Αν και τα βοσκοτόπια των βόρειων πλαγιών του Βερμίου θα πρέπει να ήταν γνωστά στα φαλκάρια των Αρβανιτόβλαχων που έφτασαν ήδη από τα μέσα του α' μισού του 19ου αιώνα στην ευρύτερη περιοχή, ανάμεσα στο Βόρρα και το Μορίχοβο και το βόρειο Βέρμιο, η παρουσία τους στην περιοχή του Γραμματικού υποθέτουμε ότι ήταν περιστασιακή και παροδική μέχρι το 1878. Σύμφωνα με παλαιότερα καταγεγραμμένες παραδόσεις, μετά το 1878 και τη διάσπαση του μεγάλου καλυβικού οικισμού της Τσιακούρας στο Μορίχοβο, κάποιο φαλκάρι, ακολουθώντας τους τσελιγκάδες Γούσιο Τσέλιο και Τέγα Κούσα, βρέθηκε να αναζητά την ευκαιρία να δημιουργήσει κάποιον πιο σταθερό θερινό οικισμό στα πλούσια βοσκοτόπια της περιοχής του βόρειου Βερμίο 2. Ακολουθώντας τις πρακτικές των απόλυτα νομαδικών φαλκαριών, περιπλανήθηκαν για αρκετά χρόνια και έστησαν τις θερινές τους καλύβες σε διάφορες τοποθεσίες. Προς τα τέλη του 19ου αιώνα, δημιούργησαν ένα σταθερότερο θερινό καλυβικό οικισμό σε κτήματα της τότε κοινότητας Γραμματίκοβου, του σημερινού Κάτω Γραμματικού. Καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα, το Κάτω Γραμματικό κατοικούταν από περίπου ισάριθμους σλαβόφωνους χριστιανούς, πιστούς στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και κατ' επέκταση στις ελληνικές θέσεις, και Τούρκους με καταγωγή από τα γειτονικά κονιαροχώρια της Εορδαίας3 .
Μάθετε ὅτι οἱ ἓν Καστοριά τῆς γέ(νέτηρα)ς μᾶς Μακεδονίας συλληφθέντες διὰ τῶν σύ(κόφα)ντιῶν τῆς ρωμουνικῆς προπαγάνδας ἕλλην(ἔς) (ἴ)ἀτροὶ Ἰω. Καραμπίνας καὶ Δαμιανὸς Ἰωάννο (παιδιά) τοῦ σχολάρχου Ἰω. Μιχαηλίδου, ὡς σύ(νομόται) τοῦ καθεστῶτος, κρατοῦνται ἀκόμη εἰς φυλακάς, μολονότι μὲ τᾶς ἐνεργηθείσας (κατ') οἶκον ἔρευνας οὐδὲν τὸ ἐπιλήψιμον εὑρέθη.
Τὸν Ἰούλιον πέρυσι κατὰ τὴν πᾶν(ἤγυρι)ν τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς εἰς τὸ χωρίον (του) Πίνδου Περιβόλι, ὅπου εἶχε μεταβεῖ κά(ἲ ὁ) ἅγιος Γρεββενῶν, ἐγένετο ἀπόπειρα δολοφονί(ἄς) τ' αὐτοῦ ὑπὸ ἔμμισθών της ρωμουνικῆ πρό(παγά)νδᾶς, οἵτινες ἐπέμενον νὰ τελεσθῆ ἐν τῷ (ναό) ἡ λειτουργία ρωμουνιστί. Ὁ Μητροπολίτης (δέν) τοὶς παρέσχεν αὐτὴν την χάριν. Διὸ εἰσελ(θεῖς) τὴν μεσημβρίαν τῆς ἑορτῆς εἷς τὴν οἰκίαν (ὅπου) ἠσύχαζεν ἡ Α. Σ ἐπετέθησαν κατ' αὔτ(οὗ κ)αἳ τὸν ἐκακοποίησαν. Δὲν ἠρκέσθησαν δὲ εἷς (αὔτ)ὁ μόνον οἱ κακοῦργοι, ἀλλ' ἐνήδρευσαν καὶ (καθ') ὁδὸν ἴνα τὸν κρημνίσωσιν ἐπὶ τῶν δυσβάτω(ν ἐκ)εἴνων βουνῶν τῶν κατὰ τὴν ἀναχώρησίν του
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ανέκαθεν οι ταξιδιώτες (στο εξής θα τους καλούμε, Περιηγητές) χρησιμοποιούσαν εργαλεία για να πραγματοποιούν το στόχο τους, που ήταν η επαφή με νέους κόσμους (από το να οργανώνουν το ταξίδι και να χαράζουν την πορεία τους, μέχρι να περιηγούνται στους νέους τόπους). Τα εργαλεία αυτά εξελίχθηκαν στο χρόνο και από τα παραδοσιακά όργανα προσανατολισμού, τους χάρτες και τις εγκυκλοπαίδειες (και τα δύο σε έντυπη μορφή), περάσαμε στα τέλη του 20ου αιώνα στην πληροφόρηση μέσω του Internet, τους ψηφιακούς χάρτες και τα ηλεκτρονικά συστήματα γεωαναφοράς.
Διαχρονικά, το σενάριο που ακολουθεί ένας Περιηγητής αποτελείται από 4 βήματα:
1. απόφαση για την υλοποίηση του ταξιδιού – όπου λαμβάνεται η απόφαση για την επίσκεψη σε έναν τόπο,
2. συγκέντρωση πληροφοριών – όπου καταγράφονται πληροφορίες σχετικά με τον τόπο (άνθρωποι, φύση, υποδομές) και τη διαδρομή (είδος ταξιδιού, ιδιαιτερότητες, ενδεχόμενοι κίνδυνοι και πλάνα αντιμετώπισης),
3. υποστήριξη και καταγραφή – όπου ο Περιηγητής δέχεται βοήθεια από ανθρώπους, όργανα και συνοδευτικό υλικό για να εκτελέσει το σχέδιό του,
4. οργάνωση της γνώσης που αποκτήθηκε – όπου μετά την επιστροφή στην έδρα του, οργανώνει τις αναμνήσεις του και τις δημοσιοποιεί στο περιβάλλον του.
Ἐν τῇ ἐπαρχίᾳ Πωγωνίου καθ' ὅλον τὸ θέρος οὐδεμία λυστρικὴ πράξις ἐγένετο. Ὁ τρυγητὸς δὲ εἰς τὰ μέρη ταῦτα ὡς καὶ εἰς τὰ δυτικὰ χωρία τοῦ Ζαγορίου, ἐν συγκρίσει πρὸς τὰ παρελθόντα ἔτη, ἢν ἐφέτος ἀφθωνότερος. Πολλοὶ μὴ ἔχοντες σκεύη πρὸς ἐναποθήκευσιν τοῦ γλεύκους ἐπώλουν αὐτὸν πρὸς 5 καὶ 7 παράδες τὴν ὀκᾶν. Ἐνῶ δὲ εἰς τοιάτην εὐτελῆ τιμὴν ἐπώλουν τὸ προϊὸν τῶν κόπων αὐτῶν εἶναι ἠναγκασμένοι νὰ πληρόνωσιν 17 ἕως 20 παράδες κατ' ὀκᾶν τὸ δέκατον. Ὁ σίτος δὲ κομιζόμενος ἐκ διαφόρων μερῶν τῆς Μακεδονίας, ἕνεκα τῆς τακτικῆς συγκοινωνίας τιμᾶται 40 ἕως 42 παράδες.