“1884 ιουλίου 27. σιμίοσι κάνο ότι σίμερον κλέφτες άρπαξαν τι
Δούκο του Κουλάκι κε τι Λινούσιο του Θοδορί.
Ιουλίου 31. ι κλέφτες ίταν σααρκατσιάνι κε από δικί μας πατριότε
ο γιόργι ντάλας κε ο φλέγκας κε ο γιφτοστρατίς με τι μεγάλι σι-
μουρία ο ντουνιάς δε βγένι ντιπ όξο. Μόνο τασκέρια γιρίζουν.”
Για τον Φλέγκα ούτε είχαμε ακούσει ούτε είχαμε διαβάσει τίποτε. Αποταθήκαμε στον κ. Ευάγγελον Αβέρωφ-Τοσίτσαν, που είχε ακούσει γι αυτόν, όχι βέβαια από τη θεία του τη Βασιλαρχόντισσα (=Βασίλισσα κι αρχόντισσα), γιατί όσες φορές τη ρωτούσε ταραζόταν και ερχόταν σε άσχημη κατάσταση με την ανάμνηση αυτής της μεγάλης δοκιμασίας, αλλά από πρόσωπα πάλι συγγενικά:
Οι αρχοντάδες του Μετσόβου καθόντανε στο Κουλτούκι, όπου όχι μόνο απαγορευόταν να μπουν άνθρωποι της δεύτερης τάξης σ' εκείνη την πλατεία, αλλά και να περάσουν ακόμα απ' τον διπλανό δρόμο.