Στην εργασία αυτή επιχειρούμε να μελετήσουμε την κοινωνική και ιδεολογική λειτουργία της ελληνικής γλώσσας στα Βαλκάνια σε σχέση με ορισμένα από τα εθνικά κινήματα σε αυτή τη γεωγραφική έκταση από το δεύτερο μισό του 18ου ως τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα.
Η μελέτη μας στηρίζεται σε μία συγκριτική διερεύνηση τριών κειμένων που εκδόθηκαν αυτή την περίοδο. Πρόκειται για την Πρωτοπειρία του Θεόδωρου Καβαλλιώτη, 1770, την Εισαγωγική διδασκαλία περιέχουσα Λεξικόν Τετράγλωσσον του Δανιήλ Μοσχοπολίτη, 1802 και τέλος το Kniga za naučenie trih jazikov του Θεοδόσιου Σιναΐτη, 1841. Επικεντρώσαμε το ενδιαφέρον μας κυρίως στο δεύτερο, μια και αυτό αποτελεί κατά κάποιο τρόπο το σημείο αναφοράς τόσο για την περίοδο που προηγείται όσο και για κείνη που ακολουθεί. Μπορούμε ωστόσο να θεωρήσουμε πως τα δύο άλλα έργα οριοθετούν συμβολικά την αρχή και το τέλος μιας ευρύτερης και χαρακτηριστικής περιόδου στην κοινωνική ιστορία της ελληνικής γλώσσας στα Βαλκάνια.
Οι μεθοδολογικές δυσκολίες, με τη χρήση της τεχνικής γνωστής ως «ανάλυση περιεχομένου», ήταν μικρές. Το ίδιο και οι πρακτικές δυσκολίες. Προσπάθησα, κυρίως τις δεύτερες να τις ξεπεράσω με τη βοήθεια συναδέλφων και φίλων. Ανάμεσα σε αυτούς ο Φίλιππος Ηλιού, που διάβασε σε μία πρώτη μορφή το χειρόγραφο της εργασίας μου, ας δεχτεί και από αυτή τη θέση τις ευχαριστίες μου. Ευχαριστώ ακόμα το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων που χρηματοδότησε την έκδοση αυτής της μελέτης και τη συμπεριέλαβε στη σειρά των παραρτημάτων της «Δωδώνης»
Αγγελική Κωνσταντακοπούλου
Αύγουστος 1988
Εισαγωγή
Η θετικιστική τάση στην ιστορική επιστήμη, κυρίαρχη στην Ευρώπη σε όλη τη διάρκεια του δέκατου ένατου αιώνα, επεξεργάστηκε και καθιέρωσε μεθοδολογικά εργαλεία χρήσιμα κυρίως για τη μελέτη των πηγών. Παράλληλα προσανατόλισε τη θεματική της ιστορικής έρευνας αποκλειστικά σχεδόν στη μελέτη της πολιτικής, στρατιωτικής και διπλωματικής ιστορίας. Από το θεωρητικό αυτό τρόπο προσέγγισης του παρελθόντος επηρεάστηκαν, όπως ήταν φυσικό, και οι βαλκάνιοι ιστορικοί. Επειδή όμως στα Βαλκάνια οι εθνικοί ανταγωνισμοί πήραν κάποιες φορές τραγικές διαστάσεις, γι' αυτό η βαλκανική ιστοριογραφία, καθώς είχε επικεντρώσει το ενδιαφέρον της στο πολιτικό επίπεδο της ιστορικής πραγματικότητας ή επειδή συχνά στόχευε στην ενίσχυση και τη δικαιολογία σύγχρονων πολιτικών επιλογών -κάτι που σημαίνει ακόμα και σήμερα και όχι μόνο στα Βαλκάνια- ήταν επόμενο να διαπνέεται και να αντανακλά μ' ένα περισσότερο άμεσο και εμφανή τρόπο τους εθνικούς αυτούς ανταγωνισμούς.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ζήτημα της ελληνικής γλώσσας κόντρα της επίδρασης που άσκησε ο ελληνικός πολιτισμός στις υπόλοιπες βαλκανικές εθνότητες στη διάρκεια της τουρκοκρατίας. Διαπιστώνει δηλαδή κανείς ότι το θέμα αυτό αντιμετωπίστηκε κάτω από διαφορετική κάθε φορά οπτική, ανάλογα με το πολιτικό κλίμα που επικρατούσε ανάμεσα στα βαλκανικά κράτη ή ακόμα με βάση μία ιδεαλιστική θεώρηση του Ελληνισμού. Σήμερα αντίθετα που η βαλκανική ιστοριογραφία έχει να επιδείξει σημαντικά δείγματα επιστημονικών μελετών οι οποίες ανοίγουν νέες προοπτικές στη μελέτη της κοινωνικής, οικονομικής, δημογραφικής βαλκανικής ιστορίας, της ιστορίας των ιδεών κ.λπ., και το ζήτημα της ελληνικής γλώσσας, ως κυρίαρχου γλωσσικού οργάνου στα Βαλκάνια, μπορεί και αυτό να τεθεί σε νέα βάση.
Ο πρωταρχικός ρόλος της ελληνικής γλώσσας ως γλώσσας της Εκκλησίας, του εμπορίου και της κουλτούρας έχει ήδη επισημανθεί από τα τέλη του 18ου αιώνα. Ο Δ.Ν Δάρβαρις π.χ ο οποίος έγραψε μία σειρά εγχειριδίων για την εκμάθηση της ελληνικής στον πρόλογο του έργου του Γραμματική απλοελληνική τονίζει: «Αυτή η Γραμματική λοιπόν είναι κυρίω και καθ' αυτό διωρισμένη δια τους ομογενείς μου (= τους βλάχους) εις τους οποίους η κοινή των Γραικών διάλεκτος είναι αναγκαία και απαραίτητος διότι χρειάζονται αυτήν αφεύκτως και δια την επιμιξίαν μετά των Γραικών και δια την διδασκαλία της πίστεως, και δια την σπουδήν των Γραμμάτων και δια την εμπορίαν» (1806).
Για την έκταση που πήρε αυτά σ' αυτά τα χρόνια η χρήση της ελληνικής γλώσσας στους κύκλους λογίων και εμπόρων μπορεί κανείς να σχηματίσεις μια ιδέα και από το γεγονός ότι η λέξη ελλην την περίοδο αυτή άρχισε να σημαίνει τον έμπορο και ότι η εθνική αυτή η προσωνυμία αποδιδόταν ακόμα και σε έμπορο άλλων εθνοτήτων, π.χ εβραίους.
Με βάση τα παραπάνω γίνεται επομένως φανερό γιατί η γνώση της ελληνικής γλώσσας αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση και ταυτόχρονα μέσω κοινωνικής ανόδου για τις υπόλοιπες εθνότητες της Βαλκανικής, τους βλάχους, βουλγάρους και αλβανίτες. Από αυτή την άποψη η εξέταση της κοινωνικής λειτουργίας της ελληνικής γλώσσας στα Βαλκάνια από το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα έως το 1850 περίπου μέσα από το κείμενο του Τετράγλωσσου Λεξικού του Δανιήλ Μοσχοπολίτη -γιατί σε αυτό το πεδίο έρευνας περιορίζεται η μελέτη αυτή αφήνοντας αναγκαστικά αδιερεύνητους άλλους τρόπους διάδοσης της ελληνικής γλώσσας και κουλτούρας ανάμεσα στους βαλκανικούς πληθυσμούς, όπως π.χ. τα σχολεία της Βαλκανικής που λειτουργούσαν την ίδια περίοδο, ή την παραγωγή και κυκλοφορία ελληνικών βιβλίων, τις μεταφράσεις ορισμένων από αυτά στις βαλκανικές γλώσσες κ.λπ. δεν φωτίζει μόνο καίρια πολιτισμικά ή εθνικά ζητήματα. Μας δίνει επιπλέον τη δυνατότητα να σκιαγραφήσουμε τη διαδικασία μέσα από την οποία ορισμένα στρώματα βαλκάνιων, βλάχων, βουλγάρων και αλβανιτών ανέρχονται κοινωνικά και αποκτούν εθνική συνείδηση. Η κοινωνική αυτή κινητικότητα που ήταν απόρροια της γενικότερης οικονομικής ανάπτυξης στα Βαλκάνια αυτή την εποχή, γίνεται αντιληπτή, όπως προτείνει ο Miroslav Hroch, όχι ως «primus movens» αλλά «ως το μέσο που εκφράζει τη σχέση ανάμεσα στην κοινωνική συνειδητοποίηση και τις αποφασιστικές αλλαγές στην οικονομική και την κοινωνική σφαίρα»
Για να παρακολουθήσουμε παρόμοια κοινωνικά και πολιτισμικά φαινόμενα χρειάστηκε να αποκρυπτογραφήσουμε το κείμενο του Τετραγώνου του Λεξικού, μια από τις λιγοστές δηλαδή πήγες, η οποία, προορισμένη καθώς ήταν από το συγγραφέα της να αποτελέσει μέθοδο εκμάθησης της ελληνικής, απόκτησε ταυτόχρονα μία εξειδικευμένη λειτουργία και χρησιμότητα με βάση την οποία μπορούν να προσεγγιστούν και να κατανοηθούν ορισμένα κοινωνικά, πολιτισμικά και εθνικά προβλήματα. Πέρα από τη χρησιμότητα και τη λειτουργία του ως εγχειριδίου - μεθόδου για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, επιχειρήσαμε να το προσεγγίσουμε μέσα από την τεχνική της ανάλυσης περιεχομένου, και ως μέσο διάδοσης μιας ορισμένης κουλτούρας, σε διάφορα εθνικά και κοινωνικά στρώματα, στο μεταίχμιο του 18ου και 19ου αιώνα, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ο Δανιήλ σε ένα από τα εισαγωγικά κείμενα του έργου του δηλώνει ότι σκοπός του ήταν «να δώση μόνον εις τους απειρόγλωσσους νέους μίαν απλήν ιδέαν της σημασίας των λέξεων, και όχι να κάμη διδασκαλίαν των πρακτέων». Από αυτή την άποψη το Τετράγλωσσο Λεξικό, ως τμήμα μάλιστα ενός πολυσύνθετου έργου, της Εισαγωγικής Διδασκαλίας, δεν είχε ως τώρα προσελκύσει την προσοχή των ερευνητών. Οι διάφοροι δηλαδή μελετητές, βαλκάνιοι και μη, επιχείρησαν γλωσσολογικές μόνο προσεγγίσεις στο βουλγαρικό, αλβανικό και βλάχικο κείμενο, μια και αυτά αποτελούν πρώιμα δείγματα γραπτού λόγου των αντίστοιχων γλωσσών.
Ο δεύτερος και γενικότερος στόχος αυτής της μελέτης είναι η διερεύνηση της κοινωνικής λειτουργίας της ελληνικής γλώσσας στο βαλκανικό χώρο σε μία διάρκεια μεγαλύτερη από αυτή την οποία οριοθετεί η συγγραφή (1793) και η έκδοση (1802) του Τετράγλωσσου Λεξικού. Το γενικότερο αυτό ζήτημα το εξετάζουμε συγκριτικά μέσα από τρία κείμενα, την Πρωτοπειρία του Θεόδωρου Καβαλλιώτη (1770), το Τετράγλωσσο Λεξικό του Δανιήλ Μοσχοπολίτη (1802) και το έργο Kniga za naučenie trih jazikov slavjanobolgarskij i grečeskij i karamalitskoj (= Βιβλίο για την εκμάθηση τριών γλωσσών, σλαβοβουλγαρικής και ελληνικής και καραμανλίδικης) του Θεοδοσίου Σιναΐτη (1841).
Η εξέταση λοιπόν του Τετράγλωσσου Λεξικού δομημένη γύρω από τους δύο αυτούς άξονες, της ιδεολογίας και της γλώσσας, ή στο επίπεδο των ιστορικών χρόνων, σύμφωνα με την ορολογία του του F. Braudel, του συγκυριακού χρόνου και της μακράς διαρκείας αντίστοιχα, προϋποθέτει τη θεώρηση της βαλκανικής κοινωνίας στην περίοδο από το δεύτερο μισό του 18ου ως μέσα περίπου του 19ου αιώνα ως ιδιαίτερου, αν και όχι ομοιόμορφου, κοινωνικού σχηματισμού σε διαδικασία μεταλλαγών. Από την άλλη μεριά η άποψη σύμφωνα με την οποία στη βάση της βαλκανικής κοινωνίας διακρίνεται ένα κοινό βιολογικό, πολιτισμικό κ.λπ. υπόβαθρο ενός υποτιθέμενου βαλκάνιου τύπου, ένα συλλογικό δηλαδή ασυνείδητο, όπως έχει επικρατήσει να λέγεται, δεν νομίζουμε πως μπορεί να υποστηριχτεί, παρά την ποικιλία των εθνικών βαλκανικών ομάδων που μελετάμε μέσα από το κείμενο του Τετράγλωσσου Λεξικού, και γενικά να αποτελέσει κατευθυντήρια θεωρία για την ανάλυση μιας οποιασδήποτε ιστορικής κοινωνίας. Με άλλα λόγια δεν θεωρήσαμε ως καθοριστικό κάποιο σύστημα δομών βαθιά ριζωμένων στο χρόνο ή ως δεδομένες κάποιες κοινωνικές αξίες. Αντίθετα, χωρίς να παραγνωρίζουμε το κοινό υπόβαθρο των βαλκανικών λαών, που είναι ιστορικά προσδιορισμένο, γιατί διαμορφώθηκε μέσα από την κοινότητα γεωγραφικών κοινωνικών και οικονομικών δεδομένων, προσπαθούμε να σκιαγραφήσουμε μακρόχρονες ιστορικές διαδικασίες αλλαγών της βαλκανικής κοινωνίας όπως αντανακλώνται δυσδιάκριτα πολλές φορές μέσα στις ιστορικές πηγές.
Για να μπορέσουμε αρχικά να αποκρυπτογραφήσουμε το κείμενο της Πρωτοπειρίας και κυρίως του Τετράγλωσσου Λεξικού και να κατανοήσουμε μέσα από αυτά τη χρησιμότητά τους και τελικά τη λειτουργία της ελληνικής γλώσσας στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, είναι απαραίτητο να διερευνήσουμε καταρχήν τις κοινωνικές, δημογραφικές κ.λπ. συνθήκες του τουρκοκρατούμενου βαλκανικού χώρου και πιο συγκεκριμένα το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο έζησαν και έγραψαν ο Θ. Καβαλλιώτης και ο Δανιήλ Μοσχοπολίτης, δηλαδή τη Μοσχόπολη. Θα αρχίσουμε από το τελευταίο.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΜΕΡΟΣ Α'. Η ΜΟΣΧΟΠΟΛΗ: Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΠΕΡΙΓΥΡΟΣ
ΜΕΡΟΣ Β' Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ
1. Ο Δανιήλ Μοσχοπολίτης και η εμφάνιση της βλαχικής εθνικής συνείδησης
2. Η Εισαγωγική Διδασκαλία του Δανιήλ και η Πρωτοπειρία του Θ. Καβαλλιώτη: δυο έργα πολλαπλής χρήσης
ΜΕΡΟΣ Γ'. ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΛΩΣΣΟ ΛΕΞΙΚΟ
1. Ο χρόνος έκδοσης
2. Ανάλυση περιεχομένου του Τετράγλωσσου Λεξικού
3. Το Τετράγλωσσο Λεξικό και το Kniga za naučenie trih jazikov του Θεοδοσίου Σιναΐτη: ίδιο κέιμενο - διαφορετικοί στόχοι
ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ
RESUME
ΓΕΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΛΕΞΕΩΝ ΤΟΥ ΤΕΤΡΑΓΛΩΣΣΟΥ ΛΕΞΙΚΟΥ
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΟΡΩΝ