Από τα μέσα της προτελευταίας δεκαετίας του 19ου αιώνα. η ρουμανική προπαγάνδα εντείνει τις προσπάθειες σ' όλους τους χώρους όπου δρούσε και σημείωνε επιτυχίες, υποχρεώνοντας έτσι τους αντιπάλους της να πάρουν αποτελεσματικότερα μέτρα για την αντιμετώπισή της.
Η ανοδική πορεία της προπαγάνδας δεν ήταν περιστασιακή. Ορισμένοι παράγοντες δημιούργησαν τις κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξή της. οι κυριότεροι από τους οποίους ήταν: 1) η ολοένα και μεγαλύτερη οικονομική ενίσχυση εκ μέρους της Ρουμανίας, 2) η στελέχωσή της με έμψυχο υλικό, που προερχόταν από τα μετεκπαιδευόμενα στη Ρουμανία παιδιά των Κουτσοβλάχων, τα όποια ξαναγυρίζοντας στον τόπο της καταγωγής τους ρίχνονταν με φανατισμό στο προσηλυτιστικό έργο και συμπεριφέρονταν, κατά κανόνα, όπως όλοι οι νεοφώτιστοι. Κάτι ανάλογο γινόταν, όπως επισημάνθηκε, και με τους Κουτσόβλαχους που πολιτογραφούνταν Ρουμάνοι και καταλάμβαναν κυβερνητικές θέσεις, 3) η χαλαρή αντίδραση, σε πολλές περιπτώσεις, των παραγόντων του ελληνισμού, καθώς και των στελεχών του Πατριαρχείου, η οποία γινόταν περισσότερο επιζήμια για τα ελληνικά συμφέροντα, όταν υπήρχε διάσταση ανάμεσα στις προξενικές αρχές και τους μητροπολίτες1, 4) η εξασφάλιση στενότερης συνεργασίας ανάμεσα στην προπαγάνδα και στις τουρκικές αρχές, σ' όλα τα κλιμάκια της ιεραρχίας, 5) η ενεργότερη, παρασκηνιακή και εμφανής συμπαράσταση της Αύστρο-Ουγγαρίας μέσω των πρεσβειών και των προξενείων της προς αυτή, 6) Δεν είναι άσχετη με την έξαρση της και η συστηματική υποδαύλιση του εθνικιστικού πνεύματος που αναπτυσσόταν στη Ρουμανία μ' όλα τα δυνατά μέσα και κυρίως με τον τύπο, ο όποιος με παραπλανητική αρθρογραφία κι αλλοίωση των στατιστικών στοιχείων, χαρακτήριζε τμήματα της ευρωπαϊκής Τουρκίας, όπως τη Μακεδονία π.χ. ως Une province Roumaine, éminemment Roumaine.
Ανοδική πορεία της προπαγάνδας από το 1885 και ύστερα επισημαίνεται τόσο στο βιλαέτι Ιωαννίνων όσο και στην περιοχή της Πίνδου. Στο πρώτο η ενίσχυσή της γίνεται αντιληπτή από την εδραίωσή της στη Βωβούσα του ανατολικού Ζαγορίου και την Ίδρυση ρουμανικού σχολείου στην ηπειρωτική πρωτεύουσα. Στο διαμέρισμα της Πίνδου από την αύξηση του αριθμού των ρουμανικών σχολείων κι άλλες πολυποίκιλες δραστηριότητες, που αποτελούσαν και μαρτυρία αυτών που διαδραματίζονταν σε γενικότερη κλίμακα.
Οι Ρουμάνοι, όπως ήδη αναφέραμε, είχαν στρέψει από καιρό το ενδιαφέρον τους στον ηπειρωτικό χώρο και προετοίμαζαν το έδαφος για να ιδρύσουν ανεξάρτητη επισκοπή. Οι πρώτες απόπειρες είχαν χαρακτήρα ανίχνευσης του εδάφους. Όταν διαπιστώθηκε ότι οι συνθήκες δεν ήταν πρόσφορες, αφού δεν χήρευε η έδρα του Έξαρχου Μετσόβου και οι κουτσοβλαχικοί πληθυσμοί δεν ήταν καθόλου πρόθυμοι να παρασυρθούν σε τυχοδιωκτικές περιπέτειες, η προπαγάνδα στράφηκε προς την άλλη κατεύθυνση, πιστεύοντας πως έτσι θα μπορούσε να εγκλωβίσει τους Κουτσόβλαχους στα σχέδια της: στην ίδρυση σχολείων. Βέβαια, η λειτουργία ρουμανικών σχολείων στα Γιάννινα προϋπόθετε την ύπαρξη κουτσοβλαχικού πληθυσμού, ο όποιος θα εξασφάλιζε, κάτω από τους γνωστούς δρόμους (οικονομικές παροχές κλπ.), έναν ικανοποιητικό αριθμό μαθητών, έτσι ώστε ν' αποτελέσουν τα σχολεία αυτά και τον πόλο έλξης ατόμων ελαστικής συνείδησης. Τέτοιες προϋποθέσεις στα Γιάννινα δεν υπήρχαν. Εκτός από τη μειοψηφία των Τούρκων, Εβραίων κι' Αλβανών, ο πληθυσμός ήταν ελληνικός, με αυξημένη εθνική ευαισθησία και με εκπαιδευτική και πνευματική παράδοση. Στη δημιουργία αυτής της παράδοσης πρωταγωνιστές υπήρξαν και πολλοί Κουτσόβλαχοι, που υπερηφανεύονταν γι' αυτό. O Μαργαρίτης, που μαζί με τις άλλες ηθελημένες υπερβολές του, ήθελε να κατοικούνται τα Γιάννινα στο σύνολό τους σχεδόν από Κουτσόβλαχους, δε δίστασε μπροστά στις δυσχέρειες. Πίστεψε πως με τα μέσα που διέθετε και την ισχυρή προστασία των Τούρκων θα εξουδετέρωνε την ελληνική συνείδηση των κουτσοβλαχικών πληθυσμών, θα έκαμπτε το φρόνημά τους και θα ενέτασσε την πλειοψηφία τους στην προπαγάνδα.
Πριν ιδρυθούν σχολεία στα Γιάννινα προηγήθηκε έντονη προσηλυτιστική δράση στη Βωβούσα. Η άλωση του χωριού ήταν απαραίτητη για δύο λόγους: 1) Για ν' αποκτηθεί μια βάση κι ένα ορμητήριο στο ανατολικό Ζαγόρι, στην Κόνιτσα και στις προσβάσεις της Πίνδου, που θα επηρέαζε τις εξελίξεις και σ' άλλα βλαχόφωνα χωριά, τόσο στο θέμα της ίδρυσης σχολείων όσο και στο ευρύτερο θέμα του προσηλυτισμού. 2) για να δημιουργηθεί φυτώριο που θα εξασφάλιζε ένα σταθερό αριθμό μαθητών για τη λειτουργία των σχολών των Ιωαννίνων.
Οι δημοσιογραφικές πληροφορίες έδιναν την εξής εικόνα των γεγονότων2. Από το 1881, που ιδρύθηκε η ρουμανική σχολή Βωβούσας, ως το 1886, λειτουργούσε μόνο κατ' όνομα, εξαιτίας της απροθυμίας των κατοίκων να στείλουν τα παιδιά τους σ' αυτό. Το 1886 όμως, διά γενναίων προσφορών και άλλων παντοειδών απειλών και εκβιασμών, πέτυχε να προσηλυτίσει τον Ζήση Παπαθανασίου, γαμπρό του προκρίτου Πέτρου Καζάνα, που τόσο έντονα είχε αντιδράσει την πρώτη φορά και καταδιώχτηκε γι' αυτό. Ο προσηλυτισμός του Παπαθανασίου αποτέλεσε μεγάλη επιτυχία της προπαγάνδας, γιατί επρόκειτο για επιστήμονα γιατρό, μαθητή της Ριζαρείου Σχολής κι απόφοιτο του Πανεπιστημίου Αθηνών, με επιρροή τόσο στο χωριό του όσο και στα γύρω χωριά. Ο Παπαθανασίου πήρε με το μέρος του και τον Καζάνα και οι δυο τους τώρα ὑπισχνούμενοι εἰς τόν ἁπλοϊκόν λαόν πᾶν εἶδος εὐτυχίας καί πλούτου ἐάν ὑποστηρίζ ῃ τήν προστατευομένην ὕπ' αὐτῶν ρουμουνικήν σχολήν, ἐπαγγελλόμενοι εἰς τούς γονεῖς μέλλον εὐρύ διά τά τέκνα τῶν... καί παραπείθοντες καί ἐξαπατῶντες ἀνθρώπους... κατόρθωσαν να πάρουν με το μέρος τους την πλειοψηφία των κατοίκων, με καταδιώξεις των αντιπάλων τους παράλληλα πέτυχαν να κλείσουν το ελληνικό σχολείο κατά την τριετία 1886-1889. Η περίοδος αυτή ήταν για την προπαγάνδα η εποχή της ακμής της και ταυτόχρονα της δοκιμασίας της. Με την πάροδο του χρόνου αφυπνίστηκε το εθνικό αίσθημα των παρασυρθέντων κατοίκων, οι οποίοι αντέδρασαν έντονα, με αποτέλεσμα να επαναλειτουργήσει το ελληνικό σχολείο, ύστερα από αγώνες που δημιούργησαν κινδύνους για τους ελληνοφρονούντες και τους οδήγησαν στα πρόθυρα της φυλακής και της εξορίας, εξαιτίας των καταγγελιών και των μηνύσεων των στελεχών της προπαγάνδας.
Μετά την επιτυχία της Βωβούσας άρχισαν από τα τέλη του 1886, οι προσπάθειες για την ίδρυση σχολείων στα Γιάννινα. Δύο απόστολοι από τη Σαμαρίνα (ο ένας ήταν ο Ιωάννης Χονδρόσωμος) εκπαιδευμένοι στη Ρουμανία, ήρθαν στα Γιάννινα το Δεκέμβριο του 1886. Ὑπό τήν σκέπην τοῦ Αὐστριακοῦ Προξενείου καί τήν ὑποστήριξιν τοῦ χρυσοῦ, φρόντισαν για την έγκριση άδειας προς ίδρυση σχολείου, πράγμα που δεν το κατόρθωσαν, γιαυτό και ζήτησαν την επέμβαση της ρουμανικής πρεσβείας στην Πόλη . Ήταν φυσικό μια τέτοια είδηση να θορυβήσει την ελληνική κυβέρνηση, η οποία διέβλεψε τους κινδύνους για τους βλαχόφωνους πληθυσμούς της Ηπείρου. Έτσι, το υπουργείο Εξωτερικών ζήτησε από την Πρεσβεία Κων/λεως να ενημερώσει το Πατριαρχείο και να το παρακαλέσει να επέμβει, ώστε να μη χορηγηθεί η άδεια3. Οι ενέργειες της Πρεσβείας και ενδεχομένως και του Πατριαρχείου δεν απέδωσαν. Αντίθετα η ρουμανική πρεσβεία, με την πιθανή βοήθεια της αυστριακής, όπως αφήνει να εννοηθεί η ενεργός ανάμιξη του αυστριακού προξενείου Ιωαννίνων, κατόρθωσε να χορηγηθεί κατ' αρχήν άδεια. Από τον Ιανουάριο του 1887 άρχισε να λειτουργεί το πρώτο ρουμανικό σχολείο στα Γιάννινα4.
Η λειτουργία του ήταν βραχύβια. Ο βαλής Ιωαννίνων, κάτω από τις αντιδράσεις και την πίεση των ελληνικών προξενικών αρχών και των εκπροσώπων της ελληνικής κοινότητας5, έκλεισε το σχολείο. Μεταγενέστερα δημοσιεύματα σε ηπειρωτικές εφημερίδες αναφέρουν κι άλλες αιτίες για το κλείσιμό του. Υποστήριζαν ότι ο Ιωάννης Χονδρόσωμος αντιμετώπισε μεγάλες δυσχέρειες στη λειτουργία του σχολείου, κυρίως για το ότι δε μπορούσε να βρει μαθητές. Στα Γιάννινα παραχείμαζαν κουτσοβλαχικές οικογένειες από τη Σαμαρίνα κυρίως και το Μαλακάσι, που δεν ήθελαν ν' ακούσουν για ρουμανική προπαγάνδα. Οι προσπάθειες του συναντούσαν τα ειρωνικά μειδιάματα των Κουτσοβλάχων, αλλά και των άλλων κατοίκων της πόλης. Την κατάσταση έσωσαν μερικές πάμπτωχες οικογένειες Κουτσοβλάχων από το Περιβόλι που τότε έμεναν στα Γιάννινα, ενώ άλλοτε παραχείμαζαν στα Φάρσαλα και το Βελεστίνο. Με την πρώτην προσφοράν χρυσίου, ο Χονδρόσωμος κατόρθωσε να τους αποσπάσει μερικά παιδιά και των δύο φύλων. Με την αντιπροσφορά όμως εκ μέρους ανωνύμου Γιαννιώτη εκατό λιρών, με τις οποίες αγοράστηκε και μοιράστηκε αλεύρι, οι φτωχοί κερατζήδες Περιβολιώτες συγκατατέθηκαν ν' αποσύρουν τα παιδιά τους από το ρουμανικό σχολείο και να τα στείλουν στα ελληνικά6. Οι Ρουμάνοι διαμαρτυρήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη για το κλείσιμο του σχολείου και τη φορά αυτή είχαν συμπαραστάτη τους και τον εξέχοντα Αλβανό πρόκριτο Νακή πασά7, καθώς και τον αλβανίζοντα Μουσταφά πασά, πάντα κάτω από την προστασία του αυστριακού προξενείου, το οποίο εργαζόταν ἀναφανδόν πλέον πρός ἐξυπηρέτηση ἰδῖων σκοπῶν8. Τόσο για την έναρξη της λειτουργίας του σχολείου όσο και για την απόφαση του βαλή να το κλείσει, το υπουργείο ενημέρωσε την πρεσβεία Κων/λεως και την προέτρεπε σ' ενέργειες, με τη βοήθεια πάντα του Πατριαρχείου, που θα οδηγούσαν στο οριστικό κλείσιμο και στην ανάκληση της άδειας9. Οι πιέσεις της ρουμανικής πρεσβείας στην Πόλη και των τοπικών παραγόντων της προπαγάνδας στα Γιάννινα έφεραν αποτέλεσμα, παρόλο που ο βαλής ἐξήρτησε τήν ἄδειαν περί συστάσεως καί λειτουργίας τῶν Ρουμανικῶν σχολείων ἐκ τῆς ὑπογραφῆς δέκα τουλάχιστον παρεπιδημούντων Βλάχων, αἰτουμένων τοῦτο ἐγγράφως, πράγμα που δεν έγινε κατορθωτό, γιατί δε βρέθηκαν Κουτσόβλαχοι να υπογράψουν την αίτηση10. Τελικά ο βαλής Εγιούπ πασάς δέχτηκε να επιτρέψει τη λειτουργία δυο ρουμανικών σχολείων, αρρένων και θηλέων, με προσωρινή άδεια, την οποία σε λίγο οριστικοποίησε. Τα σχολεία άρχισαν να λειτουργούν από το Φεβρουάριο του 1887, στην αρχή όμως δεν κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν μαθητές, γιατί με το κλείσιμο οι παλαιοί μαθητές είχαν μετεγγραφεί στα ελληνικά σχολεία11. Η αρχική άρνηση του βαλή να επιτρέψει τη λειτουργία στηρίχτηκε στην ορθή άποψη ότι την άδεια δεν τη ζήτησαν οι γονείς που ενδιαφέρονταν να εκπαιδεύσουν τα παιδιά τους, αλλά άσχετοι και προσπαθούσε να πείσει γιαυτό και τους Νακή και Μουσταφά πασάδες, που συνηγορούσαν στην πραγμάτωση των ρουμανικών σχεδίων. Ο Εγιούπ πασάς υποχρεώθηκε ν' αλλάξει στάση από την παρέμβαση των δυο μουσουλμάνων προκρίτων και κυρίως από την σκανδαλώδη ανάμιξη του αυστριακού προξένου Gajetan Zagorski. Ανάμιξη των προξένων Ιταλίας και Γαλλίας, όπως άφηνε να υπονοηθεί σ' έκθεσή του το προξενείο Μοναστηρίου, δεν επισημάνθηκε. Η αισιοδοξία της προπαγάνδας ότι θα γινόταν δυνατή η εκρουμάνιση της Ηπείρου με την ίδρυση σχολείων, χαρακτηριζόταν από το ίδιο προξενείο ως απόρροια κερδοσκοπικών υπολογισμών και τερατώδης χίμαιρα12. Ένας πρόσθετος λόγος που υποχρέωσε τελικά το βαλή να δώσει την άδεια λειτουργίας ήταν και το ότι, ύστερα από πολλές προσπάθειες, έγινε κατορθωτό να πειστούν ορισμένα παρεπιδημούντες Κουτσόβλαχοι, κρεοπώλες και σαμαράδες, να υπογράψουν την αίτηση που ζητούσε13.
Το παράτολμο και χιμαιρικό των σχεδίων της προπαγάνδας για την Ήπειρο, κατά την άποψη του προξένου Μοναστηρίου, στάθηκε φαίνεται η αιτία να μην αντιδράσει έντονα ο ελληνικός πληθυσμός των Ιωαννίνων. Κρίνεται μάλιστα πως αντιμετώπιζε με συγκατάβαση την κατάσταση, επειδή ήταν σίγουροι ότι δεν επρόκειτο να πετύχει τίποτε η προπαγάνδα. Γιαυτό και οι Έλληνες πρόκριτοι τιμούσαν συχνά με την παρουσία τους τις εξετάσεις των ρουμανικών σχολείων. Αυτή την αδιαφορία Ηπειρώτες δημοσιογράφοι θα την παραλληλίσουν με ύπνο, για να προσθέσουν: Τόσον μάλιστα ὁ ὕπνος οὗτος ἦτο γενικός, ὥστε μετ' ἀπορίας σήμερον εὐρίσκομεν εἰς μίαν ἔκθεσιν τῶν πεπραγμένων τοῦ ἕν Κῶν/λεί «Φιλεκπαιδευτικοῦ Συλλόγου», εἰς ἤν, λόγου γιγνομένου περί τῆς ἕν Ἠπείρω παιδείας, ἀφελής καί ἀνύποπτος ἀποθανατίζεται ἡ ὁμολογία ὅτι εἰς «ἐν σχολεῖον Ἠπειρωτικόν του ὑπαίθρου14 διδάσκεται ὑπό τίνος ξένου διδασκάλου καί ἡ Ρωμουνική γλώσσα, εὐτυχῶς ὅμως τά ἔξοδα τοῦ διδασκάλου δέν ἐπιβαρύνουσι τήν Κοινότητα, διότι μισθοδοτεῖται εὐγενῶς ὑπό τινός ξένης προπαγάνδας15!
Δεν είναι άσχετοι με την αδιαφορία δυο παράγοντες, που επηρέαζαν τότε τη στάση του πληθυσμού, σε σημείο που να διατυπώνονται κρίσεις -κατά τρόπο μάλλον υπερβολικό- περί ἀπαραδειγμάτιστου καταπτώσεως τῶν ἐθνικῶν φρονημάτων. Οι παράγοντες ήταν: 1) η πολιτεία του μητροπολίτη Σωφρονίου που θεωρούνταν ακατάλληλος για τη νευραλγική θέση της μητρόπολης Ιωαννίνων, και 2) η τακτική του τουρκικού στρατοδικείου, που με τις αποφάσεις του τρομοκρατούσε τον πληθυσμό16.
Διευθυντής του ρουμανικού σχολείου αρρένων διορίστηκε ο Ιωάννης Χονδρόσωμος -κατόπιν ανέλαβε ευθύνες επιθεωρητή σχολείων- με βοηθό του τον Γήτση Παπαχατζή Οικονόμου, από την Αβδέλλα17. Διευθύντρια του παρθεναγωγείου τοποθετήθηκε, με μετάθεση από το Μοναστήρι, η δασκάλα του εκεί ρουμανικού παρθεναγωγείου Ναθαλία Μπορισλάβσκι, πολωνικής καταγωγής, η οποία είχε εκπαιδευτεί στο Βουκουρέστι με ικανότητες και καλή κατάρτιση. Η δασκάλα έφυγε από το Μοναστήρι στις 22 Φεβρουάριου 188718 και έφτασε υστέρα από λίγες μέρες στα Γιάννινα19. Το Παρθεναγωγείο δεν έγινε δυνατό να λειτουργήσει αμέσως, γιατί ο βαλής δεν έδινε άδεια, ενώ παράλληλα αντιδρούσε έντονα και το ελληνικό Γενικό προξενείο20. Με τη χορήγηση της άδειας η κατάσταση δε βελτιώθηκε, γιατί, όπως έγινε και με τη σχολή αρρένων, δεν προσήλθαν μαθήτριες για φοίτηση, με συνέπεια η Ρουμανίδα δασκάλα ν' απογοητευθεί από την κατάσταση και να παραιτηθεί21.
Η αποτυχία της λειτουργίας των δυο ρουμανικών σχολείων στα Γιάννινα, το 1887, δεν απογοήτευσε τους ιθύνοντες της προπαγάνδας. Το πρώτο 10ήμερο του Σεπτεμβρίου ο Μαργαρίτης έφτασε στην πόλη, συνοδευόμενος από τον καθηγητή Καραγιάννη, για να ἐρευνήσει ἐπιτοπίως ἐπί ποιῶν βάσεων δύναται νά ἱδρυθῆ σχολή, στοιχεῖα βιωσιμότητος ἐνέχουσα. Η έρευνα τον οδήγησε στην απόφαση ν' αναπτύξει το δημοτικό σχολείο σε γυμνάσιο (Λύκειο κατά την ορολογία), με παράλληλη ίδρυση οικοτροφείου για τη στέγαση και διατροφή των μαθητών, έτσι ώστε να ελκυστεί το ενδιαφέρον των άπορων βλαχόφωνων οικογενειών22. Ο Γενικός πρόξενος Ιωαννίνων πρόβλεπε ότι διά τοῦ σαγηνεύματος τούτου θά ἐπιτευχθεῖ συλλογή τίς βλαχοπαίδων οὐχί ἐξ Ἤπειρον ἄλλ' ἐκ τῆς ἐπαρχίας Γρεβενῶν, κι ακόμη ότι οι τουρκικές αρχές, επειδή τις εξυπηρετούσε η διαίρεση των χριστιανικών πληθυσμών, δεν θα έφεραν εμπόδια στην πραγματοποίηση των σχεδίων. Οι προβλέψεις βγήκαν σωστές: ο Μαργαρίτης νοίκιασε κατάλληλο οίκημα όπου εγκατέστησε τα σχολεία και το οικοτροφείο, με την ευμενή ανοχή των τουρκικών αρχών23 και κατόρθωσε να περιμαζέψει 14 οικότροφους που προέρχονταν κυρίως από τα χωριά της Πίνδου24. Το πρώτο διδακτικό προσωπικό αποτελούνταν από 3 δάσκαλους, απόφοιτους ρουμανικών γυμνασίων, που δίδασκαν 4 γλώσσες: ρουμανικά, ελληνικά, τουρκικά και γαλλικά. Ἡ ἐπίνευσις τῶν ἀρχῶν εἰς τᾶς ρουμανικᾶς ἐνεργείας αποδιδόταν στις ενέργειες των αδελφών Φράσαρη, στην Πόλη, υπαλλήλων της Πύλης, με τους οποίους ο Μαργαρίτης είχε αλληλογραφία25. Αυτό υποδηλώνει και τη μεταφορά σε πρακτικά επίπεδα της συνεργασίας που είχε διακηρύξει ο Αλβανορουμανικός Σύλλογος στο Βουκουρέστι.
Το Νοέμβριο του 1887 ο αριθμός των μαθητών έφτασε στους 18. Η καταγωγή τους ήταν από τη Σαμαρίνα, Φούρκα, Αβδέλλα. Βωβούσα και Καλαρρύτες, αν και το τελευταίο δε φαίνεται πιστευτό26. Επόπτης των σχολείων διορίστηκε ο καθηγητής της ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Ιασίου Καραγιάννης, από την Αβδέλλα. Μετά την οργάνωσή τους έφυγε για τη Ρουμανία, άλλα στο Μέτσοβο, άπ' όπου πέρασε27, συνελήφθη από τις τουρκικές αρχές ως ύποπτος. Κατά την έρευνα βρέθηκαν πάνω του διάφορα έγγραφα.
Οι πληροφορίες έλεγαν ότι ο Καραγιάννης έφτασε στα Γιάννινα από τη Θεσσαλονίκη με τουρκικό διαβατήριο. Στην πόλη έμεινε μερικές μέρες και είχε επανειλημμένες συσκέψεις με το Μαργαρίτη και τους ρουμανοδάσκαλους για θέματα της προπαγάνδας. Μετά, αφού περιόδευσε χωριά του Ζαγορίου (προφανώς βλαχοχώρια) και του Μετσόβου θέλησε να διέλθη τα μεθόρια από το Μέτσοβο. Επειδή όμως το διαβατήριό του δεν είχε τη νόμιμη επικύρωση, οι αρχές του Μετσόβου, που βρήκαν ανάμεσα στα έγγραφα και τοπογραφικά σχεδιαγράμματα, τον έστειλαν με συνοδεία στα Γιάννινα. Εκεί αφέθηκε προσωρινά ελεύθερος με εγγύηση, αλλά η δικαστική αρχή βρήκε ενοχοποιητικά τα έγγραφα και διέταξε τη φυλάκισή του28. Για την απελευθέρωσή του ενδιαφέρθηκε ο Γενικός πρόξενος της Αυστρίας στα Γιάννινα, ενώ στην Πόλη έκανε έντονα διαβήματα στην Πύλη η ρουμανική πρεσβεία29. Ο Μαργαρίτης, που βρισκόταν στα Γιάννινα όταν πιάστηκε ο Καραγιάννης, υποχρεώθηκε να φύγει κρυφά από φόβο μήπως συλληφθεί κι ο ίδιος30.
Ας σημειωθεί ότι ο Καραγιάννης, εκτός από τα κύρια καθήκοντά του, είχε φαίνεται αναλάβει και το έργο31 να συγκεντρώσει στοιχεία για τα αλβανόφωνα χωριά του σημερινού νομού Θεσπρωτίας, όπου και περιόδευσε32. Ο Καραγιάννης αποτελούσε εξέχοντα πράκτορα της προπαγάνδας με μόνιμη εγκατάσταση στη Ρουμανία. Όταν κατέβαινε στην Ήπειρο συνεργαζόταν στενά με όλο το δίκτυο της ηγεσίας της. Κάποιος Καραγιαννίδης, που χαρακτηριζόταν πράκτορας του Ρουμάνου προξένου Θεσσαλονίκης στα Γιάννινα, πρέπει να ταυτιστεί με τον καθηγητή Καραγιάννη. Ο πρόξενος στα τέλη του 1887 επιχείρησε, μέσω του Καραγιάννη, που κάλεσε στη Θεσσαλονίκη για συνεννόηση, να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για την εξάπλωση της προπαγάνδας στις περιφέρειες Μοναστηρίου και Ιωαννίνων. Οι ενέργειες αυτές ξεκινούσαν από τις φιλικές σχέσεις του Ρουμάνου προξένου Θεσσαλονίκης με το στρατάρχη Ρετζέπ πασά, αλβανικής καταγωγής, ο οποίος υποστήριζε ενθέρμως την προπαγάνδα, ύστερα μάλιστα από την παρασημοφορία του από το Ρουμάνο βασιλιά. Ο Ρετζέπ πασάς έδινε συστατικά γράμματα για να εξυπηρετήσει τους πράκτορες και τους δάσκαλους της προπαγάνδας και συνηγορούσε στο βαλή Γκαλίπ πασά, πρόσωπο ασθενούς χαρακτήρα33, για ν' αναγνωριστούν ως Ρουμάνοι υπήκοοι πολλοί βλαχόφωνοι ραγιάδες, καθώς και πολίτες Έλληνες, για τους οποίους υπήρχαν αμφισβητήσεις στις τουρκικές αρχές. Η συνεργασία του Καραγιάννη με το Ρουμάνο πρόξενο Θεσσαλονίκης απέβλεπε βασικά στο να δημιουργηθούν δυνατότητες αναγνώρισης ως Ρουμάνων υπηκόων και πολλών Ηπειρωτών Κουτσοβλάχων, γεγονός που θα έδινε μεγάλη ώθηση στην ανάπτυξη της προπαγάνδας στον ηπειρωτικό χώρο34. Ας μη λησμονείται, τέλος, ότι η Θεσσαλονίκη, και προπαντός το Μοναστήρι, αποτελούσαν κέντρα εξόρμησης του Μαργαρίτη και των άλλων πρακτόρων της προπαγάνδας, για την άλωση των συνειδήσεων των κουτσοβλαχικών πληθυσμών της Ηπείρου. Απόπειρα περιοδείας κάποιου Ρουμάνου Αρμαρέσκου στην Ήπειρο κι' Αλβανία, στις αρχές του 1887 ματαιώθηκε χάρη στις ενέργειες του βαλή Μοναστηριού35.
Η λειτουργία των ρουμανικών σχολείων στα Γιάννινα δημιούργησε για την προπαγάνδα ευνοϊκές συνθήκες για επέκταση των δραστηριοτήτων της. Έτσι, το 1887 ιδρύθηκαν και στο Μέτσοβο ρουμανικά σχολεία, αρρεναγωγείο και παρθεναγωγείο, στα οποία η προπαγάνδα στήριξε πολλές ελπίδες. Δάσκαλοι τοποθετήθηκαν ο Νικόλαος Παπαχατζής και η Λίτσα Παπαγεωργίου από τη Σαμαρίνα. Ὅμως ἡ σχολή ἡ ἱδρυθεῖσα ἐπί ὁλόκληρον ἔτος εἶδεν ὅτι δέν εἶχεν ἄλλον τινά προορισμόν, παρά ὁ διδάσκαλος νά διδάσκη τήν διδασκάλισσαν καί τανάπαλιν, ἴνα ἀμφότεροι διέρχωνται τήν μακρυνότητα τῶν χειμερινῶν νυκτῶν καί τό ἀτελείωτον τῶν καλοκαιρινῶν ἡμερῶν. Μαθητής οὐδείς ὑπῆρχεν36.
Την περίοδο αυτή το Μέτσοβο, καθώς και το Μοναστήρι, οι Ρουμάνοι τα χρησιμοποιούσαν ως δήθεν κέντρα αποστολής ανταποκρίσεων37 των οποίων η δημοσίευσή τους στις ρουμανικές εφημερίδες αποσκοπούσε στην υποστήριξη των επιδιώξεων του Ρουμανοαλβανικου συλλόγου του Ουρέκια και στην προετοιμασία του εδάφους για την ίδρυση κουτσοβλαχικής επισκοπής στο Μέτσοβο, σκοπός που είχε αρχίσει να καλλιεργείται. Έπρεπε να γίνει η σχετική ζύμωση και να βρεθούν κάποιοι λόγοι που θα δικαιολογούσαν το σχίσμα. Η ευθύνη επιρρίφθηκε στο Πατριαρχείο, που δεν ήθελε ν' αναγνωρίσει την εισαγωγή της ρουμανικής κι αλβανικής γλώσσας στα σχολεία και τις εκκλησίες. Έγραφαν χαρακτηριστικά οι ρουμανικές εφημερίδες, στηριζόμενες στις δήθεν ανταποκρίσεις από το Μέτσοβο38: Ἀποδιωκομένων ἅπαξ (τῶν σημερινῶν διδασκάλων καί ἱερέων) ἐκ τῶν ρουμανοαλβανικῶν ἰδιοκτησιῶν -διότι ρουμανοαλβανικαί εἶναι αἵ ἐκκλησίαι καί τά εἰσοδήματα τῶν- δέν βλέπει τάχα ὁ ἀποτετυφλωμένος ἀρχηγός τῆς Ὀρθοδοξίας ὅτι τό πατριαρχικόν οἰκοδόμημα κατ' ἀνάγκην θά κρημνισθῆ εἰς τήν ἄβυσσον μή ἔχον ποῦ νά στηριχθῆ, θά ἱδρυθῆ δ' ἄντ' αὐτοῦ ἴσως ἡ ὑποτελής τῷ ἐν Ρώμῃ τοῦ Βατικανοῦ ἐξουσία; Δέν αἰσθάνεται ἡ ἐκ τοῦ φανατισμοῦ τοῦ ποιμνίου τῆς ἐπηρμένη κεφαλή ὅτι ἕν ὤ αὐτή διαιωνίζει τό μέγα λάθος τῆς ἀπαγορεύσεως τῆς ρουμανικῆς καί ἀλβανικῆς γλώσσης ἐκ τῶν χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν τῆς χερσονήσου, οἱ καθολικοί καί διαμαρτυρόμενοι μισσιονάριοι ἐργάζονται καί θά ἴδη αἴφνης ἑαυτόν συνεχόμενον εἰς τά δεσμά τῶν ἀπό τῶν μισσιοναρίων τούτων κεκτημένων δικαιωμάτων; ποία δ' ἔσται τότε ἡ θέσις τῶν πνευματικῶν αὐτοῦ ὑπηκόων: Βεβαίως τό σχίσμα, καθ' ὄν τρόπον ἐγένετο ὑπό τῶν Βουλγάρων καί ἡ ἕνωσις39!
Το 1888-1889 η προπαγάνδα σημείωσε πρόσκαιρη επιτυχία στο Μέτσοβο με τον προσηλυτισμό του ελληνοδάσκαλου Γεωργίου Ταλαμπάκου, τον όποιο η ελληνική κοινότητα είχε τιμωρήσει με παύση, γιατί ήταν μέθυσος. Ο Ταλαμπάκος, όργανο πια των Ρουμάνων εξαιτίας του πάθους του, κατόρθωσε, με πολλές υποσχέσεις παροχής άφθονων χρημάτων και την επίκληση συγγενικών δεσμών, να συγκεντρώσει 7-8 μαθητές κι άλλες τόσες μαθήτριες. Οι υποσχέσεις που δόθηκαν ήταν μεγάλες και δεν πραγματοποιήθηκαν. Το αποτέλεσμα ήταν ν' αδειάσουν τα σχολεία από μαθητές, να κλείσουν και να καταργηθούν40. Απόπειρες για να επαναλειτουργήσουν σχολεία στο Μέτσοβο θα γίνουν και τα κατοπινά χρόνια, όλες όμως θα ναυαγήσουν.
Το 1887 ιδρύθηκε ρουμανικό σχολείο και στη Μπριάζα (Δίστρατο), με δάσκαλο τον Αθανάσιο Πίσπα από το ίδιο χωριό. Επειδή η προσέλευση μαθητών ήταν ελάχιστη, κινήθηκε ο μηχανισμός της προπαγάνδας, για να εξουδετερωθούν όλα τα στοιχεία που αντιδρούσαν στα σχέδια της. Καταγγέλθηκαν τότε ανώνυμα στις τουρκικές αρχές της Κόνιτσας όλοι οι πρόκριτοι του χωριού, ότι εξυπηρετούσαν ελληνικούς σκοπούς και συνομωτούσαν εναντίον του καθεστώτος. Ανακριτική επιτροπή που έστειλαν οι Τούρκοι από την Κόνιτσα αποκάλυψε τις συκοφαντίες, χωρίς όμως να πάρει μέτρα εναντίον του δάσκαλου και των συνεργατών του. Σε παρατηρήσεις της επιτροπής, γιατί σαν Κουτσόβλαχοι οι κάτοικοι δεν έστελναν τα παιδιά τους στο ρουμανικό σχολείο, δόθηκε η απάντηση ότι γλώσσα τους ήταν η ελληνική κι αυτή ήταν ανάγκη να μάθουν τα παιδιά τους. Επειδή, όμως, τόνισαν ότι και η τουρκική ήταν αναγκαία, παρακάλεσαν την επιτροπή να τους στείλει τουρκιστή δάσκαλο με δικά τους έξοδα. Για 2-3 χρόνια η κοινότητα διατηρούσε και δάσκαλο της τουρκικής, αναγκάστηκε τελικά να τον απολύσει επειδή δεν είχε πια χρήματα. Το ρουμανικό σχολείο Μπριάζας φέρεται να λειτουργεί και τα επόμενα χρόνια, εικονικά όμως41, τουλάχιστον κατά την πρώτη περίοδο. Αργότερα η προπαγάνδα θ' αποκτήσει σημαντικά ερείσματα στη Μπριάζα, τα οποία θα τη βοηθήσουν να συγκροτήσει σχολείο όχι μόνο κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, αλλά και μετά την απελευθέρωση, 1913-1940.
Η ίδρυση ρουμανικών σχολείων στα Γιάννινα και σ' ορισμένα βλαχόφωνα χωριά της Ηπείρου, ήταν φυσικό να προκαλέσει την προσοχή του Πατριαρχείου, το όποιο στο μεταξύ ενημερώθηκε από γράμμα του μητροπολίτη Ιωαννίνων Σωφρονίου, στις 23-10-1887, για τα ὑπό τῶν ἀποστόλων.... τεκταινόμενα πρός παραπλάνησιν τῶν ἁπλουστέρων καί ἴδια τῶν ἀπορωτέρων χριστιανῶν. Το Πατριαρχείο συνέστησε στο μητροπολίτη να εντείνει τις προσπάθειές του για να ματαιωθούν τα σχέδια της προπαγάνδας42.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ι. ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ
Η ρουμανική προπαγάνδα στο βιλαέτι Ιωαννίνων και στα βλαχόφωνα χωριά της Πίνδου
τ. Α΄ (μέσα 19ου αι. – 1900)
Ιωάννινα 1995
Κατεβάστε το
Πρωτοπορία
Διαβάστε το online:
Η πολιτιστική κληρονομιά των Βλάχων μέσα από τα τεκμήρια του Ιδρύματος ΕΓΝΑΤΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ
1. Για το θέμα αυτό βλ. Βλάχου. Το Μακεδονικόν ώς φάσις του Ανατολικού Ζητήματος, σ. 288 κ.έξ. Βλ. επίσης υπόμνημα του πατριάρχη Ιωακείμ του Γ'. συνημμένο στήν υπ' άριθμ. έμπ. 1254/21-6-1883 έκθεση της Πρεσβείας Κωνσταντινουπόλεως προς το υπουργείο Εξωτερικών. AYE, Β' Αρχείον 1883, Έγγραφα προς την έν Κων/λει Πρεσβείαν. Ο Πατριάρχης έγραφε χαρακτηριστικά: Τινές... τῶν κυρίων προξένων ἤ και ἑτέρων πρακτόρων ἀνεύθυνοι ὅλως και ἐλεύθεροι ὄντες, ὑπό μίας δε και μόνης ἰδέας κυριαρχούμενοι, τῆς διά παντός δηλονότι μέσου ὑπερισχύσεως τῶν ἐθνικῶν συμφερόντων, ἀσχάλλουσι και κακολογοῦσιν ὅταν ἰδωσιν ἀρχιερέα τινά μή βαδίζοντα πομπωδῶς τοῖς αὔτων βήμασι. Εἶναι φυσικόν τοῦτο. Ὅ ἀρχιερεύς ἀδύνατον μέν να παραβλέψη κατά τήν ποιμαντορίαν αὐτοῦ τό ἐθνικόν συμφέρον, ἀδύνατον ὅμως ἐπίσης να λάβῃ εἰς χεῖρας αὔτοῦ σημαίαν, ἤν ἕτεροι πράκτορες δυνατόν να κρατήσουν... Ἐνδεχόμενον ἴσως oὐχί δι' ἔλλειψιν θελήσεως ἄλλ' ἱκανότητος και ἔπιδεξιότητος να συμβαίνουσι τινα, ἀλλά ποία Κυβέρνησις ἔχει όλους τούς ὑπ' αὐτήν ὑπαλλήλους ἐπίσης ἱκανούς και δεξιούς;... Κατά βάση οι γνώμες του Πατριάρχη ήταν σωστές. Μόνον που η κρίση του για τις ικανότητες πολλών μητροπολιτών διατυπωνόταν κατά τρόπο που άφηνε την εντύπωση ότι επρόκειτο για ασήμαντη μειοψηφία, πράγμα που δε συνέβαινε.
2. Βλ. εφημ. Ήπειρος, άριθμ. φύλλ. 131/1-1-1912.
3. Βλ. την ύπ' άριθμ. 660/19-12-1886 έκθεση του Γενικού προξενείου Ιωαννίνων προς το υπουργείο εξωτερικών και την Πρεσβεία Κωνσταντινουπόλεως. ΑΥΕ, 1886. Κων/λεως Πρεσβεία. Α-Μ: Γενικά προξενεία, προξενεία και υποπροξενεία.
4. Βλ. την υπ' άριθμ. 38/30-1-1887 αναφορά του Γενικού προξενείου Ιωαννίνων προς το υπουργείο Εξωτερικών, ΑΥΕ, Β' Αρχείον. 1887, Πρεσβεία Κωνσταντινουπόλεως.
5. Βλ. την ό.π., έκθεση.
6. Βλ. εφημ. Φωνή της Ηπείρου, άρ. φύλλ. 22/12-2-1893. Ανεξάρτητα αν ανταποκρίνονται τα δημοσιεύματα πλήρως στα πράγματα, δείχνουν πάντως την αντίδραση της κοινωνίας των Ιωαννίνων στις προθέσεις της προπαγάνδας.
7. Βλ. την υπ' άριθμ. 80/20-2-1887 έκθεση του Γενικού προξενείου Ιωαννίνων προς το υπουργείο Εξωτερικών, AYE, Β' Αρχείον, 1887, Πρεσβεία Κωνσταντινουπόλως.
8. Βλ. την ύπ' αριθμ. 112/6-3-1887 έκθεση του Γενικού προξενείου Ιωαννίνων προς το υπουργείο Εξωτερικών. ΑΥΕ, ό.π.
9. Βλ. τα υπ' άριθμ. 282 έμπ./7-2-1887. 445 έμπ./2-3-1887 και 563 εμπ./16-3-1887 έγγραφα του υπουργείου Εξωτερικών προς την πρεσβεία Κων/λεως. ΑΥΕ, ό.π.
10. Βλ. την υπ' άριθμ. 143/27-3-1887 έκθεση του Γενικού προξενείου Ιωαννίνων προς το υπουργείο Εξωτερικών. ΑΥΕ. ό.π.
11. Βλ. την υπ' άριθμ. 262/22-5-1887 έκθεση του Γενικού προξενείου Ιωαννίνων προς το υπουργείο Εξωτερικών. ΑΥΕ, ό.π. Βλ. επίσης και το υπ' άριθμ. 6870/14-2-1887 φύλλο της εφημ. Παλιγγενεσία.
12. Βλ. την υπ' άριθμ. 264/29-5-1887 έκθεση του Γενικού προξενείου Ιωαννίνων προς το υπουργείο Εξωτερικών, ΑΥΕ, 1887, Α-Δ: Διάφορα προξενικά Βιτωλίων.
13. Βλ. εφημ. Παλιγγενεσία, άριθμ. φύλλ. 6917/9-5-1887.
14. Πρέπει να εννοεί το ρουμανικό σχολείο Βωβούσας.
15. Βλ. εφημ. Ήπειρος άριθμ. φύλλ. 134/22-1-1912.
16. Ο πρόξενος Ιωαννίνων, στην υπ' άριθμ. 82/80-2-1887 έκθεση του προς το υπουργείο Εξωτερικών, έγραφε χαρακτηριστικά: ... τό μέν (στρατοδικεῖον) ἐνέσπειρε τον πανικόν, ὅ δέ (μητροπολίτης) τήν διαίρεσιν, διά τούτων δέ ὅμοῦ ἔπηλθεν ἤ κατάπτωσις τῶν φρονημάτων. Η έκθεση του πρόξενου είναι συνημμένη στο υπ' άριθμ. 36/10-3-1887 έγγραφο της Επιτροπής προς ενίσχυσιν της Ελληνικής Εκκλησίας και Παιδείας προς την πρεσβεία Κων/λεως. ΑΥΕ, 1887, Κων/λεως πρεσβεία, Επιτροπή προς ενίσχυσιν.
17. Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, ο Χονδρόσωμος καταγόταν από πολύ φτωχή οικογένεια της Σαμαρίνας. Αυτό ήταν η αιτία που ανάγκασε τον πατέρα του να δώσει το γιό του στο Μαργαρίτη για σπουδές στη Ρουμανία. Ο Χονδρόσωμος μετά την αποφοίτησή του από το γυμνάσιο του Βουκουρεστίου γύρισε στη Σαμαρίνα, όπου ίδρυσε, ως έμμισθος δάσκαλος της προπαγάνδας, ρουμανικό σχολείο. Φαίνεται όμως ότι η αντίδραση των συγχωριανών του ήταν τέτοια (ξυλοκοπήματα, κλπ.) που δημιούργησε δύσκολη κατάσταση για το νέο δάσκαλο. Η τοποθέτησή του στο σχολείο Ιωαννίνων αποτελούσε και είδος ανταμοιβής για το ζήλο του. Στα Γιάννινα ο Χονδρόσωμος εγκαταστάθηκε με όλη την οικογένεια του (γονείς κι αδέλφια). Για να σπάσει κάθε δεσμό με τον Ελληνισμό άλλαξε όλα τα ονόματα των μελών της οικογένειας του με αρχαία λατινικά και μάλιστα με ονόματα αυτοκρατόρων: Καίσαρ. Τιβέριος κλπ. Βλ. εφημ. Φωνή της Ηπείρου, άριθμ. φύλλ. 22/12-2-1893.
18. Βλ. την υπ' άριθμ. 107/23-3-1887 έκθεση του προξενείου Μοναστηριού προς το υπουργείο Εξωτερικών, AYE. Β' Αρχείον, 1887. Προξενεία έν Ηπείρω. Αλβανία, Κρήτη, Αλβανικόν ζήτημα (1ος φάκελος).
19. Βλ. την ό.π.. ύπ' άριθμ. 112/6-3-1887 έκθεση του Γενικού προξενείου Ιωαννίνων.
20. Βλ. την υπ' άριθμ. 125/20-3-1887 έκθεση του Γενικού προξενείου Θεσσαλονίκης προς το υπουργείο Εξωτερικών, ΑΥΕ. Β' Αρχείον, 1887, ό.π. (1ος φάκελος).
21. Βλ. την ύπ' άριθμ. 347/3-7-1887 έκθεση του Γενικού προξενείου Ιωαννίνων προς το υπουργείο Εξωτερικών. ΑΥΕ. 1887. Κωνσταντινουπόλεως πρεσβεία, Άλβανορουμανικά. Οί εφημερίδες, που χαρακτήριζαν τή δασκάλα ώραίαν και εύπαίδευτον κόρην της Βεσσαραβίας, έδιναν άλλη εξήγηση για την απογοήτευσή της. τα μικρά κορίτσια, κάπου 15 τον άριθμό, προερχόμενα άπό πάμφτωχες οικογένειες Περιβολιωτών που παραχείμαζαν Στα Γιάννινα, αποτελούσαν ένα έμψυχο υλικό πολύ δύσκολο για τή δασκάλα... H δύστηνος... ἔστενοχωρηθη εὐθύς ἕξ ἀρχῆς βλέπουσα ἐαυτήν περικυκλωμένην ὑπό κορασῖων ἄξεστου ἤθους καί ὑπό τῶν χειρονάκτων μητέρων τῶν, τῶν ὁποίων ἡ συναναστροφή καί ὁμιλία ἐυλόγως δέν ἱκανοποιοῦν τᾶς γνώσεις της... Ἐσκέφθη λοιπόν αὕτη νά ἐπιχειρήσῃ την ἐξημέρωσιν τῶν διά τῆς μουσικῆς καί πρός τοῦτο ἐζήτησε την βοήθειαν κλειδοκυμβάλου, κάτι πολύ δύσκολο για τα Γιάννινα, οπού μόνο 4-5 τέτοια όργανα υπήρχαν. Το κλείσιμο των σχολείων ύστερα από λίγο πρόσθεσε νέα απογοήτευση στη δασκάλα, υποχρεώθηκε έτσι να παραιτηθεί, δε θεωρούσε σωστό να πληρώνεται το μισθό της και να μην εργάζεται. Μετά την παραίτησή της ζούσε αξιοπρεπώς με τις παραδόσεις γαλλικής σε κορίτσια καλών οικογενειών της πόλης. Στα Γιάννινα έμεινε ως τα 1890 ή 1891 και μετά εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ζούσε πάλι από τις παραδόσεις ἐντίμως. Βλ. άριθμ. φύλλ. 22/12-2-1893 της εφημ. Φωνή της Ηπείρου.
22. Βλ. την υπ' άριθμ. 484/18-9-1887 έκθεση του Γενικού προξενείου Ιωαννίνων προς το υπουργείο Εξωτερικών. AYE. Β' Αρχείον. 1887. Πρεσβεία Κωνσταντινουπόλεως. Ο Peyfuss. ό.π.. σ. 73, στηριζόμενος σε ρουμανικές πηγές, αναφέρει την ίδρυση το 1887 στα Γιάννινα ενός πενταταξίου μέσου σχολείου με την πρώτη του τάξη να χρησιμεύει ως παρθεναγωγείο. Πρόκειται, όμως, όπως αναφέρθηκε, για δυο σχολεία: σχολείο αρρένων και παρθεναγωγείο.
23. Βλ. την υπ' άριθμ. 511/9-10-1887 έκθεση του Γενικού προξενείου Ιωαννίνων προς το υπουργείο Εξωτερικών. ΑΥΕ, ό.π.
24. Βλ. την ύπ' άριθμ. 559/30-10-1887 έκθεση του Γενικού προξενείου Ιωαννίνων προς το υπουργείο Εξωτερικών, AΥE. ό.π.
25. Βλ. την ό.π.. έκθεση.
26. Βλ. άριθμ. φύλλ. 7090/28-11-1887 της εφημ. Παλιγγενεσία.
27. Η άφιξη του εκεί πρέπει να συσχετιστεί με την προσπάθεια ίδρυσης ρουμανικού σχολείου και στο Μέτσοβο.
28. Βλ. εφημ. Βυζαντίς. άριθμ. φύλλ. 3362/22-12-1887. Η εφημερίδα έγραφε ακόμη πώς ο Καραγιάννης ισχυρίστηκε ότι ο καϊμακάμης του Μετσόβου του είχε ζητήσει 10 λίρες ρουσφέτι, γεγονός που υποχρέωσε τον εισαγγελέα να διατάξει την προσαγωγή του καϊμακάμη για να εξεταστεί σε άντιπαράσταση με τον Καραγιάννη.
29. Βλ. Βυζαντίς, άριθμ. φύλλ. 3365/29-12-1887.
30. Βλ. το ο.π. φύλλο της εφημερίδας. Συλλήψεις του Μαργαρίτη και στελεχών της προπαγάνδας γίνονταν κατά καιρούς από τις τουρκικές αρχές, άλλ' αυτές είχαν τον χαρακτήρα επίδειξης πνεύματος δήθεν αμεροληψίας παρά ουσιαστικό περιεχόμενο. Το Φεβρουάριο του 1887 ο Μαργαρίτης συνελήφθη στο Μοναστήρι, όπου κρατήθηκε για ένα 24ωρο, οδηγήθηκε μετά στη Θεσσαλονίκη και εκεί αφέθηκε ελεύθερος. Οι παραστάσεις των ρουμανικών προξενείων Μοναστηρίου, Θεσσαλονίκης και της Πρεσβείας Κων/λεως προς την Πόλη οδήγησαν στην αποφυλάκιση του. Η έντονη διαμαρτυρία της ρουμανικής πρεσβείας εναντίον του βαλή Μοναστηρίου δια την αυθαίρετον και παράνομον φυλάκισιν του Μαργαρίτη υποχρέωσε τη Γενική διοίκηση Μοναστηρίου, να δημοσιεύσει στην εκεί εκδιδόμενη τουρκική έφημερίδα του βιλαετίου Monastir, διάψευση της είδησης ότι ο Μαργαρίτης είχε φυλακιστεί· βλ. σχετικά τις ύπ' άριθμ. 224/3-3-1887 και 331/17-3-1887 εκθέσεις του Γενικού προξενείου Θεσσαλονίκης προς το υπουργείο Εξωτερικών, καθώς και την ύπ' άριθμ. 203/7-4-1887 έκθεση του προξενείου Μοναστηρίου. AYE, Β' Αρχείον, 1887. Πρεσβεία Κωνσταντινουπόλεως. Στη Θεσσαλονίκη, μετά την απελευθέρωση του, ο Μαργαρίτης συνεργάστηκε με τον καθολικό επίσκοπο Bonetti και τους προξένους Αυστρίας, Γαλλίας και Ρουμανίας, βλ. την ύπ' αριθμ. 268/29-3-1887 έκθεση του Γενικού προξενείου Θεσσαλονίκης προς το υπουργείο Εξωτερικών. ΑΥΕ. 1887. Κωνσταντινουπόλεως Πρεσβεία. Ρουμανοαλβανικά.
31. Προφανώς για ν' αποκτήσει περισσότερο βάθος η συνεργασία Αλβανών και Ρουμάνων στο Βουκουρέστι.
32. Βλ. την ό.π., ύπ' άριθμ. 559/30-10-1887 έκθεση του Γενικού προξενείου Ιωαννίνων, όπου γίνεται σύγχυση του καθηγητή Καραγιάννη με τον εγκαταστημένο επίσης στο Βουκουρέστι γιατρό Καραγιάννη, αδελφό του, που η έκθεση τον έφερε να διδάσκει στα ρουμανικά σχολεία Βιτωλίων. Τη σύγχυση διαλύει η ύπ' άριθμ. 860/25-11-1887 έκθεση του προξενείου Μοναστηριού προς το υπουργείο Εξωτερικών. AYE, Β' Άρχειον. 1887, Πρεσβεία Κωνσταντινουπόλεως.
33. Αντίθετα ο Αχμέτ Εγιούπ πασάς, βαλής Ιωαννίνων, χαρακτηριζόταν ως ικανός αξιωματικός κι όσο του ήταν δυνατό, αδέκαστος.
34. Βλ. την ύπ' άριθμ. 1527/1-12-1887 έκθεση του Γενικού προξενείου Θεσσαλονίκης προς το υπουργείο Εξωτερικών, AYE. Β' Αρχείον. 1887, Πρεσβεία Κωνσταντινουπόλεως.
35. Βλ. την υπ' άριθμ. 745/19-1-1887 έκθεση του προξενείου Μοναστηριού προς το υπουργείο Εξωτερικών. ΑΥΕ. 1887. Κωνσταντινουπόλεως Πρεσβεία, Ρουμανοαλβανικά.
36. Βλ. εφημ. Ήπειρος, άριθμ. φύλλ. 135/30-1-1912.
37. Στην πραγματικότητα συγγράφονταν στο Βουκουρέστι.
38. Οι κατασκευασμένες ανταποκρίσεις εκ Μετσόβου δημοσιεύονταν πρώτα στην Εφημερίδα της Τρανσυλβανίας του Vrasov κι απο κει αναδημοσιεύονταν στις ρουμανικές εφημερίδες του Βουκουρεστίου. Βλ. την ελληνική εφημερίδα του Βουκουρεστίου Σύλλογοι. άριθμ. φύλλ. 3388/6-2-1887. Οι πλαστές ανταποκρίσεις αποκαλύπτονταν καθαρά από το περιεχόμενο και τον τρόπο γραφής τους· ήταν τέτοιες που μόνον οἱ εἰδικῶς τα νεολατινικά γράμματα σπουδάσαντες γνώριζαν να γράφουν.
39. Βλ. εφημ. Σύλλογοι, αριθμ. φύλλ. 3389/7-2-1887.
40. Βλ. εφημ. Ήπειρος, ό.π.
41. Βλ. Ήπειρος, ό.π.
42. Βλ. το ύπ' άριθμ. πρωτ. 4654/4-11-1887 γράμμα του Πατριαρχείου προς το μητροπολίτη Σωφρόνιο. ΑΟΠ-ΚΠΑ. Κώδιξ άριθμ. 58. σ. 340. Γράμμα, με ανάλογο περιεχόμενο, θα σταλεί την ίδια μέρα (με άριθμ. πρωτ. 4507/4-11-1887) και προς το μητροπολίτη Γρεβενών Κύριλλο, ΑΟΠ, ό.π.