- Μπάρμπα Λάμπη, να με πάρεις κι εμένα στα πρόβατα όποτε πας.
- Τι γυρεύς, μωρέ παιδί μ’ εσύ στα πρόβατα, δεν τρας εδώ στο χωριό τα γράμματα σ’ και τα παιγνίδια σ’ μόν’ θελς πρόβατα. Στα πρόβατα είν’ φόβος, είν’ κλέφτες.
Όσες φορές τον φορτωνόμουν για τα πρόβατα, αυτά και άλλα τέτοια μου ‘λεγε και ξανά μου ‘λεγε ο μπάρμπας μου ο Λάμπης Ψαλλίδας, γιος του Γάκη, μεγάλου τσέλιγγα Συρρακιώτου ξαϊκουστού μέσ’ τες κορφές του Πίνδου ως τα χειμαδιά της Λάμαρης και της Πρέβεζας.
Τα γιδοπρόβατά του τα ‘χε εκείνην την χρονιά στα βοσκοτόπια του Χόντζα, μεγάλα βοσκοτόπια κατά το Μέτσοβο, πέντ’ εξ ώρες μακρυά απ’ το χωριό μας, θέλετε και την εικόνα του Μπάρμπα μου;