε απόσταση ενός χιλιομέτρου περίπου από το χωριό. Η ονομασία πιθανόν από συμφυρμό των λέξεων μαγκούνα και cicuta. Το φυτό conium maculatum-κώνειο.
- Λα Μαρούσσα: Το παλιό χωριό σε πλαγιά, με λίγα καρποφόρα δέντρα που καταλήγει σε βαθιά ρεματιά με οξιές. Έχει απομείνει η εκκλησία του Αγίου Νικολάου με τοιχογραφίες του προπερασμένου αιώνα, σε πολύ καλή κατάσταση. Η περιοχή έχει πολλά νερά και δυο νεοκτισμένες βρύσες. Βρίσκεται ανατολικά του χωριού στα 7 χιλιόμετρα πάνω στο δρόμο για την Βέροια. Η ονομασία πιθανότατα από εκκλησάκι της Μικρής Παναγιάς (ο τύπος ‘Μαρούσσα’ στα βλάχικα είναι υποκοριστικό της λέξης ‘Μαρία’).
- Στο Ντέμο: Η συνηθέστερη εκφορά είναι ‘στου Ντέμου’. Πρόκειται για ομώνυμη βρύση με ποτίστρες. Βρύση και περιοχή χρωστούν το όνομά τους σε ξενιτεμένο κάτοικο του χωριού, που έδωσε χρήματα να κτιστεί η βρύση. Η νέα βρύση είναι κτισμένη στη θέση παλιότερης που κτίστηκε από τον πατέρα Ντέμο. Η σημερινή έγινε το 1967. Βρίσκεται σε απόσταση 800 μέτρων περίπου νότια του χωριού.
- Στις Οξυές: Έκταση με πολύ πυκνές οξιές πριν από τα ‘Μπουρδένια’, στα 500 μέτρα από το χωριό, δεξιά από το δρόμο για την Βέροια.
- Στο Παπασταύρη: Τοποθεσία (παλιότερα υπήρχε και μικρή βρύση) με οξιές πάνω στο δρόμο για τη Βέροια. Βρίσκεται 6 χιλιόμετρα περίπου ανατολικά του χωριού και πριν φθάσουμε στη Μαρούσια. Εκεί λένε σκότωσαν τον Παπασταύρη, εξού και η ονομασία.
- Λα Πατίκ. (το σημείο που πατάει κανείς, το υποπόδιο του αργαλειού): Ένα μικρό επίπεδο πλάτωμα, σχεδόν μέσα σε χαράδρα, η οποία βρίσκεται αριστερά του δρόμου για τη Βέροια. Απέχει 500 μέτρα από το χωριό προς τα ανατολικά. Το όνομα της τοποθεσίας από τη μορφή της.
Β. Μεγάλος Μεράς (και όσα βρίσκονται εκεί)
- Λα Βουλοάγκ.λι, Βολόγ(γ)ες: «γούπατος», «κοίλωμα γης». Εκτεταμένος βοσκότοπος, ελαφρά κατηφορικός με πεύκα, οξιές και δρένια (δρυς) καθώς και πυκνή χλόη Βρίσκεται πριν φτάσουμε στα ‘Πριόνια’, ανατολικά από αυτά γύρω στα 1.500 μέτρα και δυτικά του χωριού περί το 6.000 μέτρα από αυτό. Η ονομασία ανάγεται στο σλαβικό ‘βολόγκα’
- Λα Γκ.μπτζέου: Περιοχή κατάφυτη με δέντρα, κατηφορική ομαλή πλαγιά, που βρίσκεται στα ΒΔ του χωριού σε απόσταση 3.500 μέτρα. Πηγαίνουμε εκεί από το δρόμο για τα ‘Πριόνια’. Την τοποθεσία σημάδεψε η παρουσία του αγκαθωτού θαμνόδεντρου, που επιστημονικά μοιάζει με τον πυράκανθο κι ονομάζεται «κράταιγος ο μονόγυνος». Ο θάμνος ‘γκ.μπτζέου’ εντοπίζεται σε πολλά σημεία του Βερμίου.
- Λα Κ.νγκεάλι «Στα Καγκέλια»: Μονοπάτι με πολλές στροφές ανάμεσα από πεύκα και οξιές που οδηγεί από δυτικά της ‘Μπάρας’ προς τις ‘Βολόγες’ γύρω στο 2 χιλιόμετρα ΒΔ του χωριού. Στα βλάχικα η λέξη δηλώνει δρόμο ή μονοπάτι με πολλές στροφές σε ανήφορο (βλαχ. κ.νγκέλιου ουδ., κ.νγκεάλιε πληθ. θηλ. <αλβαν. κangjelle «κάγκελο»).
- Λα Κουάρντ. αλ Ταμπάρη (μαντρί του Ταμπάρη): Περιοχή με μικρό ξέφωτο ανάμεσα στις ‘Βολόγες’ και την ‘Σσουπουτίκ.’. Βλάχικη ονομασία και κύριο όνομα.
- Λα Σσουπουτίκ.: Βρυσούλα προχειροφτιαγμένη, βόρεια της θέσης ‘Γκ.μπτζέου’ και ΒΔ του χωριού σε απόσταση 4.000 μέτρων περίπου. Η ονομασία είναι υποκορισμός του σσόπουτου = βρύση από το σλάβικο sopot =καταρράκτης.
- Λα Στίζμα: Περιοχή προτού φτάσουμε στο οίκημα των δασοφυλάκων (Παλάτι), στα ανατολικά της περιοχής των ‘Πριονίων’. Είναι πλαγιά με πεύκα και υπάρχουν σ’αυτήν πολλά ερείπια από αγροτικό οικισμό, γιατί παλιότερα η έκταση ήταν καλλιεργήσιμη. Βλάχικα: στίσμα «κτίσμα».
Γ. Μικρός Μεράς και Σέλι με τις παρυφές του
- Στο Αλώνι: Είναι μια ανοιχτή και επίπεδη περιοχή μπροστά από τα παλιά σπίτια των Μ. Μίσσιου και Ν. Πάσχου, αριστερά του δρόμου προς το ξενοδοχείο ‘Σέλι’. Εκεί υπήρχε βρύση με ποτίστρες και στο σημείο αυτό κατέληγαν πολλές νύφες μετά την εκκλησία για χορό κυρίως τον 15Αυγουστο. Η ονομασία από τη μορφή του τοπίου.
- Στον Αναγνώστη: Ομώνυμη βρύση, στις παρυφές του χωριού, στα αριστερά του δρόμου για τη χιονοδρομική πίστα. Λέγεται ότι με το νερό αυτό βράζουν γρηγορότερα τα ‘άβραστα’ όσπρια. Αναγνώστης ονομάζεται και η γύρω περιοχή σε μικρή ακτίνα και το όνομα πάρθηκε από κάποιον Αναγνώστη (ιδρυτής της).
- Στο Αρσούμπασι: Βουνοκορφή ύψους 1.800 μέτρων γυμνή με κατηφορικές πλαγιές, ιδανικός τόπος για χιονοδρομίες όπου είναι και η δεύτερη μονάδα του σκι-λιφτ. Βρίσκεται στα νότια του χωριού, πίσω από το πολύ γνωστό χιονοδρομικό κέντρο γύρω στα 5.000 μέτρα από το χωριό. Ονομασία βλάχικη. Πιθανότατα συνθετικά: βλάχικο άρσου= καμένος, καψαλισμένος και τούρκικο μπας =κεφάλι κορυφή.
- Λα Γκρέντζι (δοκάρια, γριντιές): Ανοιχτή και ομαλή πλαγιά, εντελώς γυμνή, πίσω από τη γνωστή ‘Εικονίτσα’, στη βορεινή παρυφή της ‘Τζιάνας’. Εδώ συγκέντρωναν κορμούς δέντρων πελεκημένους για να τους προωθήσουν στο εμπόριο, απ’όπου και η ονομασία.
- Λα Γκούβ. ντι Σσαμπάλι (τρύπα της Σαμπάλι): Πρόκειται για λάκκο (μάλλον νεροφαγιά) στο τέλος γυμνής πλαγιάς, στα νότια της θέσης ‘Σαμπάλι’. Βρίσκεται στα δυτικά του χιονοδρομικού κέντρου, στα 500 μέτρα (βλέπε ‘Σσαμπάλι’). Βλάχικη ονομασία με το κύριο όνομα.
- Στο Μεσοχώρι : Έτσι ονομάζεται η ανατολική πλευρά της κεντρικής πλατείας του Σελίου, κάτω από την εκκλησία των Αγίων Αποστόλων. To παλιό μεσοχώρι ήταν ανάμεσα στους δυο μαχαλάδες (Μαρούσια και Νάπαρτι) κοντά στην εκκλησία της Παναγίας (πληροφ. Λεωνίδας Τσιαπάρας).
- Λα Μουρμίντζ. I (μνήματα): Τοποθεσία που μοιάζει με μικρή κοιλάδα στα αριστερά του δρόμου για το ξενοδοχείο ‘Σέλι’ μετά το ‘Αλώνι’. Παλιότερα ήταν τα μνήματα του χωριού. Η λέξη από το λατινικό monumentum.
- Λα Μουρμίντζ. άλι Μαρούσσ. (μνήματα της Μαρούσιας): Χώρος περιφραγμένος με ξερολιθιά, όπου υπάρχουν ακόμα τάφοι. Ονομάζονται έτσι γιατί βρίσκονται στο ΝΑ τομέα του χωριού που λέγεται ‘Μαρούσια’, γιατί εδώ εγκαταστάθηκαν οι κάτοικοι, όταν έφυγαν από το παλιό χωριό ‘Μαρούσια’. Τα μνήματα βρίσκονται πίσω από την εκκλησία των Αγίων Αποστόλων.
- Λα Πλουάτσσι (πλάκες): Πλαγιά γυμνή και πετρώδης, απ’όπου έβγαζαν λίθινες πλάκες για τις οροφές παλιότερα. Βρίσκεται ΒΔ του χωριού στα 500 μέτρα. Η επεξήγηση τη λέξης υπάρχει στα τοπωνύμια του Ξηρολιβάδου.
- Στο Πύργο: Λόφος απότομος, πετρώδης και γυμνός στις ΒΔ παρυφές του χωριού. Στην κορυφή του βρίσκεται πρόχειρα καμωμένος με ξερολιθιά μικρός πύργος ύψους 3μέτρων περίπου. Βρίσκεται αριστερά από το δρόμο για το τουριστικό ξενοδοχείο ‘Σέλι’.
- Στη Σσαμπάλη: Μικρή κοιλάδα, ομαλή, κατηφορική, γεμάτη από μικρές οξιές. Βρίσκεται στα δυτικά του χιονοδρομικού κέντρου, σχεδόν στη συνέχεια με αυτό, ΝΔ του χωριού. Ονομασία βλάχικη.
- Στο Σέλι ή Κάτω Βέρμιο: Το ίδιο το χωριό. Βρίσκεται δυτικά της Βέροιας σε απόσταση 25 χιλιομέτρων και ΝΔ της Νάουσας περί τα 15 χιλιόμετρα.
- Στο Σκι-λιφτ (αναβατήρας του σκι): Με τη λέξη ‘Σκι-λιφτ’ ονομάζεται όλη η περιοχή με τις εγκαταστάσεις και τα έργα για τις χιονοδρομίες. Βρίσκεται δυτικά του χωριού σε απόσταση 1.500 μέτρων. Ονομασία αγγλική.
- Λα Σσόπουτλι ατσέ(α)λι μάρλι (οι μεγάλες βρύσες): Μια κτιστή βρύση με δυο σωλήνες και πολύ κρύο νερό. Ήταν και είναι οι κυριότερες του χωριού. Βρίσκονται νότια της κεντρικής πλατείας του χωριού, περί τα 100 μέτρα. Το ‘ατσέ(α)λι μάρλι’ είναι βλάχικες λέξεις.
- Λα Τζεάν. (φρύδι του βουνού): Γυμνός λόφος στα δεξιά του δρόμου προς το ξενοδοχείο ‘Σέλι’ στις βορεινές παρυφές του χωριού. Ανθρωπομορφική μεταφορά (μέλη του ανθρωπίνου σώματος). Η ονομασία από το λατινικό gena = βλέφαρο, μάγουλο, γνάθος και ποιητ. μάτι. Για περισσότερα βλ. ‘Σημασιολογικές μεταβολές από τα λατινικά σε βλάχικα & ιταλικά ιδιώματα’. Α. Μπουσμπούκη.
- Λα Τσσιίρι ατσεά μάρι (μεγάλο τσαϊρι): Πρόκειται για το μεγάλο λάκκωμα του χιονοδρομικού κέντρου, όπου σήμερα οι χώροι είναι οι χώροι παρκαρίσματος των αυτοκινήτων. Παλιότερα η έκταση ήταν σκεπασμένη με πλούσια χλόη. Βρίσκεται σε απόσταση 1.600 μέτρων δυτικά του χωριού. Η ονομασία από το τούρκικο ‘cayir’ και το βλάχικο ‘ατσεά’ (<λατ. ecce-illa) και το ρουμαν. mare (<λατ. mas-maris, mare «αρσενικός», «αντρικός», «δυνατό». Για περισσότερα βλ. ‘Σημασιολογικές μεταβολές από τα λατινικά στα βλάχικα & ιταλικά ιδιώματα’, Α. Μπουσμπούκη σελ. 318.
- Λα Τσσιίρι ατσιά νίκα (μικρό τσαϊρι). Πρόκειται για το στενόμακρο και μικρότερο λάκκωμα, που βρίσκεται ανάμεσα στου δυο δρόμους πριν από τους χώρους παρκαρίσματος του χιονοδρομικού κέντρου. Βρίσκεται στα δυτικά του χωριού περί τα 1.400 μέτρα. Η λέξη ‘νίκα’ ίσως από το ρουμαν. mic <λατ. micus, δωρικό μικός.
- Στο Χάνι: Έτσι ονομάζεται η ΒΔ πλευρά της κεντρικής πλατείας του Σελίου, γιατί παλιότερα υπήρχε χάνι.
Δ. Κορέα (και όσα βρίσκονται εκεί)
- Στο Αγκάθι: Ορεινή περιοχή μετά την ‘Κορέα’, μισή γυμνή μισή σκεπασμένη με πεύκα. Βρίσκεται ΝΔ του χωριού και σε απόσταση 4-5 χιλιομέτρων από αυτό.
- Στο Μπεημπουνάρ (πηγή του Μπέη): Ομαλή τοποθεσία, όπου καλλιεργούσαν πατάτες. Βρίσκεται αριστερά αμέσως μετά την ‘Πλαλίστρα’, ΝΔ του χωριού περίπου στα τρία χιλιόμετρα από αυτό. Τούρκικη ονομασία.
- Λα Ντόου.λι μάσουρι (τα δυο μαντριά): Δυο μεγάλα λακκώματα από πέντε στρέμματα περίπου το καθένα, ομαλά και γυμνά, που χρησιμοποιούνταν σαν στέκια κοπαδιών. Βρίσκονται δεξιά από την θέση ‘Κορέα’, ΝΔ του χωριού περί τα 3.000 μέτρα. Στα βλάχικα ‘μάσου’ «τόπος διαμονής κοπαδιού κατά τη νύχτα, μαντρί», «ύπνος» (<λατ. mansum «άσυλο», «διαμονή») και στα ρουμαν. mas «διανυχτέρευση. βλ. βιβλίο του Α. Μπουσμπούκη ‘Σημασιολογικά Ανάλεκτα’, σελ. 221.
- Στη Κορέα: Πεδινή τοποθεσία συνέχεια της ‘Πλαλίστρας’. Η ονομασία οφείλεται στο γεγονός ότι στη μακρινή αυτή περιοχή πήγαιναν και έσπερναν πατάτες την εποχή του κορεάτικου πολέμου. Βρίσκεται ΝΔ του χωριού περίπου στα 3 χιλιόμετρα.
- Λα Κούφαλου ντι Μπεϊμπουνάρ (κουφάλα του Μπεημπουνάρ): Πρόκειται για φημισμένη κουφάλα δέντρου που από μέσα της έβγαινε νερό. Το τραγούδι έλεγε: «να πιω νερό απ’τον κούφαλο, νερό απ’το Μπεημπουνάρ». Βρίσκεται ΝΔ του χωριού στα πέντε χιλιόμετρα περίπου στα αριστερά της Κορέας.
- Στη Μαγούλα: Λοφώδες ύψωμα, φουσκωτό και στρογγυλό σαν μάγουλο, με πεύκα και μια λουρίδα γυμνή. Βρίσκεται δυτικά της ‘Πλαλίστρας’. Η ονομασία από το σχήμα. Από το «μάγουλο», ανθρωπομορφική μεταφορά βλ. Α. Μπουσμπούκη ‘Σημασιολογικές μεταβολές από τα λατινικά σε βλάχικα &ιταλικά ιδιώματα’, σ. 32 και του ίδιου πάλι ‘Τοπωνύμια Πελασγίας’.
- Λα Μαυρόλογγου (μαυρόλογγος): Πρόκειται για κοιλάδα μεγάλη με πολλά πεύκα. Βρίσκεται στα χίλια μέτρα από την Κορέα, με διεύθυνση ΒΔ προς τα ‘Πριόνια’, δυτικά του χωριού περί τα 4.500 μέτρα. Η ονομασία από την όψη του τοπίου (Πελασγίας του ίδιου)
- Λα Μουρμίντι (μνήμα): Τοποθεσία με φτέρες, δυτικά της θέσης ‘Σσαμπάλη’ και αριστερά της θέσης’ Τέντζιρη’. Λέγεται ότι έθαψαν κάποιον εκεί και από το μνήμα το ονομάστηκε το μέρος. Η λέξη από το λατινικό monumentum.
- Στη Πλαλίστρα: Πεδινή τοποθεσία, όπου καλλιεργούσαν πατάτες. Βρίσκεται αμέσως μετά τη ‘Στέρνα ΝΔ του χωριού περίπου στα 3 χιλιόμετρα.
- Στη Στέρνα: Πηγή που ανάβλυζε νερό, αμέσως μετά τη θέση ‘Τέντζερη, στα ΝΔ του χωριού, 3.000 περίπου από αυτό. Η ονομασία από το νερό και το σχήμα δεξαμενής.
- Στο Στουρνάρι: Λοφώδης και πετρώδης τοποθεσία, αριστερά και μετά την ‘Πλαλίστρα’, ΝΔ του χωριού σε απόσταση 3.000 μέτρων περίπου. Η ονομασία από το ‘στουρνάρι’ =πυριτόλιθος.
- Στο Τέντζερη: Δεντρόφυτη τοποθεσία ΝΔ του χωριού σε απόσταση 3.000 μέτρων. Πρόκειται για λάκκωμα σε σχήμα κατσαρόλας. Η ονομασία από την τούρκικη λέξη tencere.
- Στο Χατζιαντίν: Βουνοκορφή μετά το ‘Αγκάθι’, μισή γυμνή και μισή πευκόφυτη, ΝΔ του χωριού περί τα 5.000 μέτρα. Ονομασία τούρκικη.
Ε. Πριόνια (και όσα βρίσκονται εκεί κοντά)
- Στον Αλή Χότζα: Ομώνυμη (τούρκικη ονομασία) βρύση σε μικρό ξέφωτο. Περιοχή πυκνά πευκοφυτεμένη. Η βρύση βρίσκεται περί τα 1.000 μέτρα ΝΔ των ‘Πριονιών’ και το νερό της φημίζεται.
- Στο Άνω Σέλι ή Άνω Βέρμιο: Πρόκειται για το παλιό Σέλι. Βρίσκεται ΝΔ του νέου χωριού (Κάτω Βέρμιο), δεξιά από το ‘Χατζιαντίν’ και αριστερά από τα ‘Πριόνια’, σε απόσταση πάνω από 15 χιλ. από το σέλι. Σώζεται μια εκκλησία και ερείπια από παλιά οικήματα.
- Λα Β.λ.ντάρου (βαλανιδιά): Τοποθεσία αμέσως μετά την εκκλησία της Παναγίας στα ‘Πριόνια’ και στα βόρεια αυτής. Πρόκειται για ομαλή πλαγιά με βαλανιδιές (παλιότερα υπήρχαν πολλές), απ’όπου και η ονομασία.
- Στο Βόδι: Δασώδης περιοχή με πολλές οξιές πριν από την κορυφή ‘Σιδεράκι’.
- Λα Φάγκου: Πρόκειται για ένα σημείο της περιοχής κοντά στη βρύση ‘Αλή Χότζα’. Υπάρχει εδώ μια οξιά περίβλεπτη, που ξεχωρίζει απ’όλα τα άλλα δέντρα. Η ονομασία από την λατ. λέξη fagus, i= η φηγός (λόγιο), οξυά. Βλάχικη ονομασία.
- Λα Φιάτ.: (κορίτσι): Χαράδρα ανάμεσα σε δυο απόκρημνους βράχους. Βρίσκεται ΒΑ των ‘Πριονιών’ σε απόσταση 2 χιλιομέτρων, προς τη Νάουσα. Λέγεται ότι εκεί έπεσε μια κοπέλα για να μην την πιάσουν οι Τούρκοι. Βλάχικη ονομασία.
- Λα Γκρουάπ. αλ Νικολάκη (λακκούβα του Νικολάκη): Πρόκειται για λάκκο με αρκετό βάθος και υπόγειο ποτάμι ίσως. Βρίσκεται ακριβώς στους πρόποδες της θέσης ‘Σιδεράκι’ γύρω στα 400 μέτρα βορείως του οικήματος των δασοφυλάκων (‘Παλάτι’). Βλάχικη ονομασία μαζί με το κύριο όνομα.
- Λα Κιάτρ. (πέτρα, βράχος): Κοιλάδα με πλαγιές όχι και τόσο ομαλές. Διασχίζεται από μονοπάτι που αρχίζει από ΒΔ του χιονοδρομικού κέντρου και κατηφορίζει στα ‘Πριόνια’. Οι πλαγιές της είναι κατάφυτες από οξιές και πεύκα. Βλάχικη ονομασία και οφείλεται σε ένα βράχο που υπάρχει εκεί.
- Λα Λούν. (φεγγάρι): Μεγάλη επίπεδη άσπρη πέτρα σαν στρογγυλή πλάκα, που περιβάλλεται από αραιά πεύκα. Βρίσκεται σε μικρή πλαγιά, ΒΑ του ‘Β.λ.ντάρου’ στα 200 μέτρα περίπου. Βλάχικη ονομασία (ομοιότητα με το φεγγάρι).
- Λα Μουρμίντζ. II (μνήματα): Τοποθεσία στα ‘Πριόνια’ γύρω στα 1.000 μέτρα ανατολικά της θέσης ‘Παλάτι’. Ήταν παλιά τα μνήματα του οικισμού ‘Παλιοχώρι’, ένας χώρος γυμνός και ομαλός ανάμεσα σε δυο υψώματα, πηγαίνοντας προς την ‘Παναγία τη Σελιώτισσα’. Η λέξη από το λατινικό monumentum.
- Στο Παλάτι: Πρόκειται για το οίκημα των δασοφυλάκων. Το ονόμασαν έτσι για την εντύπωση που έκανε ένα αρκετά καλό οικοδόμημα σε μια τόσο απομακρυσμένη περιοχή. Βρίσκεται σε μικρό λόφο, πολύ γραφικό με ποικιλία από καρποφόρα δέντρα και μη, στην περιοχή των ‘Πριονίων’.
- Στο Παλιοχώρι: Πρόκειται για παλιό κατεστραμμένο οικισμό σήμερα. Σώζονται ερείπια και καινούργια εκκλησία στο όνομα της ‘Παναγίας της Σελιώτισσας’. Βρίσκεται μέσα στην περιοχή των ‘Πριονίων’.
- Στα Πριόνια: Απέραντη δασώδης περιοχή κατάφυτη από ορεινή κυρίως πεύκη. Χωρίζεται στα δυο από μεγάλη ρεματιά με λίγο νερό. Υπάρχει βρύση με ποτίστρες, οίκημα δασοφυλάκων, ερείπια παλιών κτισμάτων και καινούργια εκκλησία στο όνομα της Παναγίας. Συνηθίζουν σήμερα ακόμα να κάνουν εκδρομή στις 23 Αυγούστου (9μερα της Παναγίας). Βρίσκεται ΒΔ του χωριού στα 9.000 μέτρα στα δυτικά του χωριού. Δρόμος βατός. Η ονομασία από τα πριόνια για την κοπή της ξυλείας.
- Λα Πούντι αλ Κ.ρκ.τσσιούλ. (γέφυρα του Καρκατσιούλη): Παλιότερα υπήρχε ξύλινη γέφυρα. Βρίσκεται σε χαράδρα κατάφυτη κοντά στη θέση ‘Φιάτ.’, περί τα 2.000 μέτρα ΒΑ από τα ‘Πριόνια’. Ονομασία από το κύριο όνομα. Η λέξη από το λατινικό pons, pontis =γέφυρα.
- Στο Σιδεράκι: Μεγάλη βουνοκορφή, ψηλά γυμνή και πετρώδης και χαμηλά γεμάτη οξιές και πεύκα. Βρίσκεται ΒΔ από τα ‘Πριόνια’, συνέχεια με αυτά. Η ονομασία ίσως από το γκρίζο χρώμα της πέτρας στην κορφή, ίδιο με του σιδήρου.
Στ. Σκοτίνα (και όσα βρίσκονται εκεί κοντά)
- Στη Βρύση Γραμμένης: Ήταν μια πρόχειρη βρύση, που τη χρησιμοποιούσαν οι Ναουσαίοι παραθεριστές. Βρίσκεται 200 μέτρα αριστερά μετά τη ‘Γραμμένη’.
- Στη Γραμμένη: Μεγάλο ξέφωτο σε ομαλή πλαγιά με πολλά πεύκα και οξιές γύρω γύρω. Τοποθεσία πολύ γραφική, όπου κάθε καλοκαίρι έρχονται και παραθερίζουν Βλάχοι της Νάουσας. Βρίσκεται στα βόρια του χωριού περί τα 4.000 μέτρα αριστερά από τον δρόμο για τη Νάουσα. Η ονομασία οφείλεται στη γραφικότητα του τοπίου (γραμμένος= ζωγραφιστός, όμορφος). Ίσως υπονοεί ‘γραμμένη οξυά’ δηλ. όμορφη σαν ζωγραφισμένη.
- Λα Γκρουάπ. αλ Γκιζάρ. (λάκκος, γούβα του Γκιζάρη): Ομαλό λάκκωμα εκτεταμένο και γυμνό, αμέσως μετά το χωριό ΒΑ. Σήμερα χρησιμοποιείται σαν γήπεδο ποδοσφαίρου κλπ. Βλάχικη ονομασία μαζί με το κύριο όνομα.
- Λα Ισβουρου αλ Αρίζ. (πηγή του Αρίζα): Πηγή με νερό που αναβλύζει και βρίσκεται στα βόρεια των χωραφιών του Κεχαγιά. Η ονομασία είναι από τη σλάβικη λέξη izvur =πηγή και το κύριο όνομα.
- Λα Κιάτρ. αλ Μπέϊκου (πέτρα του Μπέϊκου): Μεγάλη γκριζόχρωμη πέτρα (30 επί 30 μέτρα). Βρίσκεται στο τέλος μικρής πεδινής και χωρίς δέντρα έκτασης και στα δυτικά της. Από τις άλλες πλευρές υπάρχουν πολλά πεύκα. Είναι ανατολικά του χωριού σε απόσταση περίπου 2 χιλιομέτρων. Βλάχικη ονομασία και κύριο όνομα
- Λα Κίνλου αλ Ντίτσ. (το πεύκο του Ντίτσα): Επίπεδη γυμνή περιοχή έκτασης άνω των δέκα στρεμμάτων, ΒΔ του χωριού στα 500 μέτρα. Υπήρχε παλιότερα μεγάλο πεύκο που κάηκε. Στη σκιά του συνήθιζε να καταφεύγει και να διαβάζει κάποιος Βλάχος ονόματι Ντίτσα. Βλάχικη ονομασία και κύριο όνομα.
- Στο Μπαλκόνι: Έτσι ονομάζεται η ΝΔ γωνία της θέσης ‘Πάτωμα’. Τοποθεσία με μικρούς θάμνους και τρία τεράστια πεύκα. Από τη δυτική πλευρά υπάρχει απότομη πλαγιά με εντυπωσιακή κλίση και τροπική σχεδόν βλάστηση. Το θέαμα είναι καταπληκτικό και το όνομα δικαιολογείται απόλυτα. Βρίσκεται ΒΔ του χωριού περίπου στα τρία χιλιόμετρα.
- Στη Μπάρα: Περιοχή με νερό που λιμνάζει και διατηρείται όλο τον χρόνο (τώρα τι γίνεται;). Παλιότερα έπαιζε ρόλο ποτίστρας. Βρίσκεται ΒΔ του χωριού, αριστερά από το δρόμο για την Νάουσα σε απόσταση 2.500 μέτρων περίπου. Σλάβικη ονομασία (bara= τέλμα)
- Λα Νίσσ.: Περιοχή με οξιές γύρω γύρω σε κατηφορική πλαγιά με πρόχειρη βρύση και υποτυπώδη ξύλινη ποτίστρα. Νερό πολύ κρύο. Παλιότερα γίνονταν εκδρομές σε συνδυασμό με πλύσιμο ρούχων. Βρίσκεται ΒΑ του χωριού στα δυο χιλιόμετρα περίπου δεξιά από τον δρόμο για Νάουσα. Βλάχικη ονομασία.
- Λα Πάτουμ. (πάτωμα): Εκτεταμένο πλάτωμα, σαν μικρό οροπέδιο γύρω στα 10 στρέμματα. Υπάρχουν αραιά πεύκα και οξιές που πυκνώνουν προς τα βόρεια. Σε μερικά σημεία καλλιεργούνταν πατάτα. Βρίσκεται βόρεια της ‘Μπάρας’ και τους χωριού σε απόσταση 3 χιλιομέτρων από αυτό. Υπάρχει εκεί τσάι του βουνού. Ονομασία από το σχήμα.
- Λα Προυνίκλου αλ Γκιζάρ. (προυνιά του Γκιζάρη): Τοποθεσία με πεύκα ανατολικότερα της ‘Κρουάπας του Γκιζάρη’. Υπήρχε μια πουρνιά (ο προύνος) στην περιοχή αυτή, που την νέμονταν ο Γκιζάρης. Απόσταση από το χωριό περί τα 1.00 μέτρα ΒΑ. Η ονομασία από το κύριο όνομα και τη λατινική λέξη prunus, ι «ο προύνος» (δαμασκηνιά, κόκκινη κορομηλιά). Το ‘προυνίκλου’ είναι υποκοριστικός τύπος.
- Στη Σκοτίνα: Ονομάζεται όλη η ΒΔ περιοχή του χωριού. Πρόκειται για τεράστια έκταση, άλλοτε γυμνή αι άλλοτε πευκόφυτη, που περιλαμβάνει πολλά επί μέρους τοπωνύμια. Σκοτίνα πολλοί θεωρούν μόνο την περιοχή που εκτείνεται ΒΑ μετά τη θέση ‘Νίσσ.’. Η ονομασία ίσως βλάχικη, γιατί μαρτυρούνται και άλλες βλάχικες ‘Σκοτίνες’.
- Στα Χωράφια του Κεχαγιά: Εκτεταμένη περιοχή, ομαλή και πεδινή σχεδόν, με αραιά πεύκα και φτέρη. Καλλιεργούνταν πατάτα. Βρίσκεται βόρεια της θέσης ‘Κιάτρ. αλ Μπέϊκου’ και ΒΑ του χωριού σε απόσταση 2.000 μέτρων.
Γιάννης Τσιαμήτρος
Φιλοσοφική ΑΠΘ – Χοροδιδάσκαλος - Συγγραφέας