Όταν το 1854 οι Ρώσοι άρχισαν να τρώγονται με λύσσα με τους Τούρκους για τη θάλασσα της Κριμαίας φάνηκε ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή για να ξεσηκωθούν οι ακόμη υπόδουλες ελληνικές περιοχές. Οι οπλαρχηγοί στην Ήπειρο στη Μακεδονία και στη Θεσσαλία σχεδίασαν το πρόγραμμα της επίθεσης και άρχισαν ένας ένας να σηκώνουν τις αντάρτικες σημαίες.
Όλα αυτά συνέβαιναν προς το τέλος της Άνοιξης την εποχή που οι Βλάχοι της Μακεδονίας αφήνουν τα χειμαδιά στη Θεσσαλία και αρχίζουν να ανηφορίζουν μαζί τα τσελιγκάτα τους ( δηλαδή τα γιδοπρόβατα, τις γυναίκες, τα παιδιά τα σκυλιά και τα παραπαίδια) στα βλαχοχώρια της Πίνδου. Ο επαναστατικός αναβρασμός τους πέτυχε στο δρόμο και συγκεκριμένα όταν έφταναν στα χωριά που βρίσκονται κοντά στον Τύρναβο και στην Ελασσόνα.
Ιστορίες - γεγονότα
«...Αρματολών πήρε ντορό κι' έστησε η λεβεντιά χορό ... » τραγουδιέται ακόμα και σήμερα στα χωριά των Γρεβενών.
Το αρματολίκι της Βόρειας ΠΙΝΔΟΥ ( η ευρύτερη περιοχή Γρεβενά - Σμόλικας - Μέτσοβο ), είναι ένα από τα πλέον αξιόλογα ολόκληρου του Ελλαδικού χώρου. Στις δύσκολες ώρες της Επανάστασης, και όχι μόνο, λειτούργησε σαν προμαχώνας, αλλά και φράγμα συγκράτησης εχθρικών δυνάμεων που προοριζόταν για το Νότο. Απασχόλησε μ6νιμα τον κατακτητή, γύρω στα 300 χρόνια, και έδωσε πολλές μάχες μαζί του.
΄Οπως σε κάθε τόπο, σε κάθε λαό, έτσι και εδώ άλλες ήταν νικηφόρες και άλλες χαμένες. Πολλά είναι τα περιστατικά που ξετυλίχτηκαν και σε αυτό τον τόπο με : αίμα, θυσίες, καταστροφές, εξανδραποδισμούς συνειδήσεων και όσα άλλα μπορεί να εφεύρει ο κατακτητής.
Στις 21 Μαΐου του 1911 ο Γερμανός αλπινιστής και φυσιοδίφης Έντουαρντ Ρίχτερ φθάνει στον Κοκκινοπλό, μέσω Θεσσαλονίκης και Κατερίνης, με σκοπό να ερευνήσει τις κορυφές του Ολύμπου. Εκεί φιλοξενείται, όπως και το προηγούμενο καλοκαίρι, στο σπίτι του Κοκκινοπλίτη εμπόρου Γιάννη Μαρωνίδη, ο οποίος ήταν επίσης πρόεδρος της μυστικής οργάνωσης του Κοκκινοπλού «Επιτροπή Μακεδονικού Αγώνα».
Ας προσπαθήσουμε να πλάσουμε τον τρόπο ζωής των Βλάχων της Όθρυος από μία σπάνια μαρτυρία του εγγονού του ξακουστού οπλαρχηγού Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, του Θεόδωρου Γενναίου Κολοκοτρώνη, ο οποίος τον Ιούνιο του 1851 ως ανθυπολοχαγός κινούνταν στην Όθρυ ψάχνοντας έναν ληστή της εποχής. Επειδή παντού έβλεπε Αρβανιτόβλαχους τσομπαναραίους με παράξενες συνήθειες, κατέγραψε τις εντυπώσεις του, τις οποίες αργότερα δημοσίευσε στον «Τηλέγραφο» με τίτλο ¨Ήθη και Έθιμα Αρβανιτοβλάχων ποιμένων¨, και από αυτόν πήρε και αναδημοσίευσε κάποια τμήματα και η «Εστία» της 3ης Μαΐου 1881. Η μαρτυρία αυτή παρουσιάστηκε από τον λαογράφο Γ. Θωμά στο «Α΄ Συνέδριο Αλμυριώτικων Σπουδών» και αναδημοσιεύθηκε στην «Ηπειρωτική Εστία» το 1989.