Τα Κλείδωνα στη Σαμαρίνα

Το έθιμο του Κλήδονα στη ΣαμαρίναΈθιμο Γυναικών
Τα κλείδωνα γιορτάζονται μόνο από γυναίκες, στις 23 και 24 Ιουνίου. Οι κοπέλες χωρίζονταν σε δυο ομάδες στον πάνω και κάτω μαχαλά. Κάθε ομάδα είχε μια κοπέλα ντυμένη σαν νύφη που κρατούσε ένα γκιούμι στο οποίο κάθε κοπέλα έβαζε ένα λουλούδι πάνω στο οποίο έδεναν ένα κόσμημα. Και όλες μαζί οι κοπέλες τραγουδώντας πήγαιναν σε τρεις βρύσες του χωριού και γέμιζαν το γκιούμι με νερό.

Να βάλουμε τα κλείδωνα τώρα τ` Αγιαννιού (το Μαϊ, Μαϊ)
να μπουν καλά, να μπουν χρυσά, να μπουν μαλαματένια.

Σαν έρθει η Ανθίτσα για νερό,
νερό να μη τη δώσετε
μόνο να τη ξετάσετε,
Ανθίτσα ποιον αγαπάς
τον Γιάννη τον πραματευτή.

Ο Αρραβώνας στη Σαμαρίνα

Γάμος στη Σαμαρίνα (1928)Στα παλιά χρόνια οι αρραβώνες και οι γάμοι γινόταν με έναν ιδιαίτερο τρόπο στη Σαμαρίνα. Οι αρραβώνες γινόταν με προξενιό. Ο προξενητής μιλούσε τις δυο οικογένειες που αφορούσε το προξενιό και μαζεύονταν όλοι μαζί για να μιλήσουν.
Η προίκα της νέας ήταν διάφορα υφαντά π.χ. φλοκάτες, κιλίμια, βελέντζες...Τα νέα μαθαίνονταν γρήγορα στο χωριό.
Η επίσημη τελετή των αρραβώνων γινόταν άλλη μέρα. Ο γαμπρός με τα μπρατίμια και τους συγγενείς του πήγαιναν στο σπίτι της νύφης. Πρώτος άρχιζε την κουβέντα ο προξενητής και έλεγε «ήρθαμε και ζητούμε την κόρη σας για νύφη στον….» οι γονείς είχαν συμφωνήσει από πριν άλλα όλα αυτά γινόταν τυπικά. Με την συγκατάθεση των γονιών της νύφης άρχιζαν τα τραγούδια. Συνέχεια είχε η ανταλλαγή των δακτυλιδιών μέσα σε ένα πιάτο με άσπρη κορδέλα στο κάθε δαχτυλίδι. Ο προξενητής ασπαζόταν πρώτος τις βέρες και στη συνέχεια το πιάτο ασπαζόταν από όλους τους παρευρισκομένους. Η νύφη φιλούσε πρώτα το χέρι του πεθερού , της πεθεράς και στη συνέχεια όλους όσοι βρισκόταν στην τελετή. Στο διάστημα αυτό γινόταν κεράσματα γλυκού, κρασιού, μεζέδων κ.α., πάντοτε από φίλες της νύφης και ανύπαντρες. 

Οδοιπορώντας απο το Συρράκο στους Καλαρύτες

ΚαλαρρύτεςΘα ήταν αδιανόητο να εγκαταλείψουμε το Συρράκο, χωρίς να γευτούμε την εμπειρία ν' ακολουθήσουμε τα χνάρια τόσων γενιών στο δύσκολο μονοπάτι που διασχίζει το Φαράγγι του Χρούσια και κάποτε αποτελούσε την μοναδική οδό σύνδεσης των δύο γειτονικών χωριών, των Καλαρρυτών και του Συρράκου. Μια ξύλινη πινακίδα στο κέντρο του χωριού μας δείχνει την κατεύθυνση ανατολικά προς Καλαρρύτες. Βαδίζουμε αρχικά σ' ένα παλιό καλντερίμι που μετά από λίγο συναντάει ένα καινούργιο. Σε ελάχιστα λεπτά φτάνουμε στην ανατολική έξοδο του χωριού, όπου μπορεί να φτάσει κανείς και με αυτοκίνητο. Το πρόσφατο ανακαινισμένο καλντερίμι κατηφορίζει με έντονη κλίση στην απότομη πλαγιά του φαραγγιού, αντίθετα όμως από ό,τι θα περίμενε κανείς είναι αρκετά κακότεχνο και προχειροφτιαγμένο. Απουσιάζει η λεπτοδουλειά, το φινίρισμα της πέτρας και γενικά το μεράκι των παλιών μαστόρων. Θα περιμέναμε από τους σύγχρονους τεχνίτες μεγαλύτερη ευαισθησία στην ανακατασκευή αυτής της παραδοσιακής χερσαίας οδού, που ένωνε τα δύο χωριά. Το αποτέλεσμα είναι απογοητευτικό, τόσο για την αισθητική μας όσο –και κυρίως– για τα πόδια μας, που ταλαιπωρούνται αρκετά. 

Απο την Πίνδο ως την Ροδόπη, αναζητώντας τις εγκαταστάσεις και την ταυτότητα των Βλάχων

Οι “Γραμμουστιάνοι” Βλάχοι στα 19001.1. Tο Kουτσοβλαχικό ή Aρωμουνικό ή σωστότερα ίσως το Bλαχικό Zήτημα1 είναι σύμφυτο -σχεδόν υποπροϊόν- του Mακεδονικού Zητήματος. Aν και η ονομασία δεν βρίσκει σύμφωνη τη βιβλιογραφία, ωστόσο υπάρχει ομοφωνία για τη γένεση του προβλήματος: η μελέτη των Bλάχων στα Bαλκάνια έγινε ενδιαφέρουσα από τη στιγμή που η ταυτότητά τους απέκτησε ανταλλάξιμο χαρακτήρα στο τραπέζι των διπλωματικών σχεδίων για την κληρονομιά των ευρωπαϊκών επαρχιών της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Δυστυχώς στα επόμενα χρόνια ο χαρακτήρας αυτός δεν αποβλήθηκε. H σχετική φιλολογία, με λίγες εξαιρέσεις, διατηρεί μέχρι τις μέρες μας ως σαφείς προκείμενές της τις διπλωματικές σχέσεις των βαλκανικών κρατών ή τις πρωτοβουλίες όσων πιστεύουν ότι η ιστορία, η γλωσσολογία και η ανθρωπολογία είναι βολικές θεραπαινίδες των πολιτικών.
Kοινό ζητούμενο της υπεραιωνόβιας αυτής βιβλιογραφίας είναι φυσικά το πρόβλημα της καταγωγής και της προέλευσης των Bλάχων, η διερεύνηση δηλαδή ενός ζητήματος που στο βαλκανικό περίγυρο συνδέεται κατεξοχήν με την τεκμηρίωση των διπλωματικών επιδιώξεων. Στη βιβλιογραφία αυτή περιλαμβάνονται ήδη αρκετές πρωτότυπες ανασκοπήσεις και κριτικές θεωρήσεις.2 Aνάμεσά τους και αυτή του Nicholas Balamaci, που αποδίδει τα αδιέξοδα της περί των Bλάχων βιβλιογραφίας στην εγγενή αδυναμία των ίδιων, ως «παραδοσιακή» ομάδα με ανάλογη νοοτροπία, να συγγράψουν ανεπηρέαστοι από τους περιβάλλοντες εθνικισμούς την ιστορία τους ως ιδεολογικά αδέσμευτοι Bλάχοι.3 

 

Αναζήτηση