Μεταβάσεις του κατοικείν: από την βλάχικη καλύβα στο Mέγαρο Πιτούλη, Αποστόλου Αθηνά

Μεταβάσεις του κατοικείν: από την βλάχικη καλύβα στο Mέγαρο Πιτούλη, Αποστόλου ΑθηνάΗ κατοικία συνιστά όχι μόνο μια κατασκευή, αλλά, όπως αναφέρει ο Rapopport, ένα θεσμό που απορρέει από ένα πολύπλοκο σύνολο αναγκών και επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από το πολιτιστικό περιβάλλον στο οποίο ανήκει.

Εκτός από το να αποτελεί απλό καταφύγιο, αποκτά μια πιο ευρεία έννοια από την υλική ή ωφελιμιστική λειτουργία που είχε για τον πρωτόγονο άνθρωπο. Σκοπός της κατοικίας είναι η δημιουργία ενός περιβάλλοντος, που να εντάσσεται στον τρόπο ζωής ενός λαού, με συνέπεια να μορφώνεται από το πολιτισμικό υπόβαθρό του.

Συνεπώς, η μορφή και ο σχεδιασμός της κατοικίας επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από παράγοντες που συχνά υπερβαίνουν τις επιθυμίες του ενοίκου, αλλά και του ίδιου του αρχιτέκτονα και είναι πολιτισμικά καθορισμένοι. Αυτοί οι παράγοντες, όπως θα δούμε στη συνέχεια, φτάνουν να επηρεάζουν μέχρι και τη διαρρύθμιση της κάτοψης, τη διάταξη των απαιτούμενων χώρων, ακόμα και τον τρόπο που κινείται ο χρήστης.

Η παρούσα εργασία επιχειρεί να μελετήσει τους τρόπους με τους οποίους οι ανώνυμοι αυτοί πολιτιστικοί παράγοντες επηρεάζουν και διαμορφώνουν τη μορφή και τη διάταξη της κατοικίας και μέσω αυτών, τη διάρθρωση της ζωής σε αυτή.

Για τη συγκεκριμένη ανάλυση, επιλέχθηκε ως περίπτωση μελέτης το παράδειγμα της οικογένειας Πιτούλη, μέλος μιας βλάχικης κοινότητας, η οποία στις αρχές του 20ου αιώνα πέρασε από έναν ημινομαδικό τρόπο ζωής, σε μια μορφή πρώιμης αστικοποίησης στην Ηγουμενίτσα του Μεσοπολέμου: από τη βλάχικη καλύβα, στο μέγαρο. Οι διάφορες των δυο πρότυπων κατοικιών μαρτυρούν την εκούσια μεταβολή της οικογένειας προς έναν άλλον τρόπο ζωής.

Η βλάχικη καλύβα, όπως θα δούμε πιο αναλυτικά παρακάτω, αποτελεί την ελάχιστη μονάδα κατοίκησης, ένα σκέπασμα, ένα παλτό που μπορεί να μεταφερθεί. Εντοπίζεται ως μια αρχετυπική μορφή κατοίκησης, αυστηρά λειτουργικής, της οποίας κύριος στόχος είναι η στέγαση, η προστασία από τα καιρικά φαινόμενα και τους κινδύνους της ζωής της υπαίθρου. Η ζωή στα κονάκια μιλάει για μια κοινότητα (τσελιγκάτο) προσανατολισμένη προς την επίτευξη ενός και μόνο στόχου - της επιβίωσης. Τα μέλη της είναι σαφώς διαχωρισμένα σύμφωνα με το φύλο και την ιεραρχική βαθμίδα τους και ο καθένας επιτελεί το ρόλο του για το κοινό συμφέρον.

Σε πλήρη αντίθεση με την καλύβα, το μέγαρο Πιτούλη εμφανίζεται επιβλητικά στο τοπίο της τότε πόλης και υποδηλώνει το κύρος και την ισχύ της οικογένειας. Ενώ η καλύβα υποδήλωνε το ελάχιστο, το αρχοντικό εκδηλώνει την υπερβολή. Αποτελεί την κατοικία μιας μεγάλης οικογένειας η οποία, έχοντας εξασφαλίσει τις πρωταρχικές της ανάγκες, αναζητά κάτι παραπάνω από την απλή ζωή μιας επαρχιακής κωμόπολης. Η εργασία διερευνά το κατά πόσο μια τόσο απότομη αλλαγή μεταξύ των δύο κατοικιών, θα φέρει σίγουρα ίχνη του προηγούμενου μοντέλου κατοίκησης και ότι ίσως η ζωή στο μεγάλο σπίτι, κατά την πρώιμη περίοδο κατοίκησής του, να ακολουθούσε κάποια από τα προηγούμενα πρότυπα.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι χειρισμοί που οδήγησαν στην κατασκευή μιας τέτοιας κατοικίας, όπως το μέγαρο Πιτούλη. Είναι εμφανής η ύπαρξη ενός ενδιάμεσου σταδίου, μεταξύ της ιδέας και της υλοποίησης – του σχεδιασμού. Η κατασκευή το κτηρίου από μια ομάδα μαστόρων (μπουλούκι) με ή χωρίς την επίβλεψη αρχιτέκτονα δημιουργεί έναν ενδιαφέροντα διάλογο μεταξύ των ευρωπαϊκών προτύπων και της παράδοσης, αλλά και των τρόπων με τους οποίους αυτά τα πρότυπα υιοθετήθηκαν από την ελληνική κοινωνία. Η σύγκριση των δύο -πολύ διαφορετικών- οικιστικών μοντέλων γίνεται μέσω ορισμένων χαρακτηριστικών κατοίκησης, όπως οι χώροι φαγητού, διημέρευσης, ύπνου και τέλος οι αποθηκευτικοί και υγροί χώροι.

Στο πρώτο μέρος της εργασίας θα αναλυθούν κάποια βασικά στοιχεία για την ιστορία, τον πολιτισμό και τον τρόπο ζωής των ημινομαδικών Βλάχικων κοινοτήτων της εποχής και θα ανατρέξουμε στις απαρχές της οικογένειας Πιτούλη. Έπειτα θα ακολουθήσει η ανάλυση της κατασκευής των δύο τύπων της Βλάχικης καλύβας και θα δοθεί έμφαση στην εσωτερική διάταξη και το μοντέλο κατοίκησης της κυκλικής καλύβας, ως συνηθέστερης στην περιοχή.

Στο δεύτερο μέρος, θα γίνει αναφορά στις διαδικασίες αστικοποίησης των Βλάχικων κοινοτήτων και της αφομοίωσής τους στο νεοελληνικό κράτος, στην ιστορία της πόλης της Ηγουμενίτσας μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και της εγκατάστασης της οικογένειας Πιτούλη σε αυτή. Στη συνέχεια, θα γίνει μια περιγραφή της οικίας Πιτούλη και θα επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε το μοντέλο κατοίκησης μέσα στο μέγαρο κατά την πρώιμη κατοίκισή του, σε σχέση με το τυπικό οικιστικό μοντέλο της Ηγουμενίτσας. Επιπλέον, θα γίνουν κάποιες παρατηρήσεις σχετικά με την οικία Πιτούλη, τους λόγους που οδήγησαν στην κατασκευή του εν λόγω κτηρίου και του αντίκτυπου που είχε στην περιοχή και στους ενοίκους της.

Τέλος, θα γίνει μια σύγκριση μεταξύ των δύο κατοικιών όσον αφορά τη μορφολογία, την κλίμακα, τον τρόπο ζωής που επιτάσσουν και κυρίως της ιδεολογία που προβάλλει το καθένα.

Μεταβάσεις του κατοικείν: από την βλάχικη καλύβα στο Mέγαρο Πιτούλη
Αποστόλου Αθηνά

ερευνητική εργασία
Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. Τομέας Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού
Διαβάστε online την εργασία παρακάτω ή κατεβάστε τη

Αναζήτηση