Η ένταξη των Βεργιάνων Βλάχων στην Ελληνική Πολιτεία: προκλήσεις, αποκλίσεις και επιπτώσεις, (1912-1940)

Αναμνηστική φωτογραφία του ζεύγους Πέτρη Μπαδραλέξη και Μαρίας ΧατζησούλταΠαρά τα όποια προβλήματα προσαρμογής των πρώτων ημερών της απελευθέρωσης και σε αντίθεση με τους αναμενόμενους φόβους για πράξεις αντεκδικήσης1 , πολύ σύντομα, οι ομάδες των ρουμανιζόντων Βλάχων της ευρύτερης περιοχής της Βέροιας ήταν ελεύθερες να συνεχίσουν τη δράση τους με ιδιαίτερη άνεση. Οι σχετικές διπλωματικές πιέσεις της Ρουμανίας και η αποδοχή μεγάλου μέρους των απαιτήσεών της από το Βενιζέλο, στο πλαίσιο της Συνθήκης του Βουκουρεστίου του 1913, παρείχαν τα απαραίτητα εχέγγυα. Οι διασπαστικές βλάχικες και όχι ρουμανικές κοινότητες, που είχαν σκόπιμα αναγνωρίσει οι οθωμανικές αρχές με τον περίφημο σουλτανικό ιραδέ του 1905, μετατράπηκαν, ουσιαστικά με τη συγκατάθεση του επίσημου ελληνικού κράτους, στις λεγόμενες «κουτσοβλαχικές» κοινότητες των διπλωματικών εγγράφων υπό ρουμανική αρωγή και προστασία2 . Αν και στην πράξη, θα μπορούσαν κανείς να τις χαρακτηρίσει πραγματικές, ρουμανικές, μειονοτικές κοινότητες.

Οι μετακινήσεις των Βλάχων της Ελλάδας στη Ρουμανία 1924-1940

Αναμνηστική φωτογραφία σε εξωτερικό χώρο, η οποία απεικονίζει Γραμμουστιάνους μετανάστες στη νότια Δοβρουτζά κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. πηγή: Αστέριος Κουκούδης, http://www.imma.edu.grΚανονικά ο συγγραφέας το επιλέγει το θέμα του. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το θέμα επέλεξε την συγγραφέα. Η ενασχόληση με τους Βλάχους δεν ήταν τυχαία, λόγω της βλάχικης καταγωγής.

Πίνδος. Οι γεωγραφικές και ιστορικές διαστάσεις ενός ονόματος

Στρογγούλα - Τζουμέρκα«Το όνομα Πίνδος φαίνεται πως χρησιμοποιήθηκε χωρίς μεγάλη σαφήνεια, μερικές φορές για σημαντική έκταση της οροσειράς και περιστασιακά μόνο για κάποιο βουνό ή ομάδα βουνών…»*.
Έως και τον 20ο αιώνα οι μετακινήσεις μεταξύ των ανατολικών και δυτικών περιοχών της ελλαδικής χερσονήσου, ιδίως στο βόρειο τμήμα της, εμπεριείχαν πάντα ένα στοιχείο περιπέτειας. Συγκεκριμένα η μετάβαση από τις ανοιχτές κοιλάδες της Μακεδονίας και του Θεσσαλικού κάμπου προς τη Δυτική Ελλάδα προσέκρουε σε ένα συμπαγές ορεινό τείχος η διάσχιση του οποίου συνιστούσε ορειβατική προσπάθεια. Μέχρι την δεκαετία του 1930, που κατασκευάστηκε ο πρώτος αυτοκινητόδρομος[1], οι ταξιδιώτες ήταν αναγκασμένοι να διασχίζουν τις ορεινές κοιλάδες αυτών των βουνών, πάντα κατά μήκος κακοτράχαλων παραποτάμιων οχθών, προκειμένου να προσεγγίσουν την ζώνη των πηγών τους κάτω από τις κορυφές αναζητώντας τον αυχένα που θα τους εξασφάλιζε το πέρασμα στην άλλη πλευρά.

Εις την στάνην του μπάρμπα μου, Κώστας Κρυστάλλης

Συρράκο- Μπάρμπα Λάμπη, να με πάρεις κι εμένα στα πρόβατα όποτε πας.
- Τι γυρεύς, μωρέ παιδί μ’ εσύ στα πρόβατα, δεν τρας εδώ στο χωριό τα γράμματα σ’ και τα παιγνίδια σ’ μόν’ θελς πρόβατα. Στα πρόβατα είν’ φόβος, είν’ κλέφτες.

Όσες φορές τον φορτωνόμουν για τα πρόβατα, αυτά και άλλα τέτοια μου ‘λεγε και ξανά μου ‘λεγε ο μπάρμπας μου ο Λάμπης Ψαλλίδας, γιος του Γάκη, μεγάλου τσέλιγγα Συρρακιώτου ξαϊκουστού μέσ’ τες κορφές του Πίνδου ως τα χειμαδιά της Λάμαρης και της Πρέβεζας.
Τα γιδοπρόβατά του τα ‘χε εκείνην την χρονιά στα βοσκοτόπια του Χόντζα, μεγάλα βοσκοτόπια κατά το Μέτσοβο, πέντ’ εξ ώρες μακρυά απ’ το χωριό μας, θέλετε και την εικόνα του Μπάρμπα μου; 

 

Αναζήτηση