Ο φιλόλογος, καθηγητής πανεπιστημίου, αρχαιολόγος, ερευνητής, αγωνιστής και ακαδημαϊκός Αντώνης Κεραμόπουλλος (1870-1961) είναι από τους πρώτους που ασχολήθηκαν σοβαρά με το θέμα των Βλάχων από τότε που ελευθερώθηκε η Ελλάδα. Το έργο του ("Τι είναι οι Κουτσόβλαχοι", 1939) για το συγκεκριμένο θέμα αποτελεί την μοναδική επιστημονική μελέτη της προπολεμικής περιόδου και σήκωσε κύματα αντιδράσεων στην Ρουμανία γιατί ο καθηγητής κατέληξε στην διαπίστωση ότι οι Βλάχοι είναι ελληνικοί εκλατινισμένοι πληθυσμοί των περιοχών που τους συναντούμε, ενώ οι Ρουμάνοι υποστήριζαν ότι είναι Δάκες (κάθοδος από βορρά). Μέσα στην μελέτη αυτή υπάρχει πλούσια βιβλιογραφία και άφθονες ιστορικές πηγές. Στην αναστατική επανέκδοση του βιβλίου το 2000 από την Βιβλιοθήκη Βλαχικών Μελετών (εκδoτικός οίκος University Studio Press) o καθηγητής γλωσσολογίας του ΑΠΘ Νίκος Κατσάνης στον πρόλογό του, μεταξύ άλλων, τονίζει ότι σήμερα έχουν αλλάξει πολλά από τότε που έγραψε ο Κεραμόπουλλος για το θέμα των Βλάχων, εκείνο όμως που ακόμα ισχύει είναι η άποψή του ότι η εκλατίνιση των Βλάχων οφείλεται στην οροφυλακή, που άρχισε στους μακεδονικούς χρόνους και συνεχίστηκε μέχρι τη τουρκοκρατία, θεωρία που πρώτος υποστήριξε ο Μ. Χρυσοχόου (χωρίς να μπορεί να την αποδείξει ιστορικά, ενώ ο Κεραμόπουλλος το έκανε).
Βιβλιοπαρουσιάσεις
Κυκλοφόρησε το Λεξικό Αρωμανικής (Βλάχικης) Γλώσσας των Βλαχόφωνων Ελλήνων των Μεγάλων Λιβαδίων (Livaetzi ή Kalivi) Πάικου Κιλκίς με καταγωγή από την Πίνδο της Κούλας Λέντζιου-Τρίκου.
Η εσωτερική οικοδόμηση του ρουμανικού έθνους/κράτους κατά τον δέκατο ένατο αιώνα και οι Έλληνες
Το αντικείμενο του βιβλίου είναι οι Έλληνες και η κοινωνική και πολιτική τους ενσωμάτωση στο έθνος-κράτος των Ρουμάνων. Η μετακίνηση και η εγκατάσταση των απόδημων ορθόδοξων χριστιανών από τις νότιες περιοχές του Δούναβη στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες είναι μια ιστορία πολλών αιώνων. Όμως, με την είσοδο στον δέκατο ένατο αιώνα, και την ανάδυση των εθνών – κρατών στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, η ορθόδοξη πίστη και η ελληνική παιδεία, συνεκτικά στοιχεία του βυζαντινού πολιτισμού άρχισαν να αποτελούν πεδίο ιδεολογικών συγκρούσεων και αντιπαραθέσεων. Το βιβλίο εξετάζει τον αντίποδα του λεγόμενου "κουτσοβλαχικού" ζητήματος καθώς ασχολείται με τις ελληνικές κοινότητες στη Ρουμανία! Μέσα από τη διαπραγμάτευση και τη διαλεκτική σχέση με τον «άλλο», οι διανοούμενοι οραματιστές της εθνικής αυτοδιάθεσης έλεγαν ότι η παρουσία του Έλληνα στο ιστορικό γίγνεσθαι του ρουμανικού έθνους είχε ως αποτέλεσμα να αποκοπεί η οργανική και γραμμική πορεία του από αρχαιοτάτων χρόνων έως την εποχή της προόδου και της εθνικής αναγέννησης.
Ο Νικόλαος Σιώκης, καταγόμενος από την Κλεισούρα, περίφημο βλαχοχώρι της Καστοριάς (γνωστό και ως Βλαχοκλεισούρα), επιστρέφει στον τόπο καταγωγής του παρουσιάζοντας σε έναν καλαίσθητο τόμο περιεκτική μελέτη του για την εξέλιξη της ενδυμασίας των κατοίκων της Κλεισούρας (Ενδυμασία και κοινωνία στην Κλεισούρα Καστοριάς. Μελέτη βασισμένη σε φωτογραφικά τεκμήρια) κατά τα τέλη του 19ου αιώνα και το πρώτο μισό του 20ού(σελ. 7-27), στηριζόμενη σε πλούσιο φωτογραφικό υλικό που αποτελείται από 473 φωτογραφίες.
Συγγραφέας μιας διδακτορικής διατριβής στην Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ με θέμα Η πνευματική ζωή στην Δυτική Μακεδονία: Η Κλεισούρα κατά τον 19ο αιώνα επί τη βάσει ανέκδοτων εκκλησιαστικών κωδίκων, εγγράφων και λοιπών πηγών (Θεσσαλονίκη 2010) εργάστηκε επί πολλά έτη (και συστηματικότερα από το 2004) με στόχο τη συλλογή του υλικού από αρχεία φωτογράφων της περιοχής και κυριότερα από πολυάριθμες οικογένειες Κλεισουριωτών εγκατεστημένες κυρίως στη Θεσσαλονίκη και αλλού.
Επανεκδόθηκε και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΖΗΤΡΟΣ, με μαλακό καπάκι, μικρότερο σχήμα και σαφώς πιο προσιτή τιμή, ο δεύτερος τόμος, Οι Μητροπόλεις και η Διασπορά των Βλάχων, της βραβευμένης από την Ακαδημία Αθηνών τετράτομης ενότητας "Μελέτες για τους Βλάχους" του Αστέριου Ι. Κουκούδη.
Με ορόσημο το 1769, το έτος της πρώτης «καταστροφής» της Μοσχόπολης, οι Βλάχοι ξεκινούν την πλέον βεβαιωμένη «Διασπορά» τους από το Νότο προς το Βορρά. Μεγάλες ή μικρότερες ομάδες εγκαταλείπουν το μητροπολιτικό τους χώρο στη ραχοκοκαλιά της Πίνδου, προς τον ορίζοντα των Βαλκανίων και ακόμη πιο πέρα. Πλημμυρίζουν τα μακεδονικά εδάφη, δημιουργώντας νέους οικισμούς στα ορεινά και παροικίες στις αναπτυσσόμενες πολιτείες. Φτάνουν στις πλαγιές της Ροδόπης, του Δυτικού Αίμου και τις πολιτείες της Βουλγαρίας. Εδραιώνουν εγκαταστάσεις στις πόλεις του Κοσόβου και της Σερβίας.
Κυρίες και κύριοι, απόψε θα αρχίσω πιο αισιόδοξα από άλλες φορές που καλούμαι να μιλήσω για κάποιο βλαχολογικό θέμα· δε θα θα πω ότι: «ότι όπως έχει πολλές φορές μέχρι τώρα τονιστεί, με το τέλος του 20ού αιώνα λήγει ουσιαστικά ο ιστορικός ρόλος των Bλάχων ως ενός διακριτού τμήματος του ελληνισμού, του οποίου αποτελούν εκλεκτό κομμάτι». Κι ο λόγος είναι ο τόπος αυτός και οι άνθρωποί του. Παρακολουθώ χρόνια κι εκτιμώ την πολιτιστική δραστηριότητα των Βλάχων της Βέροιας, που αποτελούν ιδρυτικό μέλος και έναν από τους πιο δραστήριους συλλόγους της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πολιτιστικών Συλλόγων Βλάχων· ιδίως όμως παρακολουθώ τους ανθρώπους του που προσπαθούν να προσεγγίσουν και επιστημονικά κάποια ζητήματα που έχουν σχέση με την αυτογνωσία τους και επιλέγουν να αναδείξουν τις πολιτιστικές ιδιαιτερότητές τους μέσα στον ελληνικό κορμό.
Για τη ζωή και τις δραστηριότητες των Bλάχων, τα ήθη και τα έθιμά τους, τα τραγούδια και τους θρύλους τους, τις αγωνίες και τους αγώνες τους έχουν γραφεί πολλές χιλιάδες σελίδες, σε βαθμό που να μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι έχουν γραφεί σχεδόν τα πάντα γι' αυτούς. Όποιος, λοιπόν, επιχειρεί να ξανακαταπιαστεί με το θέμα πρέπει πράγματι να έχει κάτι καινούργιο να πει ή να δει τα πράγματα από μιαν άλλη, νέα σκοπιά, ή να φέρει στο φως νέα στοιχεία, για να μην ξεπέσει σε κοινοτοπίες και χιλιοειπωμένα πράγματα.