Η εργασία αυτή εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πρόγραμμα μελέτης και διερεύνησης του ελληνικού συστήματος συγγένειας και των γαμήλιων θεσμών σε επίπεδο λαογραφικό και εθνογραφικό.
Η μελέτη των γαμήλιων ανταλλαγών από άποψη εθνολογική περιλαμβάνεται στο γενικό θέμα «Γάμος» και στις προεκτάσεις του (γαμήλια αγορά, στρατηγική, τελετουργία κλπ.), οι οποίες στην Ελλάδα ελάχιστα έχουν μελετηθεί σε βάθος και με σύγχρονη μέθοδο. Η προσπάθειά μας αποβλέπει στην αξιοποίηση του υλικού, που βρίσκεται στα διάφορα αρχεία και έχει συγκεντρωθεί τυχαία ή συστηματικά με βάση ερωτηματολόγια, τα οποία έχουν συνταχθεί προς τούτο, παράλληλα με την εκτατική (γεωγραφική), όσο και εντατική επιτόπια έρευνα, που μπορεί να μας βοηθήσει αποτελεσματικά στην πληρέστερη κατανόηση του αντικειμένου μας.
Από τη θέση αυτή θέλω να ευχαριστήσω όσους με παρότρυναν και με ενθάρρυναν στη μελέτη του γαμήλιου αυτού θεσμού και ιδιαίτερα τον καθηγητή της φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων κ. Μιχ. Γ. Μερακλή. Επίσης εκφράζω τις ευχαριστίες μου σε όσους με βοήθησαν στην έρευνα και στον τελικό έλεγχο του κειμένου της εργασίας και ειδικότερα στη λέκτορα της φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κυρία Άννα Γουήλ-Μπαδιεριτάκη, η οποία με εξυπηρέτησε και με διευκόλυνε επανειλημμένα κατά την έρευνά μου στις χειρόγραφες συλλογές του Σπουδαστηρίου της Λαογραφίας, στην τουρκομαθή επιστημονική συντάκτρια του Κέντρου Ερεύνης του Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών κυρία Πόπη Παπαδοπούλου-Στάθη, για τη διασάφηση ορισμένων καίριων τουρκικών όρων, και στο γλωσσολόγο κ. Νικόλαο Κοντοσόπουλο, Διευθύνοντα το Κέντρον Συντάξεως του Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσας της Ακαδημίας Αθηνών, ο οποίος διάβασε το κείμενο της εργασίας, πριν δοθεί στο τυπογραφείο.
Στη σύζυγό μου Λουκία, η οποία σχεδίασε τους χάρτες και με βοήθησε στην αντιβολή των τυπογραφικών δοκιμίων, εκφράζω και πάλι τις ευχαριστίες μου.
Εισαγωγή
Ενώ η έρευνα και η μελέτη του θεσμού της προίκας έχει αρχίσει ήδη από τον περασμένο αιώνα, άλλο ανάλογο έθιμο, του οποίου η διάδοση φαίνεται ότι παλιότερα ήταν σημαντική, δεν είχε παρόμοια τύχη. Πρόκειται για το θεσμό της «εξαγοράς της νύφης», που η σημασία του ήταν μεγάλη στη διαδικασία του ελληνικού παραδοσιακού γάμου και η μελέτη του μπορεί να μας βοηθήσει αποτελεσματικά στην κατανόηση της νεοελληνικής κοινωνίας.
Πριν προχωρήσουμε στην εξέταση του θέματός μας, οφείλουμε να δώσουμε μιαν εξήγηση για τη χρήση του όρου «εξαγορά της νύφης». Ο όρος έχει προκαλέσει έντονες συζητήσεις και διχογνωμίες μεταξύ των εθνολόγων για πολλούς λόγους. Αρχικά οι διάφοροι συγγραφείς για να δηλώσουν κάθε ουσιαστική γαμήλια προσφορά (εξαγορά, προγαμιαία δωρεά, προίκα), έκαναν χρήση χωρίς διάκριση του όρου «προίκα» (dowry, dot) . Γρήγορα όμως έγινε κατανοητό πως δεν μπορούν να κατατάσσονται στην ίδια κατηγορία τελείως διαφορετικοί ή διαμετρικά αντίθετοι θεσμοί, όπως η προίκα και η «εξαγορά της νύφης». Γι' αυτό το λόγο οι εθνολόγοι χρησιμοποίησαν τον όρο «εξαγορά της νύφης», κατά λέξη «τίμημα της νύφης» bride-price ή prix de la fiancee. Αλλά και οι όροι «εξαγορά», «τίμημα» δεν θεωρήθηκαν απόλυτα ικανοποιητικοί, γιατί προϋποθέτουν αναπτυγμένη κοινωνία και εκχρηματισμένη οικονομία, όπου οι πιο πάνω έννοιες έχουν κάποιο νόημα. Παράλληλα θεωρήθηκαν ανδροκεντρικές και υποτιμητικές για τη γυναίκα ως αντικείμενο συναλλαγής και εμπορίου, που δεν διαφέρει από την αγοραπωλησία των δούλων. Εξάλλου από τους πιο πολλούς ερευνητές τονίστηκε ότι η ανταλλαγή αυτή έχει περισσότερο συμβολικό παρά οικονομικό χαρακτήρα. Οι Άγγλοι εθνολόγοι λοιπόν και πρώτος ο Evans - Pritchard υιοθέτησαν τον όρο bridewealth (πλούτος της νύφης), ο οποίος γενικεύθηκε αργότερα. Ο όρος αυτός δύσκολα μπορεί να μεταφραστεί και να αποδοθεί στη γλώσσα μας. Οι απόψεις πάντως των εθνολόγων πάνω στο θέμα δεν έχουν ξεκαθαριστεί και οι διαφωνίες συνεχίζονται.
Ως προς τη χρήση στην εργασία μας του όρου «εξαγορά» δικαιολογείται από την έλλειψη κάποιου άλλου καλύτερου και παραστατικότερου αλλά και από το ότι, άσχετα αν το έθιμο είναι συχνά και στην Ελλάδα μια συμβολική προσφορά, η έννοια της «εξαγοράς» υπάρχει πάντα διάχυτη στην ιδεολογία και την τελετουργία του παραδοσιακού γάμου. Προσθέτουμε ότι πολλές φορές και οι Έλληνες πληροφορητές, συχνά αγράμματοι, χρησιμοποιούν παρόμοιους όρους, όπως «ξαγορασμένη νύφη», «ξαγόρασμα της νύφης», «αγοράζουν τη νύφη», αλλά και στα τραγούδια του γάμου οι πιό πάνω όροι είναι πολύ συνηθισμένοι . Άλλωστε η εθνολογική θεωρία γύρω από το γάμο είναι πλούσια σε όρους, όπως «γαμήλιες ανταλλαγές», «γαμήλια αγορά», «γαμήλια στρατηγική» κλπ.
Τις πρώτες ισχνές και ασαφείς πληροφορίες για την ύπαρξη «εξαγοράς της νύφης» στους νεότερους Έλληνες και ειδικότερα στους Μανιάτες μας δίνει ο Βαυαρός νομικός και εθνογράφος Georg Ludwig von Maurer στο έργο του «Ο Ελληνικός Λαός», το 1834. Μετά από μια περίπου δεκαπενταετία, ο Μανιάτης λόγιος Μ. Καλαποθάκης δημοσιεύει λεπτομερέστερη περιγραφή του εθίμου, όπως παρατηρείται στη Μάνη. Ακολουθεί ο Ν.Γ. Πολίτης, ο οποίος το 1871 σε εργασία του με θέμα το γάμο στους νεότερους Έλληνες αφιερώνει ένα μικρό μέρος της και στο έθιμο της «εξαγοράς της νύφης». Ο Πολίτης με βάση τα περιορισμένα στοιχεία που είχε τότε στη διάθεσή του, διατύπωσε την άποψη ότι το έθιμο δεν πρέπει να ήταν πολύ διαδεδομένο στην Ελλάδα. Στην εργασία του παραθέτει παραδείγματα και κάνει συγκρίσεις με αντίστοιχα έθιμα βαλκανικών και άλλων ευρωπαϊκών και απομακρυσμένων λαών. Ο Πολίτης δεν προχώρησε σε διεξοδικότερη περιγραφή και ανάλυση του εθίμου ούτε επιχείρησε να επεξεργαστεί κάποια τυπολογία και να επισημάνει τοπικές διαφορές. 'Αλλωστε ήταν πολύ ενωρίς για να τεθούν τέτοιου είδους ερωτήματα από την ελληνική λαογραφική επιστήμη, αν λάβουμε υπόψη ότι δεν είχαν ακόμα τεθεί ούτε από τις ξένες, ευρωπαϊκές και άλλες ανθρωπολογικές και εθνολογικές σχολές. Τελευταίος πριν από τον αιώνα μας παρατήρησε το έθιμο αρχικά στη Μάνη και κατόπιν στους Καραγκούνηόες της Θεσσαλίας ο γνωστός εθνολόγος και ανθρωπογεωγράφος Alfred Philippson, ο οποίος κάνει και την πρώτη, όσον αφορά τη Μάνη, σημαντική διαπίστωση ότι το παραπάνω έθιμο πρέπει να ήταν κάποτε διαδεδομένο σε ολόκληρη την Πελοπόννησο και ότι αργότερα το αντι- κατάστησε ο θεσμός της προίκας. Από τότε καμιά σχετική συστηματική και διεξοδική μελέτη, τοπική ή γενική δεν είδε το φως ως τη δεκαετία του 1970, εκτός από σποραδικές πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας «Λαογραφία» και σε διάφορα άλλα τοπικά περιοδικά. Παρ'όλα αυτά το ζήτημα είχε τεθεί ήδη με τα ερωτηματολόγια του Γ.Α. Μέγα, το 1939, και του Γ.Κ. Σπυριδάκη, το 1962. Τούτο εξηγείται από το ότι οι μεταγενέστεροι Έλληνες λαογράφοι. ενδιαφέρονταν πολύ λιγότερο και από τον Πολίτη να μελετήσουν το θεσμό συστηματικά ή έστω να συγκεντρώσουν περισσότερες πληροφορίες και λεπτομέρειες για τη μορφή και τη λειτουργία του. Οι λόγοι είναι πολλοί, ιδιαίτερα η φιλολογική κατεύθυνση και θεωρία της ελληνικής Λαογραφίας και η άποψη ότι τέτοια στοιχεία είναι ασήμαντα ή έξω από το πεδίο της «ορθόδοξης» λαογραφικής έρευνας. Ένας άλλος λόγος ήταν η πίστη ή ιδεολογία ότι το έθιμο δεν είχε ελληνική προέλευση. Αλλά ούτε και οι Έλληνες κοινωνιολόγοι ενδιαφέρθηκαν να προχωρήσουν σε κάποια έστω επιφανειακή μελέτη του θεσμού. Η Κοινωνιολογία άλλωστε ήταν ανύπαρκτη ως επιστήμη στη χώρα μας μέχρι τα τελευταία χρόνια.
Στην εργασία μας θα επιχειρήσουμε να δώσουμε μιαν ολοκληρωμένη εικόνα των διάφορων τύπων του θεσμού της «εξαγοράς της νύφης» στον ελληνικό χώρο, είτε αυτή είναι πραγματική είτε συμβολική, να ξεχωρίσουμε υπότυπους ανάλογα με τις διαφορές στη μορφή και τη λειτουργία κάθε τύπου και να επισημάνουμε τη διάδοση κάθε τύπου με χαρτογράφηση. Τέλος θα προχωρήσουμε στην ένταξη του θεσμού στο γενικότερο κοινωνικό πλαίσιο και στη σύγκρισή του με παρόμοιους θεσμούς των βαλκανικών και των άλλων γειτονικών λαών.
Οι πληροφορίες μας, στο μεγαλύτερο μέρος, προέρχονται από τις χειρόγραφες συλλογές του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών και του Λαογραφικού Σπουδαστηρίου της φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Οι συλλογές αυτές έχουν καταρτισθεί κυρίως από δασκάλους και φοιτητές με βάση τα ερωτηματολόγια που αναφέραμε πιο πάνω των Γ.Α. Μέγα και Γ.Κ. Σπυριδάκη. Οι πληροφορίες που είναι πλουσιότατες συμπληρώνονται και με άλλες που προέρχονται από δημοσιευμένες πηγές. Για την κατανόηση της λειτουργίας του θεσμού πολύ βοήθησε και η επιτόπια έρευνα (λαογραφικές αποστολές) του γράφοντος, που πραγματοποιήθηκε στο χρονικό διάστημα 1975-1984 στους νομούς Γρεβενών, Θεσσαλονίκης, Χαλκιδικής, Θεσπρωτίας, Ιωαννίνων, Λακωνίας, Μεσσηνίας και Φωκίδας.
Η επεξεργασία και η μελέτη όλου αυτού του υλικού μας έδωσε τη δυνατότητα να ξεχωρίσουμε τους βασικούς τύπους «εξαγοράς της νύφης» στον ελληνικό χώρο. Η διαίρεση αυτή θα αποτελέσει και τη βάση της ανάλυσης που θα ακολουθήσει. Τα κριτήρια που χρησιμοποιήσαμε για να κατατάξουμε τυπολογικά κάθε μορφή «εξαγοράς» είναι: α) Ο χρόνος που γίνεται το έθιμο, πριν δηλ. κατά ή μετά το γάμο, β) Το ύψος και το είδος των παροχών, γ) Η λειτουργία του εθίμου. Σύμφωνα λοιπόν με τα παραπάνω μπορούμε να διακρίνουμε τέσσερις βασικούς τύπους «εξαγοράς της νύφης», και τους χαρακτηρίζουμε με τους πραγματικούς ή συμβατικούς όρους: 1) Αγαρλίκι. 2) Παραδοτικά. 3) Πορταρίκια. 4) Κανίσκια της νύφης.
Ελευθέριος Π. Αλεξάκης
Η εξαγορά της νύφης
Συμβολή στη μελέτη των γαμήλιων θεσμών στη νεότερη Ελλάδα
Αθήνα, 1984
Διαβάστε ή κατεβάστε το υπόλοιπο βιβλίο